φθίσει σε τό σόν μένος
(η ισχύς σου, η γενναιότητά σου, θα σε σε καταστρέψει)
Ζ 407
φίλες και φίλοι, καλή σας μέρα
ΤΟ πρώτο λογοτεχνικό (το λέμε εμείς σήμερα) κείμενο του δυτικού πολιτισμού είναι η Ιλιάς (ποίησις) – κι αρχίζει με τη λέξη μήνιν, που είναι και η πρώτη λέξη της ευρωπαϊκής λογοτεχνίας (οργή, τσαντίλα, θυμός). Ο ποιητής/συνθέτης/αφηγητής της προσάπτει τον χαρακτηρισμό ουλομένην (Α2): θα ευχόμασταν να είχε χαθεί (η οργή), να μην υπήρχε, διότι προκαλεί πολλά δεινά στην κοινότητα, υπονομεύει το γενικό συμφέρον, μειώνει την ισχύ του συνόλου. Πολλοί και πολλές, μεταξύ των οποίων κι εγώ, θεωρούν ότι είναι το σημαντικότερο, το σπουδαιότερο κείμενο του πολιτισμού μας. Γιατί όμως; Έχουν διατυπωθεί πολλές απαντήσεις σε αυτό το ερώτημα, με τις οποίες συμφωνώ, αλλά τις βρίσκω ελλιπείς και ανεπαρκείς. Η Ιλιάδα συντέθηκε κατά τη διάρκεια της γένεσης του δυτικού πολιτισμού, κατά την αρχαϊκή εποχή (750-500 π. Χ.), κατά συνέπεια είναι μια πρώτης τάξης ιστορική πηγή για τις απαρχές του. Μας λέει πολλά (μετά από προσεκτική ανάγνωση και διεξοδική μελέτη βεβαίως) όχι μόνο για τις πρώτες μέρες του πολιτισμού μας, για το παρελθόν, αλλά και για το παρόν και για το μέλλον, μιας και το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό γνώρισμά του παραμένει απαράλλακτο, αναλλοίωτο (πρόκειται για την επιθυμία αύξησης του πλούτου, της ισχύος και της φήμης).
ΔΕΝ επιδέχεται την παραμικρή αμφιβολία η επισήμανση ότι η Ιλιάδα ήταν πολύ δημοφιλής – και τις πρώτες μέρες της σύνθεσής της και καθ΄ όλη τη διάρκεια του ελληνορωμαϊκού πολιτισμού, μέχρι τον 5ο και 6ο μ. Χ. αιώνα, πάνω από 1200 χρόνια. Στη συνέχεια, η ανάγνωση και η μελέτη της περιορίστηκε στους βυζαντινούς λόγιους, που την αντέγραφαν αδιαλείπτως και την σχολίαζαν για να γίνει κατανοητή, κι από αυτούς, τον 15ο αιώνα, μεταβιβάστηκε στους λόγιους της δυτικής Ευρώπης. Κι έτσι έφτασε και σε μας. Σήμερα είναι λίγοι και λίγες που την διαβάζουν και την μελετούν, το ενδιαφέρον όμως γι’ αυτό το κείμενο παραμένει αμείωτο. Είναι λίγοι και λίγες γιατί η κατανόησή της και η ερευνητική ανάγνωσή της προϋποθέτει μελέτη δεκαετιών, καθημερινή εργασία εφ΄ όρου ζωής- εάν κολλήσεις την ψώρα της Ιλιάδας, δεν θεραπεύεσαι ποτέ, με τίποτα. Κάθε χρόνο εκδίδονται και πολλές και ενδιαφέρουσες μελέτες και πολλά άρθρα σε φιλολογικά περιοδικά. Υπάρχει μια διεθνής ομηρική, και ειδικότερα ιλιαδική, κοινότητα αναγνωστών και μελετητών και νομίζω πως τα επόμενα χρόνια το ενδιαφέρον για την Ιλιάδα θα τονωθεί – μιας και ζούμε τα αδιέξοδα και το τέλος, θα έλεγα του πολιτισμού μας.
