ή
”τριήμερο και μισθός για όλους”
οντολογία του λάθους
Η Χάνα Άρεντ υποστήριζε ότι όποιον δεν μπορούμε να συγχωρήσουμε, δεν μπορούμε και να τιμωρήσουμε. Από την άλλη, ενώ ο Χέγκελ (στη Φαινομενολογία του Πνεύματος) και ο Φρόιντ (στην Ψυχοπαθολογία της καθημερινής ζωής) θεωρούσαν ότι το λάθος είναι μια στιγμή της αλήθειας, ο Σοπενχάουερ έλεγε ότι τα υποσυνείδητα λάθη που κάνουμε στους λογαριασμούς είναι πάντα προς όφελός μας, εάν πρόκειται να εισπράξουμε βέβαια. Θα μπορούσαμε να διατυπώσουμε την άποψη ότι το λάθος είναι η πινακίδα που δείχνει τη σωστή κατεύθυνση και ότι δεν πρόκειται ποτέ, ως άτομα, ως συλλογικότητες ή/και ως κοινωνίες να αποφύγουμε τα λάθη – και τα προβλήματα που αναπόφευκτα προκύπτουν από αυτά. Είμαστε βέβαιοι ότι δεν μπορούμε να προβλέψουμε τις συνέπειες των πράξεων μας: επιδιώξαμε να συντηρήσουμε τις τροφές και καταλήξαμε να καταστρέφουμε το όζον της ατμόσφαιρας. Χρησιμοποιήσαμε το πετρέλαιο και καταστρέφουμε το κλίμα της Γης. Τίθεται λοιπόν το ερώτημα: πως μπορούμε να εντοπίζουμε και να επιλύουμε όσο γίνεται πιο γρήγορα τα λάθη και τα προβλήματα που προκύπτουν από τις πράξεις μας; Δεν είναι δύσκολο να απαντήσουμε: σε επίπεδο κοινωνίας, οφείλουμε να εργαζόμαστε όσο το δυνατόν λιγότερο και να έχουμε πρόσβαση στον συλλογικά παραγόμενο και ανοιχτά εκτιθέμενο κοινωνικό πλούτο, στον οποίον περιλαμβάνεται και η γνώση, ώστε να μπορούμε να κατανοούμε τα αίτια του προβλήματος και να αποφασίζουμε από κοινού για τον τρόπο αντιμετώπισης του. Η παραπάνω περιγραφείσα κοινωνία δεν είναι παρά μια κομμουνιστική κοινωνία: μόνο αυτή μπορεί να εντοπίζει και να επιλύει ταχύτατα και αποτελεσματικά τα αναποφεύκτως ανακύπτοντα προβλήματα. Σε πλήρη αντίθεση με τις κοινωνίες της Κυριαρχίας, οι οποίες οφείλουν την ύπαρξή τους στα προβλήματα. Εάν σήμερα τα παγκόσμια κοινωνικά προβλήματα επιλυθούν, ο δυτικός πολιτισμός, ο καπιταλισμός, η δημοκρατία, το κράτος, η αγορά και πολλοί άλλου θεσμοί θα καταρρεύσουν παταγωδώς.
Για να εντοπίσουμε λοιπόν και να επιλύσουμε ένα πρόβλημα, εκτός από την διάθεση, χρειαζόμαστε και την ελευθερία της έκφρασης. Χρειαζόμαστε βέβαια και μια θεωρία ή ένα σύστημα αξιών, μια ιδεολογία. Γιατί; Διότι μας βοηθάει να χαρακτηρίσουμε μια πρακτική ή μια απόφαση ως λάθος ή ως πρόβλημα. Εάν η ανεργία είναι πρόβλημα για τον υποτελή Παραγωγό, δεν είναι και για τον καπιταλιστή. Εάν οι τίτλοι ΣΥ.ΡΙΖ.Α και ΑΝΤ.ΑΡ.ΣΥ.Α είναι για μένα ένα σοβαρό λάθος και ένα πρόβλημα που πρέπει να επιλυθεί ταχύτατα, για τους περισσότερους δεν είναι. Το αντικείμενο του προκείμενου άρθρου θα είναι οι τίτλοι ΣΥ.ΡΙΖ.Α και ΑΝΤ.ΑΡ.ΣΥ.Α ως λάθος και ως πρόβλημα.
