in θεωρία κομμουνισμού

ομάδα φίλων φεύγει από την πόλη και ζει σε οικοκοινότητα σε βουνό

φίλες και φίλοι, καλή σας μέρα

ΑΣ υποθέσουμε ότι μια παρέα φίλων που ζει στη πόλη αποφασίζει να φύγει και να ζήσει σε μια οικοκοινότητα. Ας υποθέσουμε επίσης ότι η ομάδα αυτή αποτελείται από τρεις τετραμελείς οικογένειες, δύο τριμελείς, τρία ζευγάρια, τρεις μοναχικούς και δύο μοναχικές –  σύνολο 21 ενήλικες και 9 παιδιά, σύνολο 30. Είναι ένας πολύ καλός αριθμός. Το ερώτημα που μας απασχολεί είναι: τι πρέπει να κάνει αυτή η ομάδα για να αποφύγει την αποτυχία; Θέτω το ερώτημα γιατί πολλά παρόμοια εγχειρήματα έχουν αποτύχει – Έλληνες, και όχι μόνο, οι συνήθεις δράστες.

ΘΑ αφηγηθώ μια αποτυχημένη προσπάθεια, για να μην μιλώ αόριστα και αφηρημένα. Τη δεκαετία του 1980 ένας μεγάλος αριθμός Γερμανών και Γερμανίδων, οικογενειών, ζευγαριών και μοναχικών και των δύο φύλων, μπορεί και να ήταν πάνω από 100, δεν θυμάμαι τον ακριβή αριθμό,  συγκέντρωσαν ένα μεγάλο ποσό και αγόρασαν ένα ολοόκληρο ακρωτήριο 600 στρεμμάτων στην Ιθάκη, το Σαρακήνικο και επεχείρησαν να ιδρύσουν μια οικοκοινότητα. Οι περισσότεροι, ες φρικιά και βετεράνοι του γερμανικού Μάη, της φοιτητικής εξέγερσης της δεκαετίας του 1960. Στο ακρωτήριο υπήρχαν ελιές και δεξαμενές νερού (υπόγειοι συλλέκτες), οι οποίες όμως ήταν εγκατελειμμένες πολλές δεκαετίες και προφανώς ήθελαν  ανακαίνιση,  δουλειά δηλαδή και γνώσεις. Πήραν λοιπόν τις σκηνές τους και μόλις ήρθε η άνοιξη κατηφόρισαν προς την Ιθάκη. Όχι όλοι και όλες αλλά οι περισσότεροι, ες.  Δεν ασχολήθηκαν καθόλου με την ανακαίνιση των υπόγειων δεξαμενών –  αγόραζαν εμφιαλωμένο νερό από την πόλη. Αποφάσισαν να χτίσουν μια μεγάλη κοινόχρηστη κουζίνα-αποθήκη τροφίμων. Πολύ σωστή κίνηση. Το ακρωτήριο είναι λόφος με σκληρό και πετρώδες έδαφος. Θα πρέπει να σκάψεις, να ισιώσεις μια αρκετά μεγάλη έκταση, ας πούμε 150 τετραγωνικά μέτρα. 150 τετρ. μέτρα είναι πολλά, θέλει πολύ σκάψιμο. Την πρώτη μέρα μαζεύτηκαν όλοι και όλες και άρχισαν το σκάψιμο. Σχεδόν όλοι και όλες  δεν είχαν ξαναπιάσει κασμά και φτυάρι στη ζωή τους. Τη δεύτερη μέρα προσήλθαν οι μισοί, την επόμενη το ένα τέταρτο, την τέταρτη τρεις και την τελευταία ένας άνδρας. Και εκεί το μεγαλεπήβολο έργο της κοινόχρηστης κουζίνας-αποθήκης τροφίμων σταμάτησε. Να σημειώσω, γιατί είναι σημαντικό, ότι αυτοί που πρώτοι απεσύρθηκαν ήταν και αυτοί που είχαν τα περισσότερα χρήματα. Οι τρεις τελευταίοι ήταν οι πιο φτωχοί και ο τελευταίος ο πιο φτωχός από όλους και όλες, που δεν ήθελαν και δεν μπορούσαν να επιστρέψουν στην Γερμανία. Ένα ζευγάρι έφτιαξε μια ξύλινη παράγκα κοντά στην παραλία και σε μια πηγή υφάλμυρου νερού και έστησε εκεί ένα καφέ όπου μπορούσες και να φας. Εκεί μαζεύονταν. Ήρθε όμως το φθινόπωρο και οι βροχές, οι βροχάρες δηλαδή, και σχεδόν όλοι και όλες επέστρεψαν στη Γερμανία. Ένα ζευγάρι χίπιδων με ένα κοριτσάκι έφτιαξαν ένα ξύλινο σπίτι πάνω σε μια μεγάλη ελιά, ένας άλλος έφτιαξε μόνος του ένα μικροσκοπικό σπίτι με πέτρες που βρήκε γύρω του, ένας άλλος έκτισε ένα μικρό σπιτάκι με τούβλα, αυτά. Το επόμενο καλοκαίρι κάποιοι και κάποιες επέστρεψαν για διακοπές κι αυτό γινόταν για πολλά χρόνια. Δεν ξέρω τώρα τι γίνεται εκεί.

