in Πανταχού Απουσία, θεωρία κομμουνισμού, θεωρία επανάστασης

ανοιχτή επιστολή στη μεγάλη καριόλα συγγραφέα Κυρία Λένα Διβάνη: από την ευθεία (του δόρατος) στην ευθύνη (του ελεγκτή)

     προς την καριόλα συγγραφέα Κυρία Λένα Διβάνη

   Λένα Διβάνη, είσαι μεγάλη καριόλα συγγραφέας Κυρία. Θα αγνοείς βέβαια ότι η  βρισιά καριόλα ωχριά μπροστά στη βρισιά Κυρία. Εάν  καριόλα είναι η ανήθικη γυναίκα (αποσυνδέω άκρως συνειδητά τη βρισιά από το νυφικό κρεβάτι), η Κυρία είναι η αδίστακτη ανήθικη γυναίκα. Μεταξύ των δύο βρισιών, η λέξη συγγραφέας δεν μπορεί παρά να λειτουργεί κι αυτή ως  βρισιά. Το ότι πολλές λέξεις που μέχρι πρότινος εξέφραζαν ισχή, κύρος, πλούτο και φήμη διευρύνονται σημασιολογικά και αποκτούν υβριστικό περιεχόμενο (Κυρία, Κύριος, βουλευτής, πολιτικός, συγγραφέας, δημοσιογράφος) είναι κάτι που δεν θα έχεις υποψιαστεί διότι είσαι συγγραφέας, δηλαδή κάποια που γράφει χωρίς να σκέφτεται. Έτσι αρχίζουμε να προσλαμβάνουμε πλέον τον όρο συγγραφέας. Θα αγνοείς βέβαια ότι με τη λέξη Κυρία εννοούμε την ένοπλη ζητιάνα. Είσαι λοιπόν και

 ανήθικη (καριόλα) και κάποια που δεν σκέφτεται (συγγραφέας) και Κυρία (ένοπλη ζητιάνα). Εάν σου πω ότι μόλις χτες έμαθα το όνομά σου, δεν θα το πιστέψεις. Και θα αναρωτηθείς βέβαια πως τολμώ, μιας και δεν σε γνώριζα πριν από λίγες ώρες  και δεν έχω διαβάσει τίποτα απολύτως από αυτά που έχεις γράψει, πώς τολμώ και διατυπώνω δημοσίως αυτό το ακατάσχετο υβρεολόγιο. Δεν είναι καθόλου ακατάσχετο· γράφω και πιέζω πολύ τον ευατό μου, αυτολογοκρίνομαι για λόγους καθαρά αισθητικούς, από σεβασμό στους αναγνώστες και αναγνώστριες να αποφύγω τα μπινελίκια.

    Διάβασα το σχόλιό σου στο twitter και σε γνώρισα.  Είναι επαρκές το σχόλιό σου για να σχηματίσω μια εικόνα τού ποια είσαι και πώς σκέφτεσαι; Αν είναι λέει! Υπερεπαρκές! Εάν μου δώσεις 10.000 εβρά θα γράψω ένα βιβλίο γι αυτό το σχόλιο, τόσα πολλά ερεθίσματα για σκέψεις μου έδωσε –  και η πρώτη από αυτές είναι η εξής:  σκέφτεσαι τελείως υποτυπωδώς.  Δεν θα σε πείραζε, νομίζω, να παραθέσω τη σοφία σου:

Συμπέρασμα: οι ελεγκτές δεν πρέπει να κάνουν τη δουλειά τους γιατί κάποιος τζαμπατζής μπορεί να πηδήξει έξω από το όχημα. Λογικό.

