in οικοδομικά

‘ όποιος έχει δουλειά, και λεφτά, ταΐζει τους άλλους ‘

φίλες και φίλοι, καλή σας μέρα

ΛΟΓΙΑ του Κώστα, φίλου και κουμπάρου, άνεργου οικοδόμου.  Βρεθήκαμε στη Σαλονίκη τις προάλλες, πήγαμε για τσίπουρα και τα είπαμε. Γυρνάμε από σπίτι σε σπίτι, μου λέει, όποιος έχει δουλειά ταΐζει τους άλλους, όταν τον ρώτησα πως τα πάει. Με τον Κώστα φτιάξαμε μαζί τον φούρνο τον Οκτώβριο που μας πέρασε, αυτός μάστορας, εγώ βοηθός. Του ξηγηθήκαμε ότι δεν έχουμε μία. Ποιος τα χέζει τα λεφτά, μου λέει και ήρθε. Πληρώσαμε τη βενζίνα, 20 ευρά – και τα υλικά ασφαλώς. Εργασία τριών ημερών την κάναμε έντεκα. Την πρώτη μέρα, στις δώδεκα, μου ζητάει πυρότουβλα και λάσπη. Κατέβα να πάρεις, του λέω, εγώ φεύγω. Που πας;  Πάω για τσίπουρο, τέλος για σήμερα! Ρε μαλάκα, μου λέει, δεν θα τελειώσουμε ούτε σε δυο βδομάδες. Και ποιο είναι το πρόβλημα, Κώστα; Θα σε φορτωθώ δυο βδομάδες, με λέει. Πόσο χαίρομαι, τον λέω. Και στη Θεσσαλονίκη τι θα κάνεις;  Άμα χτυπήσει τηλέφωνο για καμιά δουλειά, φεύγεις και συνεχίζουμε αργότερα.

ΤΟ τηλέφωνο για δυο βδομάδες δεν χτύπησε. Στις δώδεκα σταματούσαμε και αρχίζαμε τα γάρα και τα τσίπουρα μέχρι τις πέντε. Μεζεδάκια και μπούρου μπούρου. Είχε μάθει να δουλεύει δεκάωρο. Α, του λέω, εδώ το πεντάωρο είναι πολύ. Τέσσερις ωρούλες καλά είναι. Καλά, θα δουλεύουμε τέσσερις ώρες και θα τρώμε και θα πίνουμε πέντε;  Μη με μαλώνεις, Κώστα, αύριο θα τρώμε και θα πίνουμε έξι. Γέλασε. Οικοδόμος, ψοφάει για παρέα.

ΣΕ δέκα μέρες ο φούρνος τελείωσε –  έργο τέχνης! Απίστευτος μάστορας. Την ενδέκατη τον καίγαμε ένα ολόκληρο εικοσιτετράωρο για να  κάτσουν τα τούβλα και να ελέγξουμε μην ανοίξει πουθενά. Τίποτα. Την επόμενη τον ανάψαμε για να τον εγκαινιάσουμε. Ζύμωσα ψωμί κι έβαλα τρία κότσια χοιρινά στη γάστρα. Δεν θα καθίσεις και δυο μέρες να ξεκουραστούμε; Κάθισε, πως δεν κάθισε.

ΓΝΩΡΙΖΕΙ πολύ καλά ότι θα είναι άνεργος για πολλά χρόνια ακόμα. Δεν ξέρει τι να κάνει. Κάποιοι από  φίλους  και γνωστούς βρίσκουν που και που κάνα μεροκάματο και κερνάνε τους άλλους. Γυρνάμε από σπίτι σε σπίτι, όποιος έχει δουλειά ταΐζει τους άλλους. Κάνουμε και παρέα, μου λέει. Μαθαίνω ότι αρχίζουν να τρώνε μαζί κι αυτοί που έχουν δουλειά. Μια φορά τη βδομάδα, τουλάχιστον· κάποιοι και κάποιες πιο συχνά. Τι ωραία να τρως με τους φίλους σου, να τους μαγειρεύεις, να σου μαγειρεύουν. Μήπως αρχίζουμε να αντιλαμβανόμαστε ότι ευτυχία είναι η καλή παρέα; Μήπως αρχίζουμε να αντιλαμβανόμαστε ότι η φροντίδα των άλλων μας κάνει άρχοντες και αρχόντισσες, ότι πιθανόν αυτό να είναι το νόημα της ζωής, ότι αυτό μας δίνει χαρά; Μήπως αρχίσει να εμφανίζεται ένας νέος τρόπος σκέψης  και ζωής; Μήπως αρχίζει να εμφανίζεται ένας νέος πολιτισμός, αφανής και καταχωνιασμένος ασφαλώς, σαν το σαράκι, που δεν φαίνεται μα τρώει από μέσα την ξύλινη καρέκλα και κάποια στιγμή πάει να καθίσει ο Κύριος Δείνα –  παρακαλώ, περάστε Κύριε, καθίστε!