ΓΝΩΡΙΖΩ όμως και οικοκοινότητες, σε κάποιες έζησα από μέρες μέχρι μήνες, στην Ιταλία, την Ελβετία και τη Γερμανία που τα είχαν καταφέρει και πολλές υπάρχουν ακόμα. Έζησα πολλούς μήνες στην Utopiaggia, 4ο χιλ. μακριά από την Περούτζια, κοντά στο χωριό Μόντεγκαμπιόνε και την επισκεπτόμουνα συχνά.  Την είχε ιδρύσει μια ομάδα 40 περίπου ανθρώπων, ενηλίκων και παιδιών. Άγόρασαν ένα κτήμα 1500 στρεμμάτων όπου υπήρχαν ένα μικρό διώροφο σπίτι και ένα μεγάλο, διώροφο επίσης. Στο πρώτο ζούσαν 8 (τρία ζευγάρια, ένας μοναχικός, μια μοναχική) και στο δεύτερο οι υπόλοιποι, εκ των οποίων οι μισοί ήταν παιδιά και έφηβοι, που πήγαινα σχολείο σε κοντινή κωμόπολη. Υπάρχουν ακόμα, από το 1980, αν δεν κάνω λάθος.

ΓΙΑΤΙ άλλοι αποτυγχάνουν κι άλλοι τα καταφέρνουν; Μελέτησα χρόνια πολλά τις οικοκοινότητες και σήμερα νομίζω πως είμαι σε θέση να καταθέσω τις απαντήσεις μου. Τρία είναι τα βασικά ερωτήματα: ποιος είναι ο σκοπός του εγχειρήματος, πώς το υλοποιείς και πώς λειτουργεί; Στήνουμε την οικοκοινότητα για να εργαστούμε και να ζήσουμε μαζί ή απλά να φύγουμε από τη πόλη και να ζήσουμε στη φύση, να κάνουμε κάτα κάποιο τρόπο διακοπές; Πού θα πάμε; Ποιοι θα είναι οι κανόνες της συμβίωσης;

ΠΡΙΝ απαντήσουμε σε αυτά τα ερωτήματα, θα πρέπει να δούμε κάποιες προϋποθέσεις, κάποιες αρχές. Η πρώτη: όλες οι αποφάσεις πρέπει να παίρνονται σε συνέλευση όλων των μελών, των παιδιών συμπεριλαμβανομένων εννοείται, και  ομόφωνα. Η δεύτερη: η οικοκοινότητα θα πρέπει να είναι εξωστρεφής, όχι εσωστρεφής. Τρίτη: κάθε μονάδα συμβίωσης (οικογένεια, ζευγάρι, άτομο μοναχικό) πρέπει να έχει τον δικό της χώρο. Τέταρτη: πρέπει να αποφευχθεί ο στρατωνισμός, το καθήκον, η υποχρέωση: ερχόμαστε όποτε θέλουμε, μένουμε όσο θέλουμε και φεύγουμε όποτε θέλουμε, αρκεί η απουσίας μας να αναπληρωθεί, εάν υπάρχει συλλογική εργασία. Θα δούμε παρακάτω τι είναι αυτή η συλλογική εργασία.

