in εισαγωγή στην Αρχαία Ελληνική Ιστορία

ο εμφύλιος πόλεμος στην Αττική (650-600 π. Χ.) [3]

φίλες και φίλοι, καλή σας μέρα

ΘΑ κάνω μεγάλα άλματα στην αφήγησή μου, με την δέσμευση ότι θα επιστρέψω, βεβαίως, και σήμερα θα θέσω ένα ερώτημα, που θα μας δώσει δουλειά για το σπίτι, όπως άλλωστε και η απάντηση. Μετά το 900 π. Χ. στην Αθήνα άρχισε σταδιακά η διαδικασία εγκατάλειψης της εκτροφής των ζώων, του ποιμενισμού, και η μετάβαση στην καλλιέργεια της γης. Η διαδικασία αυτή επιταχύνεται μετά το 800, μέχρι που το 700 έχει ήδη ολοκληρωθεί. Πρέπει όμως να είμαστε προσεκτικοί: η εκτροφή των ζώων δεν σταμάτησε, περιορίστηκε δραστικά. Γιατί η εκτροφή των ζώων εξασφάλιζε μεγάλες ποσότητες τροφής (κρέας και τυρί), μαλλί για τον ιματισμό, ειδικά τον βαρύ, για τον χειμώνα, και για χαλιά, κουβέρτες και άλλα, δέρμα και κοπριά για τη λίπανση των χωραφιών. Θα γνωρίζετε ότι την κλασική εποχή οι έγκλειστες στον σκοτεινό γυναικωνίτη γυναίκες δεν έκαναν τίποτα άλλο από το να γνέθουν, να κάνουν το μαλλί νήμα, και να υφαίνουν. Πηνελόπη!

ΚΑΘΕ ποιμενική οικογένεια, κάθε οίκος, είχε στην κατοχή του μεγάλες εκτάσεις, ένα μέρος των οποίων, οι πιο εύφορες, άρχισαν να καλλιεργούνται με σιτάρι, κριθάρι, ελιές και αμπέλι. Αυτά ήταν τα βασικά προϊόντα της γης που εξασφάλιζαν το ελάχιστο της επιβίωσης: ψωμί, λάδι, κρασί. Πώς όμως θα καλλιεργήσεις τη γη, όταν οι πλούσιοι αριστοκράτες ποιμένες απεχθάνονταν την χειρωνακτική εργασία; Για την εκτροφή των ζώων, μας λέει η Οδύσσεια, και η Ιλιάδα, απασχολούσαν δούλους, η κατάσταση των οποίων δεν ήταν πολύ άσχημη. Λέγονταν ανδράποδα, μια λέξη που έχει πλαστεί με πρότυπο τη λέξη τετράποδα, που την διαβάζουμε ήδη στα αρχεία της μυκηναϊκής Πύλου. Είχαν κάποια ελευθερία, είχαν τροφή, εργάζονταν μακριά από τον Κύριό τους. Ο ποιμενισμός δεν είναι ξένος προς τη δουλεία, όταν μάλιστα η θέση της γυναίκας και του παιδιού μαρτυρούν μια λανθάνουσα δουλεία: η λέξη παις (παιδί) δήλωνε τον δούλο στην κλασική εποχή!

Η πρώτη λοιπόν μεγάλη δυσκολία ήταν το ποιος θα καλλιεργήσει τη γη. Η καλλιέργεια της γης απαιτεί γνώσεις, τις οποίες οι ποιμένες δεν είχαν. Μια πρώτη λύση σε αυτό το πρόβλημα ήταν η απαγωγή παραγωγών από μακρινές χώρες, οι δούλοι δηλαδή που προέρχονταν από περιοχές που γνώριζαν και ασκούσαν την γεωργία. Υπάρχουν δύο τρόποι να εξασφαλίσεις τους δούλους που χρειάζεσαι:ή να πας εσύ ο ίδιος να τους απαγάγεις ή να τους αγοράσεις. Ο πρώτος τρόπος δεν είναι και πολύ εύκολος! Πρέπει να ναυπηγήσεις καράβια, να βρεις άνδρες, οι οποίοι πρέπει να τραφούν και ίσως να αμειφθούν. Οι πλούσιοι ποιμενικοί οίκοι θα μπορούσαν να το κάνουν, δεν γνωρίζουμε όμως εάν το έκαναν, δεν διαθέτουμε την παραμικρή μαρτυρία. Η γνώμη μου είναι ότι δεν το έκαναν. Αργότερα ο πόλεμος ήταν μια πηγή εφοδιασμού με ομιλούντα εργαλεία αλλά την εποχή που εξετάζουμε δεν υπήρχαν αυτού του είδους πόλεμοι.