Ας ξεκινήσουμε από ορισμένες βεβαιότητες. Και η πρώτη από αυτές είναι το γεγονός ότι σε όποιον (ελληνόφωνο) κι αν δείξουμε αυτά τα αρκτικόλεξα, είναι βέβαιο ότι δεν θα μπορέσει να τα αποκρυπτογραφήσει, διότι περί αποκρυπτογράφησης πρόκειται. Είναι πολλοί και πολλές αυτοί που γνωρίζουν τι σημαίνει ΣΥ.ΡΙΖ.Α; Όταν διάβασα για πρώτη φορά για την ΑΝΤ.ΑΡ.ΣΥ.Α, έψαξα μέσα στην εφημερίδα ΠΡΙΝ να βρω τι σημαίνει αυτό το ακρωνύμιο. Το περίπλοκο, το δυσνόητο και το ακατανόητο της συντομογραφίας δημιουργεί μια αμηχανία στον αναγνώστη και του προσθέτει ένα ακόμα πρόβλημα σε αυτά που ήδη έχει. Δημιουργεί σύγχυση και δυσανασχέτηση. Είναι ένας γρίφος, ένα αίνιγμα το οποίο πρέπει ο αναγνώστης να επιλύσει.
Η δεύτερη βεβαιότητα είναι η εξής: όλα αυτά τα προβλήματα αίρονται διότι το αρκτικόλεξο δημιουργεί μια λέξη, αν και ανορθόγραφη για τον αναγνώστη, που έχει μια συγκεκριμένη, και μάλιστα επαναστατικού περιεχομένου, σημασία: ανταρσία. Έχουμε λοιπόν δύο τίτλους σε έναν: ο πρώτος είναι ο ΑΝΤ.ΑΡ.ΣΥ.Α και ΣΥ.ΡΙΖ.Α και ο δεύτερος ο ανταρσία και σύρριζα. Η ασάφεια και το αινιγματικό του πρώτου αίρεται από την σαφήνεια του δεύτερου. Θα λέγαμε ότι ο δεύτερος συμπυκνώνει, σημασιολογικά, τον πρώτο. Από τη στιγμή που το ακρώνυμο προφέρεται ως μια λέξη ( ανταρσία, σύρριζα) το κέντρο βάρους της σημασίας μετατίθεται από τις λέξεις που αποτελούν τα ακρωνύμια αυτά. Η Αντικαπιταλιστική Αριστερή Συνεργασία για την Ανατροπή και ο Συνασπισμός Ριζοσπαστικής Αριστεράς φαίνεται σαν να μην υπάρχουν όταν προφέρουμε τις λέξεις ΑΝΤΑΡΣΥΑ και ΣΥΡΙΖΑ αλλά το ουσιαστικό ανταρσία και το επίρρημα σύρριζα.
Η τρίτη βεβαιότητα είναι η ασάφεια των δευτέρου επιπέδου των τίτλων σύρριζα και ανταρσία. Δεν είναι και πολύ σαφές τι θα κόψει σύρριζα ο Συνασπισμός Ριζοσπαστικής Αριστεράς. Ο καθένας μπορεί να υποθέσει ότι θέλει. Τις ρίζες του Κακού, της εκμετάλλευσης, της καταπίεσης; Τα κακώς κείμενα του ελλη ικού Κράτους; Επίσης, δεν είναι και τόσο σαφές περί τίνος ανταρσίας πρόκειται, αν και γνωρίζουμε πολύ καλά τι σημαίνει ανταρσία. Είναι βέβαιο ότι ο όρος χρησιμοποιείται κυριολεκτικά, μόνο που η ανατροπή, η ανταρσία, θα αναβληθεί για λίγα χρόνια, κι αφού πρώτα κατέβουμε στις ευρωεκλογές. Κι αν στις επόμενες, του 2014 ( εάν γίνουν), εάν υπάρχει η ΑΝΤΑΡΣΥΑ, εμένα να με φτύσετε.
