φίλες και φίλοι, καλή σας μέρα
ΦΙΛΕΣ και φίλοι ενδιαφέρονται τα μάλα για τα σημειώματα που το αντικείμενό τους είναι η Γραμματική (Φωνητική, Συντακτικό, Σημασιολογία) της αρχαίας ελληνικής γλώσσας, από την οποία προήλθε η νέα ελληνική, και σπεύδω με ευχαρίστηση να ανταποκριθώ στη φιλομάθειά τους. Σήμερα θα ασχοληθούμε με την ιστορία του ε μακρού, και όχι μόνο, διότι οι αρχαίοι Έλληνες έδειχναν μια προτίμηση, έναν έρωτα θα έλεγα, προς αυτό, και προς το ο μακρό (ω), όπως θα δούμε στη συνέχεια, και θα τολμήσουμε να διατυπώσουμε μια εικασία γι΄ αυτή την προτίμηση. Κάποιος ομηριστής παρατήρησε ότι η Ιλιάδα έχει μια έφεση προς το ε μακρό (η) – με παρακίνησε και την μελετήσω και επιβεβαίωσα την παρατήρησή του. Θα έπρεπε να λέμε θανατοφόρος αλλά λέμε θανατηφόρος – έτσι δεν είναι; Τα αυτιά του αρχαίου Έλληνα δεν άντεχαν πέντε βραχέα συνεχόμενα φωνήεντα! Το θέμα είναι εξειδικευμένο χωρίς όμως να είναι και περίπλοκο, πολύπλοκο ή δυσνόητο. Είναι υλικό από μια Ιστορική Γραμματική της αρχαίας ελληνικής που συντάσσω, όπου θα διαβάσετε πολλά και ενδιαφέροντα καινοφανή πορίσματα της έρευνας.
ΣΗΜΕΡΑ γράφουμε η πηγή αλλά προφέρουμε ι πιγί. Οι αρχαίοι Έλληνες πρόφεραν hεε πεεγέέ – γράφω το ε μακρό ως εε για να δείξω πως προφερόταν: η προφορά του διαρκούσε πιο πολύ από ότι το ε βραχύ, γι αυτό και λέγεται ε μακρό. To h ήταν ένας ήχος που χάθηκε και προφερόταν όπως το h στην αγγλική λέξη home. Για να δηλώσουν την ύπαρξή του χρησιμοποίησαν το σύμβολο της δασείας. Τους πρώτους χριστιανικούς αιώνες το ε μακρό μετεξελίχθηκε σε ι βραχύ – όλα τα μακρά φωνήεντα μετεξελίχθηκαν σε βραχέα. Κι έτσι η hεε πεεγεέ έγινε ι πιγί. Εμείς όμως, αν και η προφορά άλλαξε, διατηρήσαμε την γραφή και προφέρουμε το η (ε μακρό) ως ι, όχι ως εε και έτσι προέκυψε η ιστορική ορθογραφία.