in η λατρεία της διείσδυσης, Θεολογία του ποδοσφαίρου

11. (don’t) shoot!

my foot!   (το μάτι μου!)

Η μελέτη των σκηνών μάχης της Ιλιάδας έδειξε πως ένας πολύ μεγάλος αριθμός επιτυχών βολών πραγματοποιούνται με τον εξής τρόπο: ο Α σημαδεύει τον Β, ο Β αποφεύγει το δόρυ, αυτό όμως καρφώνεται στον Γ. Από τη αφήγηση του αοιδού της αρχαϊκής εποχής (8ος π.Χ. αι. ) μαθαίνουμε τι συνέβαινε στο πεδίο της μάχης για όλη τη χρονική περίοδο που τα κυριότερα εκηβόλα όπλα ήταν το δόρυ και το τόξο: ήταν πάρα πολύ δύσκολο για ένα πολεμιστή να φονεύσει τον εχθρό από μακριά, να επιτύχει δηλαδή τη διείσδυση του βλήματος.    

Το λειτουργικό βεληνεκές του δόρατος δεν ξεπερνούσε τα είκοσι μέτρα. Μετά από αυτά, η ταχύτητα του και η ορμή του ήταν τέτοια που ο αντίπαλος μπορούσε να το αποφύγει σκύβοντας ή κινούμενος λίγα βήματα προς τα πλάγια ή προς τα πίσω. Μια απλή ξύλινη ασπίδα με μεταλλική επικάλυψη μπορούσε να σταματήσει και το πιο βαρύ από αυτά. Ο ήρωας στην Ιλιάδα κατεβαίνει στο πεδίο της μάχης κρατώντας δυο δόρατα: εάν αποτύχει και με τα δυο, θα καταφύγει στις πέτρες που θα βρει εκεί κοντά. Δεν είναι μικρός ο αριθμός των πολεμιστών που πεθαίνουν με αυτό το τρόπο. Το τόξο ήταν αποτελεσματικότερο. Το βεληνεκές του έφτανε τα εκατό  μέτρα αλλά ήταν αποτελεσματικό μέχρι τα εξήντα. Μέσα σε αυτή την απόσταση το βέλος διέθετε αξιοσημείωτη ταχύτητα και ευστοχία. Ο τοξότης μπορούσε να βάλει μέχρι και 6 βέλη το λεπτό, ταχυβολία που ξεπεράστηκε από τα φορητά πυροβόλα όπλα μόνο με την κατασκευή των φυσιγγίων κατά τον 19ο αιώνα. 

Το βασικό όπλο των Αχαιών επιδρομέων στην Ιλιάδα είναι το δόρυ. Το τόξο περιφρονείται ανεπιφύλακτα. Με κριτήριο την αποτελεσματικότητά του, το δόρυ προσφέρεται για την πραγματοποίηση της επίθεσης και της θανάτωσης· το τόξο προσφέρεται για να κρατήσει τους επιτιθέμενους σε απόσταση, να τους τραυματίσει και να τους απομακρύνει από το πεδίο της μάχης. Το δόρυ, με την βαριά, μεταλλική και ακονισμένη αιχμή του από κοντινή απόσταση μπορεί και διαπερνά το ανθρώπινο κορμί, αφού διαρρήξει και το πιο ανθεκτικό αμυντικό όπλο. 

Ο ήρωας δεν ήταν καθόλου ευχαριστημένος με τα όπλα που διέθετε. Εάν ήταν, ο αθάνατος πανίσχυρος Ζευς, πλάσμα της φαντασίας του αδύναμου πολεμιστή, θα χρησιμοποιούσε το δόρυ και όχι τον κεραυνό. Οι θεοί του Ολύμπου δεν ήταν τίποτα άλλο παρά αυτό που θα ήθελε να ήταν ο ήρωας αλλά δεν μπορούσε: όχι μόνο να είναι ισχυρός όσο η φύση (κεραυνός) αλλά και πιο ισχυρός από αυτήν (αθανασία). Εάν το κατάφερνε αυτό, η ήττα θα εξοβελιζόταν από τη ζωή του για πάντα, θα ήταν ανίκητος. Στο πεδίο της μάχης θα ήταν ανίκητος μόνο εάν διέθετε όπλα με μεγάλο βεληνεκές, εύστοχα, με απεριόριστη ταχυβολία, με ανεξάντλητη φονική, καταστροφική και διατρητική ικανότητα. Το μόνο βλήμα που διέθετε πολλά από αυτά τα χαρακτηριστικά ήταν ο κεραυνός. Και με αυτόν όπλισε και το πανίσχυρο πλάσμα της φαντασίας του, τον Δία. Μια μέρα τα κατάφερε: κράτησε στα χέρια του τον κεραυνό και με αυτόν κατάκτησε όλη την οικουμένη.  

