in Υποτακτική, ορθός λόγος/από την Ιλιάδα στον Αριστοτέλη

γιατί σηκωνόμαστε όρθιοι όταν βλέπουμε τον Κύριο;

φίλες και φίλοι, καλή σας μέρα

Σήμερα, και τις επόμενες μέρες, θα στρέψουμε την προσοχή μας σε κάποιες πρακτικές, στάσεις του σώματος, συμπεριφορές, μεταφορές,  οι  οποίες, αν και έχουν εμφανιστεί πριν από πολλούς αιώνες ή χιλιετίες, επιβιώνουν στις μέρες μας. Εντάσσονται στη γλώσσα και τον κώδικα της Υποταγής και της Κυριαρχίας: με αυτές άλλοτε οι υποτελείς δηλώνουν την υποταγή τους στον Κύριο, κι άλλοτε είναι ο Κύριος που επιδεικνύει την Ισχύ του και την Κυριαρχία του, προσδιορίζει την κοινωνική του θέση, εκφράζει τα συναισθήματά του. Στο παρελθόν, εξηγήσαμε γιατί ο Κύριος περπατάει πάνω σε κόκκινο χαλί, το οποίο συμβολίζει τους υποτελείς και το αίμα τους: διατρανώνει τη νίκη του και την επιθυμία διαιώνισης της Κυριαρχίας του.

Σήμερα θα ασχοληθούμε με το ζήτημα γιατί σηκωνόμαστε όρθιοι όταν βλέπουμε τον Κύριο. Αύριο θα επιχειρήσουμε να δώσουμε μια απάντηση στο γιατί ο Κύριος δεν σταματάει στα φανάρια, και μεθαύριο, με αφορμή τη φράση ‘καρότο και μαστίγιο’,  θα εξετάσουμε το μαστίγιο ως σύμβολο της ισχύος του Κυρίου. Θα συνεχίσουμε με την εξέταση της παρουσίασης των κοινωνικών προβλημάτων ως πληγής ( λ.χ., η πληγή των ναρκωτικών) και μετά θα δούμε τι θα κάνουμε.

Η ‘Μαντάμ Μποβαρύ’ του Γουσταύου Φλωμπέρ αρχίζει ως εξής.

Ήταν η ώρα της μελέτης, όταν ο επιμελητής μπήκε στην τάξη. Τον ακολουθούσε ένα καινούργιος, ντυμένος πολιτικά, κι ένας υπηρέτης φορτωμένος με ένα μεγάλο αναλόγιο. Εκείνοι που κοιμούνταν ξύπνησαν και όλοι σηκώθηκαν, σαν να τους είχε κάποιος αιφνιδιάσει στην εργασία. Ο επιμελητής μας έγνεψε να ξανακαθίσουμε. . .

Πρόκειται για μια λογοτεχνική μαρτυρία μιας συμπεριφοράς και στάσης που όλοι και όλες γνωρίζουμε καλά. Γιατί πρέπει να σηκώνεται ο υποτελής όταν βλέπει τον Κύριο; Γιατί πρέπει να πάρει την άδεια του για να ξανακαθίσει; Ποια είναι η αρχαιότερη λογοτεχνική μαρτυρία αυτής της στάσης; Πότε διαμορφώθηκε, κάτω από ποιες συνθήκες;

Με αυτά τα ζητήματα θα ασχοληθούμε σήμερα, φίλες και φίλοι. Η αρχαιότερη λογοτεχνική μαρτυρία εντοπίζεται στη πρώτη ραψωδία της Ιλιάδας. Δεν γίνεται να μην την παραθέσω (στ. 533-6)  διότι είναι έξοχη στη ζωντάνια της.

Ζεύς δέ εόν προς δώμα,  θεοί δ’ άμα πάντες ανέσταν / εξ εδέων σφου πατρός εναντίον, ουδέ τις έτλη / μείναι επερχόμενον, αλλ’ αντίοι έσταν άπαντες. ως ο μεν ένθα καθέζετ’ επί θρόνον. . .

Ο Ζεύς μπαίνει στο χώρο όπου είναι συγκεντρωμένοι οι θεοί-υποτελείς του κι αυτοί όλοι αμέσως σηκώνονται όρθιοι από τα καθίσματά τους – κανένας δεν τόλμησε να παραμείνει καθισμένος, αλλά όλοι σηκώθηκαν. Κι αφού σηκώθηκαν, ο Ζεύς κάθισε στον θρόνο του. Κι αφού κάθισε ο Ζεύς, κάθισαν κι αυτοί, εικάζουμε βάσιμα εμείς. Γιατί κανένας θεός δεν τόλμησε να μείνει καθισμένος και τσακίστηκαν να σηκωθούν όρθιοι, όπως τσακιζόμαστε να σηκωθούμε κι εμείς σήμερα;

