in εισαγωγή στην Αρχαία Ελληνική Ιστορία

οι ήρωες και η θάλασσα

φίλες και φίλοι, καλή σας μέρα

ΘΑ κάνω δυο παρεκβάσεις, σήμερα και αύριο, πριν ασχοληθώ με τις ποιμενικές επιβιώσεις στην αρχαία ελληνική κοινωνία και ειδικότερα σε αυτήν της Αθήνας. Σήμερα θα ασχοληθώ με τη σχέση των ηρώων της επικής ποίησης με τη θάλασσα. Για τη σχέση αυτή δεν έχει γραφεί σχεδόν τίποτα, από όσο είμαι σε θέση να γνωρίζω. Ενώ παρουσιάζει πολύ μεγάλο ενδιαφέρον, η αδιαφορία που έχει εξασφαλίσει είναι εντυπωσιακή. Οι ήρωες δεν έτρωγαν ψάρια, όλες σχεδόν οι λέξεις για τα ψάρια δεν είναι ελληνικές, δεν ήξεραν να κολυμπούν, το λεξιλόγιο για τα πλοία και τη ναυσιπλοΐα ήταν φτωχότατο με αρκετές λέξεις που δεν είναι προέλευσης, φοβούνταν πολύ μην ναυαγήσουν, την έβλεπαν ως γη ενώ οι λέξεις που διαθέτουν γι αυτήν δείχνει ότι την έβλεπαν από απόσταση και με φόβο. Μα είναι δυνατόν; θα αναρωτηθείτε και θα έχετε μάλλον παραξενευτεί με αυτά που διαβάσατε. Δεν φταίω εγώ – σε αυτά τα συμπεράσματα θα καταλήξει όποιος μελετήσει την Ιλιάδα και την Οδύσσεια, ερευνήσει την ελληνική γλώσσα και ρίξει ένα βλέφαρο σε αγγειογραφίες του 8ου και 7ου π. Χ. αιώνα. Υπάρχει κάποια εξήγηση; Ασφαλώς και υπάρχει – θα την παραθέσω στο τέλος του κειμένου, εάν όμως βιάζεστε, απαντώ ευθύς αμέσως: οι ήρωες ήταν ποιμένες και άργησαν πολύ να εξοικειωθούν με τη θάλασσα.

Η εικόνα αυτή είναι τελείως διαφορετική με αυτήν που έχουμε σχηματίσει για τις αγροτικές κοινότητες της νεολιθικής εποχής και της εποχής του χαλκού στα παράλια της ελλαδικής χερσονήσου, των νησιών του Αιγαίου και αυτών της Μικράς Ασίας. Οι αρχαιολόγοι βρίσκουν οστά ψαριών, ειδικά του τόνου, ενώ βρίσκουν οψιδιανό από τη Μήλο σε όλες τις κοινότητες σχεδόν της βαλκανικής χερσονήσου! Οι λέξεις για τα ψάρια που διαθέτει η ελληνική γλώσσα προέρχονται από τη γλώσσα των αγροτικών κοινοτήτων, όπως και αυτές σχετικά με τα πλοία, την αλιεία και την ναυσιπλοΐα.

ΔΥΟ διαφορετικοί κόσμοι, παντελώς διαφορετικοί. Η θάλασσα είναι πανταχού παρούσα σε πολλές τοιχογραφίες και αγγειογραφίες του μινωικού πολιτισμού. Οι αναπαραστάσεις πλοίων στο Ακρωτήρι της Θήρας είναι πλέον διάσημες. Ο κόσμος των ηρώων φοβάται τη θάλασσα, την βλέπει από μακριά, δεν σχετίζεται μαζί της, ούτε καν διατροφικά, τη στιγμή μάλιστα που τα ψάρια του Αιγαίου αφθονούσαν – αφθονούν ακόμα και σήμερα. Ο κόσμος των αγροτικών κοινοτήτων ζει στη θάλασσα, την γνωρίζει, ζει από αυτήν, την αγαπά και την λατρεύει. Διαπιστώνουμε λοιπόν δύο παραδόσεις όσον αφορά τη σχέση με τη θάλασσα. Αυτήν των κατακτητών ηρώων,ποιμένων πολεμιστών, κι αυτήν των γηγενών κατοίκων των αγροτικών κοινοτήτων. Η πρώτη έχει καταγραφεί σε κείμενα και σε αναπαραστάσεις, η δεύτερη υπόγεια και αφανής.