Αρχίζεις με τη λέξη συμπέρασμα και τελειώνεις με τη λέξη λογικό. Έχεις εγκλείσει τον συλλογισμό σου με αυτές τις δύο λέξεις, οι οποίες δεν είναι μόνο φράχτες της σκέψης, είναι κυρίως δήμιοι της σκέψης. Η νοηματική βαρύτητα του σχολίου σου βρίσκεται σε αυτές τις δύο λέξεις και στη θέση που βρίσκονται. Αυτός, αυτή που σκέφτεται αποφεύγει να ορίσει το συμπέρασμα και το τί είναι λογικό, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν έχει καταλήξει σε κάποια συμπεράσματα ή στο τι είναι λογικό. Είσαι Κυρία, εσύ ορίζεις σε ποια συμπεράσματα πρέπει να καταλήξουμε και εσύ ορίζεις ποιό είναι το λογικό, ποιά είναι η πραγματικότητα. Δημιουργείς και επιβάλλεις κανόνες, η προσέγγισή σου δήλα δή είναι κανονιστική. Με άλλα λόγια: δεν μιλάς εσύ, δεν σκέφτεσαι εσύ αλλά ο Δασκαλόπουλος, ο βιομήχανος, ο Στουρνάρας, ο Σαμαράς, ο Βενιζέλος, ο Σόιμπλε. Ας το διατυπώσω πιο κομψά: διά του στόματός σου ομιλεί η Κυρία Μέρκελ. Το σχόλιό σου μού λέει ότι το πρότυπό σου είναι η Μέρκελ· αυτό που έγραψες θα το προσυπόγραφε ενθουσιωδώς το ίνδαλμά σου. Δεν είμαι σε θέση να γνωρίζω πόσο πλούσια, ισχυρή και διάσημη είσαι αλλά το σχόλιό σου μου λέει ότι θέλεις να γίνεις πολύ πλούσια, πολύ ισχυρή, πολύ διάσημη!

     Οι λέξεις-δήμιοι της σκέψης συμπέρασμα και λογικό μας παρωθούν να εμπεδώσουμε την  αντίληψη ότι υπάρχει ένα συμπέρασμα, ότι υπάρχει ένα λογικό· με άλλα λόγια, υπάρχει μόνο ένα λογικό συμπέρασμα:

οι ελεγκτές δεν πρέπει να κάνουν τη δουλειά τους γιατί κάποιος τζαμπατζής μπορεί να πηδήξει έξω από το όχημα.

    Οι λέξεις συμπέρασμα και λογικό μας παρακινούν ακόμα να σκεφτούμε ότι δεν έχεις πάρει χαμπάρι ότι το ένα δεν υπάρχει. Και με αναγκάζεις να ορίσω εκ νέου τον/την συγγραφέα:  συγγραφέας είναι αυτός, αυτή που θεωρεί, που είναι βέβαιη ότι το ένα υπάρχει και ότι υπάρχει μόνο αυτό. Το ζήτημα έχει πολλές πτυχές αλλά θα μείνω σε μία: εσύ είσαι Κυρία, εγώ είμαι Υποτελής. Εσύ νομίζεις ότι σκέφτεσαι όπως σκέφτονται όλοι, και σκέφτεσαι ότι όλοι σκέφτονται με τον ίδιο τρόπο: αυτό μας λένε οι λέξεις συμπέρασμα και λογικό. Όχι, δεν σκέφτεσαι όπως σκέφτονται όλοι, προσπαθείς να μας πείσεις να σκεφτόμαστε όπως σκέφτεσαι εσύ,η Κυρία. Το ότι προσπαθείς δηλώνει ότι υπάρχει κι άλλος, κι άλλοι τρόποι σκέψης. Εάν είναι έτσι, υπάρχει το ένα;

  Δεν υπάρχει μία χώρα, μία οικονομία, μία δικαιοσύνη, μία λογική, μία πραγματικότητα, ένας τρόπος σκέψης  αλλά τουλάχιστον δύο. Τη δεύτερη δεν την γνωρίζεις· έχεις προφανώς κάποιες υπόνοιες, κάποιες ενδείξεις γι αυτήν αλλά απορροφημένη όπως είσαι στον τρόπο σκέψης του Κυρίου οι ενδείξεις αυτές δεν μπορεί παρά να είναι παραμορφωμένες. Παίρνω την πρωτοβουλία να τις ξεπαραμορφώσω αλλά δεν νομίζω ότι θα πάρεις χαμπάρι· ο κόπος μου όμως δεν θα πάει χαμένος μιας και η επιστολή είναι ανοιχτή.

