in διήγημα

η παραγγελιά της Κρίμχιλντ

Έχω και τρεις χιλιάδες μετοχές της Εθνικής, αναγκάστηκε να ομολογήσει η Κρίμχιλντ σε μια ύστατη προσπάθεια να άρει τους δισταγμούς του ποιητή. Ο ποιητής την κοίταξε στα μάτια, βεβαιώθηκε ότι δεν θα μπορούσε να πάρει περισσότερα, άλλωστε δεν ήταν και λίγα αυτά που πήρε , πήρε ένα κομπιουτεράκι και βάλθηκε να πατάει το ένα κουμπάκι μετά το άλλο. Κάθε τόσο, σημείωνε κι ένα νούμερο σε ένα χαρτί, έκανε κάποιες πράξεις και είπε: πέντε στροφές, πέντε αντιστροφές και τέσσερις επωδούς. Πόσοι στίχοι; ρώτησε να μάθει η πελάτισσα. Ο ποιητής έξυσε το κεφάλι του, κάνοντας πως σκεφτόταν, και είπε: Γύρω στους εκατό, εκατόν πέντε. Εκατό στίχοι! αναφώνησε έκπληκτη η Κρίμχιλντ. Τόσο χρυσάφι, τόσο ασήμι, τόσα δολάρια, τόσες μετοχές, τόσα παράγωγα για εκατό στίχους! Ο Αρκεσίλαος δηλαδή τι σου έδωσε; Κώλο; Ο ποιητής χαμογέλασε. Όχι, καλή μου Κρίμχιλντ, απλώς μου έδωσε άλλα τόσα. Είσαι πολύ ακριβός, πρόφεραν τα σαρκώδη κόκκινα χείλια της. Θα μπορούσες να απευθυνθείς σε ένα τροβαδούρο, παρατήρησε ο ποιητής. Η Κρίμχιλντ εννόησε τον υπαινιγμό, μα προτίμησε να μη τον σχολιάσει. Έξι στροφές, έξι αντιστροφές και πέντε επωδούς, αντιπρότεινε. Μην επιμένεις, συμβούλεψε με αποφασιστικότητα την πελάτισσά του. Θα σου δώσω και μερικά CDS, πρότεινε η Κρίμχιλντ. Ο ποιητής σήκωσε το κεφάλι του λέγοντας: Δεν τα θέλω, προτιμάω το χρυσάφι. Έκανα τόσο δρόμο, σου έδωσα τόσο πολλά μόνο και μόνο για εκατό στίχους! παραπονέθηκε η όμορφη κυρά. Θα με πάρουν στο ψιλό. Θα σε πάρουν στο ψιλό; διαμαρτυρήθηκε ο ποιητής. Θα τραγουδήσετε και θα χορέψετε δικό μου ύμνο και θα σε πάρουν στο ψιλό; Σας παρακαλώ, πρόσεχε πως μιλάς! Εδώ δεν είναι ούτε Ρηνανία ούτε χώρα των Νιμπελούνγκεν! Πήρες χαμπάρι ότι βρίσκεσαι στην Βοιωτία; Καλή μου βασίλισσα, αθανασία ήρθες να αγοράσεις, όχι ταμπόν.