ΑΣ τα πάρουμε τα πράγματα από την αρχή. Το εγχείρημα πρέπει να συντονιστεί από κάποια πρόσωπα. Σε όλες τις οικοκοινότητες που λειτουργούν ακόμα υπήρξε ένας ολιγομελής πυρήνας –  στην Utopiaggia ήταν τέσσερις γυναίκες, και όχι μόνο εκεί. Ένας δεύτερος βαθμός συντονισμού ήταν οι σύντροφοί τους, σύνολο οχτώ. Και οι οχτώ μαθητές και μαθήτριες του Χάμπερμας. Όλα τα ζητήματα που συζητούν έρχονται στη συνέλευση και η συνέλευση αποφασίζει ομόφωνα. Τι γίνεται όταν δεν υπάρχει ομοφωνία είναι ένα άλλο ζήτημα – θα δούμε πως αντιμετωπίζεται.

ΠΟΥ θα πάμε για να στήσουμε την οικοκοινότητα, αφού έχουμε καταλήξει  στο ποιοι και ποιες θα συμμετέχουν; Εκεί που θα πάμε πρέπει να υπάρχει νερό, καλλιεργήσιμο έδαφος και οικίες. Το να φτιάξεις σπίτια από την αρχή χρειάζεται και χρήμα και χρόνος και πολλή εργασία και είναι καλό όλα αυτά να αποφεύγονται, είναι σπατάλη που οδηγεί στην αποτυχία. Στην Ελλάδα, στα Βαλκάνια γενικά, η καλύτερη λύση είναι κάποιο εγκατελειμμένο χωριό –  υπάρχουν εκατοντάδες από αυτά, ειδικά σε ορεινές και ημιορεινές περιοχές. Οι περιοχές αυτές παρέχουν επιπλέον ξύλα (καύσιμη ύλη για τον χειμώνα) και αρκετή τροφή (μανιτάρια, χόρτα, βολβοί, άγρια φρούτα, σπαράγγια, σαλιγκάρια κ.α.). Και νερό έχουν και εύφορο χώμα έχουν, τα σπίτια όμως δεν είναι όλα σε πολύ καλή κατάσταση. Όσο πιο πρόσφατα έχει εγκαταλειφθεί ένα σπίτι, τόσο σε πιο καλή κατάσταση θα είναι. Δεν χρειάζεται να αγορασθούν –  το ενοίκιο (100-150 ευρά τον μήνα) είναι μια καλή λύση, αν και το ενδεχόμενο της παραχώρησης δεν το αποκλείουμε, είναι η καλύτερη λύση.

ΒΡΗΚΑΜΕ λοιπόν το μέρος, βρήκαμε τα σπίτια και βολευτήκαμε. Τα παιδιά πρέπει να πάνε σχολείο. Θα πρέπει να αντιμετωπιστεί αυτό το ζήτημα. Πώς θα πηγαίνουν στο σχολείο; Στην επαρχία οι δήμοι μεταφέρουν τα παιδιά με λεωφορείο. Τα δικά μας παιδιά πάνε Λύκειο στα Κάτω Πορόϊα, έρχεται το πρωί τα παίρνει, περνάει από όλα τα χωριά, και το μεσημέρι τα φέρνει. Αν δεν δεχτεί ο δήμος, που δεν νομίζω, θα πρέπει να αναλάβει αυτή την εργασία η ίδια η οικοκοινότητα, με ένα ή δύο αυτοκίνητα. Εάν θα είναι τα ίδια πρόσωπα ή η δουλειά θα γίνεται εκ περιτροπής, είναι κάτι που θα το αποφασίσει η ίδια η οικοκοινότητα.

