φίλες και φίλοι, καλή σας μέρα.
Τι πρέπει να κάνουμε όταν απεργούμε; Να διαδηλώνουμε ή να εξαφανιζόμαστε, να χανόμαστε, να απουσιάζουμε, να διαχεόμαστε μέσα στην κοινωνία; Τι φοβάται πιο πολύ ο Κύριος; Τη διαδήλωση ή την εξαφάνιση;
Με αυτά τα ερωτήματα θα καταπιαστούμε γι άλλη μια φορά, φίλες και φίλοι,και θα κάνουμε μια ακόμα προσπάθεια να κατανοήσουμε το αδιέξοδο, το δράμα της διαδηλωσιομανούς, δουλοπρεπούς, άκαμπτης, ψοφοδεούς και ηττοπαθούς ιστορικής Αριστεράς.
Πάνω από όλα όμως θα θέσουμε το ερώτημα και θα επιχειρήσουμε να διατυπώσουμε μια απάντηση: τι θα κάνει η ιστορική Αριστερά τώρα που ο Κύριος, από δω και πέρα, θα διαλύει ανηλεώς και χωρίς προφάσεις τις διαδηλώσεις;
Η απεργία, φίλες και φίλοι, είναι ίσως το πιο ισχυρό μέσο πάλης των υποτελών Παραγωγών του κοινωνικού πλούτου. Και είναι ισχυρό γιατί είναι ένα οδόφραγμα στον χρόνο, όπως τον οργανώνει ο Κύριος στο χώρο της παραγωγής και της εργασίας. Δεν είναι ένα οδόφραγμα στον χώρο, το οποίο για να υπάρξει πρέπει να είσαι εκεί. Επειδή η απεργία είναι οδόφραγμα στο χρόνο, το οδόφραγμα αυτό γίνεται ισχυρότερο όταν δεν είμαστε εκεί, όταν απουσιάζουμε. Μια γενική απεργία διαρκείας είναι μια απουσία, μια εξαφάνιση διαρκείας, μια απουσία από το χωρόχρονο του Κυρίου καπιταλιστή.
Τι πρέπει να κάνουμε όταν απεργούμε;
Υπάρχουν τρεις επιλογές. Η πρώτη: να παραμείνουμε στο χώρο της παραγωγής και της εργασίας και να απελευθερώσουμε το χωρόχρονο όπως το οργανώνει ο Κύριος – στον ολοκληρωτικό και καθολικό ετεροκαθορισμό αντιπαραβάλλουμε και εφαρμόζουμε τον πλήρη αυτοκαθορισμό. Ο χώρος εργασίας γίνεται χώρος ζωής, μάθησης, συζήτησης, ερωτοτροπίας, συνεργασίας, ισότητας και ελευθερίας.
Η δεύτερη: να οργανώσουμε πορεία, να δια-δηλώσουμε τα αιτήματά μας, να εκφράσουμε τη δυσαρέσκειά μας και την οργή μας, να βρίσουμε, να διεκδικήσουμε μαχητικά και δυναμικά (φωνάζοντας δυνατά τα συνθήματά μας), να παίξουμε ξύλο με τους μπάτσους, να τρέξουμε να αποφύγουμε τη σύλληψη και τα δακρυγόνα χημικά αέρια.
Η τρίτη: να εξαφανιστούμε, να χαθούμε, να διαχυθούμε στη κοινωνία, να παίξουμε, να γαμήσουμε, να πάμε για ούζα στην κοντινή παραλία.
Τι απο αυτά πρέπει και μπορούμε να κάνουμε;
Το πρώτο δεν μπορούμε να το κάνουμε και η εξήγηση είναι απλή: η στρατιωτική υπεροχή του Κυρίου είναι τέτοια που δεν μπορούμε να ελέγξουμε κανέναν απολύτως κοινωνικό χώρο. Οι κατασταλτικές δυνάμεις του Κράτους, κι όταν λέμε Κράτος εννοούμε τον σκληρό πυρήνα του, τον ΣΤΡΑΤΟ, είναι σε θέση να εκκενώσουν μέσα σε λίγες ώρες τον οποιονδήποτε κοινωνικό χώρο που έχει απελευθερωθεί και προστατεύεται από τους Παραγωγούς. Νομίζω πως αυτό είναι οφθαλμοφανές.
Το δεύτερο είναι απαράδεκτο και οδηγεί πάντα στην ήττα. Θα σας εξηγήσω γιατί. Η διαδήλωση δεν είναι μέσο πάλης – είναι μια πρακτική που επιβεβαιώνει και ενισχύει την ισχύ του Κυρίου. Η διαδήλωση είναι λιτανεία, ικεσία, προσευχή: ζητάμε από τον Κύριο να ικανοποιήσει τα αιτήματά μας. Και εκεί που χρησιμοποιούμε ίσως το πιο ισχυρό μέσο πάλης και επιφέρουμε ένα πλήγμα στον Κύριο, υποβιβαζόμαστε στην κατάσταση του ικέτη, του προσευχόμενου. Κρατάμε ένα Καλάσνικωφ στα χέρια (απεργία), το αφήνουμε και παίρνουμε ένα κερί (διαδήλωση, λιτανεία).
