in αδρομερές σκιαγράφημα δυο ιστοριών του ανθρώπινου γένους

από την τροφοσυλλογή και το κυνήγι στην παραγωγή της τροφής (γεωργία, κτηνοτροφία)

φίλες και φίλοι, καλή σας μέρα

Η μετάβαση από την τροφοσυλλογή και το κυνήγι στην παραγωγή της τροφής (γεωργία, κτηνοτροφία) είναι ένα ζήτημα για το οποίο δεν υπάρχει μια γενικά αποδεκτή θεωρία. Η μετάβαση αυτή συνέβη σε πολλές περιοχές του πλανήτη (Κίνα, βόρειο Πακιστάν, Κεντρική και Νότια Αμερική και αλλού), η πρώτη όμως χρονολογικά έγινε στη σημερινή Μέση Ανατολή (Ιράκ, νότια ανατολική Τουρκία, Συρία, Λίβανο, Παλαιστίνη, Ιορδανία, δυτικό Ιράν). Εδώ, η  μετάβαση διήρκεσε τουλάχιστον τέσσερις χιλιετίες. 

ΟΙ σημαντικότερες σήμερα θεωρίες είναι τέσσερις. Είναι η θεωρία των οάσεων (V.G. Childe), της πυρηνικής ζώνης (R. Braidwood), της περιθωριακής ζώνης (L. Binford, Νέα Αρχαιολογία) και της συμβολικής επανάστασης (J. Cauvin). Σύμφωνα με την πρώτη, οι άνθρωποι και τα φυτά και τα ζώα που εξημερώθηκαν συναντήθηκαν σε οάσεις εν μέσω εκτεταμένων ερημικών περιοχών, αποτέλεσμα δραματικών περιβαλλοντικών αλλαγών λόγω αλλαγής του κλίματος. Ήταν η σπάνη των πόρων και η αύξηση του πληθυσμού που εξανάγκασαν τον άνθρωπο να καλλιεργήσει φυτά και να εκθρέψει ζώα. Η δεύτερη διατείνεται ότι  η μετάβαση έγινε σε μια περιοχή όπου συνυπήρχαν πολλά ζώα και πολλά φυτά και ήταν το αποτέλεσμα μακροχρόνιου πειραματισμού. Η τρίτη υποστηρίζει ότι ό,τι και η πρώτη, με τη διαφορά ότι οι άνθρωποι δεν εγκλωβίστηκαν σε οάσεις αλλά ότι οι ίδιοι κατοίκησαν περιοχές όπου υπήρχε σπάνη πόρων (χλωρίδα και πανίδα) με αποτέλεσμα να στραφούν στην παραγωγή της τροφής, αποτέλεσμα της εντατικοποίησης της εξασφάλισης διατροφικών πλεονασμάτων.  Η τέταρτη εικάζει ότι η παραγωγή της τροφής ήταν το αποτέλεσμα μιας συμβολικής και θρησκευτικής επανάστασης, με κύριο σημείο την συνειδητοποίηση της κυριαρχίας πάνω στη φύση. Θα την διαβάσουμε στο βιβλίο του Ζακ Κοβέν, Γέννηση των θεοτήτων, γέννηση της Γεωργίας (εκδ. ΠΕΚ. μετ. Σοφία Πρέβε).