Ο άγγλος φιλόσοφος Ρογήρος Βάκων ή Ρότζερ Μπέϊκον (Roger Bacon, 1212-1292), στα βιβλία του Opus majus και Opus tertium, γράφει1 πως στις μέρες του υπήρχε μια εκρηκτική σκόνη που η ισχύς της αυξανόταν κατά πολύ εάν συμπιέζονταν και αναφλέγονταν μέσα σε δοχείο από ανθεκτικό και συμπαγές υλικό. Η σκόνη αυτή ήταν η πυρίτιδα, ένα μείγμα νιτρικού καλίου, θειαφιού και ξυλάνθρακα, μια επινόηση των κινέζων που, μέσω των μογγολικών ληστρικών ορδών, έφτασε στα χέρια των ευρωπαίων πολεμιστών μεταξύ των ετών 1250-1300. Πολύ γρήγορα, οι ευρωπαίοι Κύριοι άρχισαν να κατασκευάζουν το όπλο που ονειρεύονταν να αποκτήσουν χιλιάδες χρόνια.

Από αναφορά της εποχής2 μαθαίνουμε ότι ο γαλλικός στόλος που επρόκειτο να εισβάλει στην Αγγλία το 1338 διέθετε “un pot de fer a traire garros a feu”, ένα σιδερένιο δοχείο που εξακοντίζει βλήματα με φωτιά. Η αρχαιότερη γνωστή απεικόνιση αυτού του σιδερένιου δοχείου, που ονομάζονταν και vaso de fer, βάζο από σίδερο, ανάγεται στο 1327 και υπάρχει στο υπ’ αριθμόν 92 χειρόγραφο του βιβλίου De nobilitatibus sapientiis et prudentiis regum του Walter Milemete, αφιερωμένο στο βασιλιά της Αγγλίας Εδουάρδο Γ΄ (1312-1377)3. Το σχέδιο στο χειρόγραφο απεικονίζει ένα ιππότη να πυροδοτεί ένα πρωτόγονο κανόνι, που μοιάζει πραγματικά με πλαγιασμένο βάζο, μπροστά από τη πύλη ενός κάστρου. Το κανόνι είναι τοποθετημένο πάνω σε τραπέζι. Στο επάνω μέρος του βάζου υπάρχει μια οπή μέσα στην οποία ο ιππότης με ένα μακρύ (μεταλλικό;) ραβδί τοποθετεί τη φωτιά για να προκαλέσει τη καύση της πυρίτιδας. Δεν γνωρίζουμε τι απέγινε η ξύλινη πύλη του κάστρου. Εάν επετεύχθη η βολή, εάν το βλήμα διαπέρασε και κατέστρεψε την ανυπεράσπιστη πύλη, η επιδίωξη του πολεμιστή να διεισδύσει στο κάστρο θα πραγματοποιήθηκε.

 Τι εντύπωση άραγε να έκαναν οι πρώτοι κανονιοβολισμοί στους πολεμιστές της εποχής εκείνης; Ένας αυτόπτης μάρτυρας μας λέει ότι τους έβλεπαν ως κεραυνούς. Πρόκειται για τον Λοντοβίκο Αριόστο (Lodovico Ariosto, 1474-1533), που στον Ορλάνδο Μαινόμενο (Orlando Furioso) γράφει τι είδε (βιβλίο 1, άσμα 9):

 

Dietro lampeggia a guisa di aleno

dinanzi scoppia e manda in aria il tuono

trieman le mura, e sotto i pie il terreno

il ciel ribomba al paventoso suono

l’ ardente stral che spezza a venir meno

fa clo ch’ incomtra e da a nessun perdono

sibila e stride, ma, come e il desire

di quel brutto assasin, non va a ferire. 

Πίσω λάμπει όπως η αστραπή

μπροστά εκρήγνυται και στέλνει στον αέρα τη βροντή

τρέμουνε τα τείχη και κάτω από τα πόδια η γη

ο ουρανός αντιλαλεί τον τρομακτικό θόρυβο

το πύρινο βλήμα που κομματιάζει

το κάνει σε ό,τι συναντά και δε δίνει σε κανένα συμπάθιο

σφυρίζει και τσιρίζει, αλλά, όπως και η επιθυμία

του άσχημου δολοφόνου, δε πληγώνει (δηλ. κατακρεουργεί). 

Το πύρινο βλήμα κομματιάζει τα πάντα στο πέρασμα του: ο κόσμος γεμίζει τρύπες. Τρύπες στις βαριές πύλες των κάστρων, τρύπες στα τείχη, τρύπες στις πανοπλίες των ανίσχυρων ιπποτών. Τι είναι ο κεραυνός μπροστά στο μεγάλο πυροβόλο; Ο δυτικός πολεμιστής αρχίζει να γίνεται πολύ πιο ισχυρός από τον Δία. Με τους πρώτους κανονιοβολισμούς των αρχών του 14ου αιώνα, ο πολεμιστής αρχίζει να πραγματοποιεί μια από τις σημαντικότερες επιθυμίες που καταγράφηκαν ως ικανότητες των θεών του Ολύμπου. Με τις πρώτες κανονιές αρχίζει η γένεση του θεού.  

