in Πανταχού Απουσία

η πολιτική ολιγαρχία και το μέλλον της

φίλες και φίλοι, καλή σας μέρα

ΥΠΑΡΧΕΙ το ενδεχόμενο κάποια κυβέρνηση στο προσεχές, άμεσο μέλλον να ψηφίσει νόμο με τον οποίο όλοι οι εργαζόμενοι, δημοσίου και ιδιωτικού τομέα, θα εργαζονται όσο εργάζεται το διδακτικό προσωπικό σε όλες τις βαθμίδες του εκπαιδευτικού συστήματος (νηπιαγωγεία, δημοτικά, γυμνάσια, λύκεια, πανεπιστήμια), εννέα μήνες το χρόνο, να εφαρμόσει με άλλα λόγια την ετήσια τρίμηνη άδεια εργασίας; Δεν υπάρχει αυτό το ενδεχόμενο –  τέτοιο νόμο δεν θα διανοηθεί να ψηφίσει κι οποιαδήποτε κυβέρνηση της Αριστεράς. Θα το ήθελαν αυτό οι εργαζόμενοι; Δεν θα το ήθελαν, λόγου χάριν,  οι οδηγοί λεωφορείων στην Αθήνα; Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία, η  συντριπτική πλειονότητα του εργαζόμενου λαού θα το ήθελε. Το θέλει, το έχει σκεφτεί, το έχει προβάλει ως επιθυμία και ως αίτημα; Όχι. Το θέλει αλλά δεν γνωρίζει, δεν έχει συνειδητοποιήσει ότι το θέλει. Η Αριστερά, ως πρωτοπορία, τους βοηθάει να γνωρίσουν την επιθυμία τους, να την συνειδητοποιήσουν; Όχι, κατά κανένα τρόπο.

ΑΣ διατυπώσουμε τώρα μια άλλη υπόθεση εργασίας. Ας υποθέσουμε ότι το αίτημα αυτό συμπεριλαμβάνεται στο πρόγραμμα κάποιου κόμματος. Εάν το κόμμα αυτό είναι η  ΑΝΤΑΡΣΥΑ ή το ΚΚΕ (μ-λ), δεν πρόκειται να ασχοληθεί κανένας. Εάν όμως αυτό το κάνει ο ΣΥΡΙΖΑ; Όλα τα πυρά θα στραφούν εναντίον του –  πολιτικά και αυτά των μαζικών μέσων επικοινωνίας: θα τον εκτελέσουν με συνοπτικές διαδικασίες. Και: τι θα γίνει (αδιανόητο, αλλά λέμε τώρα), εάν κάποιο κόμμα ψηφίσει αυτόν τον νόμο; Να τι θα γίνει: μέσα σε λίγες μέρες ο νόμος θα ακυρωθεί, κι αν υπάρξει λαϊκή αντίδραση, ο στρατός είναι εδώ  να επιβάλει την τάξη.

ΔΕΝ νομίζω πως θα αναρωτηθείτε προς τι αυτές οι εισαγωγικές σκέψεις. Όλοι και όλες γνωρίζουμε ότι η ισχύς της πολιτικής ολιγαρχίας, η δυνατότητά της  να επιβάλει τη θέλησή της, είναι περιορισμένη, ότι υπάρχει κάποια ισχύς μεγαλύτερη από αυτήν και στην οποία υποτάσσεται. Ο εφοπλιστής Σπύρος Λάτσης είναι πιο ισχυρός από τον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη, όπως είναι και πιο ισχυρός από τον αρχηγό των ενόπλων δυνάμεων ή τον αρχιεπίσκοπο. Παρ’  όλα αυτά η πολιτική ολιγαρχία άρχει, αποφασίζει: η πολιτική ολιγαρχία είναι υποτελής Κύριος. Αυτή είναι η σωτηρία της και το μέλλον της (Κύριος), αυτό είναι και το δράμα της (Υποτελής). Θα ήθελα να προσέξετε και να σκεφτείτε το ερώτημα που ευθύς αμέσως θα διατυπώσω: υπάρχει το ενδεχόμενο στο μέλλον η πολιτική ολιγαρχία να αυξήσει την ισχύ της, όχι απαραίτητα και τον πλούτο της, και να παύσει να είναι υποτελής Κύριος και να γίνει Κύριος; Πιθανότατα να διαφωνήσετε αλλά εγώ δεν μπορώ να μην εκθέσω ευθέως και ευθαρσώς τη γνώμη μου: εντοπίζώ και επισημαίνω και παρατηρώ πολλές ενδείξεις που με παρωθούν να υποστηρίξω ότι έχει εκκινήσει μια διαδικασία κατά την οποία η πολιτική ολιγαρχία παύει να είναι υποτελής Κύριος και τείνει να αναβαθμιστεί και να γίνει Κύριος, να αποφασίζει αυτοβούλως, χωρίς υποδείξεις και κυρώσεις, χωρίς ενδοιασμούς και ταπεινώσεις.