ΚΑΠΟΤΕ ήθελα να γίνω αρχαιολόγος και να ασχοληθώ με την αρχαιολογία της νεολιθικής εποχής. Η νεολιθική εποχή είναι μια εποχή που με ενδιαφέρει πάρα πολύ. Την εποχή αυτή, τουλάχιστον μέχρι το 3.000 π. Χ., δεν υπάρχει εμπόριο, δεν υπάρχει χρήμα, δεν υπάρχει Κράτος αλλά αυτονομία των αγροτικών κοινοτήτων, δεν υπάρχει κοινωνική ανισότητα, δεν υπάρχει Κυριαρχία, δεν υπάρχει πόλεμος αλλά μια διαρκή, για 9.000 χρόνια, εξέλιξη σε όλα τα επίπεδα (παραγωγή εργαλείων και τροφής, αρχιτεκτονική, κεραμεική, ναυτιλία, υφαντική). Μου θυμίζει το χωριό που γεννήθηκα. Είναι μια εποχή που μπορώ να πω ότι την γνωρίζω αρκετά καλά. Και όποιος ασχολείται με τη νεολιθική εποχή δεν μπορεί να παραβλέπει το ζήτημα της μετάβασης από την τροφοσυλλογή και το κυνήγι στην παραγωγή της τροφής. Για εκατομμύρια χρόνια οι πρόγονοι του ανθρώπου και για πολλές δεκάδες χιλιετίες οι ίδιοι οι άνθρωποι εξασφάλιζαν την τροφή τους άμεσα από τη φύση. Όπως εμείς σήμερα πάμε στο σούπερ μάρκετ, οι άνθρωποι τότε πήγαιναν στη φύση, την οποία θεωρούσαν Μητέρα –  η μεγάλη Μητέρα, η μεγάλη Θεά. Κάποτε όμως τους βλέπουμε να καλλιεργούν τη γη και να εκτρέφουν ζώα. Να σκάβουν τη γη, να εργάζονται σκληρά, να φτιάχνουν εργαλεία για την καλλιέργεια της γης και την επεξεργασία των προϊόντων, να κτίζουν οικοδομήματα για να αποθηκεύσουν την τροφή. Πώς συνέβη αυτή η αλλαγή;

ΘΕΩΡΩ πώς οι θεωρίες που εξέθεσα παραπάνω είναι ανεπαρκείς, ακόμα κι αυτή με την οποία βρίσκομαι πολύ κοντά –  του Braidwood. Και οι τέσσερις ενώ εστιάζουν την προσοχή τους στις συνθήκες της μετάβασης παραβλέπουν τις κοινωνικές προϋποθέσεις της μετάβασης. Ο Κοβέν το έχει λάβει αυτό υπ΄ όψει του αλλά τα συμπεράσματά του είναι απαράδεκτα. Γιατί στο ερώτημα ‘ γιατί, πώς έγινε αυτή η συμβολική – θρησκευτική επανάσταση’ απαντά ως εξής; συνειδητοποίησαν οι άνθρωποι τον έλεγχο που ασκούν πάω στη φύση και προέκυψε η εν λόγω επανάσταση. Και ρωτάμε: ποιος έλεγχος, ποια κυριαρχία; Η τροφοσυλλογή και το κυνήγι δεν είναι έλεγχος και κυριαρχία!  Παίρνει ως δεδομένο αυτό που οφείλει να κατανοήσει.

ΕΜΕΙΣ θα στρέψουμε το ενδιαφέρον μας και στις συνθήκες αλλά και στις κοινωνικές, πολιτισμικές προϋποθέσεις. Και να το πρώτο ερώτημα που οφείλουμε να διατυπώσουμε –  και να απαντήσουμε:  την παραγωγή της τροφής την ήθελαν, την επιδίωκαν ή ήταν κάτι που προέκυψε χωρίς να το επιδιώκουν, να το επιθυμούν; Ήταν δηλαδή ένα προκύπτον αποτέλεσμα ή ένα επιδιωκόμενο αποτέλεσμα; Εάν το επιδίωκαν, γιατί; Υπήρχε κάποιος λόγος;  Κάποια αιτία;  Εάν δεν το επιδίωκαν, δεν υπάρχει αιτία, δεν υπάρχει επιθυμία, δεν υπάρχει ανάγκη –  πώς όμως προέκυψε;

ΓΙΑ να απαντήσουμε σε αυτά τα κομβικά ερωτήματα, φίλες και φίλοι, πρέπει να δούμε κάποια πράγματα. Πρέπει να εξετάσουμε δύο πολύ διαδεδομένους μύθους, οι οποίοι δεν μας επιτρέπουν να κατανοήσουμε τη μετάβαση που ερευνούμε.