     Θα εστιάσω λοιπόν σε δύο λέξεις του σχολίου σου και θα επιχειρήσω να φέρω στο προσκήνιο αυτά που είτε αγνοείς είτε έχεις καταχωνιάσει βαθιά στο βούρκο της ένοπλης ζητιάνας και ρουφιάνας ψυχής σου. Οι λέξεις αυτές είναι ελεγκτές και τζαμπατζής. Εσύ δεν αναρωτιέσαι, δεν μπορείς να αναρωτηθείς, ποιος είναι ο ελεγκτής και ποιος είναι ο τζαμπατζής. Με άλλα λόγια, ποια είναι η ευθύνη και ποια η ανευθυνότητα. Θα διαρρήξεις τα ιμάτιά σου βέβαια που θα ταχθώ αναφανδόν, με τον πιο ρητό και απλό και σαφή και κατηγορηματικό τρόπο κατά του ελεγκτή και κατά της ευθύνης και υπέρ του τζαμπατζή και υπέρ της ανευθυνότητας.

  Το ότι τάσσεσαι με το μέρος του ελεγκτή, παρακάτω θα δείξω ότι ταυτίζεσαι, με παρακινεί να αποπειραθώ μια σύγκριση ανάμεσα σε Σένα και τον ελεγκτή. Εσύ είσαι Κυρία· αλλά και ο ελεγκτής είναι Κύριος. Είναι Κύριος διότι ελέγχει κάποιον άλλον, ο οποίος είναι Υποτελής – ο τζαμπατζής στη προκειμένη περίπτωση. Όποιος, όποια ελέγχει τους Υποτελείς είναι Κύριος, Κυρία. Επειδή όμως συμβαίνει πολύ συχνά ο Κύριος να είναι και Υποτελής Κύριος, αναρωτιέμαι ποιά να είναι η θέση η δική σου και του ελεγκτή στην κυριαρχική ιεραρχία. Η Μέρκελ, για παράδειγμα, είναι και Υποτελής (εκτελεί διαταγές των καπιταλιστών της παραγωγής και του χρήματος) αλλά και Κυρία προς τους υφισταμένους της. Για να καταλάβεις τι εννοώ, επικαλούμαι τη στρατιωτική και εκκλησιαστική ιεραρχία. Ο ταγματάρχης βρίσκεται κάπου στη μέση: τον διατάζει ο συνταγματάρχης, που τον διατάζει κάποιος ανώτερος,  και διατάζει τον λοχαγό,  που διατάζει κάποιον κατώτερο. Στην κορυφή βρίσκεται ο αρχιστράτηγος, στον πάτο ο δεκανέας και πιο κάτω στον πάτο, στον απόπατο, ο φαντάρος. Εσύ και ο ελεγκτής σε μια ιεραρχία εντάσσεστε και σε ποιά θέση; 

   Η θέση είναι σαφής: είστε δεκανείς, και οι δύο.  Και οι δύο έρχεστε σε άμεση επαφή με τους Υποτελείς: εσύ με τους αναγνώστες, ο ελεγκτής με τους επιβάτες. Ο καπιταλιστής και ο πολιτικός δεν είναι μαλάκες να έρχονται σε άμεση επαφή με τους Υποτελείς –  εσείς είστε μαλάκες. Εσείς ζητιανεύετε πλούτο, ισχύη και δόξα. Εσείς είστε τα μαλακισμένα κορόιδα (κουρόγιδο, το κουρεμένο γίδι, το γίδι που έπεσε θύμα αρπαγής). Ξέρεις πολύ καλά τι έχεις χάσει, τι και ποιος σου έχουν αρπάξει: πολλά, πάρα πολλά και ιδίως την ικανότητα να σκέφεσαι. Σε ποια όμως ιεραρχία είστε ενταγμένοι και αφοσιωμένοι ψυχή τε και σώματι. Ο ελεγκτής είναι κρατικός υπάλληλος, στην πιο τελευταία βαθμίδα –  πιο κάτω δεν υπάρχει άλλη. Εσύ;