ΟΙ ήρωες εξοικειώθηκαν με τη θάλασσα μετά από πολλούς αιώνες. Εάν εισέβαλαν στη νότια ελλαδική χερσόνησο το 2200/2100 π. Χ., μόνο μετά από πολλούς αιώνες έκαναν τα πρώτα τους ταξίδια με πλοία: το 1550 περίπου εισέβαλαν στη Κρήτη και την κατέκτησαν. Από τότε άρχισαν να πλέουν στην ανατολική Μεσόγειο και να επιχειρούν ληστρικές επιδρομές (Τρωικός Πόλεμος). Τα βασικά χαρακτηριστικά όμως αυτής της παράδοσης παρέμειναν: δεν έτρωγαν ψάρια, δεν ήξεραν κολύμπι, φοβούνταν τα ναυάγια. Η υπόγεια παράδοση των κατοίκων των αγροτικών κοινοτήτων έρχεται στο προσκήνιο μετά από πολλούς αιώνες – στην αρχαία Αθήνα έτρωγαν ψάρια μετά μανίας ενώ εισήγαγαν παστά ψάρια από τον Εύξεινο Πόντο, μαζί με το σιτάρι. Ο Αριστοφάνης κάνει κάπου ένα ευφυέστατο λογοπαίγνιο. Λέει ότι οι Αθηναίοι έτρωγαν λιπαρές αφύες, είναι οι σαρδέλες, αλλά το αφύων (γενική πληθυντικού) του κειμένου εάν τονιστεί στη λήγουσα γίνεται αφυών, δηλ, βλακών!

Η αρχαία ελληνική γλώσσα διαθέτει πέντε λέξεις για τη θάλασσα. Η άλς προέρχεται από τη λέξη το άλς που είναι το αλάτι – μια λέξη κοινή σε πολλές ινδοευρωπαϊκές γλώσσες. Η λέξη αλς μαρτυρεί την γευστική σχέση των ποιμένων ηρώων με τη θάλασσα. Δοκίμασαν το νερό και ονόμασαν τη θάλασσα ‘αλάτι’! Κάτι που δεν πίνεται δηλαδή! Δεν είμαστε βέβαιοι ότι η λέξη θάλασσα είναι ελληνικής προέλευσης – νομίζω πως δεν είναι. Καταγράφει την ακουστική σχέση με τη θάλασσα – αυτό μας λέει η Ιλιάδα με τον πολύ συχνό λογότυπο πολυφλοίσβοιο θαλάσσης. Οι λέξεις λίμνη και πέλαγος καταγράφουν  την οπτική σχέση – λίμνη είναι η ήσυχη θάλασσα ενώ η λέξη πέλαγος δείχνει το πλάτος της, το βάθος της. Τέλος, η λέξη πόντος καταγράφει τη θάλασσα ως πέρασμα, ως γέφυρα (λατ. pons, pontis). Μόνο η λέξη πόντος μαρτυρεί μια άμεση σχέση με τη θάλασσα, μια εγγύτητα – όλες οι άλλες δηλώνουν μια απόσταση, μια ανοικειότητα.

ΤΗΝ έβλεπαν ως γη, ως απέραντο λιβάδι! Η λέξη λίμνη είναι συγγενής ετυμολογικά με τη λέξη λειμών, λιβάδι! Την έβλεπαν ως άκαρπη, άγονη γη – ένα από τα πιο γνωστά επίθετα της θάλασσας ήταν ατρύγετος (βλ, τρύγος!). Εκτός από το ρήμα πλέω, πολύ πιο συνηθισμένα ήταν τα ρήματα ανάγω, ανάγομαι: σημαίνουν μεταφέρω, πάω κάπου ή κάτι μέσω της θάλασσας αλλά κυριολεκτικά σημαίνουν ‘ανεβαίνω τη ανηφόρα’, μιας και ο πλούς στη θάλασσα ήταν κουραστικός!  Κατάγομαι σημαίνει αποπλέω, επιστρέφω δια θαλάσσης, άδειος, άρα πιο εύκολα! Η διαδρομή που κάνει ένα πλοίο λέγεται υγρόν κέλευθος, όπου κέλευθος είναι η κατ΄εξοχήν λέξη για το μονοπάτι!