Δυο τίτλοι λοιπόν! Ο ένας, ο πρωτογενής, περίπλοκος και δυσνόητος: ένα αρκτικόλεξο-γρίφος. Ο δεύτερος, μια λέξη της καθομιλουμένης που συμπυκνώνει σημασιολογικά το αρκτικόλεξο γρίφος. Τι σημαίνουν όλα αυτά; Για να δώσουμε μια απάντηση, θα πρέπει να εξετάσουμε την σχέση της ιστορικής Αριστεράς, και της σημερινής νεκροζώντανης, με τα αρκτικόλεξα.
ιστορική Αριστερά και η λατρεία των αρκτικόλεξων
Η ιστορική Αριστερά λατρεύει τα αρκτικόλεξα. Από τον μεσοπόλεμο μέχρι σήμερα, ο αριθμός των πολιτικών ακρωνύμων που έχουν επινοηθεί είναι τεράστιος, ενώ γίνονται όλο και πιο περίπλοκα και ακατανόητα. Για να αποφευχθεί αυτή η ακατανοησία, συνειδητά επιλέγονται λέξεις τα αρχικά των οποίων μπαίνουν σε τέτοια τάξη ώστε να σχηματίζουν μια νέα λέξη: ο Ε.Λ.Α.Σ. είναι ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα. (Εμπρός Ε.Λ.Α.Σ Ε.Λ.Α.Σ. για την Ελλάδα!) Ευφυέστατα, ο Ε.Λ.Α.Σ. έγινε ΕΛ.ΑΣ., Ελληνική Αστυνομία! Το Π.Α.Μ.Ε. (Πανεργατικό Αγωνιστικό Μέτωπο Ελλάδας) δημιουργεί το ρήμα πάμε. Το ΜΕ.Ρ.Α (Μέτωπο Ριζοσπαστικής Αριστεράς) τη λέξη μέρα. Ο ΣΥΡΙΖΑ και η ΑΝΤΑΡΣΥΑ δημιουργούν τις λέξεις σύρριζα και ανταρσία. Τα περισσότερα όμως αρκτικόλεξα δεν δημιουργούν μια νέα λέξη και παραμένουν ακατανόητα: είναι πολύ δύσκολο ένας εργάτης ή μια εργάτρια να εντοπίσει τις λέξεις πίσω από την ΑΚΟΑ, την ΚΟΕ, την ΟΚΔΕ, το ΕΕΚ, το ΚΚΕ (μ-λ). το Μ-Λ ΚΚΕ, το ΜΕΡΑ, και άλλα πολλά. Τα αρκτικόλεξα όχι μόνο δεν του λένε απολύτως τίποτα αλλά τον κάνουν να αγανακτήσει και να χλευάσει.