ΕΙΝΑΙ βέβαιο ότι από το 700 και μετά ο αριθμός των δούλων αυξάνει διαρκώς. Τους δούλους μπορούσες να τους αγοράσεις. Ποιοι όμως τους πουλούσαν, ποιοι άρχισαν να τους πουλάνε; Οι ιωνικές πόλεις και τα απέναντι νησιά του Αιγαίου. Η Χίος ήταν μέχρι το 400 π. Χ. το μεγαλύτερο κέντρο δουλεμπορίου, μιας και η ίδια, λόγω των μεγάλων εκτάσεων αμπελιού που καλλιεργούσαν χρειαζόταν πολλούς δούλους. Που τους έβρισκαν τους δούλους, από που τους αγόραζαν; Από το εσωτερικό της Μικράς Ασίας και την περιοχή του Εύξεινου πόντου. Γνωρίζουμε ότι οι δούλοι κατάγονταν από την Καρία, τη Λυδία (περιοχές της Μικράς Ασίας), τη Θράκη και τη Σκυθία!  Ήταν όμως ακριβοί. Η τιμή των δούλων έπεφτε συνεχώς, μέχρι που τον πρώτο προχριστιανικό αιώνα στη Ρώμη τους πουλούσαν με τη σέσουλα, σε τέτοιο βαθμό που οι Ρωμαίοι τους αγόραζαν για να κάνουν τα γούστα τους. Ο Νέρων  σε ένα πάρτι του πασάλειψε δούλους με πίσσα, τους έδεσε σε πασσάλους, τους έβαλε φωτιά και αυτοί κουνούσαν χέρια και πόδια από τον πόνο, χαρίζοντας με τις κινήσεις τους και τις φωνές τους μια πολύ εντυπωσιακή και αξέχαστη βραδιά.

ΜΙΑΣ και οι αλλοδαποί δούλοι ήταν ακριβοί, οι ισχυροί και πλούσιοι ποιμένες που έγιναν γαιοκτήμονες βρήκαν μια άλλη λύση: να κάνουν δούλους τους γηγενείς μικροκαλλιεργητές, που ήταν και η πλειονότητα του πληθυσμού της Αττικής και που ζούσαν, όπως είδαμε, σε κώμες, σε μικρά χωριουδάκια, γνωστοί και με το όνομα δήμοι, αν και η σημασία τους δεν ταυτίζεται πλήρως  – η λέξη κώμη είναι προελληνική, ο δήμος αρχαία ελληνική. Και, προσωρινά, και κατά κάποιο τρόπο, τα κατάφεραν! Σε αυτό το προσωρινά και το κατά κάποιο τρόπο βρίσκεται η εξήγηση του εμφυλίου πολέμου.  Πώς τα κατάφεραν; Δεν ήταν και πολύ δύσκολο. Πριν απαντήσουμε όμως θα πρέπει οπωσδήποτε να στρέψουμε το ερευνητικό μας βλέμμα σε ένα φαινόμενο κομβικής σημασίας, το οποίο έχει περάσει παντελώς απαρατήρητο – με ολέθριες, για την έρευνα,  συνέπειες.

