Είπα χτες το βράδυ στον Πάυλο ότι συχνά γελάει στον ύπνο του και ξαφνιάστηκε, εντυπωσιάστηκε κι έβαλε τα γέλια, αλήθεια, μπαμπά, αλήθεια, Πάυλο, και πιάσαμε μια κουβέντα για το γέλιο. Με ρωτάει, να μην του απαντήσω; Πολλά από αυτά που θα γράψω σήμερα τα συζητήσαμε ψες το βράδυ. Έχει πολλούς λόγους να βαριέται στο σχολείο, έτσι δεν είναι; Προχτές, με ρώτησε, κοιτάζοντας το ρολόι τοίχου, τι χρειαζόμαστε τα δευτερόλεπτα. Η συζήτηση έληξε με το συμπέρασμα πως το σχολείο είναι εργοστάσιο.
Ξυπνάω κάθε πρωί μεταξύ τρισήμιση και τεσσεράμιση -ή διαβάζω ή γράφω ή ζυμώνω. Κοιμάται στο σαλόνι, με την Αποστολία, κάναμε ένα καναπέ διπλό κρεβάτι, εκεί πέθανε η πεθερά μου. Της έδινα νερό με το κουταλάκι, θέλω να πεθάνω, θέλω να πεθάνω, μου έλεγε, και πέθανε λίγο μετά την Ανάσταση, τη μέρα που γιορτάζουν οι Αναστασίες, όπως η κόρη της. Στο παιδικό, ο πατέρας μου.
Τον ακούω. Ονειρεύεται και γελάει, δυνατά, και συνεχίζει τον ύπνο του. Με ρωτάει: οι μεγάλοι γελάνε στον ύπνο τους; Παύλο, του λέω, το αύριο κείμενο θα έχει ως τίτλο ‘γιατί δεν γελάμε στον ύπνο μας;’ και μου λέει: από το άγχος μπαμπά; Παύλο, σε παρακαλώ, μπορείς μέχρι τα σαράντα σου να παριστάνεις τον βλάκα; Μπορώ. Ξέρεις τι είναι βλάκας; Ξέρω, πως δεν ξέρω.
Εφιάλτες βλέπουμε, πολλούς. Θα έλεγα ότι εδώ και κάνα δυο τρία χρόνια μόνο εφιάλτες βλέπουμε και θα βλέπουμε ολοένα και πιο συχνά και πιο τρομακτικούς. Πιθανόν να νομίζετε ότι οι ενήλικες δεν γελάνε στον ύπνο τους. Έχω δει κι έχω ακούσει ενήλικα να γελάει στον ύπνο του. Πιθανόν να νομίζετε επίσης ότι τα παιδιά γελάνε επειδή είναι παιδιά. Ένα παιδί στη Συρία που μέχρι πρότινος γελούσε στον ύπνο του, θα γελάει τώρα που έχασε τον πατέρα του και μαζί με τη μάνα του είναι τρεις μέρες νηστικοί στα χαλάσματα του σπίτιού τους; Δε νομίζω. Θα είναι πολύ δυστυχισμένο, θα είναι πολύ δυστυχισμένο. Ή εάν οι γονείς του, στην Αθήνα, έχασαν το σπίτι τους και τις δουλειές τους;
Έχουμε υποστηρίξει ότι το χαμόγελο είναι μετεξέλιξη μιας γκριμάτσας εκφοβισμού και απειλής. Θα σε φάω, λέω δείχνοντας τα δόντια μου. Όταν πια δεν υπήρχαν λόγοι να εκφοβίσουμε τον άλλον, η γκριμάτσα εκφοβισμού έγινε διαβεβαίωση, εξέφραζε όρια στην επιθυμία και την επιθυμία: δεν θα σε φάω, λέω χαμογελώντας. Το ότι το χαμόγελο και το γέλιο εμφανίστηκαν πριν την γλώσσα και συνέβαλαν στη γένεσή της, με ένα τρόπο που θα τον διερευνήσουμε ένα άλλο πρωινό, τείνω να το θεωρήσω βεβαιότητα.
Το γέλιο όμως είναι κάτι άλλο. Εμπεριέχει στοιχεία χαμόγελου, δεν υπάρχει αμφιβολία, αλλά είναι και κάτι άλλο. Ας δούμε την εξής διαφορά. Μπορούμε να χαμογελάσουμε κατά μόνας, δεν με χαλάει να δω κάποιον, κάποιαν να χαμογελάει ενώ περπατάει (κάτι θα θυμήθηκε και χάρηκε) αλλά θα παραξενευτούμε πολύ εάν δούμε κάποιον να γελάει μόνος του. Το ότι οι άνθρωποι δεν γελάνε, δεν τραγουδάνε, δεν χορεύουνε, δεν παίζουνε, δεν γαμάνε το θεωρούμε σχεδόν βέβαιο. Μπορείτε να το επιβεβαιώσετε, το επιβεβαίώνετε καθημερινά. Έμπαινα στο μετρό στο Βερολίνο, και σε άλλες πόλεις, και οι μόνοι που γελούσαν ήταν παρέες που δεν μιλούσαν γερμανικά: τούρκοι, έλληνες, σέρβοι, αφρικάνοι και άλλοι πολλοί. Οι γερμανοί δεν γελούσαν. Στο Αμβούργο μας πήρε από πίσω, ήμουνα με μια φίλη, ένας ναύτης πολωνός, από Αλάσκα προερχόμενος, γιατί, όπως μας εξομολογήθηκε, ήταν ένα μήνα εκεί και πρώτη φορά έβλεπε ανθρώπους να γελάνε. Μα την Παναγία, αλήθεια λέω!
