in εισαγωγή στην Αρχαία Ελληνική Ιστορία

‘Πόθεν και πότε οι Έλληνες;’ – τρόπος παραγωγής και σημασιολογία

φίλες και φίλοι, καλή σας μέρα

Η  μέσα σε εισαγωγικά φράση του τίτλου είναι τίτλος  βιβλίου του Θεόδωρου Γ. Γιαννόπουλου (ΠΕΚ, 2012). Στο βιβλίο αυτό ο συγγραφέας υποστηρίζει ότι οι Έλληνες κατοικούν στην ελλαδική χερσόνησο από την παλαιολιθική εποχή, από το 46.000 π. Χ. και μιλούν μια γλώσσα από την οποία προήλθε μετά από χιλιετίες η ελληνική. Πριν αυτή τη χρονολογία η ελλαδική χερσόνησος ήταν ακατοίκητη. Από που ήρθαν; Το 65.000 π. Χ. ο homo sapiens άφησε την Αφρική και κινήθηκε προς τα βόρεια. Το 49-47.000 βρίσκεται στην σημερινή Παλαιστίνη και το 46.000 στα Βαλκάνια και στην ελλαδική χερσόνησο. Είναι κυνηγοί και τροφοσυλλέκτες. Τη νεολιθική εποχή, μετά το 6.000 π. Χ. οι κυνηγοί και τροφοσυλλέκτες Έλληνες γίνονται γεωργοί και κτηνοτρόφοι. Πώς έγινε αυτή η αλλαγή; Τη γεωργία και την κτηνοτροφία την έμαθαν από αποίκους της σημερινής Μικράς Ασίας. Θα παραθέσω την γνώμη του συγγραφέα, δεν φέρω όμως καμία ευθύνη εάν νιώσετε κάπως αμήχανα.  Και θα καταλάβετε τι σημαίνει επιστήμη. Θα ήταν παράβλεψη εάν δεν παρέθετα και τον υπότιτλο του βιβλίου: Οι υπεύθυνες απαντήσεις της επιστήμης και η παρούσα κατάσταση της έρευνας για την πρώτη αρχή του ελληνικού πολιτισμού. Ας απολαύσουμε λοιπόν την υπευθυνότητα της επιστήμης. Γράφει ο συγγραφέας (σελ. 537) –  τον είχε καλέσει και η Φλέτσα στην εκπομπή Στα άκρα.

”Δεν υπάρχει τίποτα παράλογο στην ιδέα ότι το νεολιθικό ‘ κύμα προώθησης’ από την Ανατολία προς το Αιγαίο είχε ως φορείς κυρίως άρρενες γεωργούς – αποίκους. Μέσω των δικτύων ανταλλαγών στον χώρο του Αιγαίου  κατά την τελευταία φάση των προνεολιθικών χρόνων είχαν καταστεί γνωστά όχι μόνο τα πλεονεκτήματα της γεωργοκτηνοτροφικής οικονομίας  (στη μια πλευρά), αλλά και η ύπαρξη εύφορων εκτάσεων στην ηπειρωτική Ελλάδα (στην άλλη πλευρά). Όσοι κατείχαν τη σχετική τεχνογνωσία ήταν φυσικό να επιζητούν νέες προοπτικές εφαρμογής τους. Από την άλλη πλευρά του Αιγαίου [ ελλαδική χερσόνησος, Έλληνες –  σημ. δική μου]  το όνειρο όχι μόνο της δραστικής βελτίωσης των διατροφικών συνθηκών , αλλά και του πλουτισμού καθιστούσε επίζηλη και προνομιακή την επαφή με όσους  γνώριζαν από καιρό τα μυστικά της νέας οικονομικής στρατηγικής. Αν υπάρχει κάποια αλήθεια σε αυτές τις υποθέσεις, τότε ένας από τους βασικούς μηχανισμούς του εκνεολιθισμού στον ελλαδικό χώρο και στα νησιά του Αιγαίου υπήρξαν πιθανότατα οι επιγαμίες. Γυναίκες από τις προνεολιθικές και γλωσσικά πρωτοελληνικές κοινότητες της ηπειρωτικής Ελλάδας δίδονταν ως σύζυγοι στις ομάδες των νεοφερμένων γεωργών προσφέροντας ως ‘προίκα’ καλλιεργήσιμες εκτάσεις.”