    Εσύ, ως συγγραφέας είσαι υπαλληλος ενός Ιδεολογικού Μηχανισμού του Κρατους, του πολιτισμικού. Θα εκπλαγείς βέβαια που γράφω ότι είσαι κρατικός υπάλληλος της πιο τελευταίας βαθμίδας. Εσύ νομίζεις ότι είσαι κάτι άλλο, ότι έχεις πιάσει τον Πάπα από τ΄ αρχίδια! Όχι μόνο δεν του τα έχεις πιάσει αλλά η μεγαλομανία σου και η ματαιοδοξία σου δεν σου επιτρέπουν να αντιληφθείς ποια είσαι   –  να λοιπόν οι δύο πραγματικότητες: η δική σου και η δική μου, η οποία είναι και άλλων, ανδρών και γυναικών. Να λοιπόν γιατί προανήγγειλα ότι θα υποστηρίξω πως ταυτίζεσαι με τον ελεγκτή: είστε και οι δύο κρατικοί υπάλληλοι: άτυπη και ελεύθερη και ανεξάρτητη εσύ, πραγματικός και μισθωτός και εξαρτημένος ο ελεγκτής. Κι ενώ ο ελεγκτής δεν είναι συγγραφέας, εσύ είσαι ελεγκτής: η δουλειά σου δεν είναι να ελέγχεις εάν οι επιβάτες χτυπάνε εισιτήριο αλλά να ελέγχεις εάν οι αναγνώστες σου σκέφτονται όπως σκέφτεσαι εσύ, μια ψιλικατζού Κυρία συγγραφέας, εάν σκέφτονται όπως θέλει ο Κύριος ημών να σκεφτόμαστε.

  Το γεγονός ότι είστε στα κατακάθια της κρατικής ιεραρχίας μου λέει ότι θα θέλατε να ανέλθετε την κλίμακα. Θα θέλατε να ήσασταν διευθυντές και μάλιστα υπεύθυνοι;  Να ήσασταν σε κάποια θέση με μεγαλύτερη ευθύνη ώστε να έχετε την ευκαιρία να φανείτε πιο χρήσιμοι και υπάκουοι, να δείξετε την υπευθυνότητά σας;  Αντιλαμβάνεσαι ότι στις λέξεις διευθυντής, υπεύθυνος, ευθύνη, υπευθυνότητα υπάρχει η λέξη ευθεία;  Τι σχέση έχει ο διευθυντής με την ευθεία;  Μιας και το επίθετο ευθύς εμφανίζεται και ως ιθύς, να και ο ιθύνων νους. Το έχεις σκεφτεί; Όχι, δεν το έχεις σκεφτεί, είμαι πολύ βέβαιος, τόσο βέβαιος που κόβω τ΄αρχίδια μου και τα πετάω στα λαμπρά πόδια Σου, Κυρία! Γιατί όχι και στην ποδιά σου.

   Το ότι η ευθεία είναι μια άλλη λέξη, μια μετωνυμία της ισχύος, της ισχύης, της ισχής, είναι σαφές. Η Κυριαρχία λατρεύει την ευθεία και η λατρεία αυτή εντοπίζεται στην Ιλιάδα.  Πηγή της είναι η τροχιά του βλήματος της εποχής εκείνης, του δόρατος. Όσο είναι ισχυρό και ταχύ κινείται ευθέως· μόλις όμως χάσει την ισχή του, καμπυλώνει και πέφτει. Ο ιθύνων νους δεν είναι ο νους που λειτουργεί γραμμικά αλλά είναι ο ισχυρός νους. Ο διευθυντής είναι ένας ισχυρός Κύριος, αν και Υποτελής συχνάκις. Το ίδιο και ο υπεύθυνος. Οι λέξεις υπευθυνότητα και ευθύνη αναφέρονται στη διαθέσιμη ισχύη του (Υποτελούς) Κυρίου. 