ΓΝΩΡΙΖΟΥΜΕ πως εξήγησαν την ύπαρξη και την κατανομή στο χώρο των διαλέκτων: ο Έλλην είχε τρεις γιους, τον Ίωνα, τον Αίολο και τον Δωριέα. Αυτοί οι τρεις γιοι μοιράστηκαν την πατρική γη. Ο Κρόνος μοίρασε την επικράτειά του στους τρεις γιους του: Ο Ζεύς, ο πρωτότοκος, πήρε τη γη και τον ουρανό, ο Ποσειδώνας πήρε τη θάλασσα (klein mein) και ο Άδης τον Κάτω Κόσμο, φοβερό ρίξιμο! Αυτοί οι μύθοι, φίλες και φίλοι, μας δείχνουν τον τρόπο με τον οποίο μοιραζόταν η πατρική περιουσία. Ο πρωτότοκος έπαιρνε τα περισσότερα, ο δεύτερος λιγότερα, ο τρίτος λίγα ή και τίποτα! Τι φρίκη, να είσαι γόνος πλούσιας αριστοκρατικής οικογένειας και να ξεπέφτεις στην κατάσταση του μικροκαλλιεργητή ή του θήτη, του ακτήμονα! Το τι γινόταν μέσα στους οίκους δεν λέγεται! Τσακωμοί, ξυλοδαρμοί, μέχρι και αδελφοκτονίες!  Η συμφορά δεν είχε τέλος! Γιατί ο πρωτότοκος έπρεπε να μοιράσει κι αυτός την περιουσία του, με αποτέλεσμα μέσα σε δύο γενιές, όλοι οι αριστοκρατικοί οίκοι, πλούσιοι και ισχυροί, να περιέρχονταν στην κατάσταση του μικροκαλλιεργητή ή του θήτη!  Η Νικόλ Λορώ (Η διχασμένη πόλη), με την οποία συμφωνεί και ο Τζιόρτζιο Αγκάμπεν (Στάσις),  έχει δίκιο όταν υποστηρίζει ότι ο οίκος ήταν η πηγή του εμφυλίου πολέμου στις πόλεις. μόνο που παραβλέπει πολλές παραμέτρους και είναι πολύ διστακτική να προχωρήσει στις λογικές συνέπειες αυτής της σκέψης.

ΤΗΝ εποχή του ποιμενισμού η πατρική γη δεν μοιραζόταν, Η γη και τα κοπάδια ήταν κοινή περιουσία- πρόκειται για την ποιμενική κοινοκτημοσύνη, την οποία αναπολεί και νοσταλγεί ο τσομπάν-Πλάτων στην Πολιτεία του! Η ποιμενική κοινοκτημοσύνη της διευρυμένης πατριαρχικής οικογένειας, ένα σύνολο επιμέρους οικογενειών,  είναι επιβίωση του κομμουνισμού των αγροτικών κοινοτήτων, αφού ο ποιμενισμός προήλθε από αγροτικές κοινότητες που μετεξελίχθηκαν σε ποιμενικές όταν βρέθηκαν σε περιοχές που δεν προσφέρονταν για την καλλιέργεια  της γης (στέπες, ημιερημικές περιοχές). Όταν όμως άρχισε η καλλιέργεια της γης, η ποιμενική κοινοκτημοσύνη ήταν αναχρονισμός: κάθε οικογένεια απόκτησε τη δική της γη, την οποία και καλλιεργούσε.

ΠΩΣ θα μπορούσε να αποτραπεί αυτή η κατάτμηση της γης; Ποτέ δεν αποτράπηκε τελείως. Έτσι εξηγείται ο μεγάλος αριθμός των ακτημόνων, ένα φλέγον ζήτημα, το οποίο κι αυτό έχει περάσει παντελώς απαρατήρητο και με το οποίο θα ασχοληθούμε διεξοδικά όταν καταπιαστούμε με τη γένεση της αθηναϊκής δημοκρατίας. Ο μόνος τρόπος να αποτραπεί ήταν η αρπαγή της γης των μικροκαλλιεργητών.

ΓΙΑ να καλλιεργήσουν τη γη τους, που έφτασε συχνά και τα 500 στρέμματα, απασχολούσαν αρχικά θήτες, οι οποίοι εργάζονταν στα κτήματα των πλουσίων γαιοκτημόνων μόνο για το φαΐ τους και μόνο όταν υπήρχαν εργασίες. Όταν δεν υπήρχαν ζητιάνευαν: ο Οδυσσέας μεταμορφώθηκε σε ζητιάνο για να πλησιάσει την κατοικία του, όπου εκεί βρήκε έναν άλλο ζητιάνο, τον Ίρο! Η απασχόληση των ακτημόνων δεν ήταν συμφέρουσα λύση: πλήρωναν τους θήτες!  Απώλεια πλούτου!  Και δεν ήταν αρχικά και αρκετοί!  Βρέθηκε ένας άλλος τρόπος: η υποδούλωση των μικροκαλλιεργητών.

