in λαμπε ρατ

Τι είναι αυτό που το λένε έρωτα; reloaded

 

του λαμπε ρατ

στον Τ.

 

ούτε δικέφαλα τέρατα ούτε αυτοκρατορικά μόνοι

 

Έχουμε ταυτίσει τον έρωτα με το ρομαντισμό. Όσοι διατηρούν ακόμα μια ευαισθησία δεν μπορούν να δουν, να σκεφτούν και να αισθανθούν πέρα απ’ το ρομαντικό έρωτα. Ακόμα και οι πλέον πραγματιστές, ακόμα και οι πλέον κυνικοί, όταν κάποτε ερωτεύονται, σπανίως ομολογουμένως, ερωτεύονται ρομαντικά: παιχνίδι της σαγήνης, ακόρεστη ικανοποίηση των αισθήσεων, μεγάλα, πρόωρα, υπερβολικά λόγια, απώλεια του εαυτού και ταυτόχρονη αποθέωση του εαυτού, εσωτερική ζωή με μεγάλο βάρος, συναισθηματικό και πνευματικό. Ο μεγάλος ρομαντικός έρωτας βιώνεται ιλιγγιωδώς και βασανιστικά, ακόμα και αυτοκαταστροφικά. Βιώνεται μεν ως άνοιγμα του Εγώ προς το Εσύ αλλά δεν παύει να πρόκειται για ένα άνοιγμα εγωιστικό, για μια αξίωση του Εγώ από το Εσύ, για μια αναζήτηση του Εγώ μέσα στο Εσύ, για μια στην ουσία εσωτερικά βιωμένη κατάσταση που όμως πασχίζει να κατισχύσει επί του πραγματικού, εν τέλει για έναν έρωτα με τον ίδιο τον Εαυτό που έχει συγκροτηθεί ως Εγώ κι όχι ως Εγώ, ένας Άλλος, κι όμως εγώ, κι όμως ένας άλλος. Ο ρομαντικός έρωτας διαλύει μέσα στο Ένα, τόσο σε υποκειμενικό όσο και σε διυποκειμενικό επίπεδο, την ένταση μεταξύ του εγώ και του άλλου. Αυτή η ένταση όμως, καθώς και η σχέση της με το χρόνο και τα πράγματα, είναι πολύτιμη και καίρια για έναν έρωτα διαφορετικά βιωμένο, πέρα και από το ρομαντισμό και από τον πραγματισμό, πέρα και από το ζωτικό ψεύδος και από τη νεκρική αλήθεια.

Έχουμε ανάγκη έναν έρωτα ζωτικό και αληθή, πραγματικό αλλά όχι εμπράγματο, εγωτικό αλλά όχι εγωιστικό και εγωπαθή, δοτικό αλλά όχι αλτρουιστικό και θυσιαστικό, πολλαπλό αλλά όχι ρευστό, θερμό, ενθουσιώδη και έντονο αλλά όχι εμπαθή και παράφορο, μοναδικό αλλά όχι ιερό, εσώτερο αλλά όχι εσωτερικό, εξωστρεφή αλλά όχι ευπροσάρμοστο, αργόσυρτο αλλά όχι βαρύ και δυσκίνητο· έναν έρωτα που δεν θα μας γαληνεύει αλλά ούτε θα μας απελπίζει, έναν έρωτα που ούτε θα μας βυθίζει στην πρωταρχική μήτρα ούτε θα μας πετά στο πυρ το εξώτερο, που δεν θα μας χαϊδεύει τ’ αυτιά αλλά ούτε θα μας σφυροκοπά ανελέητα, έναν έρωτα ούτε ναρκισσιστικό ούτε υστερικό, ούτε παραδεισένιο ούτε κολασμένο. Έχουμε ανάγκη έναν έρωτα έγχρονο και συγχρονισμένο, έναν έρωτα που θα βγαίνει από το χρόνο και τα πράγματα όπως βγαίνει το κρασί απ΄τα σταφύλια (Walter Benjamin), όπου το εγώ και το εσύ δεν θα συντίθενται εγελιανά ούτε θα συγκρούονται επικούρεια, αλλά όντας δύο μοναδικότητες εν δυνάμει κι όχι εν ενεργεία θα περπατάνε, θα χορεύουν και θα κολυμπάνε μαζί σε διάφορους ρυθμούς, ποτέ ταυτό-σημους ποτέ ετερό-σημους. Ένας τέτοιος έρωτας δεν θα γνωρίζει ταυτότητες και ετερότητες, ένας τέτοιος έρωτας θα διαφεύγει διαρκώς κάθε ορισμού, περιγραφής και κανονιστικότητας χωρίς ποτέ να παραδίνεται στο ό,τι να ΄ναι, στην αβάσταχτη ελαφρότητα, coolness και ρευστότητα του zeitgeist. Ένας τέτοιος έρωτας θα προσπαθεί διαρκώς να έχει συναίσθηση των ορίων του, της αδυναμίας του και της άγνοιάς του, αυτού που δεν μπορεί να κάνει ή που μπορεί να μην κάνει καθώς και αυτού που δεν μπορεί να γνωρίσει (Giorgio Agamben).