ΑΥΤΗ είναι επιστήμη, φίλες και φίλοι, όχι παίξε – γέλασε! ‘Δεν υπάρχει τίποτα παράλογο στην ιδέα . . .’, ‘αν υπάρχει κάποια αλήθεια σε αυτές υποθέσεις . . .’  Θεόδωρε Γιαννόπουλε, υπάρχουν πολλά παράλογα σε αυτήν την ιδέα, όλα παράλογα είναι,  και δεν υπάρχει η παραμικρή αλήθεια σε αυτές τις υποθέσεις! Τι να πιάσεις και τι να αφήσεις! Θα σχολιάσω άκρως συνοπτικά τρεις μόνο υποθέσεις. Πρώτον, δεν υπήρχαν εκείνη την εποχή εύφορες εκτάσεις. Το 85% της γης είναι βουνά και οι πεδιάδες της κεντρικής Μακεδονίας, Θεσσαλίας και Βοιωτίας ήταν λίμνες και έλη! Δεν υπάρχει φυσική εύφορη γη. Αυτή είναι το αποτέλεσμα  εργασίας πολλών γενεών, πολλών δεκαετιών και αιώνων. Δεύτερον, οι άποικοι από την Ανατολία ήταν κυρίως άρρενες!  Ήξεραν ότι στην Ελλάδα οι Έλληνες ήθελαν να βελτιώσουν τις διατροφικές συνθήκες  και να πλουτίσουν και έτρεχαν να αρπάξουν την ευκαιρία. Τρίτον, τους έδιναν γυναίκες (σώγαμπροι!), οι άντρες προφανώς, και προίκα –   καλλιεργήσιμες εκτάσεις,  όχι εύφορες αλλά καλλιεργήσιμες. Τις είχαν ετοιμάσει για τους γαμπρούς!

ΘΑ σταματήσουμε εδώ και θα πιάσουμε το νήμα της αφήγησής μας από την αρχή. Υπάρχουν τρεις υποθέσεις για την προέλευση των αρχαίων Ελλήνων. Οι πρόγονοι των αρχαίων Ελλήνων ήταν ένας ινδοευρωπαϊκός λαός, ποιμενικός, που ήρθε από τα βόρεια (οι πρόγονοί τους ζούσαν στις στέπες του Πόντου) και εγκαταστάθηκε στην ελλαδική χερσόνησο γύρω στο 2.000 π. Χ. (ινδοευρωπαϊκή θεωρία). Οι ινδοευρωπαίοι δεν ήρθαν από Βορρά αλλά από την Ανατολή και ήταν γεωργοί (Colin Renfrew). Τώρα τελευταία, εδώ και μερικές δεκαετίες, προτείνεται μια νέα υπόθεση: δεν ήρθαμε ως ποιμένες- πολεμιστές από το Βορρά, δεν ήρθαμε από την Ανατολή ως γεωργοί αλλά  είμαστε αυτόχθονες, γηγενείς, κι ας ήρθαμε από την Αφρική,  το 46.000 π. Χ.

ΑΝ μας ρωτήσει κάποιος, από που ήρθαν οι Τούρκοι, θα παρατηρήσουμε ότι δεν μπορούμε να κάνουμε υποθέσεις διότι υπάρχει μια απάντηση γενικά αποδεκτή, ουδείς και ουδεμία τολμά να την αμφισβητήσει:  από τις στέπες της κεντρικής Ασίας. Από που ήρθαν οι Φιλανδοί και οι Ούγγροι, Μαγιάροι;  Και σε αυτή την περίπτωση υπάρχει μια γενικά αποδεκτή απάντηση –  από τις στέπες της κεντρικής Ασίας. Από πού ήρθαν οι Άγγλοι στην Αυστραλία;  Από την Αγγλία.  Από που ήρθαν στην Αγγλία οι Αγγλοσάξωνες;  Από την βόρεια και ανατολική Γερμανία. Ουδεμία αμφιβολία υπάρχει. Από που ήρθαν οι Αγγλοσάξωνες σε αυτή την περιοχή;  Δεν έχουμε βέβαιη απάντηση. Κάποιοι εικάζουν ότι ήρθαν από τις στέπες του Πόντου, της νότιας Ρωσίας.

ΓΙΑΤΙ είμαστε άλλοτε βέβαιοι κι άλλοτε διατυπώνουμε υποθέσεις; Διότι άλλοτε έχουμε γραπτές μαρτυρίες κι άλλοτε όχι. Όταν δεν έχουμε γραπτές μαρτυρίες ανατρέχουμε στην ιστορική γλωσσολογία, στην αρχαιολογία, στην μυθολογία και θρησκεία και διατυπώνουμε υποθέσεις. Κι έχουν διατυπωθεί ουκ ολίγες. Ως προς την προέλευση των αρχαίων Ελλήνων, η γνώμη μου είναι ότι ήρθαν στην ελλαδική χερσόνησο κάπου στο 2.000 π. Χ. και ήταν ποιμένες -πολεμιστές. Σήμερα, θα εκθέσω ένα επιχείρημα, το οποίο βασίζεται στη σχέση του τρόπου παραγωγής με τη σημασιολογία. Η σημασιολογία είναι κλάδος της γλωσσολογίας, της γλωσσικής επιστήμης, ο οποίος ερευνά τη σημασιολογική δομή μιάς γλώσσας   –  και τη σημασία των λέξεων.  Ας κάνουμε μια άσκηση.

