φίλες και φίλοι, καλή σας μέρα.
Ας υποθέσουμε ότι σταματάμε να καταναλώνουμε γάλα με την απαίτηση να μειωθεί η τιμή του, η συσκευασία του (μπουκάλι αντί χαρτί και πλαστικό), ο τρόπος διάθεσής του (χύμα αντί συσκευασμένο). Μπορούμε να φανταστούμε τι θα συμβεί; Θα μας κάνουν μηνύσεις γιατί δεν πίνουμε γάλα; Θα μας τρέχουν στα αστυνομικά τμήματα; Θα μας βασανίσουν; Θα μας στήσουν στο εκτελεστικό απόσπασμα; Τίποτα από όλα αυτά δεν θα κάνουν. Να τι θα κάνουν: θα τσακιστούν να μειώσουν την τιμή και να αλλάξουν και τη συσκευασία και τον τρόπο διάθεσής του. Τόσο μεγάλη είναι η ισχύς της καταναλωτικής στάσης και με αυτό το ζήτημα θα καταπιαστούμε σήμερα. Κι αν δεν τον κάνουν;
Η επίλυση και η αντιμετώπιση των κοινωνικών προβλημάτων (παγκόσμιων, τοπικών, προσωπικών) που αντιμετωπιζουμε, εμείς οι παραγωγοί του κοινωνικού πλούτου, θα εξαρτηθεί από την έκβαση του κοινωνικού πολέμου, επίδικο αντικείμενο του οποίου είναι ο εμμενής κομμουνισμός, και συγκεκριμένα η συρρίκνωσή του ή η διεύρυνσή του. Εάν υπερισχύσει η πρώτη, θα έχουμε ενίσχυση της Κυριαρχίας, δηλαδή της αρπαγής και της καταστροφής του τεράστιου και συλλογικά παραγόμενου κοινωνικού πλούτου και της καταστροφής της φύσης και της ζωής. Εάν υπερισχύσει η δεύτερη, θα εκκινήσει μια διαδικασία επίλυσης των προβλημάτων που αντιμετωπίζουμε.
Η έκβαση του κοινωνικού πολέμου θα εξαρτηθεί από τον τρόπο, μάλλον από τους τρόπους με τους οποίους θα πολεμήσουμε. Θα μπορούσαμε να διακρίνουμε αυτούς τους τρόπους σε δύο κατηγορίες. Σε αυτούς που μπορεί να καταστείλει ο Κύριος (καπιταλιστής της παραγωγής και του χρήματος) και σε αυτούς που δεν μπορεί. Σήμερα, πολεμάμε κυρίως με τρόπους που μπορεί να καταστείλει ο Κύριος αλλά διαθέτουμε πληθώρα ενδείξεων ότι οι παραγωγοί του κοινωνικού πλούτου αρχίζουν να αντιλαμβάνονται ότι οι τρόποι αυτοί είναι ατελέσφοροι και επινοούν νέους τρόπους που περιορίζουν τον Κύριο στο ρόλο του θεατή. Οι τρόποι αυτοί είναι το μέλλον μας. Και μιας κι είναι το μέλλον μας, οφείλουμε να στρέψουμε τη θεωρητική μας προσοχή σε αυτούς, χωρίς να αφήνουμε από τα μάτια μας και αυτούς του παρελθόντος, τους αναχρονιστικούς και την ήττα φέροντες. Να σας θυμίσω ακόμα τι έγραφε ο Θουκυδίδης για τους Αθηναίους (δηλαδή τους Κυρίους): τη λέξη ήττα δεν θέλουμε ούτε να την ακούσουμε. Και συμπληρώνω εγώ: Κι εάν ηττηθούμε, δεν το ξεχνάμε ποτέ. Αυτό είναι το περιεχόμενο της λέξης ‘αλήθεια’ (α-, λήθη): δεν ξεχνώ (την ήττα).