ΤΙ ειρωνεία! Να διαβάζουμε και να μελετάμε το σημαντικότερο κείμενο του πολιτισμού μας και να μην γνωρίζουμε τίποτα, σχεδόν τίποτα, για τον συνθέτη της, για τον ποιητή, τον πρωτεύοντα αφηγητή. Τις τελευταίες όμως δεκαετίες, χάριν κυρίως της αφηγηματολογίας, είμαστε σε θέση να σκιαγραφήσουμε, αδρομερώς έστω, τον αφηγητή της. Βιογραφικά στοιχεία δεν έχουμε και δεν θα έχουμε ποτέ – εκτός κι αν κάποια ανακάλυψη, αρχαιολογική ή κειμένου, μας εκπλήξει ευχάριστα, που δεν το νομίζω. Είμαστε σε θέση να σκιαγραφήσουμε την κοινωνική του καταγωγή και θέση, τον χαρακτήρα του, την ιδεολογία του. Πώς φτάσαμε σε αυτή την αδρομερή αλλά ενδιαφέρουσα σκιαγράφηση του αφηγητή; Διατυπώνουμε δύο ερωτήματα. Ο αφηγητής της Ιλιάδας είναι κάποιος σαν τους δύο (Δημόδοκος και Φήμιος) αοιδούς της Οδύσσειας: αφελής, απλοϊκός, φτωχός, υπηρέτης, ψυχαγωγός των ισχυρών και πλούσιων ηρώων, που αμείβεται με ένα κομμάτι κρέας και μια κούπα κρασί; Ένας τέτοιος αοιδός υπαγόρευσε την Ιλιάδα σε κάποιον πλούσιο που μπορούσε και ήθελε να την καταγράψει; Το δεύτερο ερώτημα προϋποθέτει την παρακάτω παρατήρηση: όλη (σχεδόν όλη) η ελληνορωμαϊκή γραμματεία είναι έργο αριστοκρατών, όχι των πολύ ισχυρών και των πολύ πλούσιων αλλά αυτών που βρίσκονταν στην πιο κάτω βαθμίδα της ιεραρχίας πλούτου και ισχύος. Πολλοί εξ αυτών είναι ξεπεσμένοι αριστοκράτες, οι οποίοι, όσο και να το ήθελαν, δεν μπορούσαν να ασχοληθούν με την αύξηση του πλούτου τους και της ισχύος τους, όπως οι ισχυροί, που δεν έκαναν και τίποτα άλλο. Χαρακτηριστικά παραδείγματα ξεπεσμένων αριστοκρατών είναι ο Ησίοδος και ο Πλάτων. Ό,τι και όποια ποίηση έχει γραφεί, λυρική και τραγωδία, έχει συντεθεί από αριστοκράτες (Ησίοδος, Πίνδαρος, Αλκαίος, Σαπφώ, Αισχύλος, Σοφοκλής). Το ερώτημα: μήπως ο αφηγητής, κατά συνέπεια και ο συγγραφέας, της Ιλιάδας ήταν κάποιος αριστοκράτης, κατά πάσα πιθανότητα όχι ιδιαίτερα πλούσιος και ισχυρός, που μπορούσε να αντεπεξέλθει στο σοβαρό για την εποχή εκείνη κόστος της συγγραφής και που είχε αποκτήσει την δεξιότητα να συνθέτει σε δακτυλικό εξάμετρο, το παραδοσιακό μέτρο της ηρωικής, επικής ποίησης, της προφορικής ποιητικής αφήγησης;
ΜΠΟΡΟΥΜΕ να απαντήσουμε σε αυτά τα δύο ερωτήματα; Μπορούμε. Πώς; Υπάρχουν τρεις τρόποι: ο τρόπος με τον οποίο μας αφηγείται την ιστορία του· τα σχόλια που κάνει ο ίδιος για τους ήρωες, για τους φόβους τους, τις επιθυμίες τους, τα συναισθήματά τους, τα λάθη τους, τα διλήμματά τους, τις σκέψεις τους, την κατάσταση στην οποία βρίσκονται, τα αδιέξοδα που βιώνουν· και, τέλος, με την υπόρρητη, υπανικτική συμβουλή στους ακροατές/αναγνώστες που δίνει μέσω της Ιλιάδας, μέσω της εξέλιξης της πλοκής της.
ΑΣ δούμε συνοπτικά τον πρώτο τρόπο. Δεν νοείται ηρωική ποίηση χωρίς πόλεμο· ο αφηγητής περιγράφει και εξυμνεί πολεμικά κατορθώματα ηρώων – ο ήρωας είναι πολεμιστής. Και πράγματι η μισή Ιλιάδα είναι περιγραφή μαχών και μονομαχιών και φόνων και απειλών και νικητήριας έπαρσης. Εμάς σήμερα μας φαίνονται μονότονες και πληκτικές αλλά δεν ήταν για τους ακροατές και τους αναγνώστες της ελληνορωμαϊκής αρχαιότητας – άκουγαν για φόνους και κοψίματα κεφαλιών και ηδονίζοναν, περνούσαν φίνα. Έχει παρατηρηθεί ότι ο ποιητής διαθέτει 60 (εξήντα) τρόπους για να δηλώσει τη σημασία “σκοτώνω”. Συμβαίνει όμως το εξής. Ο αφηγητής κάθε τόσο αφήνει το πεδίο της μάχης και μεταφέρει τη δράση αλλού, λες και θέλει να φύγει από τον πόλεμο. Ένα πολύ χαρακτηριστικό παράδειγμα. Στη Ζ, εκεί που πολεμάνε, χωρίς κανένα ιδιαίτερο λόγο, ο Έκτωρ φεύγει από το πεδίο της μάχης και πάει στην Τροία, και μαζί του και ο αφηγητής, και πάει στη πόλη να πει στις γυναίκες να πάνε στο ναό να ικετεύσουν τη θεά Αθηνά να τους βοηθήσει – και εκεί διαβάζουμε την πιο γνωστή, επειδή είναι η πιο συγκινητική, σκηνή της Ιλιάδας: συναντιέται με την γυναίκα του την Ανδρομάχη, που φοβάται για τη ζωή του, και παίρνει αγκαλιά το μωρό τους, που βλέπει την αστραφτερή περικεφαλαία και βάζει τα κλάματα.