ΓΙΑ να εξασφαλίσουν την επιβίωσή τους οι μικροκαλλιεργητές χρειάζονταν γύρω στα 40 με 5ο στρέμματα. Με είκοσι στρέμματα, δεν την έβγαζες καθαρή: τα μισά δεν έπρεπε να καλλιεργηθούν (αγρανάπαυση).  Εάν τα καλλιεργούσες, δεν θα έπαιρνες τίποτα! Δεν είναι μόνο αυτό. Εάν μια χρονιά ήταν κακή και 20-25 στρέμματα σιταριού και κριθαριού να καλλιεργούσες, δεν θα έφταναν για να βγάλεις τη χρονιά. Στην Αττική σε πολύ λίγες περιοχές καλλιεργούσαν σιτάρι, γιατί το σιτάρι θέλει καλή γη και βροχές. Καλλιεργούσαν λοιπόν κυρίως κριθάρι αλλά το κριθάρι είναι διατροφικά πολύ κατώτερο του σιταριού. Οι μικροί μικροκαλλιεργητές (20-30 στρέμματα) και οι μεγαλύτεροι (40-50 στρ.) πολύ συχνά βρίσκονταν στο χείλος της ένδειας και της εξαθλίωσης. Να θυμηθούμε ότι το 80% της γης ανήκε στο 20% του πληθυσμού!

Η μόνη λύση ήταν ο δανεισμός τροφής από τους πλούσιους γαιοκτήμονες. Εδώ φτάνουμε στην καρδιά του ζητήματος. Εάν δανειζόσουν, λόγου χάριν,  πέντε τσουβάλια σιτάρι, δεν επέστρεφες πέντε! Θα επέστρεφες 6! Η χαριστική βολή στην κοινωνική αλληλεγγύη. Εάν η επόμενη χρονιά ήταν καλή, θα τα κατάφερνες. Εάν δεν ήταν καλή, δεν θα μπορούσες να επιστρέψεις ούτε τα πέντε ούτε τα έξι τσουβάλια! Και δύο χρονιές κακής σοδειάς δεν ήταν κάτι ασύνηθες στην ξερή και άνυδρη Αττική.

ΠΩΣ λεγόταν, φίλες και φίλοι, το έκτο τσουβάλι που έπρεπε να δώσεις ως ‘αμοιβή’ στον δανειστή σου; ΤΟΚΟΣ! Ο τόκος δεν ήταν χρήμα, δεν ήταν το επιπλέον χρήμα που έπρεπε να καταβάλεις. Δεν υπήρχε χρήμα το 700 και το 650 π. Χ. στην Αττική!  Η λέξη τόκος είναι μια ακραιφνώς γνήσια ποιμενική λέξη: σημαίνει γέννηση, από το ρήμα τίκτω. Πώς προήλθε ο τόκος; Κατά την ποιμενική εποχή συνηθιζόταν ο δανεισμός ζώου. Θα σου δανείσω δέκα προβατίνες, να τις βόσκεις, να παίρνεις το γάλα, το μαλλί, την κοπριά κι όταν γεννήσουν, δεν θα μου δώσεις τις δέκα προβατίνες μόνο, θα μου δώσεις και δέκα αρνάκια. Τα υπόλοιπα δικά σου, συνήθως δέκα, μπορεί όμως και κανένα! Αυτή είναι η αρχή του τόκου, φίλες και φίλοι, παγκόσμια αποκλειστικότητα, διαβάζετε πράγματα που θα διδάσκονται σε είκοσι τριάντα χρόνια στα μεγαλύτερα Πανεπιστήμια της Γης όλης, το ξέρετε άλλωστε!

Θα συνεχίσω αύριο, μην σας κουράσω άλλο.

Σχολιάστε ελεύθερα!

  1. κούρασε μας ! ! ! ΔΆΣΚΑΛΕ (και με γραμματική) μην ξεχνάς .ευχαριστώ πολύ