Σήμερα, θα ασχοληθούμε με ένα τρόπο διεξαγωγής του κοινωνικού πολέμου που δεν καταστέλλεται αλλά δεν είναι καινοφανής. Μολονότι έχει μια μεγάλη ιστορία, μολονότι έχει επιφέρει μεγαλειώδη αποτελέσματα μιας και είναι αήττητος, δεν προσφεύγουμε στη χρήση του. Για την αδιαφορία αυτή ευθύνεται κυρίως η ιστορική Αριστερά, η οποία επιμένει να καταφεύγει σε τρόπους που καταστέλλονται με χαρακτηριστική ευκολία από τον Κύριο. Και το κάνει αυτό όχι μόνο επειδή είναι ηττοπαθής, επειδή καβλώνει με την ήττα και με το να αναπνέει δακρυγόνα και να τρέχει έντρομη στους δρόμους αλλά επειδή τη συμφέρει πιο πολύ η ήττα από τη νίκη. Με τη νίκη, δηλαδή με το ενδεχόμενο της εισόδου των υποτελών Παραγωγών στο πολιτικό προσκήνιο οι ηγέτες και τα στελέχη της θα χάσουν τον έλεγχο και μαζί με αυτόν τον πλούτο, την ισχύ και τη φήμη τους. Υπάρχουμε για να ηττόμαστε: αυτή είναι η ιστορική Αριστερά, με το ένα πόδι στο τάφο.
Πρόκειται για την μερική (προσωρινή ή διαρκής) καταναλωτική στάση (αποχή), το γνωστό μποϊκοτάζ. Τι μπορούμε να κάνουμε με αυτήν; Από τι εξαρτάται η αποτελεσματικότητά της; Γιατί δεν καταστέλλεται; Πως οργανώνεται, πως κλιμακώνεται και συντονίζεται μια μερική καταναλωτική αποχή; Γιατί μερική; Γιατί προσωρινή ή διαρκής; Γιατί η καταναλωτική αποχή είναι ο φόβος και ο τρόμος του Κυρίου ημών;
Θα επιχειρήσουμε να απαντήσουμε σε όλα αυτά τα ερωτήματα, και σε άλλα εάν προκύψουν, αλλά θα επιμείνουμε μόνο στο ζήτημα τι μπορούμε να κάνουμε με αυτήν, έχοντας κατά νού ότι ο τρόπος αυτός δεν καταστέλλεται μιας και κανείς δεν μπορεί να σε εξαναγκάσει να καταναλώσεις ένα προϊόν εάν δεν το επιθυμείς (συνειδητά, εννοείται). Αυτά που μπορούμε να κάνουμε με την μερική, προσωρινή ή διαρκή, καταναλωτική αποχή είναι πάρα πολλά. Γιατί όμως; Ποια είναι ισχύ της; Είναι τόσο μεγάλη; Τις απαντήσεις σε αυτά τα ερωτήματα θα μας τις δώσει ο Κ. Μαρξ.
Ας ξεκαθαρίσουμε πρώτα ότι δεν μπορεί να υπάρξει ολική, προσωρινή ή διαρκής, καταναλωτική αποχή. Τα εμπόρευμα είναι τόπος ασυμφιλίωτης συνύπαρξης της Κυριαρχίας (ανταλλακτική αξία) και του κομμουνισμού (αξία χρήσης), ο κοινωνικός πλούτος εμφανίζεται ως σωρός εμπορευμάτων κι αυτό σημαίνει ότι δεν μπορούμε να υπάρξουμε χωρίς αυτά τα εμπορεύματα – αν και μπορούμε να δράσουμε παραγωγικά παράλληλα με την καπιταλιστική παραγωγή, όπως θα δούμε σε μελλοντικά σημειώματα. Η καταναλωτική αποχή μπορεί να είναι μόνο μερική, να αφορά δηλαδή ένα ή λίγα εμπορεύματα. Και μπορεί να είναι προσωρινή ή διαρκής, κάτι που εξαρτάται από τους σκοπούς της καταναλωτικής αποχής. Εάν ο σκοπός της είναι η μείωση της τιμής ενός προϊόντος (εμπορεύματος) ή η βελτίωση της ποιότητάς του και της συσκευασίας του, κλπ, τότε η καταναλωτική αποχή θα είναι προσωρινή. Η διάρκειά της θα εξαρτηθεί από τον αριθμό των συμμετεχόντων: όσο πιο πολλοί και πολλές θα λάβουν μέρος, τόσο πιο σύντομη θα είναι. Η επιδίωξή μας είναι να είναι όσο γίνεται πιο σύντομη! Εάν ο σκοπός της είναι ο περιορισμός ή η κατάργηση της παραγωγής ενός προϊόντος, τότε η αποχή είναι διαρκής. Εννοείται ότι στην περίπτωση της κατάργησης ενός προϊόντος λήγει και η αποχή.