    Ως Κυρία δεν μπορεί να μην είσαι ιθύνων νους, υπεύθυνη και να έχεις βαθύτατη επίγνωση τι είναι υπευθυνότητα και ευθύνη. Αυτές οι λέξεις είναι δικές σας λέξεις. Το δράμα το δικό μας είναι ότι εμείς οι Υποτελείς (Παραγωγοί του κοινωνικού πλούτου) αναγκαζόμαστε να μεταχειριζόμαστε αυτές τις λέξεις τις δικές σας. Ενώ για σας η υπευθυνότητα και η ευθύνη είναι η υποχρέωση να ανταποκριθείτε στις εντολές, στις υποσχέσεις, στα καθοριζόμενα καθήκοντα των προϊσταμένων Κυρίων και Κυριών σας και να εξαργυρώσετε αυτή την αφοσίωση και την υπακοή στον Κύριο σας με ψίχουλα πλούτου, ισχύος και φήμης,  εμείς τις μεταχειριζόμαστε σε άλλες περιστάσεις και συμφραζόμενα. Η καταδυνάστευση της γλώσσας είναι τόσο τεράστια που θα αργήσουμε να επινοήσουμε,  θα τις επινοήσουμε όμως, νέες λέξεις ώστε να χωρίσουμε τα τσανάκια μας και σε γλωσσικό επίπεδο.

   Μέχρι τότε, δηλώνουμε ότι είμαστε ανεύθυνοι, δηλαδή αποποιούμαστε την υποχρέωση να ανταποκρινόμαστε στις εντολές, τις υποσχέσεις και τα καθοριζόμενα από τον Κύριο καθήκοντα και να εξαργυρώνουμε αυτήν την ανυπακοή και με την όποια ελευθερία. Αλλά και με τη ζωή μας.

    Ο Κύριος μας διατάζει να πληρώνουμε εισιτήρια κι εμείς δεν πληρώνουμε. Είμαστε λοιπόν ανεύθυνοι, πετάμε την ευθύνη, τη υπακοή και την αφοσίωση στα σκουπίδια. Δεν μπορούμε να κάνουμε αλλιώς. Εάν έχεις δέκα εβρά όλα κι όλα, για να φας, δεν θα χτυπήσεις εισιτήριο. Εάν δεν έχεις μία, εάν δεν έχεις ούτε ένα εβρό, τι θα κάνεις;  Δεν θα πας στο φίλο σου από τη Δάφνη στη Νέα Φιλαδέλφεια; Δεν θα πας στη μάνα σου;

     Θα σου εξηγήσω τώρα γιατί η λέξη τζαμπατζής  σου φέρνει αναγούλα, σου ανακατεύει τα έντερα και ταράσσεσαι σφόδρα. Ο τρόπος που χρησιμοποείς τη λέξη, ο έντονος περιφρονητικός τόνος,  δείχνει ότι δεν έχεις αντιληφθεί την εν εξελίξει  σημασιολογική διεύρυνση της λέξης. Η λέξη τζαμπατζής τείνει να αποκτήσει τη σημασία του ανυπάκουου, του αντάρτη, του επαναστάτη. Κι αυτό διότι η τάση είναι να γίνουμε όλοι και όλες τζαμπατζήδες.  Ολοένα και περισσότεροι δεν πληρώνουν διότι δεν έχουν να πληρώσουν –   εάν είχαν θα πλήρωναν. Δεν πληρώνουν τις δόσεις των δανείων, δεν καταβάλλουν φόρους, δεν πληρώνουν λογαριασμούς, τέλη κυκλοφορίας, ασφάλιστρα, εισιτήρια, πρόστιμα, κλέβουν από το σούπερ μάρκετ. Οι τζαμπατζήδες είναι οι πολεμιστές ενός παρατεταμένου πολέμου φθοράς. Ενός πολέμου που άρχισε πριν λίγα χρόνια και θα συνεχιστεί για πολλά χρόνια, για πολλές δεκαετίες ακόμα, θα διευρυνθεί και θα κλιμακωθεί. Το Κράτος μας πολεμάει – το πολεμάμε κι εμείς, όπως μπορούμε, με τον παρατεταμένο πόλεμο φθοράς.  Εάν τα μέσα με τα οποία διεξάγετε τον πόλεμο είναι τα όπλα και το χρήμα, εμείς λόγω αφραγκίας κάνουμε την αφραγκία όπλο μας –  η υστέρηση των εσόδων του Κράτους είναι δικό μας επίτευγμα, καριόλα Κυρία· και φαίνεται πως η χρησιμοποίηση της ίδιας μας της πενίας ως όπλου να σας πολεμήσουμε αναδεικνύεται ένα ισχυρότατο όπλο. 