Η πρωτόγνωρη καταστρεπτική ισχύς των κανονιών άλλαξε ριζικά το τρόπο με τον οποίο ο Κύριος έβλεπε τόσο το φυσικό όσο και το δομημένο περιβάλλον του. Από τη στιγμή που η καταστροφή άρχισε να επιτυγχάνεται γρήγορα και εύκολα, δεν άργησε να αποκτήσει χαρακτηριστικά παιχνιδιού. Δεν είναι τυχαίο που το βλήμα του κανονιού ονομάστηκε ball, τόπι. Τα κοινά τους στοιχεία δεν είναι τόσο η σφαιρικότητα όσο η ταχύτητα και η ευθυβολία. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η μπάλα των παιχνιδιών εκείνης της εποχής ήταν ένα βλήμα που προκαλούσε πολλούς τραυματισμούς ακόμα και θανάτους. Από μια διαταγή4 του βασιλιά Εδουάρδου Γ’ προς τους σερίφηδες του Λονδίνου μαθαίνουμε ότι τα βλήματα των ομαδικών παιχνιδιών δεν ήταν ακίνδυνα τόπια αλλά πραγματικά βλήματα: ” . . .κάθε σωματικά ικανός άνδρας. . . απαγορεύεται να με ποινή φυλάκισης να επιδίδεται στη ρίψη πετρών, ξύλων, αμάδων, μπάλας με το χέρι ή το πόδι [. . .] ή σε άλλα μάταια παιχνίδια χωρίς αξία”. 

Πρόκειται για μια κατάσταση που δεν μπορεί να αλλάξει. Η μπάλα του ποδοσφαίρου είναι βλήμα και ως τέτοιο δεν θα παύσει ποτέ να προκαλεί πόνο και τραυματισμούς. Πολλά χέρια έχουν σπάσει, και θα σπάσουν και στο μέλλον, από δυνατό χτύπημα της μπάλας. Θα έχετε προσέξει πως προστατεύουν τα γεννητικά τους όργανα οι ποδοσφαιριστές του αμυντικού τείχους από πιθανό χτύπημα της μπάλας. Πως σκύβουν, σαν ομηρικοί ήρωες, για να το αποφύγουν, πως γυρίζουν τη πλάτη για να τη φάνε στο πισινό παρά στ’ αρχίδια. Πόσες μύτες και χείλια δεν έχουν ματώσει από το χτύπημα της μπάλας! Πόσοι παίκτες δεν έχασαν προσωρινά την όραση και την ακοή τους! Πόσοι δεν διπλώθηκαν στη μέση από ξαφνικό χτύπημα της μπάλας στο στομάχι!  

Το βλήμα του κανονιού ονομάστηκε ball, τόπι,  γιατί η μπάλα των ομαδικών παιχνιδιών ήταν και συνεχίζει να είναι, στη καλύτερη περίπτωση, επικίνδυνο και οδυνηρό βλήμα. Η λέξη ball ήταν σε χρήση πολύ πριν την κατασκευή των πυροβόλων όπλων. Υπάρχει ως δεύτερο συνθετικό στις λέξεις footeball και foutbale της μεσαιωνικής αγγλικής. Προέρχεται από τη λέξη balla της άνω παλαιογερμανικής και συγγενεύει ετυμολογικά με την παλαιονορβηγική böllr

Συνεπώς, δεν είναι καθόλου παράξενο που η μπάλα του ποδοσφαίρου εκλαμβάνεται ως βλήμα πυροβόλου όπλου. Το δυνατό χτύπημα της μπάλας και η ξαφνική, ταχύτατη, εντυπωσιακή διείσδυσή της στο καλά φυλασσόμενο χώρο της αντίπαλης ομάδας λέγεται βολίδα: ισοφάρισε με μια βολίδα από τα τριάντα μέτρα

Η διείσδυση της μπάλας στον ιερό και καλά προστατευόμενο χώρο της αντίπαλης ομάδας μπορεί να επιτευχθεί με πολλούς τρόπους: από κοντά ή από μακριά, με δυνατό ή σιγανό σουτ, με κεφαλιά ή με ανάποδο ψαλίδι, με τακουνάκι αλλά και με το στήθος. Από όλους αυτούς τους τρόπους υπάρχει ένας που ξεχωρίζει, που ξεσηκώνει και ενθουσιάζει τους οπαδούς της ομάδας. Η διείσδυση αυτή ανακηρύσσεται ως το χρυσό γκολ της χρονιάς, του μήνα, της βδομάδας, της αγωνιστικής ημέρας, δηλαδή το πιο εντυπωσιακό από όλα τα άλλα για αυτά τα χρονικά διαστήματα. 

Η διείσδυση που ξεσηκώνει τα πλήθη και προκαλεί ρίγη ενθουσιασμού είναι αυτή που επιτυγχάνεται μετά από πολύ μακρινό, άρα πολύ δυνατό, άπιαστο, ευθύβολο σουτ. Το σουτ αυτό λέγεται κανονιά, κι αυτός που το πραγματοποιεί κανονιέρης

Οι αθλητικές εφημερίδες συνηθίζουν να χαρακτηρίζουν τους ικανούς επιθετικούς παίκτες μιας ομάδας βαρύ πυροβολικό. Οι παίκτες της εθνικής ποδοσφαιρικής ομάδας της Γερμανίας αποκαλούνται panzer, ενώ ο αξέχαστος γερμανός κανονιέρης Μίλλερ ήταν γνωστός ως τορπίλη. Όταν μια ομάδα επιτύχει πολλά γκολ, το ένα μετά το άλλο, τότε οι αθλητικοί συντάκτες θα κάνουν λόγο για ομοβροντία. Εάν βάλει έξι γκολ, είναι βέβαιο ότι η επίθεση της ομάδας θα χαρακτηρισθεί πολυβόλο, περίστροφο, εξάσφαιρο.  