Η κωμικοτραγική αυτή κατάσταση είναι η κατάληξη μιας συγκεκριμένης ιδεολογίας σχετικά με το περιεχόμενο και τη μορφή του τίτλου ενός κόμματος, μιας οργάνωσης, μιας συνεργασίας: της ιδεολογίας της ιστορικής Αριστεράς. Η ιδεολογία αυτή ήταν, και είναι, κληρονομιά του εργατικού κινήματος του 19ου αιώνα: ο τίτλος μας πρέπει να δηλώνει το ποιοι είμαστε, δηλαδή ποια θεωρία και ιδεολογία ενστερνιζόμαστε. Η Ένωση των Κομμουνιστών ανέθεσε, τον Νοέμβρη του 1847, στον Μαρξ και τον Ένγκελς “να συντάξουν ένα διεξοδικό θεωρητικό και πρακτικό πρόγραμμα του κόμματος”, διαβάζουμε στον πρόλογο του Μανιφέστου του Κομμουνιστικού Κόμματος. Το ίδιο γίνεται και με τους τίτλους των εντύπων (ο κόκκινος δημοκράτης, ο σοσιαλιστής, ο ριζοσπάστης και άλλα πολλά). Τη πρακτική αυτή κληρονόμησε και αναπαρήγαγε και η Αριστερά του 20ου αιώνα. Ενώ όμως αρχικά το ποιος είσαι δήλωνε αόριστα και τον σκοπό, δηλαδή τον σοσιαλισμό ή τον κομμουνισμό, με τον καιρό αντικαταστάθηκε από την άρνηση και την ασάφεια, που καταγράφονται στα αρκτικόλεξα. Ποιος είναι ο ΣΥΡΙΖΑ, η ΚΟΕ, Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ και τι θέλουν; Από τον τίτλο, πρωτογενή ή δευτερογενή (σύρριζα, ανταρσία), δεν μπορούμε να πληροφορηθούμε απολύτως τίποτα.
Η Αριστερά του μέλλοντος θα γυρίσει την πλάτη στα αρκτικόλεξα. Ο τίτλος δεν θα δηλώνει πια το “ποιοι είμαστε” . Γιατί δεν πρέπει να δηλώνει αυτό που είμαστε, που πιστεύουμε; Διότι οι λέξεις και οι όροι έχασαν την αρχική τους σημασία, τη σημασία που είχαν πριν δυο αιώνες περίπου. Οι Κύριοι έγιναν σοσιαλιστές (ΠΑΣΟΚ), και οι κομμουνιστές της Γαλλίας, της Ελλάδας, της Ιταλίας και άλλων χωρών Κύριοι και κυβερνήτες. Σήμερα, το να δηλώνεις ποιος είσαι, δεν έχει κανένα απολύτως νόημα. Η λέξη επανάσταση είναι καραμέλα στα χείλη των διαφημιστών, των απατεώνων δηλαδή. Από τη στιγμή που βουλευτές της ΝΔ χαρακτηρίζονται ως αντάρτες, η ΑΝΤΑΡΣΥΑ (ανταρσία) είναι ένα όπλο με μόνιμη αφλογιστία. Θα πρέπει να βάλουμε ένα οριστικό και αμετάκλητο τέλος σε αυτή την παρωχημένη, αναποτελεσματική και αυτοκαταστροφική πρακτική.
Η πρακτική αυτή έχει υιοθετηθεί από τους αντιπάλους κι αυτό είναι ένας ακόμα λόγος για να εγκαταληφθεί από την Αριστερά. Είδαμε πως ο Ε.Λ.Α.Σ. έγινε ΕΛ.ΑΣ., ενώ το αρκτικόλεξο ΛΑ.Ο.Σ (Λαϊκός Ορθόδοξος Συναγερμός) δημιουργεί τη λέξη λαός. Θα έχετε παρατηρήσει ότι, κάθε φορά που κάποιος δημοσιογράφος προφέρει ως λάος, οι του κόμματος διαμαρτύρονται έντονα. Είναι αξιοπρόσεχτο ότι στη μάχη για τον τονισμό της λέξης, ο λαός τάσσεται υπέρ του λάος. . .
Θεωρώ ότι η έγνοια της Αριστεράς να σχηματίζει μια απλή και κατανοητή λέξη της καθομιλουμένης με το αρκτικόλεξο καταγράφει όχι μόνο την υποσυνείδητη επιθυμία να εγκαταλειφθούν τα αρκτικόλεξα-γρίφοι αλλά και την μεταβατικότητα της εποχής μας: ζούμε την μετάβαση από την ιστορική Αριστερά και Αριστερά του μέλλοντος. Και η Αριστερά του μέλλοντος δεν θα έχει καμιά απολύτως σχέση με τις συντομογραφίες. Θα τις αφήσουμε για τους αντιπάλους μας.