ΜΑΣ δίνεται το  λεξικό μιας άγνωστης γλώσσας που το μελετάμε διεξοδικά. Αν μας ρωτήσει κάποιος, αυτός ο λαός που μιλάει αυτή τη γλώσσα, τι λαός είναι από οικονομική και κοινωνική άποψη;  Θα μπορέσουμε να απαντήσουμε;  Εάν η γλώσσα αυτή δεν γνωρίζει ούτε ένα φυτό, δεν γνωρίζει την γεωργία, δεν γνωρίζει ούτε ένα δέντρο, δεν γνωρίζει μηρυκαστικά θηλαστικά ζώα, δεν γνωρίζει την κτηνοτροφία,  δεν έχει λέξεις για βουνά, δεν γνωρίζει τον τροχό, δεν έχει λέξεις για τον πόλεμο, δεν έχει πολλές λέξεις για το χώμα,  το φως και τη ζέστη αλλά διαθέτει 90 και βάλε λέξεις για το χιόνι, πολλές λέξεις για τα σκυλιά, τι θα υποθέσετε;  Θα υποθέσετε ότι οι άνθρωποι που μιλούν αυτή τη γλώσσα πρέπει να είναι κυνηγοί-ψαράδες που ζούνε στο ημίφως, στο κρύο, μέσα στο χιόνι και τον πάγο και μετακινούνται με έλκηθρα που τα σύρουν σκυλιά. Θα πρέπει να είναι Εσκιμώοι ή κάποιος άλλος λαός. Είμαστε βέβαιοι;  Είμαστε βέβαιες!

Η σημασιολογική δομή της γλώσσας  που εξετάσαμε είναι κυνηγητική –  αλιευτική. Ο τρόπος λοιπόν παραγωγής συμβάλλει στη διαμόρφωση της σημασιολογικής δομής της γλώσσας. Μελετώντας τη σημασιολογική δομή της μπορούμε να αποφανθούμε εάν είναι τροφοσυλλέκτες, κυνηγοί, τροφοσυλλέκτες-κυνηγοί, κυνηγοί-τροφοσυλλέκτες, γεωργοί, ποιμένες. Ελάτε τώρα να μελετήσουμε τη σημασιολογική δομή της πρωτοελληνικής, για την οποία δεν διαθέτουμε γραπτές μαρτυρίες αλλά την ανασυγκροτούμε από τις διαλέκτους που προήλθαν από αυτήν. ‘Ενα παράδειγμα: τα διαλεκτικά ειμί, εμμί, ημί προήλθαν από τον τύπο *εσμί (ο αστερίσκος δηλώνει ότι δεν υπάρχει μαρτυρία αλλά είναι προϊόν ανασυγκρότησης). Σε ποιο συμπέρασμα θα καταλήξουμε από τη μελέτη της σημασιολογικής δομής της πρωτοελληνικής και των αρχαιότερων γραπτών μαρτυριών (μυκηναϊκά αρχεία, Ιλιάδα, Οδύσσεια);  Θα καταλήξουμε στο συμπέρασμα ότι η πρωτοελληνική ήταν γλώσσα ποιμενική-πολεμική.

ΕΑΝ τώρα εξετάσουμε την προέλευση του κοινωνικού (συγγένεια, κυρίως), οικονομικού, πολιτικού, ηθικού, φιλοσοφικού, θρησκευτικού, ιδεολογικού, τεχνικού λεξιλογίου της αρχαίας ελληνικής γλώσσας της αρχαϊκής, κλασικής και ελληνιστικής εποχής, θα διαπιστώσουμε ότι η συντριπτική πλειονότητα των όρων είναι ποιμενικής-πολεμικής προέλευσης. Ο όρος οικονομία, λόγου χάριν: και ο οίκος και η νομή, νόμος, νομός είναι ποιμενικής προέλευσης. Η δημοκρατία;  Δήμος και κράτος επίσης ποιμενικοπολεμικής προέλευσης. Η πόλις, ο πολίτης, η πολιτική; Ο αγαθός, η αρετή, ο άριστος; Όλοι ποιμενικοπολεμικής προέλευσης.

 

 

Σχολιάστε ελεύθερα!