Στο κεφάλαιο “στάση, ανάσταση, επανάσταση” υποστηρίξαμε την άποψη ότι η επανάσταση είναι αφενός η γενίκευση του συναισθήματος της ανά(σ)τασης που προκαλείται από το σταμάτημα αυτού που κάνουμε (εργασία, υποχρεωτική εκπαίδευση, κατανάλωση, πληρωμές, κλπ) και αφετέρου η διεύρυνση του κομμουνισμού του παρόντος. Κι ενώ το ισχυρότερο όπλο της πρώτης πρακτικής είναι η (Πανταχού) Απουσία, το (παγκόσμιο) σταμάτημα της εργασίας με σκοπό την δραστικότατη μείωση του χρόνου εργασίας και τον περιορισμό της αρπαγής και της καταστροφής του (παγκόσμιου) κοινωνικού πλούτου με τη μορφή της καθιέρωσης ενός μισθού για όλους και όλες, της δεύτερης πρακτικής είναι το πέρασμα στη πράξη, μιας και υπάρχουν αιτήματα τα οποία ουδέποτε ο Κύριος θα δεχτεί να εκπληρώσει. Στο σημερινό κεφάλαιο θα εξετάσουμε τη σχέση της επανάστασης, ως σταματήματος και ως διεύρυνσης του εμμενούς κομμουνισμού, με την κινητοποίηση. Εάν η επανάσταση είναι σταμάτημα, θα κινητοποιηθούμε για να σταματήσουμε; Μου φαίνεται πολύ παράξενο. Εάν η επανάσταση είναι διεύρυνση του κομμουνισμού του παρόντος, δηλαδή το πέρασμα στη πράξη, η κινητοποίηση είναι άνευ περιεχομένου.. Η κινητοποίηση του υποτελούς σχετίζεται με το αίτημα και την διαδήλωση και υποστηρίξαμε ότι η μετάβαση από την ιστορική Αριστερά στην Αριστερά του μέλλοντος θα είναι η μετάβαση από το αίτημα στο πέρασμα στη πράξη, στην διεύρυνση του κομμουνισμού του παρόντος. Ασφαλώς και δεν πρόκειται να πάψουν να υπάρχουν αιτήματα και διεκδικήσεις αλλά το κέντρο βάρους θα μετατεθεί στα αιτήματα τα οποία ο Κύριος δεν μπορεί να εκπληρώσει, δηλαδή στην άμεση λήψη κομμουνιστικών μέτρων. Μπορούμε να περάσουμε στη πράξη (να ταυτίσουμε μέσο και σκοπό) και να μειώσουμε το χρόνο εργασίας ή να καταργήσουμε το αίσχος, την κατάρα της υποχρεωτικής εκπαίδευσης, αλλά δεν μπορούμε να κάνουμε το ίδιο και στη περίπτωση της καθιέρωσης ενός μισθού για όλους και όλες: η ταύτιση σκοπού και μέσου είναι αδύνατη και οφείλουμε να καταφύγουμε στο συλλογικό σταμάτημα, στην έγερση οδοφραγμάτων στο χρόνο, στην απεργία.
Η μετάβαση από το αίτημα και την διαδήλωση στο πέρασμα στη πράξη θα σημάνει και τον περιορισμό της κινητοποίησης. Θα είναι μια πολύ θετική εξέλιξη. Η έννοια της κινητοποίησης είναι άκρως προβληματική: συνιστά μια μορφή μίμησης του Κυρίου. Θα γνωρίζετε ότι η ισχύς του Κυρίου εξαρτάται από την επιτυχία του να κινητοποιήσει τους υποτελείς του για να πολεμήσουν, να εργαστούν και να καταναλώσουν. Η λιποταξία, η αεργία, η απεργία και η καταναλωτική αποχή είναι οι χειρότεροι εφιάλτες του Κυρίου. Είναι τα αποτελέσματα της αδυναμίας του να κινητοποιήσει τους υποτελείς. Δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι ο Κύριος αμείβει αδρότατα τους υπηρέτες εκείνους που μπορούν να κινητοποιούν τα πλήθη: τους πολιτικούς και τους ανθρώπους του θεάματος (τραγούδι, ποδόσφαιρο, κλπ). Ούτε είναι τυχαίο ότι ο φασισμός και ο ναζισμός εστίασαν την προσοχή τους στην κινητοποίηση των υποτελών.
Εάν η αύξηση, η μεγέθυνση της ισχύος του Κυρίου καθορίζεται από την ικανότητά του να κινητοποιεί ποικιλοτρόπως τους υποτελείς Παραγωγούς του κοινωνικού πλούτου, ο περιορισμός της δεν επιτυγχάνεται με την ακινητοποίηση αλλά με το σταμάτημα και της κινητοποίησης και της ακινητοποίησης. Η ακινητοποίηση του υποτελούς Παραγωγού είναι το συμπλήρωμα της κινητοποίησης, είναι οι δυο όψεις του ίδιου νομίσματος. Ο πιο χαρακτηριστικός συνδυασμός κινητοποίησης/ακινητοποίησης του υποτελούς είναι το αυτοκίνητο: ακινητοποίηση μέσω της κινητοποίησης. Το αυτοκίνητο είναι ένα φοβερά ισχυρό μέσο αύξησης της ισχύος του Κυρίου, δηλαδή ένα τρομερα αποτελεσματικό μέσο συρρίκνωσης του κομμουνισμού του παρόντος. Το αυτοκίνητο είναι το νούμερο ένα αντικομμουνιστικό εργαλείο και χρωστάμε χάρη στον ιστορικό μαρξισμό που δεν έπαυσε ούτε στιγμή να μας το υποδεικνύει: είναι τόσο εκτενής η σχετική με το αυτοκίνητο και τον κομμουνισμό μαρξιστική βιβλιογραφία που δεν ξέρει κανείς από που να ξεκινήσει.
Εάν θέλουμε να κατανοήσουμε τη σχέση της επανάστασης με την κινητοποίηση, θα πρέπει να κατανοήσουμε πρώτα τη σχέση του Κυρίου με την κινητοποίηση και την ακινητοποίηση. Είμαστε αναγκασμένοι να αρχίσουμε τη μελέτη μας από την Ιλιάδα, η οποία έχει πολλά να μας πει για αυτό το ζήτημα και να καταλήξουμε στον Αριστοτέλη, αφού διαβούμε εν τω μεταξύ από την περιοχή του ορθού λόγου. Από τη στιγμή που ο ορθός λόγος είναι ο λόγος του ορθού (όρθιου) πολεμιστή, ο λόγος αυτός δεν είναι άλλος από αυτόν που επιτυγχάνει την κινητοποίηση του υποτελούς. Δεν είναι τυχαίο ότι η ρητορική προέρχεται από τον πόλεμο! Κι αν πάμε στον Αριστοτέλη, θα δούμε ότι το αντικείμενο των δυο πιο σημαντικών έργων του (τα Φυσικά και τα Μετά τα Φυσικά) είναι η κίνηση. Τίνος κίνηση; Πως ορίζει τον Θεό ο Αριστοτέλης, ποιον δηλαδή ορίζει ως κομβικό σκοπό του επίγειου Κυρίου; Τι σημαίνει ότι ο θεός είναι το πρώτον ακίνητον κινούν;