    Η Κρίμχιλντ δεν ζήτησε συγνώμη αλλά σιώπησε. Έχω κάποιες απαιτήσεις, διευκρίνισε. Είναι πολύ λογικό, απάντησε ο ποιητής γεμίζοντας το ποτήρι της όμορφης βασίλισσας με κόκκινο κρασί, ελαφρώς γλυκό, και πρόσθεσε: Θα σας ακούσω με μεγάλη προσοχή. Η Κρίμχιλντ ήπιε μια γουλιά ακόμα κρασί κι ένοιωσε τα μάγουλά της να κοκκινίζουν. Η ματιά της πλανήθηκε έξω από το παράθυρο (ένας ρωμαλέος μισόγυμνος δούλος περιποιούνταν μια νεαρή φοράδα), έμεινε για λίγο σιωπηλή και είπε στον ποιητή. Θα ήθελα ο ύμνος να επιδεικνύει την ισχύ, τον πλούτο και τη φήμη του συζύγου μου. Ο ποιητής χαμογέλασε και της είπε. Αυτό μπορεί να το κάνει ο καθένας, όμορφη βασίλισσα. Αυτό που δεν μπορεί να κάνει ο καθένας είναι να χρησιμοποιήσει την επίδειξη της ισχύος ως μέσον αύξησής της. Σε βεβαιώνω ότι σε αυτό είμαι αξεπέραστος. Δεν είναι τυχαίο ότι έχω υμνήσει τις νίκες βασιλιάδων, γαιοκτημόνων, εμπόρων, φεουδαρχών, βιομηχάνων, τραπεζιτών, χρηματιστών, στρατηγών, ακόμα και ποιητών. Έχουν έρθει νομπελίστες ποιητές και μου ζήτησαν ύμνο για τη νίκη τους, για την βράβευσή τους. Η Κρίμχιλντ χάρηκε και  σήκωσε το δεξί της πόδι να το βάλει πάνω στο άλλο. Είχε λησμονήσει ότι φορούσε χιτώνα και μάλιστα για πρώτη φορά. Επίσης, δεν γνώριζε ότι ο χειρισμός της απλότητας προϋποθέτει την ανυπαρξία του φόβου της αποκάλυψης. Τρόμαξε λοιπόν όταν ο χιτώνας άνοιξε και με μια αδέξια κίνηση προσπάθησε να κρύψει τη γύμνια των μηρών της, αποκαλύπτοντας τα νεανικά, σφιχτά της στήθη καθώς έσκυβε να πιάσει την άκρη του υφάσματος. Είχε την εντύπωση ότι η ύπαρξή της και η τιμή της εξαρτιόταν από την σταθερότητα μιας μικροσκοπικής περόνης στον αριστερό της ώμο. Ήπιε άλλη μια γουλιά κόκκινο γλυκό κρασί. Μια γλύκα, που αν δυνάμωνε, της είχε συμβεί πολλές φορές, θα γινόταν δυσφορία και πόνος, απλώθηκε στο κορμί της. Ο ποιητής της μιλούσε μα η όμορφη βασίλισσα λίγα συγκρατούσε. Άλλα σκεφτόταν – ποιος ξέρει τι έγνοιες να είχε! Ο ποιητής της γέμισε το ποτήρι ξανά και της είπε: Σε κάθε πράγμα υπάρχει το μέτρο κι είναι πολύ καλό να το καταλάβεις στην κατάλληλη στιγμή. H όμορφη βασίλισσα χαμογέλασε με το τρόπο που χαμογελούνε οι ζαλισμένες από το γλυκό κρασί νεαρές γυναίκες και ζήτησε να μάθει το μέτρο της παρούσας περίστασης. Μα ο ποιητής της εξήγησε ότι δεν απευθυνόταν σε αυτήν, ότι απλά συνέθεσε τρεις στίχους και θα ήθελε τη γνώμη της. Μου αρέσουν, συμπυκνώνει την ουσία του προβλήματός μας,  πρόφεραν τα σαρκώδη χείλια της. Η ενίσχυση της ισχύος μέσω της επίδειξής της δημιουργεί πολλά προβλήματα, παρατήρησε ο ποιητής, και πρέπει να τα λάβετε πολύ σοβαρά υπόψη σας. Ο φθόνος είναι ένα από αυτά; ρώτησε να μάθει η βασίλισσα. Το βάρος της ισχύος μπορούν να την σηκώσουν μόνο οι σοφοί ακολουθώντας το δρόμο της δικαιοσύνης, της είπε ο ποιητής. Να τη χέσω τη δικαιοσύνη, πήγε να πει η όμορφη βασίλισσα μα συγκρατήθηκε. Θέλουμε να εκπληρώνουμε τις επιθυμίες μας για να γίνουμε ισχυροί ή θέλουμε να γίνουμε ισχυροί για να ικανοποιούμε τις επιθυμίες μας; ρώτησε χαμογελώντας τον ποιητή. Το βλέμμα του ποιητή περιπλανήθηκε στο λαιμό της βασίλισσας. Τα ξανθά της μαλλιά ήταν δεμένα με χρυσές κορδέλες. Σηκώθηκε από το θρόνο του και πλησίασε τον δικό της. Άγγιξε τη περόνη της. Η νεαρή βασίλισσα σήκωσε το πρόσωπό της, τον κοίταξε στα μάτια και πρότεινε, ανοιγοκλείνοντας τα σαρκώδη κόκκινα χείλη της, έξι στροφές, έξι αντιστροφές και πέντε επωδούς.

 

ποιητής: Πίνδαρος (518-440 π. Χ.) Εξυμνούσε τυράννους και αριστοκράτες έναντι αδράς αμοιβής.

Κρίμχιλντ: η γυναίκα του Ζίγκφριντ, άτρωτου (σχεδόν. . .) ἠρωα του ‘Τραγουδιού των Νιμπελούνγκεν’ (1300 μ.Χ.)

Σχολιάστε ελεύθερα!

  1. Αυτό κι αν δεν είναι παζάρι-κι όχι διαπραγμάτευση, υπέροχη η αφήγηση, Αθανάσιε.