Η ραψωδία Α της Ιλιάδας θα πρέπει να συντέθηκε κατά τον 7o π. Χ. αιώνα (αν και εγώ θεωρώ ότι είναι του 6ου!), οπότε αυτή η στάση του Υποτελούς έχει μια ιστορία 2. 700 ετών! Πότε όμως εμφανίστηκε για πρώτη φορά; Αυτό δεν το γνωρίζουμε. Είναι βέβαιο ότι η σκηνή που παράθεσα δεν είναι μια επινόηση του συνθέτη αλλά μια συνηθισμένη πρακτική της καθημερινής ζωής των αριστοκρατών της αρχαϊκής εποχής. Εικάζω λοιπόν βάσιμα ότι είχε διαμορφωθεί πολύ πριν, αλλά δεν μπορούμε να γνωρίζουμε πότε – και δεν έχει και πολύ μεγάλη σημασία άλλωστε. Το ζήτημα είναι ότι το να μην σηκωθείς όρθιος όταν βλέπεις κάποιον ισχυρότερο είναι ταυτόσημο της ασέβειας, δηλαδή της ανυπακοής, της απειθαρχίας, της ανταρσίας. Κατά συνέπεια, η έγερση από το κάθισμα δηλώνει την υποταγή, την υπακοή, της αποδοχή της ισχύος του Κυρίου. Δεν πρέπει να καθόμαστε, όταν είναι παρών ο Κύριος – οφείλουμε να καθίσουμε μόνο αφού καθίσει ο Κύριος ή μας επιτρέψει με ένα νεύμα να καθίσουμε. Μόνο ο Κύριος μπορεί να κάθεται, οι υποτελείς πρέπει να είναι όρθιοι και να κάθονται μόνον όταν τους το επιτραπεί. Οπότε, το να κάθεσαι είναι μια στάση που δηλώνει την υπέρτατη ισχύ. Γιατί όμως;

Την απάντηση σε αυτό το κομβικής σημασίας ερώτημα μας τη δίνει η Ιλιάδα. Από την αρχή μέχρι το τέλος, ο Δίας κάθεται στα ύψη, στην κορυφή του Ολύμπου ή της Ίδης, κοντά στην Τροία, και βλέπει τους άλλους να πολεμούν. Και χαίρεται γι’ αυτό! Όχι μόνο τους ανθρώπους αλλά και τους θεούς – είναι ο μόνος θεός που δεν πολεμάει! Γιατί δεν πολεμάει; Δεν πολεμάει επειδή πολεμούν οι άλλοι γι’ αυτόν; Ναι, αλλά η εξήγηση αυτή δεν είναι επαρκής. Γιατί να μην πολεμήσει κι αυτός;

Η Ιλιάδα μας λέει ότι αρχηγός του στρατού, ο ισχυρότερος ήρωας, είναι ο γενναιότερος πολεμιστής. Ως αρχηγός του στρατού, σε περίπτωση νίκης,  θα πάρει το πολυτιμότερο κομμάτι της λείας και θα γίνει ο πλουσιότερος και ο ενδοξότερος. Από την πρώτη κιόλας ραψωδία της Ιλιάδας βλέπουμε ότι αυτό το μοντελάκι αμφισβητείται. Αρχηγός του στρατού δεν είναι ο γενναιότερος και ο ικανότερος πολεμιστής αλλά ο Αγαμέμνονας που υστερεί καταφανώς έναντι του ισχυρότερου και επιδεξιότερου Αχιλλέα. Στην Α ραψωδία ο Αχιλλέας τον κατηγορεί ότι αποφεύγει να πολεμήσει, ότι κάθεται στο στρατόπεδο και παρ’ όλα αυτά αποσπά το πολυτιμότερο και μεγαλύτερο μέρος της λείας. Η παραδοσιακή αντίληψη περί της αρχηγίας του γενναιότερου πολεμιστή φθίνει και αντικαθίσταται από μια άλλη. Αρχηγός δεν είναι πια ο γενναιότερος αλλά αυτός που διατάζει περισσότερους, οι οποίοι και πολεμούν γι αυτόν, ενώ ο ίδιος αποφεύγει να πολεμήσει. Βέβαια, ο ποιητής μπαίνει στον κόπο να του χαρίσει μια αριστεία στη ραψωδία Λ αλλά ο απόηχος των αιτιάσεων και των προσβολών του Αχιλλέα δεν σβήνει στο μυαλό του ακροατή/αναγνώστη.