   Κλείνω την επιστολή, Κυρία, με την εξής διαπίστωση. Μας δημιουργείτε πάρα πολλά προβλήματα,

θα σας δημιουργήσουμε όσο πιο πολλά μπορούμε.

 Κυρία Λένα Διβάνη, δεν παίζουμε με τις ζωές των ανθρώπων· το ότι δεν έχεις καταλάβει αυτό το οποίο είναι το κύριο χαρακτηριστικό ενός συγγραφέα, δείχνει ότι είσαι συγγραφέας με τη νέα σημασία της λέξης: γράφεις χωρίς ίχνος σκέψης –  να πας στο διάολο και να μη γυρίσεις. 

Αθανάσιος Τριανταφυλλιά Δρατζίδης

Σχολιάστε ελεύθερα!

15 Comments

  1. Την προτελευταία σου παράγραφο θα την καταλάβει στις πωλήσεις της.

  2. Θα ξεκινήσω με δύο ομολογίες: πολλά πράγματα από το κείμενο με βρίσκουν αντίθετο ως και εχθρικό και δεν έχω διαβάσει το άρθρο της μεγάλης καριόλας συγγραφέας Κυρίας.
    Η σειρά έχει ως εξής: κατονομασία κάποιου ως καριόλα, συγγραφέα (με υποτιμητικό ύφος) και Κυρίας (επίσης σε εχθρικό τόνο), διαχωρισμός σε δύο στρατόπεδα ξεπουλημένοι-επαναστάτες, σύνδεση της κοινωνικής κατάστασης (με το σαφή διαχωρισμό σε εργάτες και καπιταλιστές) με το ιδεατό ξεπέρασμα του καπιταλισμού, σύνδεση του μερικού εργατικού συμφέροντος (παραγωγή του κοινωνικού πλούτου) με την κοινωνική ολότητα και τέλος κατακεραύνωση της ιδιότητας της μεγάλης καριόλας Κυρίας ως συγγραφέα. Δεν ξέρω αν η παράθεση είναι σκόπιμη από μεριάς του συγγραφέα του άρθρου, ο οποίος με μία παρόμοια συλλογιστική, όπως ο καθένας μας, θα μπορούσε να χαρακτηριστεί μικρός, αυτοβαυκαλίζων μπλογκάκιας. Γιατί έχει τόση σημασία η χρήση κοσμητικών επιθέτων; Σίγουρα όχι γιατί μπορεί να είναι πολύ πετυχημένα, ούτε γιατί μπορεί να έχουν μικρό ή μεγάλο μέρος της αλήθειας, αλλά γιατί αποκαλύπτουν αυτό που θέλουμε να (μην) κρυφτεί: το θύμα. Μια λογική εξήγηση του γιατί αυτά που γράφονται είναι ιδεολογικά είναι μάλλον αδόκιμη. Ωστόσο η ίδια ευκολία παρουσιάζεται και στην αντίπερα όχθη. Η κριτική συνυπάρχει μαζί με το ξεπέρασμά της και την απονομή δικαιοσύνης σε ένα ομογενοποιημένο χωρίς αιχμές διαλεκτικό μηχανισμό. Και άμα πιάσεις το μηχανισμό που λέει και ο Άσιμος..
    Με άλλα λόγια η Κυρία καριόλα συγγραφέας προυποθέτει το Θανάση όσο και αν ο Θανάσης νομίζει ότι αυτός είναι μόνο η ζωντανή απόδειξη ότι υπάρχουν σαφείς διαχωρισμοί στις σχέσεις παραγωγής. Οι σχέσεις παραγωγής δημιουργούν και τους δύο και τους συντρίβουν, όπως οι ελεγκτές τους επιβάτες στο λεωφορείο..