από το αρκτικόλεξο στη πρόταση
Τι απομένει; Εάν ο τίτλος δεν θα δηλώνει αυτό που είμαστε, τι πρέπει και τι μπορεί να δηλώνει; Πρέπει να δηλώνει κάτι το οποίο δεν μπορεί να αφομοιωθεί από τον αντίπαλο. Ποιο είναι αυτό; Τι δεν μπορεί να αφομοιώσει ο αντίπαλος; Είναι οι πυρηνικές επιθυμίες των υποτελών Παραγωγών, οι κοινές επιθυμίες των μισθωτών της εκτέλεσης. Ποιες είναι αυτές; Είναι πολλές; Όχι, δεν είναι πολλές: είναι δύο. Η μία αφορά την πρόσβαση στον συλλογικά παραγόμενο κοινωνικό πλούτο και μπορεί να συμπυκνωθεί ως εξής: μισθός για όλους και όλες. Η δεύτερη καταγράφεται στο σύνθημα ”λιγότερη δουλειά, δουλειά και όλους” και μπορεί να επαναδιατυπωθεί ως εξής: τριήμερο για όλους και όλες. Να ξεκουραστούν όσες και όσοι εργάζονται εξαντλητικά και να εργαστούν όσοι και όσες είναι άνεργοι. Έτσι, η γνώμη μου είναι ότι ο τίτλος της Αριστεράς του μέλλοντος θα πρέπει να είναι: τριήμερο και μισθός για όλους.
Η γνώμη μου είναι ότι η Αριστερά του μέλλοντος θα έρθει στο προσκήνιο όταν θα εμφανιστεί μια οργάνωση της Αριστεράς που το όνομα της θα καταγράφει τις πυρηνικές επιθυμίες των υποτελών παραγωγών, οι οποίες ασφαλώς δεν κάνουν τίποτα άλλο από το να διευρύνουν τον κομμουνισμό του παρόντος, μιας και πρόκειται για κομμουνιστικότητες. Πρώτη κομμουνιστικότητα: η διαρκής μείωση του χρόνου εργασίας μέχρι που να φτάσουμε στην πλήρη κατάργηση της μέτρησης του χρόνου στην παραγωγή του κοινωνικού πλούτου (Αλλά όχι στα δρομολόγια των τρένων – ή μήπως και σε αυτά; ) Η δεύτερη: ο κοινωνικός πλούτος παράγεται από όλους και όλες και πρέπει να εκτίθεται ανοιχτά και να εξασφαλίζεται η ομαδική (και όχι ατομική) πρόσβαση σε αυτόν.
Πως θα εφαρμόσουμε το τριήμερο; Πως τον μισθό για όλους και όλες; Το πρώτο με το πέρασμα στη πράξη, τον δεύτερο με την στάση, το σταμάτημα, την απεργία των υποτελών Παραγωγών του κοινωνικού πλούτου. Πέρασμα στη πράξη σημαίνει πραγματοποιώ μια επιθυμία, ικανοποιώ μια ανάγκη χωρίς να διεκδικήσω, να ζητήσω, να ικετεύσω (τον Κύριο καπιταλιστή και τα τσιράκια του). Το πέρασμα στη πράξη είναι το πιο ισχυρό όπλο του υποτελούς Παραγωγού. (Νικάμε χωρίς να πολεμάμε – Πέρασμα στη πράξη είναι η γιορτή της Πρωτομαγιάς). Η στάση, το σταμάτημα, η απεργία, η αποχή, το οδόφραγμα στο χρόνο, είναι το αμέσως ισχυρότερο όπλο: πρώτα νικάμε και μετά πολεμάμε.
Με αυτά όμως τα ζητήματα θα καταπιαστούμε στο άρθρο για την Πρωτομαγιά, η οποία είναι γιορτή και γλέντι και όχι απεργία, όπως επιχειρεί να μας πείσει η νεκροζώντανη ιστορική Αριστερά.