Το ξαφνικό, αναπάντεχο, μακρινό, εύστοχο και δυνατό σουτ που δεν αφήνει κανένα περιθώριο αντίδρασης στον τερματοφύλακα λέγεται κεραυνός. Εξαπόλυσε ένα κεραυνό, αυτή είναι η ποδοσφαιρική στερεότυπη έκφραση που αποδίδει το τρομακτικό αυτό σουτ. Θα ακούσουμε επίσης και: ο παίκτης κεραυνοβόλησε τον τερματοφύλακα, όπως ο Δίας τους αντιπάλους του. 

Σε κανένα άλλο ομαδικό άθλημα διείσδυσης το χτύπημα της μπάλας δεν χαρακτηρίζεται κεραυνός, βολίδα ή κανονιά. Μόνο στο ποδόσφαιρο χρησιμοποιούνται εκφράσεις από τον πόλεμο για να περιγραφούν οι ταχύτατες και αστραπιαίες διεισδύσεις της μπάλας. Από όλα αυτά τα ομαδικά αθλήματα, η πιο ταχεία και δυνατή διείσδυση της μπάλας επιτυγχάνεται στο ποδόσφαιρο. Αυτός είναι ένας από τους λόγους που το ποδόσφαιρο είναι το πιο δημοφιλές άθλημα διείσδυσης. Η ορμητική διείσδυση της μπάλας στο τέρμα αναπαριστά πιο πιστά από όλες τις άλλες διεισδύσεις την κίνηση του βλήματος του πυροβόλου όπλου. 

Ο χαρακτηρισμός του παίκτη που επιτυγχάνει την πολυπόθητη διείσδυση της μπάλας ως κανονιέρη, μας επιτρέπει να συγκρίνουμε το σουτ με τον κανονιοβολισμό. Η μπάλα είναι το βλήμα· ποιο είναι όμως το κανόνι και η πυρίτιδα; Η μπάλα του ποδοσφαίρου εκσφενδονίζεται με κλοτσιά, με το δυνατό  χτύπημά της από το πόδι. Το πόδι είναι το κανόνι, η κλοτσιά είναι η εκτόξευση του βλήματος και η ζωική ενέργεια είναι η πυρίτιδα. 

Ο δυτικός πολιτισμός λατρεύει το ανδρικό πόδι: με τα πόδια τρέχει, με αυτά καταδιώκει τον εχθρό, με αυτά τον αποφεύγει, με αυτά εισβάλλει και κατακτά μια ξένη χώρα, με αυτά χτυπάει, τραυματίζει και σκοτώνει. Το ανδρικό πόδι, ως προϋπόθεση της Κυριαρχίας, είναι ένα από τα σύμβολα της ισχύος: όταν θέλουμε να ικετεύσουμε κάποιον, γονατίζουμε μπροστά του και του πιάνουμε ή του φιλάμε τα πόδια. 

Εμείς λέμε το μάτι μου! αλλά οι εγγλέζοι λένε my foot! 

Ενώ όλα τα αθλήματα αναπαράστασης της μάχης επιτυγχάνουν τη διείσδυση με το χέρι, το μόνο ομαδικό παιχνίδι που την επιτυγχάνει με το πόδι είναι το ποδόσφαιρο. Η πιο δυνατή, η πιο μακρινή και η πιο ευθύβολη διείσδυση της μπάλας επιτυγχάνεται στο ποδόσφαιρο

Το ποδόσφαιρο διαιωνίζει και αναπαράγει αυτή τη λατρεία. Έχει φοβερό πόδι, εννοούμε ότι μπορεί να εκτελέσει πολύ δυνατά σουτ. Το ανδρικό πόδι είναι φονικό όργανο αλλά και όργανο ταχύτητας, κατάκτησης και Κυριαρχίας. Δεν υπάρχουν κουτσοί πολεμιστές. Ρίχνονται στον Καιάδα έγκαιρα. Ούτε κουτσοί ποδοσφαιριστές. Έχουν την ίδια τύχη. 

Το χτύπημα της μπάλας του ποδοσφαίρου εκλήφθηκε, και συνεχίζει να εκλαμβάνεται, ως πυροβολισμός. Το σουτ είναι το δυνατό χτύπημα της μπάλας. Η λέξη σουτάρω, κλωτσώ τη μπάλα με δύναμη, προέρχεται από το ρήμα shoot, που σημαίνει κλωτσώ μόνο επειδή προέρχεται από την έκφραση to shoot the ball, χτυπώ, εκσφενδονίζω τη μπάλα. Το ρήμα shoot χρησιμοποιείται για να δηλώσει κυρίως τη χρήση των μικρών φορητών πυροβόλων όπλων. Don’t shoot! μη πυροβολείτε! To shoot low, ρίχνω στα πόδια. I nearly shot at him, παρ’ ολίγο να τον πυροβολήσω. Τo shoot at someone with a revolver, πυροβολώ κάποιον με περίστροφο. 