Ερχόμαστε τώρα στο ερώτημα που οφείλεται η ισχύς της καταναλωτικής εποχής, στο ερώτημα δηλαδή γιατί να είναι ο φόβος και ο τρόμος του Κυρίου; Την απάντηση θα τη βρούμε σε κάποιες παρατηρήσεις που κάνει ο Κ.Μαρξ στις Βασικές αρχές της κριτικής της πολιτικής οικονομίας (Grundrisse der Kritik der politischen Oekonomie). Θα τις διαβάσουμε στον πρώτο τόμο της ελληνικής έκδοσης (Στοχαστής, μετ. Διονύσης Διβάρης), στην Εισαγωγή, στην οποία κάνει λόγο γαι τις σχέσεις παραγωγής, κατανάλωσης, διανομής και ανταλλαγής. Γράφει λοιπόν εκεί ότι η παραγωγή είναι άμεσα και κατανάλωση, υποκειμενική και αντικειμενική. Όταν παράγουμε, καταναλώνουμε εργασιακή (καί όχι εργατική – προσοχή!) δύναμη αλλά και μέσα παραγωγής (γνώση, εργαλεία, ενέργεια, πρώτες ύλες, κλπ). Η παραγωγική πράξη είναι και πράξη κατανάλωσης. Από την άλλη, η κατανάλωση είναι άμεσα και παραγωγή: τρώμε (κατανάλωση τροφής) και παράγουμε το σώμα μας. Στο πεδίο όμως της παραγωγής, η κατανάλωση είναι παραγωγή με άλλον τρόπο. Ας διαβάσουμε τι λέει ο Κ. Μαρξ (σελ. 59):
Η παραγωγή είναι λοιπόν άμεσα κατανάλωση, η κατανάλωση είναι άμεσα παραγωγή. Καθεμιά είναι άμεσα το αντίθετό της. Ταυτόχρονα όμως συντελείται ανάμεσα στις δυο μια διαμεσολαβητική κίνηση. Η παραγωγή διαμεσολαβεί την κατανάλωση: δημιουργεί το υλικό της κατανάλωσης, που χωρίς την παραγωγή θα της έλειπε το αντικείμενο. Αλλά και η κατανάλωση διαμεσολαβεί την παραγωγή, καθώς αυτή μόνο δημιουργεί για τα προϊόντα το υποκείμενο για το οποίο αυτά αποτελούν προϊόντα. . ,. Χωρίς παραγωγή δεν υπάρχει κατανάλωση, αλλά και χωρίς κατανάλωση δεν υπάρχει παραγωγή, γιατί η παραγωγή θα ήταν τότε άσκοπη. Η κατανάλωση παράγει την παραγωγή διπλά: 1) γιατί μόνο στην κατανάλωση το προϊόν γίνεται πραγματικά προϊόν. . . 2) Γιατί η κατανάλωση δημιουργεί την ανάγκη για νέα παραγωγή, δημιουργεί λοιπόν τον ιδεατό, εσωτερικά κινητήριο λόγο της παραγωγής, που είναι προϋπόθεση της τελευταίας. Η κατανάλωση δημιουργεί το κίνητρο της παραγωγής. . . Χωρίς ανάγκη δεν υπάρχει παραγωγή. Αλλά η κατανάλωση αναπαράγει την ανάγκη.