Ο πρώτος μύθος είναι αυτός του νομαδισμού των τροφοσυλλεκτών-κυνηγών. Υπήρξε αυτός ο νομαδισμός αλλά ήταν περιθωριακός –  αν και ο όρος ‘νομαδισμός’ είναι παντελώς ατυχής. Υπήρχαν τρεις κατηγορίες ομάδων: αυτές που ζούσαν σε ερημικές και ημιερημικές περιοχές είχαν μια συχνή κινητικότητα αλλά κινούνταν σε μια συγκεκριμένη περιοχή, η οποία όντως ήταν μεγάλη. Η σπάνη των πόρων τους εξανάγκαζε να μένουν λίγες μέρες ή μήνες σε μια περιοχή και μετά να μετακινούνται σε μια άλλη, για να επιστρέψουν εκεί μετά από ένα χρόνο.

Η δεύτερη κατηγορία παρουσιάζει επίσης κινητικότητα αλλά λιγότερο συχνή και σε μικρότερης έκταση περιοχή λόγω της αφθονίας των πόρων. Η κατάσταση αυτή είναι η πιο συχνή. Υπάρχει όμως και μια τρίτη κατηγορία: οι ομάδες μένουν κάπου μόνιμα λόγω αφθονίας των διατροφικών πόρων (χλωρίδα και πανίδα) και κινούνται εντός μιας συγκεκριμένης περιοχής ακτίνας μερικών χιλιομέτρων με κέντρο τον καταυλισμό. Από αυτήν την κατηγορία προήλθε η μετάβαση στην παραγωγή της τροφής. Άρα, η μόνιμη εγκατάσταση δεν ήταν το αποτέλεσμα της παραγωγής τροφής, όπως νομίζουμε, αλλά προϋπόθεσή της.

Ο δεύτερος μύθος σχετίζεται με το ζήτημα της αποθήκευσης της τροφής. Αποθήκευαν τροφή οι τροφοσυλλεκτικές- κυνηγητικές ομάδες; Κι εδώ διακρίνουμε τρεις κατηγορίες, αντίστοιχες με αυτές που ανέφερα. Όσο πιο μεγάλη είναι η αφθονία των διατροφικών πόρων, τόσο λιγότερο συχνή και περιορισμένη είναι η κινητικότητα, τόσο πιο συχνή και πιο μεγάλη είναι η αποθήκευση τροφής. Η αρχαιότερη μετάβαση στην παραγωγή της τροφής έγινε στην περιοχή της Εύφορης Ημισελήνου, μια εκτεταμένη περιοχή της Μέσης Ανατολής,  όπου υπήρχαν άφθονοι διατροφικοί πόροι, οι ομάδες είχαν εγκατασταθεί μόνιμα και είχαν και μπορούσαν να αποθηκεύσουν τροφή. Όλα αυτά πριν την παραγωγή της τροφής.

ΟΥΤΕ η μόνιμη εγκατάσταση ούτε η αποθήκευση της τροφής ήταν αποτελέσματα της παραγωγής της τροφής. Προϋπήρχαν και συνέβαλαν στην μετάβαση. Και βέβαια θα εγερθεί αμέσως το ευνόητο ερώτημα: αφού υπήρχε αφθονία και αποθήκευση της τροφής γιατί να καλλιεργήσουν τη γη; Γιατί να επιλέξουν τον μόχθο και την κούραση; Στα ερωτήματα αυτά δεν μπορούμε να απαντήσουμε γιατί η διατύπωσή τους είναι λαθεμένη. Δεν υπάρχει ‘γιατί’ και δεν υπάρχει ‘επιλογή’. Οι άνθρωποι δεν εγκατέλειψαν την τροφοσυλλογή και υιοθέτησαν την παραγωγή της τροφής για κάποια αιτία. Εμάς μας φαίνεται ότι εγκατέλειψαν κάτι, ότι υιοθέτησαν κάτι για κάποια αιτία. Εμείς ερμηνεύουμε με αυτόν τον τρόπο την μετάβαση, αιχμάλωτοι της αιτιοκρατίας και του ορθολογισμού του δυτικού πολιτισμού. Με αυτόν τον τρόπο δεν κάνουμε τίποτα άλλο από το να προβάλουμε δικές μας αξίες και δικό μας τρόπο σκέψης και ζωής σε εκείνη την πολύ σημαντική για την παγκόσμια ιστορία εποχή.

