φίλες και φίλοι, καλή σας μέρα
ΒΡΕΧΕΙ, και θα βρέχει όλη τη μέρα, πάρα πολύ ωραία, αυτός είναι ο καλός καιρός, δεν μπορώ να πάω στον κήπο, στον έρωτά μου, σε ένα από τα 69 πάθη μου. Ζύμωσα, ψήνεται, και σκέφτηκα να γράψω, το είχα από πολύ καιρό στο μυαλό (γραμμένο) για τον ωραιότερο, τον ομορφότερο ηχητικά στίχο της Ιλιάδας. Διαβάζοντας αυτόν τον στίχο, ακούς και βλέπεις, τόσο ζωντανά, τόσο φυσικά, που παθαίνεις ζημιά. Όσο ως προς το περιεχόμενο, ο στίχος που ξεχωρίζω, αν και είναι πολλοί, είναι ο Β 298, και είναι από τη ρήση του Οδυσσέα όταν καταστέλλει μια ανταρσία των απλών πολεμιστών που θέλουν να επιστρέψουν στα σπίτια τους. Λέει λοιπόν ο Οδυσσεύς ότι είναι ντροπή, μια ληστρική επιδρομή να διαρκεί πολύ και στο τέλος να επιστρέφεις στο σπίτι σου με άδεια χέρια, με άδειο το καράβι – δεν υπάρχει χειρότερη αποτυχία από αυτήν: αισχρόν τοι δηρόν τε μένειν κενεόν τε νέεσθαι. Εάν επικαιροποιήσουμε τη φράση και την ερμηνεύοουμε παραφραζόμενη, θα πούμε, ότι όσο πιο γρήγορα κυκλοφορεί, κινείται το κεφάλαιο, τόσο πιο πολλά θα είναι τα κέρδη. Πρόκειται για την ίδια λογική. Κυριολεκτικά μιλώντας, ένα κεφάλαιο που αργεί, που δεν κυκλοφορεί, δεν αποφέρει κέρδη. Κατά συνέπεια, κάθε επένδυση κεφαλαίου είναι μια ληστρική επιδρομή και ο καπιταλιστής είναι απόγονος του τσομπάν-ήρωα πολεμιστή. Ο καπιταλιστής είναι ήρωας, είναι ο ήρωας.
ΠΡΙΝ παραθέσω και μελετήσουμε τον στίχο θα κάνω κάποια εισαγωγικά σχόλια ώστε μόλις τον διαβάσετε, να τον κατανοήσετε και να τον απολαύσετε. Είναι εξαιρετικός.
Η λέξη ποταμός στην Ιλιάδα έχει δύο σημασίες. Δηλώνει τόσο τον ποταμό όσο και το ρυάκι και σημαίνει το τρεχούμενο νερό που πίνεται. Ποτόν, ποταμός, πόσιμος. Τα ρυάκια, καθώς κυλούν μέσα σε πέτρες, σχηματίζουν μικρούς καταρράκτες, κελαρίζουν, είναι κελαρυστά, δημιουργούν ένα πολύ ελαφρό και ευχάριστο ήχο. Δε μπορεί, θα έχετε ακούσει κελάρυσμα ρυακιού! Το ρήμα κελαρύζω συγγενεύει ετυμολογικά με το κελαϊδάω – και τα δύο προέρχονται από το αρχαιοελληνικό κελαδέω, στην Ιλιάδα όμως είναι κελάδω. Ένα ρυάκι, ένας ιλιαδικός ποταμός κελάδει – θα μπορούσαμε να πούμε, κάθομαι ποντά και ακούω ένα κελαρυστό ρυάκι, πάρ ποταμόν κελάδοντα.