Τα περισσότερα σουτ που γίνονται σε ένα ποδοσφαιρικό αγώνα είναι είτε άστοχα είτε ακίνδυνα, αποκρούονται δηλαδή με ευκολία. Το αποτέλεσμα 0-0 σημαίνει ότι παρόλο που έγιναν πολλά σουτ και από τις δυο ομάδες, καμία δε μπόρεσε να επιτύχει την πολυπόθητη διείσδυση. Οι περισσότεροι ποδοσφαιρικοί αγώνες λήγουν χωρίς ή με λίγες διεισδύσεις της μπάλα ς. Από το δέκα σουτ που θα γίνουν, είναι ζήτημα αν μπει το ένα. 

Οι δοκιμές ακρίβειας που έγιναν το 1830 στην Αγγλία με το στρατιωτικό τουφέκι New Land Pattern, διαμετρήματος 18, 2 mm, έδειξαν ότι στα 90 μέτρα η μέση απόκλιση από το σημείο σκόπευσης ήταν 1,5 μ. στα οριζόντιο και σχεδόν 2 μ. στο κάθετο επίπεδο. Όταν η απόσταση του στόχου αυξανόταν στα 180 μέτρα, η κάθετη απόκλιση αυξανόταν στα 3 μ., ενώ η οριζόντια ήταν αδύνατον να υπολογιστεί. Αυτό σημαίνει ότι οι περισσότερες βολές των φορητών πυροβόλων όπλων, από τις πρώτες μέρες της κατασκευής τους μέχρι την επινόηση των ραβδωτών όπλων, ήταν άστοχες ακόμα και από πολύ κοντινή απόσταση. 

Όταν λέμε ότι ένα σουτ είναι άστοχο εννοούμε πέρασε πολύ μακριά από τα κάθετα δοκάρια (οριζόντιο επίπεδο) ή πολύ πάνω από το οριζόντιο δοκάρι (κάθετο επίπεδο). Η αστοχία των περισσότερων σουτ παραπέμπει στην αστοχία των φορητών πυροβόλων όπλων του 18ου και 19ου αιώνα. Από αυτή την άποψη, την εποχή των έξυπνων όπλων, το ποδόσφαιρο συνιστά αναχρονισμό. Ταυτόχρονα όμως αποτελεί, όπως και τα αθλήματα του κλασικού στίβου, έναν ύμνο στη πρόοδο που έχει εν τω μεταξύ σημειωθεί. Ο ακοντισμός, για παράδειγμα, είναι ένα εγκώμιο στους διηπειρωτικούς πυραύλους. Το σουτ του ποδοσφαίρου ένας ύμνος στον εξοβελισμό της αστοχίας.

Έχει υπολογισθεί, με βάση ιστορικές περιγραφές 19 μαχών μεταξύ των ετών 1750 και 1830, ότι απαιτούνταν η πραγματοποίηση 900 πυροβολισμών κατά  μέσο όρο για να προκληθεί ένας θάνατος ή ένας τραυματισμός. Αυτός ήταν και ο λόγος που οι στρατοί πολεμούσαν σε πυκνούς σχηματισμούς και από κοντινή απόσταση που δε ξεπερνούσε τα 50 με 70 μέτρα. 

Την εποχή αυτή, που είναι και η εποχή των αλλαγών που διαμόρφωσαν το σύγχρονο ποδόσφαιρο, ο φόνος, η επιτυχής διείσδυση του βλήματος των λειόκαννων όπλων, ήταν εφικτός μόνο από πολύ κοντά, από τα 20 έως τα 40, το πολύ, μέτρα. Από αυτές τις αποστάσεις επιτυγχάνονται και οι διεισδύσεις της μπάλας στο ποδόσφαιρο. 

Κάθε γκολ είναι κι ένας αποτελεσματικός πυροβολισμός, δηλαδή ένας φόνος. Κάθε φορά που μια ομάδα δέχεται γκολ χάνει συμβολικά κι έναν στρατιώτη. Νικητής αναδεικνύεται η ομάδα που επιτυγχάνει τα περισσότερα γκολ, ο στρατός που επιτυγχάνει τους περισσότερους φόνους. Από τη στιγμή που η νίκη εξασφαλίζεται μόνο με φόνο, κάθε νίκη δεν είναι τίποτα άλλο παρά ένας συμβολικός φόνος. 

Ο ξαφνικός θάνατος καταργήθηκε. Έπρεπε να καταργηθεί: ήταν περισσότερο αποκαλυπτικός από ό,τι έπρεπε.  

Το ποδόσφαιρο υπήρχε πριν την εμφάνιση των πυροβόλων όπλων αλλά απόκτησε τη μορφή που έχει σήμερα την εποχή των βελτιώσεων των πυροβόλων όπλων. Έτσι, από τη μια  αναπαριστά την εκ του συστάδην διεξαγωγή της μάχης πριν την γενίκευση της χρήσης των πυροβόλων όπλων  και από την άλλη, ταυτόχρονα, τη σύρραξη στρατών που είναι οργανωμένοι σε πυκνούς σχηματισμούς με όπλα πολύ χαμηλής ακρίβειας και μικρού βεληνεκούς.