ΠΡΙΝ όμως υποδείξω τις ενδείξεις και  εκθέσω τις σκέψεις μου ας δούμε ποια είναι αυτή η πολιτική ολιγαρχία και τι κάνει, ποια είναι η λειτουργία της και ποια τα χαρακτηριστικά της γνωρίσματα, ποιες είναι οι επιθυμίες της και οι εγγενείς τάσεις που εκτυλίσσονται μέσα στους κόλπους της. Όταν λέμε πολιτική ολιγαρχία εννοούμε το σύνολο των επαγγελματιών πολιτικών, ανδρών και γυναικών, όλων ανεξαιρέτως των κοινοβουλευτικών κομμάτων, από την άκρα δεξιά ώς την άκρα Αριστερά, από τη Χρυσή Αυγή και την Ελληνική Λύση  έως τον ΣΥΡΙΖΑ, έως κάποιο άλλο πιο αριστερό κόμμα που μπορεί, αν και είναι απίθανο, να εξασφαλίσει έδρες στο κοινοβούλιο.

ΩΣ ολιγαρχία, η πολιτική ολιγαρχία είναι ομάδα περιορισμένου και σταθερού, σχετικά, μεγέθους: είναι ολίγοι. Είναι ένα κλειστό κοινωνικό στρώμα, το οποίο ανανεώνεται (θα δούμε πώς) αλλά κατ’  εξοχήν ενδογενώς, μέσα από τους κόλπους του ίδιου του κοινωνικού στρώματος –  παιδιά, αδέρφια, ανήψια και άλλους συγγενείς ή και γνωστοί, φίλοι. Είναι πολύ δύσκολο, όχι ακατόρθωτο,  να εισχωρήσει κάποιος σε αυτό το στρώμα και όποιος το επιτυγχάνει χαίρει ιδιαίτερης εκτίμησης, όπως πρόσφατα συνέβη με τον ΣΥΡΙΖΑ κι ακόμα πιο πρόσφτα με το ΜΕΡΑ 25 και την Ελληνική Λύση.

Η διάρκεια παραμονής σε αυτό το στρώμα ποικίλει. Υπάρχει η βασική αντίθεση μεταξύ της παραδοσιακής, κληρονομικής πολιτικής ολιγαρχίας και των νεόπλουτων της πολιτικής. Ενώ η παραδοσιακή πολιτική ολιγαρχία έχει εξασφαλίσει την αναπαραγωγή της και το μέλλον της, δεν συμβαίνει το ίδιο και με τους νεόπλουτους. Η διάρκεια αυτών είναι περιορισμένη –  βασική τους επιδίωξη είναι η παράταση της παραμονής της, η εδραίωσή της, η μονιμότητά της. Δεν είναι μικρός ο αριθμός αυτών που εντάχθηκαν αλλά  δεν μπόρεσαν να παραμείνουν –  πρόκειται για τους επαγγελματίες πολιτικούς των μικρών κοινοβουλευτικών κομμάτων, που εμφανίστηκαν και εξαφανίστηκαν.

ΒΑΣΙΚΟ λοιπόν χαρακτηριστικό της πολιτικής ολιγαρχίας είναι η τάση προς την κληρονομικότητα. Ένα πολύ μεγάλο μέρος των επαγγελματιών πολιτικών έχουν κληρονομήσει το επάγγελμα από την οικογένειά τους  –  τα λεγόμενα “τζάκια”. Οι προπάτορες τους (Καραμανλής, Μητσοτακης, Παπανδρέου –  περιορίζομαι στους πιο γνωστούς) ήταν αυτοδημιούργητοι, κατάφεραν όμως να άρουν την  προσωρινότητα και την ευκαιριακότητα του πολιτικού επαγγέλματος, να εδραιώσουν τα συμφέροντά τους και να τα μεταβιβάσουν στους γόνους τους, θεμελιώνοντας μια παράδοση πολιτικής εκπαίδευσης και μόρφωσης που ξεπερνά τις όποιες διανοητικές αδυναμίες και περιορισμούς των διαδόχων –  βλέπε Γιωργάκης Παπανδρέου, Κωστάκης Καραμανλής, Κούλης Μητσοτάκης). Όσο βλάκας και να είσαι, πρωθυπουργός θα γίνεις.