ΑΣ πάμε τώρα στον ηλεκτρικό δονητή που χρησιμοποιούν ποικιλοτρόπως γυναίκες – και άντρες, δεν μας κόφτει. Ο δονητής έχει σχήμα πέους και κινείται, πάλλεται παλινδρομικά. Η λέξη προέρχεται απο το αρχαίο ελληνικό δονέω– σείω, σαλεύω, διεγείρω, κουνάω. Δόναξ, δόνακος γενική, είναι το καλάμι, το οποίο σαλεύεται από τον άερα, ακόμα και αν φυσάει ανεπαίσθητασείει, κουνάει ο άνεμος. Πολλά καλάμια μαζί είναι ένας καλαμιώνας – στα αρχαία ελληνικά, δονακεύς, του δονακέως, τω δονακεί, τον δονακέα – αιτιατική. Αυτός ο τύπος προέρχεται από το τον δονακήα, τον καλαμιώνα, τον διαβάζουμε στην Ιλιάδα. Θα έχετε δει, είμαι βέβαιος, το πάνω μέρος του καλαμιώνα να σαλεύει ελαφρά, απαλά. Είναι τόσο τρυφερές οι κορφές των καλαμιών που ελάχιστα να φυσήξει, σείονται, με χάρη. Ο τρυφερός, ο μαλακός, ο ευαίσθητος που πολύ εύκολα δονείται, σείεται λέγεται ροδανός – η λέξη ροδάνι προέρχεται από αυτό το επίθετο (είναι μικρός τροχός κλωστικής μηχανής που παίρνει κίνηση από άλλον τροχό). Ο ροδανός δονακεύς είναι ο καλαμιώνας την στιγμή που σείεται από ελαφρύ φύσημα του αέρα – στην αιτιατική είναι ροδανόν δονακήα. Εάν θελήσουμε να πούμε, τρώω κοντά σε καλαμιώνα που η κορφή του σείεται ελαφρά, θα πούμε, μιλώντας τη γλώσσα της Ιλιάδας, που ουδέποτε μιλήθηκε, είναι λογοτεχνική γλώσσα, εσθίω παρά ροδανόν δονακήα. Το ρυάκι που κελαρίζει και ο καλαμιώνας που σείεται ελαφρά με το φύσημα του ανέμου. Πώς τη διαβάζουμε αυτή τη φράση στην Ιλιάδα;
Ο συνθέτης της Σ, μία από τις ωραιότερες ραψωδίες της Ιλιάδας, περιγράφει την ασπίδα του Αχιλλεα, την έφτιαξε ο θεός Ήφαιστος, και σε ένα σημείο βλέπουμε ένα κοπάδι βοδιών που έχουν φύγει από το σταύλο, πάνε να βοσκήσουν και περνάνε
πάρ ποταμόν κελάδοντα, παρά ροδανόν δονακήα
ΑΥΤΟΣ είναι ο ομορφότερος, ο ωραιότερος ηχητικά στίχος της Ιλιάδας. Διαβάστε τον , παρακαλώ, δύο τρεις φορές! Τον διαβάζουμε και ακούμε το ρυάκι να κελαρύζει, και βλέπουμε τον καλαμιώνα να σείεται. Το ρυάκι όχι μόνο το ακούμε αλλά και ρέει στα χείλη μας. Όλα τα φωνήεντα του στίχου είναι βραχέα (εκτός απο ένα, προ το τέλος – το η), ενώ τα περισσότερα σύμφωνα είναι εξακολουθητικά, υγρά και ενρινα σχεδόν όλα – εκτός από το δ (5 ν, 3 ρ, 3 δ, μ, λ – έναντι 3 π, 2 τ, 2 κ στιγμιαίων). Η ταχεία, λόγω της βραχύτητας, εναλλαγή των βραχέων φωνηέντων και των εξακολουθητικών υγρών και ένρινων συμφώνων προκαλούν την αίσθηση της ροής του νερού και της ελαφράς κίνησης του ανέμου. Ο ποιητής μιμείται τους ήχους της φύσης – αυτή είναι η παρήχηση.
ΚΑΘΕ φορά που ανεβαίνω στο βουνό, που το διασχίζουν κελαρυστά ρυάκια, θυμάμαι και προφέρω αυτόν τον στίχο. Έχουμε καλαμιές αλλά δεν είναι πολλές – όταν όμως πάω προς νότο, Αττική και Πελοπόννησο μεριά, εκεί δεν υπάρχει μέρα που να μην δω κάποιον ροδανόν δονακήα. Και πολύ συχνά, και κελαρυστά ρυάκια. Έχω την αίσθηση ότι ο συνθέτης της Ιλιάδας ήταν Αθηναίος – οι ενδείξεις είναι πολλές. Μπορώ να φανταστώ την Αττική και το λεκανοπέδιο της Αττικής γεμάτο με κελάδοντας ποταμούς και ροδανούς δονακήας. Πριν λίγες δεκαετίες υπήρχαν, και πολλοί μάλιστα. Τώρα έχουν διασωθεί ελάχιστοι – αρχές της δεκαετίας του 1960 η οδός Καλλιρρόης ήταν κελάδων ποταμός με ροδανούς δονακήας, ο Ιλισσός. Και με πανύψηλές λεύκες και με καβούρια.
ΦΟΒΑΜΑΙ μήπως ο Ποσειδών και ο γιος του ο Εγκέλαδος μας τιμωρήσουν. Εάν αναγκαστούμε να φύγουμε πιο πριν, λόγω λειψυδρίας, θα σωθούμε. Το νερό στο φράγμα του Μόρνου λιγοστεύει συνεχώς. Η Αττική καταναλώνει 430 εκ. κυβικά μέτρα νερού το χρόνο κι αυτή τη στιγμή υπάρχουν 630 εκ. κυβικά μέτρα! Εάν δεν βρέξει και χιονίσει;