ΘΑ δούμε τα πράγματα διαφορετικά. Θα πρέπει να εστιάσουμε την προσοχή μας στον πολιτισμό των τροφοσυλλεκτικών-κυνηγητικών ομάδων. Τα βασικά χαρακτηριστικά αυτού του πολιτισμού ήταν η επιθυμία κατανόησης του περιβάλλοντος, φυσικού και κοινωνικού, η φροντίδα γι΄ αυτό το περιβάλλον, η φροντίδα για το μέλλον, η κυκλοφορία της γνώσης, ο διαρκής πειραματισμός και η συνεργασία μεταξύ των ομάδων. Από την επιθυμία κατανόησης του φυσικού και κοινωνικού περιβάλλοντος προήλθαν οι μύθοι· από τη φροντίδα για το περιβάλλον προήλθε η φροντίδα για το μέλλον και η αποθήκευση –  δεν θα σκοτώνω θηλυκά και μικρά ζώα αλλά μόνο αρσενικά, δεν θα μαζέψω όλα τα χόρτα αλλά θα αφήσω μερικά για σπόρο για να υπάρχουν και του χρόνου· ο διαρκής πειραματισμός, η διαρκής έρευνα όλων πάνω σε όλα ήταν ένα από τα εντονότερα χαρακτηριστικά αυτού του πολιτισμού, με την ανεμπόδιστη κυκλοφορία των γνώσης να τον συμπληρώνει. Εάν κάποιος αντιλαμβανόταν ότι μια άγνωστη ρίζα τρώγεται, η γνώση αυτή διαδιδόταν ταχύτατα σε άλλες ομάδες και σε πολύ μεγάλη περιοχή. Η γνώση δεν ήταν ιδιοκτησία, ήταν κάτι που χαριζόταν ευθύς αμέσως. Τέλος, η περιστασιακή, άλλοτε μόνιμη κι άλλοτε προσωρινή, συνεργασία μεταξύ των ομάδων ήταν η προϋπόθεση πολλών πρακτικών, όπως η ναυτιλία. Η εγκατάσταση στην Κύπρο, λόγου χάριν, δεν ήταν επίτευγμα μιας ολιγομελούς ομάδας.

