in διήγημα

αλφαμίνες, βιταμίνες, γαμαμίνες

     Ο Τσάρλς άναψε το πούρο, φύσηξε το καπνό σηκώνοντας ελαφρά το κεφάλι προς το ταβάνι και είπε: Γουίλιαμ, εάν το γέλιο προηγείται της ομιλίας και η φαντασίωση της φαντασίας, θα πρέπει να αναζητήσουμε μια σχέση ανάμεσα στο γέλιο και τη φαντασίωση. Εμφανίστηκαν την ίδια πάνω κάτω εποχή ή το ένα προηγείται σαφέστατα του άλλου; Ο Γουίλιαμ περίμενε την ερώτηση του Τσάρλς για να ανάψει το πούρο του, όπως και έκανε. Ο Σίγκμουντ και ο Μαρκήσιος δεν περίμεναν τίποτα, εκτός βέβαια από το μπουκάλι με το κονιάκ. Τσάρλς, είπε χαμηλόφωνα ο Γουίλιαμ, έχω την εντύπωση ότι κρυώνω. Ο Τσαρλς έστρεψε το κεφάλι του προς το τζάκι, πετάχτηκε από τη πολυθρόνα του και έριξε δυο μεγάλα κούτσουρα πάνω σε μια νεκροζώντανη φλόγα. Άκουσε τον Μαρκήσιο να του λέει: Τσάρλς, μια που σηκώθηκες, δεν φέρνεις και λίγη αμόλυβδη; Ο Τσάρλς κάθισε στη πολυθρόνα του και του είπε. Πονάνε τα πόδια μου, να πας να το πάρεις. Ο Μαρκήσιος πήγε να ρωτήσει “Σίγκμουντ, θα πας;” αλλά το μετάνιωσε και σηκώθηκε βαριεστημένα. Έσυρε τα πόδια του προς το μπαρ και επέστρεψε με το μπουκάλι στο αριστερό του χέρι, με το πούρο στο δεξί. Γέμισε το ποτήρι του και ήπιε. Γουίλιαμ, είπε, κάτι ήθελες να μας πεις. Ο Γουίλιαμ ρούφηξε το πούρο, φύσηξε το καπνό και είπε: Προτείνω να εγκαταλείψουμε τη μέθοδο των υποθέσεων – έχει αποτελέσματα αλλά οδηγεί σε αδιέξοδο. Θα προτιμούσα να μιλήσω με προφανείς βεβαιότητες. Και οι βεβαιότητες αυτές είναι τρεις. Ξερόβηξε κι άπλωσε το χέρι του να πιάσει το ποτήρι. Ο Σίγκμουντ, γάτα, αντιλήφθηκε τις προθέσεις του Γουίλιαμ την ώρα που ο εγκέφαλος έδωσε τη διαταγή στο χέρι να κινηθεί, πήρε το μπουκάλι και έχυσε 17 ml κονιάκ στο ποτήρι. Ο Γουίλιαμ τον ευχαρίστησε, ήπιε μια γουλιά και είπε: Βεβαιότητα πρώτη: είμαστε το μόνο ζώο που γνωρίζει ότι θα πεθάνει. Αποκτήσαμε συνείδηση όταν μάθαμε ότι θα πεθάνουμε. Βεβαιότητα δεύτερη: όταν, για κάποιο λόγο, σταθήκαμε όρθιοι, δεν γνωρίζαμε ότι θα πεθάνουμε. Βεβαιότητα τρίτη: η τρίτη βεβαιότητα θα πρέπει να βρίσκεται μεταξύ της πρώτης και της δεύτερης. Όπως οι βιταμίνες βρίσκονται ανάμεσα στις αλφαμίνες και τις γαμαμίνες, σχολίασε χαμογελώντας ο Μαρκήσιος. Περίμενε να γελάσουν αλλά δεν γέλασε κανείς – τον στραβοκοίταξαν μόνο. Όταν αρχίσαμε να γελούμε, γνωρίζαμε ότι θα πεθάνουμε; ρώτησε ο