 Οι σημαντικότερες βελτιώσεις στα πυροβόλα όπλα και οι σπουδαιότερες αλλαγές στο ποδόσφαιρο έγιναν παράλληλα και την ίδια χρονική περίοδο, κατά τη διάρκεια του 19ου αιώνα. Και ενώ οι βελτιώσεις των πυροβόλων όπλων αφορούσαν κατά κύριο τη ταχυβολία και την ακρίβεια των φορητών πυροβόλων όπλων, οι αλλαγές στο ποδόσφαιρο είχαν ως τελικό αποτέλεσμα την ανάδειξη του στόχου της διείσδυσης, επομένως την ίδια την διείσδυση. Από τη ντρίπλα περάσαμε στη πάσα και στα μακρινά, δυνατά, ευθύβολα σουτ. Το 1834 ο αμερικανός Κολτ κατόρθωσε να κατασκευάσει το πρώτο λειτουργικό περίστροφο, για το οποίο, ένα χρόνο αργότερα, απόκτησε δίπλωμα ευρεσιτεχνίας στην Αγγλία. Σε όποια χώρα κι αν γίνονταν βελτιώσεις στα πυροβόλα όπλα, υιοθετούνταν αμέσως από τους κατασκευαστές των όπλων της Αγγλίας. Το 1862 ο Γκάτλιγκ κατασκευάζει το πρώτο πολυβόλο. Το 1885 ο Χάιραμ Μαξίμ κατασκευάζει το πρώτο ημιαυτόματο πολυβόλο. Τον Σεπτέμβριο του  1893, ο γερμανικής καταγωγής αμερικανός Ούγκο Μπόρχαρτ (Hugo Borchard) απόκτησε δίπλωμα ευρεσιτεχνίας για το πρώτο αυτόματο πιστόλι που κατασκεύασε.

 Η περίοδος από το 1815, τη χρονιά που το κολέγιο Ίτον (Eaton) καθιέρωσε τους πρώτους κανόνες ποδοσφαίρου,  μέχρι το 1890, που τοποθετήθηκαν τα δίκτυα στα τέρματα, χαρακτηρίστηκε από συνεχείς προσπάθειες να καθοριστούν κοινοί κανόνες στη διεξαγωγή του παιχνιδιού, δηλαδή να καταργηθούν οι τοπικές εκδοχές του και να βελτιωθεί η εμβέλειά του, να επιτευχθεί δηλαδή η συνολική ομαλή λειτουργία του, η διεξαγωγή υπερτοπικού πρωταθλήματος. Το 1865 τοποθετείται το σχοινί για να περιοριστεί η απροσδιοριστία της τρύπας, το 1871-2 η Κουίνς Πάρκ της Γλασκώβης επινοεί το παιχνίδι με τις πολλές πάσες, το 1875 τοποθετείται το οριζόντιο ξύλινο δοκάρι και το 1890 τοποθετείται το δίχτυ. Το 1890 το ποδόσφαιρο απόκτησε τη μορφή που έχει και σήμερα, με επουσιώδεις μεταγενέστερες τροποποιήσεις.  Από το 1893 τα αυτόματα πιστόλια κατασκευάζονται κατά τον ίδιο τρόπο με επουσιώδεις επίσης βελτιώσεις. 

 Το ποδόσφαιρο λατρεύτηκε και διαδόθηκε στην Αγγλία την εποχή που διέθετε το πιο αξιόμαχο πυροβολικό, το οποίο της έδινε τη δυνατότητα να διατηρεί υπό τον έλεγχό της το μεγαλύτερο τμήμα της υφηλίου και να αντιμετωπίζει επιτυχώς τόσο τους ιθαγενείς όσο και τους ανταγωνιστές της.

 Το βλήμα ενός πυροβόλου όπλου δημιουργεί ένα τραύμα, μια τρύπα. Εάν η βολή γίνει από κοντά, το τραύμα είναι διαμπερές. Εάν γίνει από μακριά, είναι τυφλό.

 Η μπάλα του ποδοσφαίρου, κυριολεκτικά μιλώντας,  μπορεί να προκαλεί τραυματισμούς και έντονο σωματικό πόνο, δεν μπορεί όμως να προκαλέσει τραύμα. Η μπά όμως μπαίνει σε τρύπα! Εάν αναπαριστά το βλήμα του πυροβόλου, εάν το σουτ αναπαριστά τον πυροβολισμό και τον κανονιοβολισμό, τότε το τέρμα είναι το τραύμα.

Η νίκη στο ποδόσφαιρο εξασφαλίζεται με την διείσδυση της μπάλας. Η μπάλα δεν προκαλεί τρύπα. Η αντίφαση μπορεί να αρθεί μόνο εάν η τρύπα προϋπάρχει.

 Ο χώρος που ελέγχει η ομάδα είναι το συμβολικό σώμα: του πολεμιστή, της ομάδας, των οπαδών, της πόλης, του έθνους. Το τέρμα, η παραλληλόγραμμη τρύπα, είναι το συμβολικό τραύμα. Δυο ομάδες, δυο χώροι, δυο σώματα, δυο εμφανείς τρύπες, δυο τραύματα. Το γεγονός ότι ένας αγώνας μπορεί να λήξει 0-0 σημαίνει ότι το τραύμα δεν υπάρχει.  Κι όμως η τρύπα χάσκει, είναι ορατή, όλοι τη βλέπουν. Η τρύπα υπάρχει αλλά το τραύμα μπορεί να υπάρξει μόνο με τη διείσδυση της μπάλας. Η μπάλα μπαίνει σε τρύπα αλλά ταυτόχρονα την δημιουργεί κιόλας. Προκαλεί το τραύμα.