ΕΙΜΑΣΤΕ τώρα σε θέση να διατυπώσουμε τη θεωρία μας. Οι προϋποθέσεις ήταν ο ίδιος ο πολιτισμός των τροφοσυλλεκτών. Η βασική προϋπόθεση ήταν ο πειραματισμός, ο οποίος άρχισε περί το 100.000 π. Χ., για να μην πούμε 300.000, και διαρκώς εμπλουτιζόταν και γενικευόταν και εφαρμοζόταν. Για να υπάρχει ο πειραματισμός πρέπει να υπάρχει αφθονία διατροφικών πόρων. Αυτός που ζει στα όρια της εξαθλίωσης και της επιβίωσης δεν πειραματίζεται –  αρπάζει! Ο πειραματισμός προϋποθέτει αφθονία κοινωνικού πλούτου –  και τροφή και εργαλεία και γνώση και συνεργασία και ελεύθερο χρόνο. Οι τροφοσυλλεκτικές ομάδες, που ζούσαν μόνιμα εγκατεστημένοι σε περιοχές με άφθονους διατροφικούς πόρους και αποθήκευαν τροφή, προχώρησαν στην καλλιέργεια της γης πειραματιζόμενοι, μιας και όπως είπαμε, ο πειραματισμός ήταν κάτι το καθημερινό, είχε γίνει έξη, συνήθεια, τρόπος ζωής, κάτι το οποίο εμείς δεν μπορούμε ούτε κατ΄ ελάχιστο αν το αντιληφθούμε σήμερα σε ένα πολιτισμό που έχει εξαφανίσει τον πειραματισμό και τον κρατάει μόνο για μια μειονότητα Κυρίων της γνώσης. Έτσι, συνυπήρχε η τροφοσυλλογή και η παραγωγή της τροφής. Στην αρχή η περισσότερη τροφή εξασφαλιζόταν από την συλλογή από τη φύση αλλά αυξανόταν διαρκώς η τροφή που παραγόταν. Η περίοδος αυτής της συνύπαρξης διήρκεσε τουλάχιστον τέσσερις χιλιετίες (12.000 –  8.000 π. Χ.), πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα. Με την αύξηση της τροφής, αυξανόταν και ο πληθυσμός, αυξανόταν και οι ανάγκες για αποθηκευτικά αγγεία και αποθηκευτικούς χώρους. Δεν είναι τυχαίο ότι η κεραμική  εμφανίζεται προς το τέλος αυτής της μακρόχρονης μεταβατικής εποχής, ούτε είναι τυχαίο ότι αυτή την εποχή επίσης εμφανίζονται και οι πρώτες κοινοτικές αποθήκες, ένα μεγάλο κτίριο που ξεχωρίζει σαφώς από τις κατοικίες –  το οποίο οι αρχαιολόγοι κάποτε παρουσίαζαν ως κατοικία του τοπικού άρχοντα! Ενώ όπου βρίσκουν οψιανό βλέπουν μια σαφή μαρτυρία ύπαρξης εμπορίου!

ΠΕΡΙ το 8.000-7.000 π. Χ., που αρχίζει η νεολιθική εποχή στη Μέση Ανατολή, η περισσότερη τροφή  πλέον παραγόταν από την καλλιέργεια της γης (σιτάρι, κριθάρι, κουκιά, φακές, αρακάς, λούπινα και άλλα) και την εκτροφή των ζώων (γίδια, πρόβατα, γουρούνια, βοοειδή). Παρ΄ όλα αυτά ούτε η συλλογή της τροφής ούτε το κυνήγι εξέλιπαν. Η τροφοσυλλογή υπάρχει ακόμα σε χωριά όλου του πλανήτη ενώ η αλιεία είναι κατάλοιπο της εποχής της τροφοσυλλογής που εξασφάλιζε και εξασφαλίζει τεράστιες ποσότητες τροφής ακόμα και σήμερα.

ΟΠΟΥ κι αν εμφανίζεται η γεωργία και η κτηνοτροφία, ακόμα και σε περιοχές με λιγότερους διατροφικούς πόρους, ήταν το αποτέλεσμα της ήδη μόνιμης εγκατάστασης, της αποθήκευσης και του διαρκούς πειραματισμού. Ο ήδη υπάρχων τροφοσυλλεκτικός πολιτισμός ήταν τέτοιος που η παραγωγή της τροφής εμφανίστηκε ως προκύπτον, μη επιδιωκόμενο αποτέλεσμα. Ο τροφοσυλλεκτικός –  νεολιθικός πολιτισμός εξαφανίστηκε, όχι όμως τα δημιουργήματά του. Επικράτησε ο ποιμενικός –  μια σύγκριση μεταξύ αυτών των δύο πολιτισμών είναι αναγκαίος και θα την κάνω αύριο το πρωί.

 

 

Σχολιάστε ελεύθερα!