Θα πρέπει λοιπόν να θέσουμε το ζήτημα του γέλιου σε άλλη βάση. Εντάξει, το γέλιο, όπως και το χαμόγελο, είναι μια συνέπεια της διαδικασίας ανθρωπογένεσης/κοινωνιογένεσης: θέσαμε όρια στην επιθυμία μας και την ελευθερία μας και γίναμε άνθρωποι. Αυτή είναι η αρνητική πτυχή του ζητήματος. Από τη στιγμή όμως που βάλαμε αυτά τα όρια, το μόνο που θα μπορούσαμε να κάνουμε, και το κάναμε, ήταν να ενισχύσουμε την συμβίωση και την συνεργασία, ως τον μόνο τρόπο επιβίωσης και αναπαραγωγής της ομάδας/κοινωνίας. Αυτή είναι η θετική πτυχή του ζητήματος.
Εάν με την έγερση των ορίων ηρεμήσαμε και χαλαρώσαμε, χωρίς να πάψουμε να είμαστε επιφυλακτικοί και φοβισμένοι και παρανοϊκοί (ο άνθρωπος, λόγω του ασυνειδήτου και του κινδύνου θυματοποίησης, είναι από τη φύση του παρανοϊκός), με την ενίσχυση της συμβίωσης και της συνεργασίας όχι μόνο σταθεροποιήσαμε και διαιωνίσαμε και ενισχύσαμε τα όρια αλλά και, απαλλαγμένοι από τον τρόμο, εκφράσαμε ακινδύνως και ηδονικώς και με πολλούς τρόπους τόσο τον τρόμο μας όσο και τη χαρά μας. Mπορούμε να γελάμε, όχι απλά ότι μας επιτρέπεται, μόνο ως μέλη μιας ομάδας. Τι ωραιότητα (όχι ομορφιά) να βλέπεις μια ομάδα να γελάει!
Πολλοί και πολλές υποστηρίζουν ότι δεν γελάμε διότι δεν έχουμε να φάμε ή δεν μπορούμε να καλύψουμε άλλες βασικές ανάγκες. Αυτή η θεώρηση είναι υλιστική, είναι όμως χυδαία υλιστική, δεν είναι μαρξιστική. Διότι πολλοί και πολλές έχουν να φάνε και να πιούνε και έχουν όλα τα καλούδια αλλά ούτε το χαμόγελο λέει να σκάσει στα χειλάκια τους ούτε το εκκωφαντικό γέλιο να δονήσει την ατμόσφαιρα. Όχι, το γέλιο δεν αφορά (μόνο) την κάλυψη των βασικών αναγκών. Το γέλιο αφορά τις κοινωνικές σχέσεις, είναι αποτέλεσμα της ύπαρξης κοινωνικών σχέσεων, ο πυρήνας των οποίων είναι η συνεργασία.
Γελούν μόνο οι άνθρωποι που συμβιώνουν και συνεργάζονται έχοντας επίγνωση ότι η ελευθερία είναι εξάρτηση. Ο Τίτος Πατρίκιος το λέει πολύ ωραία:
ΠΑΘΗ
Ποιό πάθος λες;
Αυτό ν’ αφήνεσαι ρευστός
σε κάθε ερεθισμό του χώρου σου;
Το πάθος ν’ απαντάς σα στρείδι;
Το πάθος να παλεύεις με τα πάθη σου
δε λογαριάζεις;
Κι έπειτα,
για ποιά λευτεριά του αδέσμευτου μιλάς;
Μες στη σκλαβιά τη θέλω εγώ τη λευτεριά σου.
Μες στη σκλαβιά, που για να καταλύσεις.
αναγνωρίζεις πρώτα κι αποδέχεσαι.
Δεν είναι πρόβλημα ότι γελάμε ολοένα και λιγότερο, ολοένα και λιγότερο με τη καρδιά μας; Ασφαλώς και είναι. Είναι ένα πολύ μεγάλο κοινωνικό, άρα και προσωπικό πρόβλημα. Θέλετε να γελάσουμε; Αν θέλετε να γελάσουμε ας συνεργαστούμε. Θέλετε να γελάμε και στον ύπνο μας; Ας κάνουμε τη συνεργασία δεύτερη φύση μας, ας την κάνουμε τέχνη, χωρίς να λησμονούμε ότι η συνεργασία δεν μπορεί να γίνει τέχνη αν δεν γίνει, ταυτόχρονα και παράλληλα, τέχνη και η αναπόφευκτη και πάντα δημιουργική και εποικοδομητική σύγκρουση.
Υποστηρίζω, και το επαναλαμβάνω σήμερα ότι τα κοινωνικά, παγκόσμια, τοπικά και προσωπικά προβλήματα είναι απόρροια της συρρίκνωσης του εμμενούς κομμουνισμού. Κατά συνέπεια, αυτό ισχύει και για το γέλιο: θα γελούσαμε μόνο όταν διευρύνουμε τη συμβίωση και τη συνεργασία, όταν διειρύνουμε τον κομμουνισμό του παρόντος. Εάν νομίζετε ότι μπορείτε να τα καταφέρετε με κόκα, με πρέζα, με χασίσι ή με αντικαταθλιπτικά, μάλλον πλανάσθε. Το γέλιο είναι μια από τις ορατές πτυχές της αλλαγής των κοινωνικών σχέσεων – το γέλιο είναι υπόθεση της κοινωνικής επανάστασης.
Κύριοι, ένα γέλιο θα σας πνίξει!
Αύριο πάλι. Πρέπει να ζυμώσω.
Εξαιρετικό! Κάτι άλλο έψαχνα και βρέθηκα εδώ, μου είχε διαφύγει…