Παρατηρούμε λοιπόν ότι αυτό που κάνει ο Αγαμέμνονας το κάνει και ο Ζεύς. Και οι δυο αποφεύγουν να πολεμήσουν, άλλοι πολεμούν γι’ αυτούς. Αυτή η ομοιότητα δεν μας παραξενεύει. Ο Ζεύς δεν είναι παρά αυτό που θα ήθελε να ήταν ο Αγαμέμνων, ο κάθε αριστοκράτης-ήρωας-πολεμιστής της αρχαϊκής εποχής, πανίσχυρος και αθάνατος, μόνο που δεν μπορούσε. Ο Ζεύς είναι το corpus των επιθυμιών  του αριστοκράτη – και ο αριστοκράτης δεν ήθελε να πολεμά. Η Ιλιάδα μας τονίζει ότι η ισχύς, ο πλούτος και η δόξα, η φήμη, το κλέος εξασφαλίζονται μόνο με την αρπαγή και την εξόντωση – γιατί ο αριστοκράτης δεν θέλει να πολεμήσει;

Η απάντηση βρίσκεται στην αθανασία του Δία, δηλαδή στην επιθυμία του αριστοκράτη ήρωα να είναι αθάνατος – κι αθάνατος σημαίνει αήττητος. Η λέξη θάνατος δεν παρεπέμεπει στον θάνατο ως  φυσικό φαινόμενο αλλά στον βίαιο θάνατο, τον θάνατο ως ήττα στο πεδίο της μάχης. Μπορεί η ισχύς, ο πλούτος και το κλέος να εξασφαλίζεται με την αρπαγή και την εξόντωση, με τον πόλεμο δηλαδή, αλλά υπάρχει το ενδεχόμενο ο ήρωας να πάει για μαλλί και να φύγει κουρεμένος – να πεθάνει, να ηττηθεί και να τα χάσει όλα: ζωή, ισχύ, πλούτο, δόξα. Αυτό το ενδεχόμενο επιθυμεί ο Αγαμέμνων, ο ήρωας,  να αποφύγει, να εξαλείψει.

Και θα το εξαλείψει μόνο εάν δεν πολεμά, μόνο εάν οι άλλοι πολεμούν γι αυτόν, μόνο εάν κάθεται και τους βλέπει και αρπάζει τη λεία. Για να το κάνει όμως αυτό πρέπει να τον φοβούνται και να τον υπακούουν. Να λοιπόν γιατί το να κάθεται ο Κύριος είναι ταυσόσημο με την εξασφάλιση της υπέρτατης Ισχύος, της άσκησης της Κυριαρχίας. Ο πολεμιστής που θα πολεμάει γι αυτόν δεν πρέπει να κάθεται, πρέπει να είναι όρθιος. Εάν ο Κύριος διατάζει ή απαγορεύει καθιστός, ο πολεμιστής πρέπει να διατάζει όρθιος. Η ισχύς λοιπόν του καθιστού Κυρίου οφείλεται στην ισχύ του όρθιου (ορθού) πολεμιστή: ο λόγος του ορθού (όρθιου) πολεμιστή είναι ο ορθός λόγος, είναι ο λόγος, η διαταγή δηλαδή που αυξάνει την ισχύ του καθιστού Κυρίου. Το επίθετο ορθός απόκτησε τη σημασία σωστός γι αυτόν ακριβώς τον λόγο: σωστό είναι αυτό που μας τον Κύριο πιο ισχυρό, που πλούσιο, πιο διάσημο.

Υπάρχουν κάποιες ενδείξεις που μας επιτρέπουν να εικάσουμε βάσιμα ότι η στάση που εξετάζουμε θα πρέπει να είναι πολύ αρχαιότερη. Οι ενδείξεις αυτές είναι γλυπτά, ανάγλυφα και  παραστάσεις σε τοίχους, αγγεία, κλπ, αρχαιότερων της αρχαϊκής εποχών, τα  οποία εμφανίζουν τον Κύριο να κάθεται σε θρόνο. Ο μυκηναϊκός, ο σουμερικός, ο αιγυπτιακός πολιτισμός παρέχει πληθώρα τέτοιων ενδείξεων: ο Κύριος κάθεται και οι υποτελείς είναι όρθιοι μπροστά του, ενώ οι αιχμάλωτοι εμφανίζονται δεμένοι ή να γονατίζουν μπροστά του. Τα κρατικά αρχεία της μυκηναϊκής Πύλου δεν μας παρέχουν κάποια ένδειξη, αλλά υποθέτω ότι η λογοτεχνία της εγγύς Ανατολής (σουμερική, βαβυλωνιακή, ασσυριακή, αιγυπτιακή, κλπ) πιθανόν να αναφέρουν  τη στάση που μελετήσαμε σήμερα.

Γίνονται έρευνες. . . Καλή σας μέρα – μη ξεχνάτε ότι η σκέψη είναι ποίηση και η ποίηση, δημιουργία.

Σχολιάστε ελεύθερα!