 Από τη στιγμή που η τρύπα υπάρχει, το τραύμα και υπάρχει και δεν υπάρχει. Η ύπαρξη της τρύπας του αντιπάλου συμβολίζει την επιθυμία και το ενδεχόμενο της θανάτωσής του, της νίκης. Η ύπαρξη της τρύπας στο δικό μας σώμα συμβολίζει την διακύβευση, το ενδεχόμενο του θανάτου, της ήττας, της υποταγής. 

Συνεπώς, και οι δυο ομάδες κατεβαίνουν να αγωνιστούν τραυματισμένοι. Η ταύτιση των οπαδών με την ομάδα τους σημαίνει ότι και αυτοί κάθονται στις κερκίδες και στο καναπέ όντας τραυματισμένοι. Νιώθουν ότι είναι περισσότεροι ηττημένοι παρά νικητές. Ακόμα κι αν νικήσουν, δεν παύουν ούτε στιγμή να είναι τραυματισμένοι, ηττημένοι, ταπεινωμένοι. Η ύπαρξη του (παραλληλόγραμμου) τραύματος στο συλλογικό σώμα, επομένως στο σώμα του καθενός, συνιστά ένα από τα σημαντικότερα στοιχεία που καθιστούν το ποδόσφαιρο το “άθλημα των μαζών”, δηλαδή το άθλημα των υποτελών παραγωγών του παγκόσμιου συλλογικά παραγόμενου κοινωνικού πλούτου. Η μονιμότητα του τραύματος συμβολίζει τη μονιμότητα της υποταγής, της ήττας.

 Η τρύπα, το δυνάμει τραύμα, πρέπει να φυλάσσεται καλά. Ο τερματοφύλακας και οι αμυντικοί παίχτες είναι τα αμυντικά όπλα που επιδιώκουν να αποτρέψουν τη διείσδυση του εχθρικού βλήματος: ο θώρακας, η περικεφαλαία, η ασπίδα, οι κνημίδες, το αλεξίσφαιρο γιλέκο. Όταν το εχθρικό βλήμα διεισδύει στο συμβολικό σώμα, διεισδύει ταυτόχρονα σε όλα τα σώματα. Όλοι νιώθουν το καυτό μολύβι στο κορμί τους. Όλοι νιώθουν το πόνο, από όλα τα στόματα ακούγονται κραυγές πόνου. Ένα μακρόσυρτο ωωωωχ πλανάται πάνω από τις κερκίδες, μέσα στα σύννεφα του καπνού που έχουν εγκατασταθεί στο βρωμερό ταβάνι του καφενείου. Όλοι νιώθουν ταπεινωμένοι, όλοι είναι λυπημένοι.

 Όταν η διείσδυση της μπάλας επιτυγχάνεται από κοντά, πολύ συχνά ακούμε στη τηλεόραση την έκφραση τον εκτελεί από κοντά ή εξ επαφής. Όταν μετά από πολλές διεισδύσεις της μπάλας μια ομάδα καταφέρνει να επιτύχει άλλη μια στα τελευταία λεπτά, ή, ακόμα πιο εντυπωσιακά, στα τελευταία δευτερόλεπτα του αγώνα, τότε το γκολ αυτό χαρακτηρίζεται ως χαριστική βολή.

 Ο παίκτης που επιτυγχάνει τη διείσδυση της μπάλας πολύ συχνά χαρακτηρίζεται εκτελεστής.

 Η λέξη πέναλτι, penalty, σημαίνει τιμωρία. Το έγκλημα είναι η ανυπακοή, η παράβαση των καθιερωμένων κανόνων. Η αγωνία του τερματοφύλακα πριν το πέναλτι δεν είναι παρά η αγωνία του πριν την εκτέλεση της ποινής. Εάν η μπάλα είναι το βλήμα, εάν το τέρμα είναι το τραύμα όχι μόνο το σώμα του τερματοφύλακα και της ομάδας αλλά όλων των οπαδών, εάν ο εκτελεστής της ποινής είναι όχι μόνο ο projector, το μέσο εκσφενδόνισης του βλήματος, αλλά και ο χειριστής του όπλου, τότε δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία πως το πέναλτι αναπαριστάνει την θανατική ποινή με τουφεκισμό. Η χαρά ή η θλίψη που νιώθουμε κατά τη διάρκεια της εκτέλεσης της ποινής, ως εκτελεστές ή ως θύματα αντίστοιχα, οφείλεται στη βεβαιότητα του επικείμενου φόνου ή του επερχόμενου θανάτου. Σε περίπτωση αστοχίας όμως, οι ρόλοι αντιστρέφονται: ο καταδικασμένος σε θάνατο επιβιώνει, ο εκτελεστής γίνεται το θύμα. Στη περίπτωση αυτή, η επιβίωση από την εκτέλεση σημαίνει τον αναπάντεχο προσωρινό θρίαμβο, την αναπτέρωση της ελπίδας για την επίτευξη της τελικής νίκης. Ο ανίκανος εκτελεστής θα εξυβριστεί, θα ταπεινωθεί και θα εξευτελιστεί. Οι πρώτοι θα πανηγυρίσουν, οι δεύτεροι θα θρηνήσουν.