Το θέμα δεν είναι να καταφύγουμε σε πρακτικές που αναδεικνύουν την αδυναμία μας και αναπαράγουν την Κυριαρχία, που ενισχύουν τον Κύριο, αλλά σε πρακτικές που αυξάνουν την ισχύ του μέσου πάλης που χρησιμοποιούμε, την ισχύ της απεργίας. Ποια πρακτική αυξάνει την ισχύ του οδοφράγματος στον χρόνο; Η εξαφάνιση.
Η εξαφάνιση, η διάχυση μέσα στα κοινωνικά πεδία και τις κοινωνικές πρακτικές, ήταν μια πρακτική των εξεγερμένων αγροτών κατά τον Μεσαίωνα, των επαναστατημένων μαζών των αστικών επαναστάσεων και των αντάρτικων του 20ου αιώνα. Την ταφόπλακα αυτού του τρόπου διεξαγωγής του κοινωνικού πολέμου την έβαλε ο Λένιν και ο Τρότσκι με το κόμμα των επαγγελματιών επαναστατών, με το κόμμα-κράτος, με το κόμμα που είναι οργανωμένο όπως ο κρατικός τακτικός στρατός, ο οποίος οφείλει να είναι παρών και να επιδεικνύεται -για να εκφοβίζει προφανώς. Πάνω σε αυτήν την ταφόπλακα διαδηλώνουν οι απόγονοί τους, η ιστορική Αριστερά, αλλά νομίζουν ότι χορεύουν πάνω στα πλακάκια να χτυπούν τα τακουνάκια.
Η ιστορική Αριστερά έχει φάει κόλλημα με τη διαδήλωση. Δεν μπορεί να ζήσει χωρίς αυτήν. Είναι η πρέζα της. Εάν την κόψει, θα έχει σύνδρομο στέρησης και θα ξαναπέσει πάλι με τα μούτρα. Δεν μπορεί να νοηθεί τη ζωή της χωρίς την πρέζα. Η ιστορική Αριστερά είναι πρεζάκι τελειωμένο. Ενδέχεται να πάει από υπερβολική δόση διαδήλωσης.
Αφήσαμε όμως δυο ερωτήματα αναπάντητα. Τι φοβάται πιο πολύ ο Κύριος; Τη διαδήλωση ή την εξαφάνιση, το αντάρτικο του χρόνου; Τι θα κάνει τώρα η ιστορική Αριστερά που ο Κύριος πήρε την απόφαση να διαλύει ανηλεώς και χωρίς προφάσεις τις διαδηλώσεις;
Η απάντηση στην πρώτη ερώτηση είναι απλή – κι αυτό είναι το πρόβλημα. Η νεκροζώντανη Αριστερά σιχαίνεται την αμεσότητα, την απλότητα, τη σαφήνεια, την ευκινησία. Κι αυτό οφείλεται βέβαια στις προθέσεις της (να παραμείνει μέρος του κόσμου τούτου, ό,τι και να λέει). Το ερώτημα αυτό η ικετευτική Αριστερά δεν το έχει θέσει – δεν είναι άλλωστε το μόνο. Η σιωπή της ανεπαρκούς Αριστεράς μας έχει σπάσει τα τύμπανα των αυτιών μας. Και δεν το έχει θέσει διότι έχει θάψει πολλές παραδόσεις του εργατικού κινήματος. Εάν όμως το έθετε, θα έπρεπε να απαντούσε. Τι θα απαντούσε; Θα υποστήριζε ότι ο Κύριος φοβάται πιο πολύ την απουσία της εξαφάνισης από την παρουσία της διαδήλωσης, της λιτανείας, της ικεσίας. Ο Κύριος τις διαδηλώσεις δεν τις φοβάται, τις θέλει, τις θέλει για να επιδεικνύει την ισχύ της και την αποφασιστικότητά της. Μια Αστυνομία κι ένας Στρατός που δεν έχει αντιπάλους, έχει ήδη ηττηθεί. Νικάμε χωρίς να πολεμάμε.
Και τώρα που ο Κύριος πήρε την απόφαση να μην χαρίσει κάστανα και να διαλύει ανηλεώς και χωρίς προφάσεις τις διαδηλώσεις, τι θα κάνει η ψοφοδεής Αριστερά;
Θα φάει πολύ ξύλο η καημένη η Αριστερά! Και θα το φάει στους δρόμους – στο τόπο της λατρείας της διαδήλωσης. Εκεί που πουλιέται η πρέζα, στους δρόμους και στα πεζοδρόμια. Αλλά δεν τη λυπάμαι. Καθόλου μα καθόλου. Θα τη δούμε να τρέχει αιμόφυρτη, με βουρκωμένα από τα δακρυγόνα τα μάτια, ταλαίπωρη, να τρέχει να αποφύγει το κλομπ, να αποφύγει τη σύλληψη. Θα δούμε τις διαδηλώσεις να φθίνουν ακόμα περισσότερο, μέχρι που να μην εμφανίζεται πια κανείς.
Και τότε ίσως σκεφτεί ότι η διαδήλωση είναι συνώνυμο της ήττας.Ότι όταν δεν διαδηλώνουμε, δεν νικάμε αλλά και δεν ηττόμαστε.
κλπ