ΕΡΧΟΜΑΣΤΕ τώρα στο πιο σημαντικό ζήτημα. Θα ζήσουμε στην οικοκοινότητα για να εργαστούμε, όχι για να κάνουμε διακοπές. Εάν ένα ζευγάρι έχει 2000 εισόδημα το χρόνο, δεν έχει τέτοιο πρόβλημα. Διότι η εργασία στην κοινότητα μπορεί να εξασφαλίζει κάποια αυτάρκεια, τροφής κυρίως, αλλά έχουμε και άλλα έξοδα. Χρειαζόμαστε βενζίνα και πετρέλαιο, πράγματα που δεν παράγουμε, ρεύμα και τηλέφωνο, ρούχα που και που, κάνα βιβλίο  και άλλα. Θα πρέπει λοιπόν η οικοκοινότητα να παράγει για να πουλάει. Τι θα πουλάει; Λαχανικά, μέλι, γάλα και τυριά, εάν εκτρέφει ένα μικρό αριθμό ζώων, αυγά και κοτόπουλα; Εννοείται ότι όλες οι μονάδες συμβίωσης καλλιεργούν κάποιο λαχανόκηπο. Αλλά πώς;  Θα είναι οικογενειακός, του ζευγαριού ή του ατόμου. Στην Utopiaggia τον λαχανόκηπο τον είχαν αναλάβει οι τέσσερις γυναίκες, ο συντονιστικός πυρήνας. Τα οπωροφόρα δέντρα όποιος, όποια είχε μεράκι. Μια αγελάδα την φρόντιζε ένας άντρας (πουλούσε το γάλα) ενώ ένα ζευγάρι εξέτρεφε καμιά κατοσταριά πρόβατα,  πούλαγε το γάλα σε μια γυναίκα που έφτιαχνε γραβιέρα και την διέθετε σε οικογένειες στη Γερμανία. Το αμπέλι το φρόντιζαν όλοι μαζί αλλά ένας μερακλής πρέπει να υπάρχει που θα συντονίζει τις εργασίες, που είναι πολλές (κλάδεμα και κρασί).

ΤΟ ζήτημα του μαγειρέματος είναι κομβικό. Πώς θα μαγειρεύουμε; Όπως τώρα; Πολλή κούραση, μονοτονία και σπατάλη χρόνου. Στην Ουτοπιάτζια μαγείρευαν εκ περιτροπής. Τη Δευτέρα ο ένας, την Τρίτη ο άλλος κλπ. Η Κυριακή ήταν ελεύθερη. Πάντα είχα κάποια βοήθεια από επισκέπτες που δεν έλειπαν ποτέ. Μαγείρευε μια φορά τη βδομάδα και τις άλλες πήγαινε και έτρωγε. Μαγείρευε μεσημέρι και βράδυ, το βράδυ κάτι πιο ελαφρύ. Και τις δύο φορές έπρεπε αυτός που μαγείρευε, μαζί με την περιστασιακή βοήθεια, να πλένει και όλα τα σκεύη και να καθαρίζει τον χώρο. Μου έκανε μεγάλη εντύπωση αυτή η πρακτική. Μια ολόκληρη μέρα μαγειρεύεις και πλένεις αλλά όλες τις άλλες είσαι ελεύθερος, η!

ΟΠΟΙΟΣ τρόπος μαγειρέματος κι αν υιοθετηθεί, το πρώτο που πρέπει να κάνει η οικοκοινότητα είναι να διαμορφώσει ένα χώρο, ένα σπίτι, συνάντησης, συνέλευσης, γλεντιού, συζήτησης,  μαγειρέματος, αν υιοθετηθεί το εκ περιτροπής μοντέλο, αποθήκης τροφών. Γιατί να μην πίνεις τον καφέ σου, ή ό,τιδήποτε άλλο, με τα φιλαράκια σου; Θέλεις μόνος, πιες τον μόνος σου! Εννοείται ότι η λειτουργία και η καθαριότητα του κοινόχρηστου χώρου θα γίνεται εκ περιτροπής.

ΕΚΤΟΣ από τις δύο οικίες στην Ουτοπιάτζια υπήρχαν και μερικά τροχόσπιτα, όπου ζούσαν οι επισκέπτες. Δεν υπήρχε όριο στο χρόνο παραμονής. Τις τρεις πρώτες μέρες, ο επισκέπτης δεν κάνει τίποτα, μόνο βλέπει. Αλλά από την τέταρτη οφείλει να συμμετέχει τουλάχιστον στο εκ περιτροπής μαγείρεμα. Ειδάλλως, δρόμο! Κάθε ενήλικο μέλος κατέθετε ένα μικρό χρηματικό ποσό τον μήνα για να καλυφθούν τα έξοδα της κοινότητας, υποχρέωση που είχε και ο επισκέπτης. Ειδάλλως, δρόμο.

ΑΥΤΑ,  φίλες και φίλοι. Η ίδρυση μιας οικοκοινότητας δεν είναι δύσκολο εγχείρημα, εάν ξέρουμε τι θέλουμε, εάν δηλαδή τα περισσότερα ενήλικα μέλη είναι πάνω από σαράντα χρονών και είναι αποφασισμένα να αλλάξουν τρόπο ζωής.

Σχολιάστε ελεύθερα!