Αυτά και άλλα πολλά και άκρως ενδιαφέροντα μπορούμε να διαβάσουμε σε αυτό το μεγαλειώδες έργο του Κ.Μαρξ σχετικά με τη σχέση παραγωγής και κατανάλωσης. Χωρίς παραγωγή δεν μπορεί να υπάρξει κατανάλωση. Χωρίς κατανάλωση δεν μπορεί να υπάρξει παραγωγή. Εάν δεν υπάρξει παραγωγή και κατανάλωση, από το Κεφάλαιο οργανωμένα, δηλαδή από τον Κύριο (το έχουμε παραχέσει με τον μεταφορικό λόγο. . .), τότε δεν μπορεί να υπάρξει αρπαγή του κοινωνικού πλούτου, δεν μπορεί να υπάρξει συρρίκνωση του κομμουνισμού, δεν μπορεί να υπάρξει ενίσχυση και αναπαραγωγή της ισχύος του Κυρίου, της Κυριαρχίας. Ο Κύριος οργανώνει, συντονίζει και επιτηρεί την (εκ των πραγμάτων κομμουνιστικά οργανωμένη) παραγωγή όχι γιατί νοιάζεται εάν έχουμε να φάμε ή να ντυθούμε αλλά για να αρπάξει όσο περισσότερο από τον πλούτο που παράγουμε. Δεν γίνεται να μην καταναλώσουμε τον πλούτο που παράγουμε – γι αυτό τον παράγουμε άλλωστε- ή τουλάχιστον ένα μέρος του. Ο Κύριος δεν ανησυχεί μήπως πάψουμε να καταναλώνουμε – γνωρίζει ότι αυτό δεν θα το κάνουμε ποτέ. Κάτι άλλο τον ανησυχεί, κάτι άλλο του δημιουργεί εφιάλτες: η συνειδητά οργανωμένη και προγραμματισμένη μερική καταναλωτική στάση.
Ας υποθέσουμε ότι σταματάμε να καταναλώνουμε γάλα με την απαίτηση να μειωθεί η τιμή του, η συσκευασία του (μπουκάλι αντί γυαλί), ο τρόπος διάθεσής του (χύμα αντί συσκευασμένο). Μπορούμε να φανταστούμε τι θα συμβεί; Θα μας κάνουν μηνύσεις γιατί δεν πίνουμε γάλα; θα μας τρέχουν στα αστυνομικά τμήματα; Θα μας βασανίσουν; Θα μας στήσουν στο εκτελεστικό απόσπασμα; Τίποτα από όλα αυτά δεν θα κάνουν. Να τι θα κάνουν: θα τσακιστούν να μειώσουν την τιμή και να αλλάξουν και τη συσκευασία και τον τρόπο διάθεσής του. Κι αν δεν το κάνουν; Δεν πρόκειται να γίνει κάτι τέτοιο αλλά ας υποθέσουμε ότι γίνεται. Δεν θα πίνουμε γάλα; Αν και θα ήταν καλύτερα να μην πίνουμε γάλα, ή τουλάχιστον τόσο πολύ, υπάρχουν τρόποι να οργανώσουμε την απευθείας επαφή με τους παραγωγούς, ένα ζήτημα με το οποίο θα ασχοληθούμε στο μέλλον.
Δεδομένης λοιπόν της ανυπέρβλητης ισχύος της καταναλωτικής στάσης, οφείλουμε να θέσουμε τα παρακάτω ερωτήματα: είναι δυνατόν να υποστηριχτεί από τους υποτελείς παραγωγούς σήμερα, σε μια εποχή που βρίσκονται σε δεινή κατάσταση εξ αιτίας των νικηφόρων επιθέσεων του Κυρίου καπιταλιστή και των υπηρετών του; Κι αν ναι, από ποιο ή ποια προϊόντα θα πρέπει να αρχίσουμε; Η γνώμη μου είναι η εξής : θα πρέπει να αρχίσουμε από το ψωμί, το γάλα και το κρέας. Το ψωμί που τρώμε είναι απαράδεκτο, πίνουμε και χρησιμοποιούμε πάρα πολύ γάλα, ακριβό, γεμάτο με φυτοφάρμακα και αντιβιοτικά, που διανέμεται με τεράστια σπατάλη εργασίας, πρώτων υλών και ενέργειας (συσκευασία), τρώμε πάρα πολύ κρέας, γεμάτο κι αυτό με διάφορα αντιβιοτικά και άλλα δηλητήρια του κοινωνικού χημικού πολέμου.Θα πρέπει λοιπόν να ασχοληθούμε διεξοδικά με αυτά τα ζητήματα. Με αυτά σχετίζεται άμεσα και το ζήτημα της αυτοπαραγωγής. Θα το κάνουμε προσεχώς.