Η κατοχή της μπάλας σημαίνει την κατοχή του θανατηφόρου βλήματος, επομένως και του όπλου με το οποίο αυτό βάλλεται. Η αρπαγή και η κατοχή του όπλου από τη μια ομάδα καθιστά τους αντίπαλους άοπλους. Η τηλεόραση δεν παύει να μας ενημερώνει συνεχώς το χρόνο κατοχής της μπάλας από τις αντίπαλες ομάδες, υπαινισσόμενη ότι η κατοχή της συνιστά ένδειξη υπεροχής.

Η προέλευση των ομάδων καθορίζει τους αντιπάλους του συμβολικού πολέμου. Όταν παίζει η Εθνική Τουρκίας με την Εθνική Ελλάδας, τότε το ποδόσφαιρο αναπαριστά τον πόλεμο μεταξύ αυτών των δυο χωρών. Το ποδόσφαιρο είναι η συνέχιση του πολέμου με άλλα μέσα. Και ο πόλεμος να είναι η συνέχιση του ποδοσφαίρου με πραγματικά πυρά.

 Ο αγωνιστικός χώρος είναι πεδίο μάχης, οι παίκτες είναι πολεμιστές, οι ποδοσφαιρικοί κανόνες είναι οι διεθνώς αναγνωρισμένοι κανόνες διεξαγωγής του πολέμου. Η διείσδυση της μπάλας είναι ο φόνος του αντιπάλου. Ο σκόρερ είναι ο ήρωας. Η σημαία είναι παντού: στα χέρια των γυναικόπαιδων, στις πλάτες των ανδρών, στις φανέλες των παικτών, στα βαμμένα πρόσωπα των φανατικών, στα κασκόλ. Τα δάκρυα της εθνικής υπερηφάνειας κυλούν καθώς η μελωδία του εθνικού ύμνου πλανάται πάνω από το γήπεδο.

 Κι όταν παίζει ο Ολυμπιακός με τον Παναθηναϊκό, ο εμφύλιος πόλεμος είναι στην ημερήσια διάταξη.

 Η κατάσταση αυτή παραπέμπει περισσότερο σε στάση, σε εμφύλια σύρραξη, σε πόλεμο με τον εσωτερικό εχθρό παρά σε πόλεμο με τον εξωτερικό εχθρό. Το ποδόσφαιρο εκφράζει κατά κύριο λόγο τη σύγκρουση για την εξασφάλιση του μονοπωλίου άσκησης της βίας, του μονοπωλίου της κατοχής των όπλων. Η νίκη της ισχυρής ομάδας επιβεβαιώνει το μονοπώλιο της βίας από το Κράτος. Σε περίπτωση νίκης της αδύναμης ομάδας, η νίκη εκλαμβάνεται ως εξέγερση, ανταρσία και επανάσταση. Κάθε ποδοσφαιρικός αγώνας που διεξάγεται μέσα στα όρια του εθνικού εδάφους αποκτά χαρακτηριστικά συμβολικής εμφύλιας σύρραξης. Προκαλεί την αναζωπύρωση των τοπικών ανταγωνισμών και την διαιώνιση του τοπικισμού με ανεξέλεγκτες πολλές φορές εξελίξεις.

 Το fireball είναι μια σύγχρονη εκδοχή του ποδοσφαίρου που επιχειρεί να εξοβελίσει πολλά συμβολικά χαρακτηριστικά του soccer και να αναδείξει τη πραγματική του προέλευση και υπόσταση. Η μπάλα του fireball, που από το εσωτερικό της ξεπηδούν ασταμάτητα φλόγες, μοιάζει με καυτό φλεγόμενο βλήμα και μας αποκαλύπτει με τον καλύτερο τρόπο την προέλευσή της. Η φύση του βλήματος αναδεικνύει την αναποτελεσματικότητα της άμυνας την εποχή των πυροβόλων όπλων. Το fireball μας γυρίζει πίσω στο χρόνο, στην εποχή των πρώτων κανονιοβολισμών, τότε που οι πύλες και τα τείχη των κάστρων και των πύργων κατέρρεαν με λίγες βολές. Από τη στιγμή που το fireball δεν είναι τίποτα άλλο παρά ένας συνδυασμός συμβολικής αναπαράστασης της μάχης με πυροβόλα και χρήσης μπάλας που διαθέτει πολλά χαρακτηριστικά πραγματικού πύρινου βλήματος, είναι αναπόφευκτο να αποκαλύπτει τον αναχρονιστικό χαρακτήρα της θέσης του τερματοφύλακα. Η βία του ποδοσφαίρου που εξοβελίστηκε, επιστρέφει.

 

1. Α. C. Crombie, Από τον Αυγουστίνο στον Γαλιλαίο, τ.

   Α΄, ΜΙΕΤ, Αθήνα, 1994, 224.

2. A. C. Crombie, o.π., 223. 

3. ο.π., 224. 

4. Ν. Ελίας – Ε. Ντάνιγκ, Αθλητισμός και ελεύθερος χρόνος στην εξέλιξη του παιχνιδιού, Δρομέας, 1998, Αθήνα, 228.

 

Σχολιάστε ελεύθερα!