ΟΛΑ τα μέλη της πολιτικής ολιγαρχίας είναι κρατικοί υπάλληλοι –  και στρέφουμε έτσι το βλέμμα μας από την εξέταση της  ολιγαρχίας  στην εξέταση της πολιτικής διάστασης του φαινομένου. Δεν είναι μόνιμοι κρατικοί υπάλληλοι. Οι βουλευτές και ο πρωθυπουργός, οι υπουργοί, οι υφυπουργοί, οι γενικοί γραμματείς είναι προσωρινά μόνο κρατικοί υπάλληλοι. Η διάρκεια της θητείας τους ποικίλει αλλά δεν είναι μεγάλη. Στις ΗΠA και Γαλλία δεν διαρκεί πάνω από δύο θητείες. Διότι, φίλες και φίλοι, το κοινοβούλιο και η κυβέρνηση, ο συντονισμός, η διαχείριση των υποθέσεων του κράτους, είναι κρατικά όργανα, είναι κρατικοί θεσμοί. Όταν δεν είναι ή όταν παύουν μια μέρα να είναι κρατικοί υπάλληλοι, πάλι κρατικοί υπάλληλοι είναι: παραμένουν επαγγελματίες της πολιτικής ως στελέχη των κομμάτων και γνωρίζουμε ότι τα κόμματα, όλα τα κόμματα που επιδιώκουν να αναλάβοουν την διαχείριση του κράτους με τη συμμετοχή στης εκλογές, είναι κι αυτά κρατικά όργανα, κρατικοί θεσμοί. Χρηματοδοντούνται από το κράτος και προστατεύονται από το κράτος. όποιας ιδεολογικου προσανατολισμού κι αν είναι. Τα επαγγελματικά στελέχη των όλων ανεξαιρέτως των κομμάτων ανήκουν στην πολιτική ολιγαρχία, αλλά στις κατώτερες βαθμίδες της ιεραρχίας ισχύος που παρατηρούμε στους κόλπους της.

ΘΑ ήθελα να τονίσω εμφατικά το εξής: η πολιτική ολιγαρχία, ιδίως η παραδοσιακή, κι αυτή που τείνει να εδραιωθεί, να γίνει κληρονομική, αν και όχι βασιζόμενη στη βιολογική συγγένεια, όπως ο ΣΥΡΙΖΑ, ή που αγωνίζεται να παραμείνει κληρονομική (ΚΙΝΑΛ), δεν ανησυχεί για το μέλλον της. Η αυξητική τάση της αποχής δεν την ενοχλεί, η πολιτική ολιγαρχία υπάρχει και θα υπάρχει ανεξαρτήτως του μεγέθους της προσέλευσης των πολιτών στις εκλογές. Κάθε άλλο. Η πολιτική ολιγαρχία όλων των κοινοβουλευτικών δημοκρατιών έχει αντιληφθεί και συνειδητοποιήσει ότι το επίδικο αντικείμενο της πολιτικής του 210υ αιώνα δεν θα είναι η συμβολή του κράτους στην ενίσχυση της αύξησης της παραγωγής, του ΑΕΠ, της κερδοφορίας, όπως ήταν μέχρι πρό τινος και καθ΄όλη τη διάρκεια του προηγούμενου αιώνα,  αλλά ο συντονισμός και η διαχείριση της διανομής αυτής της παραγωγής, με δικά μας λόγια, του κοινωνικού πλούτου. Θα ήθελα να το προσέξετε αυτό το σημείο. Δεν είναι λίγες οι ενδείξεις ότι η νεοφιλεύθερη παρένθεση, η απόπειρα να περιορίσει το κράτος, έχει κλείσει. Και δεν είναι λίγες οι ενδείξεις ότι έχει εκκινήσει η διαδικασία εδραίωσης του διανεμητικού κράτους, πρόδρομες μορφές του οποίου ήταν το κράτος πρόνοιας. Η ύπαρξη και η διευρυμένη αναπαραγωγή του καπιταλισμού και των ανεπτυγμένων καπιταλιστικών κοινωνιών  εξασφαλίζεται σήμερα μόνο με την διανομή χρήματος, κοινωνικού πλούτου δηλαδή, από το κράτος. Εάν σταματήσει η διανομή χρήματος (συντάξεις, ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα, επίδομα ανεργίας, δεκάδες άλλα επιδόματα, επιδοτήσεις για την τόνωση της κατανάλωσης –  επιδότηση αγοράς ηλεκτρικών συσκευών, μόνωσης κατοικιών και πιθανόν κι άλλα που δεν τα θυμάμαι ή τα αγνοώ), εάν λοιπόν σταματήσει όλη αυτή η διανομή χρήματος, ο καπιταλισμός θα καταρρεύσει και οι κοινωνίες θα αντιμετωπίσουν το φρικαλέο πρόσωπο της διάλυσης και της αποσύνθεσης.

Ο ρόλος του κράτους αναβαθμίζεται –  η συρρίκνωση του καπιταλισμού θα αντιμετωπιστεί τόσο μέσω της ανάληψης μέρους και μελλοντικά όλου του συντονισμού της παραγωγής του κοινωνικού πλούτου όσο και της διανομής του. Νέα καθήκοντα θα επωμιστεί κι αυτά τα καθήκοντα και λειτουργίες δεν μπορεί να τελεσφορήσουν χωρίς την πολιτική ολιγαρχία.

Σχολιάστε ελεύθερα!