 Σίγκουντ. Όχι, απάντησε ο Γουίλιαμ, αλλά αποκτήσαμε την επίγνωση του θανάτου λίγο μετά ή την ίδια εποχή που αρχίσαμε να γελούμε.  Και συνέχισε: Τι συνέβη μεταξύ της όρθιας στάσης και της επίγνωσης του θανάτου; Λες και ήταν συνεννοημένοι, έφεραν και οι τέσσερις το πούρο στο στόμα, αν και ήταν ο Γουίλιαμ αυτός που έκανε πρώτος την κίνηση. Θα σας πω εγώ τι συνέβη, είπε ο Μαρκήσιος. Σε ακούμε, είπε ο οικοδεσπότης απλώνοντας τα χέρια του προς το μέρος του Μαρκήσιου. Ο Μαρκήσιος γέμισε το ποτήρι, ήπιε μια γερή γουλιά και είπε: Είμαστε άνδρες και πρέπει να μιλήσουμε ως άνδρες. Νομίζω ότι το μυστήριο θα λυθεί μόνο εάν δώσουμε μια απάντηση στο εξής ερώτημα: ποια είναι η πιο μεγάλη ηδονή που μπορεί να νιώσει ένας άνδρας; Να γαμάει μια παρθένα, ενώ μια άλλη να του γλείφει τ’ αρχίδια; Banal, très banal. Η πιο μεγάλη ηδονή που μπορεί να νιώσει ένας άνδρας είναι να φάει ζωντανή μια δεκαοχτάρα. Να τη δέσει πάνω σε ένα τραπέζι και να τη φάει, μπήγοντας τα δόντια του και τα νύχια του στη κοιλιά της. Χωρίς μαχαίρι. Νομίζω όμως ότι αντιλαμβάνεστε το αδιέξοδο αυτής της επιλογής. Αν τη φάει, πως θα τη γαμήσει; Να τη γαμήσει μισοφαγωμένη; Κι αν πεθάνει και τη φάνε οι ύαινες, πως θα την ξαναγαμήσει; Εάν τη φάει και τη γαμήσει μισοφαγωμένη και μετά τη πετάξει στις ύαινες, δεν θα ξεμείνει από γυναίκες; Εάν δεν τη φάει, εάν συγκρατηθεί, δεν θα νιώθει στερημένος, δεν θα επιθυμήσει πιο πολύ ακόμα να τη φάει, δεν θα γίνει πιο άγριος; Θα γίνει! Έτσι δεν είναι, Γουίλιαμ; Ο Γουίλιαμ δεν απάντησε. Ο Τσαρλς σήκωσε το μπουκάλι να γεμίσει το ποτήρι του μα ήταν άδειο. Σηκώθηκε κι έφερε άλλο ένα. Γέμισε το ποτήρι του, και του Μαρκήσιου, μετά από το νεύμα που του έκανε. Σίγκμουντ, εσύ τι λες; τον ρώτησε ο Μαρκήσιος. Μαρκήσιε, υπάρχει πληθώρα ενδείξεων ότι οι πρόγονοί μας άνδρες αλληλοτρώγονταν και ότι τα μωρά ήταν ένας εξαίσιος μεζές. Ναι, πράγματι, δεν υπάρχει πιο μεγάλη ηδονή από το να επιβιώνεις τρώγοντας τον άλλον πριν αυτός σε φάει. Το μεγάλο πρόβλημα είναι το φάγωμα των γυναικών. Μήπως κάποια στιγμή αρχίσαμε να τρώμε και τις γυναίκες; Ο Γουίλιαμ ρούφηξε το πούρο του και είπε. Είμαι βέβαιος. Αλλιώς δεν θα είχε μείνει μόνο ο Αδάμ και η Εύα. Ο Τσαρλς κούνησε επιδοκιμαστικά το κεφάλι του. Μήπως αποχτήσαμε την επίγνωση του θανάτου όταν μείναμε δύο; ρώτησε. Δεν απάντησε κανείς. Ξαναρώτησε: Το γεγονός ότι από δύο γίναμε εφτά δις μας αναγκάζει να αναρωτηθούμε: μήπως βρήκαμε ένα τρόπο να τρώμε τη γυναίκα χωρίς να τη τρώμε; Μήπως βρήκαμε ένα τρόπο να εκφοβίζουμε τον άλλον χωρίς να τον εκφοβίζουμε; Δεν απάντησε κανείς. Γουίλιαμ, έχεις καιρό να κάνεις γλειφομούνι; τον ρώτησε ο Μαρκήσιος. Ο Γουίλιαμ χαμογέλασε, δείχνοντας τα δόντια του.

    Το ρολόι χτύπησε δώδεκα φορές. Πάει καλά; ρώτησε ο Σίγκμουντ. Στ΄ αρχίδια σου κι αν πάει, στ’ αρχίδια σου κι αν δεν πάει, απάντησε ο Μαρκήσιος και πρόσθεσε, μετά από μια σιωπή λίγων δευτερολέπτων: Α, ξέχασα να σας πω. Με πήρε τηλέφωνο ο Άντολφ και με ρώτησε αν θέλουμε να πάμε με τα παιδιά να δούμε τον τελικό. Ποια παιδιά, τον ρώτησε ο Τσάρλς. Τον Γιόζεφ, τον Πλάτωνα και τον Μάρτιν. Δεν του απάντησε κανείς. Σηκώθηκαν από τις πολυθρόνες τους, έβαλαν τα παλτά τους, καληνύχτισαν τον οικοδεσπότη και κατέβηκαν τα μαρμάρινα σκαλοπάτια. Προσοχή, γλιστράνε, τους φώναξε από τη μισόκλειστη πόρτα ο Τσάρλς. Θα οδηγήσω εγώ, πρότεινε ο Μαρκήσιος. Να πας να γαμηθείς, του είπε ο Σίγκμουντ. Είναι η σειρά του Γουίλιαμ. Σίγκμουντ, σε παρακαλώ, με πονάνε τα πόδια, ικέτευσε ο Γουίλιαμ. Καλά, καλά, θα οδηγήσω εγώ. Ο Μαρκήσιος κάθισε πίσω. Μόλις η μαύρη Ρολς Ρόις ξεκίνησε, ο Μαρκήσιος είπε: Θα ήθελα να πιω καμιά μπύρα. Που να σε αφήσουμε; τον ρώτησε ο Σίγκμουντ. Στη πρώτη ταβέρνα που θα βρούμε, απάντησε ο Μαρκήσιος και έβαλε το ένα πόδι πάνω στο άλλο.

 

Τσαρλς: Τσαρλς Ντάρβιν

Γουίλιαμ: Γουίλιαμ Μπάροουζ

Σίγκμουντ: Σίγκμουντ Φρόιντ

Μαρκήσιος: Μαρκήσιος ντε Σαντ

Άντολφ: Άντολφ Χίτλερ

Γιόζεφ: Γιόζεφ Γκέμπελς

Πλάτων: Πλάτων

Μάρτιν: Μάρτιν Χάιντεγκερ

 

Σχολιάστε ελεύθερα!

  1. γιατί ο κανιβαλισμός θεωρείται στο κείμενο πρωταρχικό ένστικτο; [καλό για πολιτική λογοτεχνία, αλλά εχουμε αποδείξεις από μελέτες;]