ΔΙΑΚΟΠΤΕΙ πολύ συχνά την αφήγηση με τις εξαίσιες και αξεπέραστες παρομοιώσεις του, οι οποίες όλες μα όλες αντλούνται από την ειρηνική ζωή. Εξυμνεί τον πόλεμο, δεν μπορεί να κάνει κι αλλιώς, αλλά το μυαλό του και η αφήγησή του στρέφεται συνεχώς προς την ειρηνική ζωή – τις απολαύσεις της, τις εργασίες της, την καθημερινότητά της. Φεύγει από τον πόλεμο για να μην βαρεθούμε την μονοτονία των περιγραφών των μαχών; Μήπως για να χαλαρώσουμε μετά την ένταση της σφαγής και της αιματοχυσίας; Ναι, τα κάνει και τα δύο αυτά. Αλλά, η γνώμη μου είναι ότι κάνει και άλλο: στέλνει το εξής μήνυμα προς τους ακροατές/αναγνώστες, αριστοκράτες ασφαλώς: καλός ο πόλεμος αλλά καλύτερη η ειρήνη. Ο πόλεμος είναι καλός αλλά είναι και κακός. Θα ήταν καλύτερα να σταματήσετε να πολεμάτε. Εάν ο πόλεμος σας εξασφαλίζει την αύξηση του πλούτου και της ισχύος που επιθυμείτε και επιδιώκετε, στον πόλεμο όμως μπορεί να χάσετε τη ζωή σας, να τραυματιστείτε σοβαρά, να αιχμαλωτιστείτε και να τα χάσετε όλα: ζωή, πλούτο και ισχύ. Θα κερδίσετε φήμη, αλλά δεν θα υπάρχετε, θα είστε νεκροί. Το να σταματήσετε να πολεμάτε αυτό δεν σημαίνει ότι πρέπει να παραιτηθείτε κι από τις επιθυμίες της αύξησης της ισχύος και του πλούτου. Υπάρχουν άλλοι τρόποι να τις εκπληρώσετε. Βλέπετε τον Δία τι κάνει; Πολεμά; Όχι, Τι κάνει; Κάθεται και βλέπει τους άλλους να πολεμούν – το θέαμα αυτό του χαρίζει μεγάλη απόλαυση.
ΚΑΤΑ την κλασική εποχή οι αριστοκράτες δεν πολεμούν πια, όπως κατά την γεωμετρική και πρώιμη αρχαϊκή εποχή – άλλοι πολεμούν τώρα: οι μικροϊδιοκτήτες γης (οπλιτική φάλαγγα). Και δεν αυξάνουν τον πλούτο τους μέσω του πολέμου, μέσω ληστρικών επιδρομών αλλά μέσω της εργασίας των δούλων. Η μετάβαση από τον πόλεμο στην ειρηνική ζωή και από τις ληστρικές επιδρομές στη δουλεία εκτυλίχθηκε κατά τη διάρκεια της αρχαϊκής εποχής – η εποχή αυτή της μετάβασης είναι και οι πρώτες μέρες του δυτικού πολιτισμού. Οι άλλοι θα πολεμούν (οι φτωχοί), οι άλλοι θα εργάζονται (οι δούλοι). Εμείς θα ασχολούμαστε με τα άλογα, με την πολιτική, θα συντονίζουμε δηλαδή τις πολεμικές επιχειρήσεις, θα αποσπάμε το μεγαλύτερο μέρος της πολεμικής λείας, θα ασχολούμαστε με τον αθλητισμό, θα συμμετέχουμε στους αθλητικούς αγώνες και ειδικά με την αρματοδρομία (οι αγώνες φόρμουλα 1 της εποχής), θα ταξιδεύουμε, θα κάνουμε συμπόσια όπου θα συζητάμε, θα πίνουμε κρασί, θα τραγουδάμε και θα χορεύουμε, θα γαμάμε νεαρές δούλες, θα γράφουμε ποίηση, θα διαβάζουμε.
(ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ)
Σχολιάστε ελεύθερα!