Ναι το ξέρουμε ότι βρισκόμαστε ακόμα μακριά από έναν τέτοιο έρωτα, ναι υποψιαζόμαστε τις ενστάσεις, τις αντιρρήσεις, την πολεμική απέναντι σε έναν τέτοιο έρωτα. Είναι η πολεμική των αθεράπευτα ρομαντικών και ονειροπόλων, των θρησκευόμενων και των ουτοπιστών. Είναι η πολεμική των ορθολογιστών και των υπολογιστών, των στυγνά πραγματιστών, των χωρίς πίστη και πεποίθηση, των αθεράπευτα επιστημόνων. Αυτές οι δύο πολεμικές είναι όμως οι δυο όψεις του ίδιου νομίσματος, της ίδιας αναλήθειας. Στα χαρακώματα της καθημερινότητας της ενήλικης ζωής (David Foster Wallace) ο έρωτας είναι ζωτικός και άρα αναγκαίος. Ας τον βιώσουμε ως θρησκευόμενοι άθεοι, ως πιστοί που βεβηλώνουν, σε χρόνο ενεστώτα που όμως αναπνέει, σε χρόνο πραγματικό αλλά όχι μηχανικό και ομογενή, σε χρόνο που γεφυρώνει το παρόν με το παρελθόν και το μέλλον αλλά κρατά τις αποστάσεις του από το ρομαντικό άπειρο. Ας τον βιώσουμε με εγκαρδιότητα-δίχως-(αφελείς) συναισθηματισμούς, με πνεύμα-δίχως-(κυνικούς) σκεπτικισμούς.

 

λαμπε ρατ

αύγουστος 2016

Σχολιάστε ελεύθερα!

  1. Διαβάζω και σκέφτομαι…
    ότι μια τόσο μεγάλη ανάγκη αυτοθαυμασμού (οι λέξεις παρέχουν πάντα τον πιο ανόθευτο κι δραστικό) μπορεί να πηγάζει μόνο από μια αναλόγου μεγέθους ματαίωση…

  2. Προς αποκατάσταση της ορθότητας :
    Το μότο που αναφέρεται, είναι από το ποίημα:
    ΟΜΩΣ ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΜΦΙΒΟΛΙΑ ΠΕΡΝΑΕΙ ΠΑΝΤΑ Ο ΕΡΩΤΑΣ
    του εξαιρετικού και παραγνωρισμένου ποιητή της πρώτης μεταπολεμικής γενιάς Θανάση Κωσταβάρα (1927-2007) και περιλαμβάνεται στην μεταθανάτια έκδοση που επιμελήθηκαν φίλοι του ποιητή, με τίτλο “ΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟΙ”.