Η αρχαία ελληνική λέξη διέθετε μία βασική λέξη για το πλοίο: ναυς. Είναι μια από τις πιο κοινές λέξεις των ινδοευρωπαϊκών γλωσσών. Ναυς είναι το αβαθές πλοιάριο που χρησιμοποιούσαν για το πέρασμα των ποταμών – υπάρχουν πολλά ακόμα τέτοια σε όλα τα ποτάμια (Δούναβης, Βόλγας, Έβρος και άλλα πολλά). Αυτή τη λέξη χρησιμοποιούσαν για να δηλώσουν όλα τα πλεούμενα πάνω στη θάλασσα – η λέξη πλοίον δεν απαντά στα ομηρικά. Εννοείται ότι με τις νήες, τα αβαθή, τα χωρίς καρίνα πλοιάρια, δεν μπορείς να διαπλεύσεις το Αιγαίο. Από τους γηγενείς έμαθαν να ναυπηγούν τα κατάλληλα πλοία, δανείστηκαν πολλούς όρους και προσάρμοσαν και πολλούς της γλώσσας τους, προερχόμενους από άλλα πεδία της παραγωγής του κοινωνικού πλούτου. Η λέξη κυβερνήτης δεν είναι ελληνική λέξη αλλά για τον πειρατή χρησιμοποιούσαν τη λέξη του ληστή της γης: ληϊστήρ! Τα καθίσματα των κωπηλατών ονομάζονταν ζυγά (τα)- οι κωπηλάτες ως ζώα έλξης! Ο χώρος και ο χρόνος δεν μου επιτρέπει να παραθέσω λεπτομέρειες αλλά θα το κάνω αλλού.

ΟΙ ήρωες δεν έτρωγαν ψάρια, τα απεχθάνονταν – σα να τρώγαμε εμείς σήμερα φίδια! Μόνο στην Οδύσσεια, περί το 650, διαθέτουμε μαρτυρίες κατανάλωσης ψαριών. Τότε φαίνεται άρχισαν να τρώνε ψάρια, στην αρχή μόνο εάν δεν είχαν να φάνε τίποτα άλλο! Η Οδύσσεια είναι σαφής – ψάρια τρώνε μόνο οι ναυαγοί! Οι πολύ πεινασμένοι, οι εξαθλιωμένοι – σαν το ψητό κρέας δεν υπάρχει! Μετά το 650 οι φτωχοί κυρίως έτρωγαν πολλά ψάρια και κατανάλωναν μεγάλες ποσότητες – η ψαραγορά της αρχαίας Αθήνας ήταν ξακουστή, όπως και της Ρώμης. Οι πλούσιοι όμως αριστοκράτες, που εξέτρεφαν πολλά ζώα, συνέχισαν την παράδοση και δεν έτρωγαν ψάρια.

ΤΑ ονόματα των ψαριών στην Ιλιάδα και την Οδύσσεια είναι  λίγα,  τα περισσότερα ελληνικής προέλευσης, εάν τα συγκρίνουμε με αυτά της κλασικής εποχής, τα οποία όλα σχεδόν δεν είναι ελληνικά. Όχι μόνο είναι λίγα αλλά είναι αυτά που δεν τρώγονται.

ΟΙ ήρωες ζούσαν με τον διαρκή φόβο του ναυαγίου. Ξέρετε γιατί; Γιατί ζούσαν διαρκώς με τον φόβο μην τους φάνε τα ψάρια!  Μα την Παναγία!  Έχουν σωθεί πολλές αναπαραστάσεις ναυαγίων πάνω σε αγγεία:βλέπουμε πτώματα κοντά σε πλοίο και ψάρια μεγάλα να τα περιτριγυρίζουν και να τα τρώνε!  Αντί μιας ένδοξης ταφής, να σε φάνε τα ψάρια – καθόλου ηρωικό! Οι ήρωες δεν ήξεραν κολύμπι – άργησαν πολύ να μάθουν. Η συντριπτική πλειονότητα του πληθυσμού, από το 2200 π. Χ. μέχρι και σήμερα, πριν αρχίσουν οι διακοπές και ο τουρισμός, δεν ήξερε να κολυμπά, αυτό το γνωρίζουμε πολύ καλά!

Αυτά για σήμερα, φίλες και φίλοι.

Σχολιάστε ελεύθερα!

  1. ξεκινάς πολύ δυνατά δάσκαλε γράψε γράψε δάσκαλε !!!ΦΩΣ ΦΩΣ