ΑΝΑΓΚΑΖΟΜΑΣΤΕ  να δούμε τα πράγματα διαφορετικά, εμείς οι άνεργοι και οι άνεργες, οι φτωχοί και οι φτωχές, εμείς που μπορούμε να τη βγάλουμε χωρίς δουλειά, εμείς που έχουμε άκρες αλλά δεν θέλουμε να  δουλέψουμε. Μέχρι τώρα, φίλες και φίλοι, εννοώ μέχρι πριν λίγα χρόνια, ζούσαμε όπως ζούνε οι φυσιολογικοί άνθρωποι: είχαμε τη δουλειά μας και όλα περιστρέφονταν γύρω από αυτήν. Όταν μείνεις χωρίς δουλειά όμως ή θα μείνεις κολλημένος στο παλιό μοντελάκι και θα επιμένεις να το συνεχίσεις και να το διαιωνίσεις αλλά δεν θα μπορείς, με τραγικές συνέπειες,  ή θα δεις τα πράγματα διαφορετικά. Εκεί που μέχρι πρότινος στον θρόνο κάθονταν η δουλειά, τώρα τη θέση της πήρε η δικτύωση, οι επαφές, η διερεύνηση δυνατοτήτων, η συνεργασία, η συμβίωση, το μοίρασμα της δουλειάς, η αλληλεγγύη, η αλληλοβοήθεια, οι προτάσεις, τα όνειρα, οι πειραματισμοί. Αυτή είναι η υλική βάση του νέου τρόπου σκέψης, του νέου τρόπου ζωής, του νέου πολιτισμού.

ΑΡΧΙΖΟΥΜΕ να ζούμε κομμουνιστικά: κάθε μέρα κομμουνισμός, αυτή είναι η λύση, αυτός είναι ο δικός μας τρόπος ξεπεράσματος της δικής μας κρίσης, της δυσκολίας να επιβιώσουμε και να ζήσουμε. Αυτή είναι η διεύρυνση του κομμουνισμού. Η οποία δεν μπορεί παρά να επεκτείνεται και να γενικεύεται. Κι όσο επεκτείνεται και γενικεύεται τόσο πιο πολλοί και πιο πολλές αρχίζουν να βλέπουν τα πράγματα διαφορετικά, τόσο οξύνεται η κρίση η δική τους, της κερδοφορίας και του Κράτους, τόσο επεκτείνονται και γενικεύονται οι ελεύθερες κομμουνιστικές Ζώνες και περιοχές και πρακτικές και κοινωνικά πεδία.

ΣΕ καμιά άλλη ευρωπαϊκή κοινωνία δεν συμβαίνει κάτι παρόμοιο, τουλάχιστον σε αυτήν την κλίμακα. Η Πορτογαλία και η Ιρλανδία, τα Κράτης τους δηλαδή, βγήκαν στις αγορές! Το δικό μας το Κράτος δεν μπορεί να βγει στις αγορές, όταν ολοένα και περισσότερο αυξάνει ο αριθμός αυτών που δεν πληρώνουν εφορία, τέλη κυκλοφορίας, ασφάλιστρα, δεν περνάνε από ΚΤΕΟ, όταν η ανυπακοή γενικεύεται, όταν η άρνηση της εργασίας εξαπλώνεται, όταν η αλληλεγγύη μεταδίδεται ως επιδημία!

ΧΡΕΟΚΟΠΙΑ! Να χρεοκοπήσει το ελληνικόν Κράτος, να χρεοκοπήσουν οι ελληνικές επιχειρήσεις, να κλείσουν φαστφουντάδικα και παπουτσάδικα και ρουχάδικα και ταβέρνες –  στ΄ αρχίδια μας. Εμείς έχουμε ήδη χρεοκοπήσει, η σειρά σας. Τι πάθαμε;  Τώρα αρχίζουμε να περνάμε καλά, τώρα που χρεοκοπήσαμε, τώρα που ξεμείναμε από δουλειά, τώρα που επεκτείνεται η αλληλεγγύη. Έχει δημιουργηθεί μια κοινωνική βάση πάνω στην οποία θα στηριχτούν όλοι όσοι σήμερα έχουν δουλειά και με τη χρεοκοπία θα τη χάσουν.  Και να φάμε έχουμε και να πιούμε έχουμε –  κι αυτοί κι αυτές θα έχουν!

ΠΕΡΙΜΕΝΕΤΕ να γίνουν ταραχές, εάν χρεοκοπήσει το ελληνικόν Κράτος.  Και ετοιμάζεστε! Ουδέποτε νομίζαμε ότι ήσασταν έξυπνοι: δεν θα γίνουν ταραχές, θα εγκαταλειφθεί και θα ερημώσει η Αθήνα. Μετά να δούμε πως θα μας πείσετε να επιστρέψουμε. Εμείς έχουμε έτοιμες τις προτάσεις μας, εάν τις δεχτείτε καλώς. Εάν δεν τις δεχτείτε, καλώς.

ΜΗΝ ανησυχείτε όμως, δεν θα αφήσουν οι κολλητοί σας να χρεοκοπήσει το Κράτος σας. Τώρα μάλιστα που ένας νέος τρόπος σκέψης, ένας νέος τρόπος ζωής, ένας νέος πολιτισμός εμφανίζεται στο προσκήνιο, τώρα είναι που δεν θα σας εγκαταλείψουν. Και το τυρί που θα βάλετε στη φάκα δεν θα το πάρουμε –  θα πάρουμε την κεφαλογραβιέρα ολόκληρη από το ψυγείο.

Σχολιάστε ελεύθερα!