  3. Nικόλα…άι και γαμήσου μπας και στρώσεις
    Αθαvάσιε, ποιά είvαι αυτή η Λ.Δ. που διαολοστέλvεις;;.gr

  4. Δεν είπα ότι συμφωνώ με κάποια από αυτά που γράφεις, αν και από αυτό δεν προκύπτει ότι υποστηρίζω την εν λόγω συγγραφέα. Βρήκα προβληματική τη συλλογιστική της κριτικής σου και παρενέβη γιατί έτυχε να διαβάσω το κείμενό σου. Ίσως προυπέθεσα περισσότερα από αυτά που υπήρχαν στο κείμενό σου αλλά το έκανα για να μπορέσω να ανοίξω ένα διάλογο.
    Τώρα για να μιλήσω πιο συγκεκριμένα γιατί βρίσκω προβληματική την κριτική σου. Υπάρχει ή υπονοείται μία σαφή διάκριση μεταξύ εξουσιαστών και εξουσιαζομένων η οποία υποκινείται από ένα πλέγμα εξουσιών (ας τους αναφέρουμε ιδεολογικούς μηχανισμούς του κράτους όπως λες). Από το ιδεολογικό οπλοστάσιο των ιδεολογικών μηχανισμών η Κυρία καριόλα συγγραφέα φαίνεται ότι αντλεί την κριτική της η οποία είναι από τα πριν προκατασκευασμένη για να υποστηρίξει ένα εξουσιαστικό μηχανισμό. Στην προσπάθειά της αυτή φαίνεται ο “συντηρητικός της ρόλος” ως συγγραφέα και ως κρατικός υπάλληλος. Αντίθετα οι τζαμπατζήδες και οι ανεύθυνοι επειδή στα μάτια της καριόλας Κυρίας φαίνονται τέρατα και μισητοί μπορούν να θεωρηθούν ότι είναι από τη μεριά των εξουσιαζόμενων. Έτσι για παράδειγμα οποιοσδήποτε δεν χτυπά εισιτήριο στο λεωφορείο δεν πρέπει να είναι κρατικός υπάλληλος ή συγγραφέας ή ακόμα και να αποδέχεται κάποιους από τους εξουσιαστικούς μηχανισμούς του κράτους. Η κατασκευή της καριόλας κυρίας προυπάρχει και γονιμοποιεί την αντίθεσή μας με τους ιδεολογικούς μηχανισμούς που η κυρία υποστηρίζει και εμείς κριτικάρουμε. Αυτό μπορεί να συμβαίνει ανεξάρτητα από το εάν η κοινωνική πρακτική απέχει χιλιόμετρα από αυτή την κρίση! Είδαμε κάποιες μικρές και μεμονωμένες προσπάθειες αντίστασης στην αύξηση των εισιτηρίων στην Ελλάδα αλλά ήταν πολύ μεμονωμένες και βραχείς σε διάρκεια και κυρίως στρέφονταν στην αντίσταση της αύξησης της τιμής και όχι στο αίτημα για δημόσιες μεταφορές. Ένα ενδιαφέρον στοιχείο είναι να δούμε αν αυτό συνέβη στη Βραζιλία και αν εκεί είναι δόκιμος αυτός ο διαχωρισμός ανάλογα με τη θέση που πήρε κάποιος/α όσον αφορά την εξέγερση που ξεκίνησε με αφορμή τις αυξήσεις των εισιτηρίων. Εγώ θα απαντούσα και πάλι όχι αλλά αυτό δεν είναι επί του παρόντος (μπορούμε να το συζητήσουμε σε άλλα σχόλια).

    Υ.Γ. Ελπίζω να έγινε κατανοητή η πρόθεσή μου να συμβάλλω σε μια συζήτηση και όχι να την μπαχαλέψω. Αν έγινε κάτι τέτοιο δεν ήταν μες στις προθέσεις μου.

  5. Αφού δε καταλαβαίνεις, άει γαμήσου = να πας να γαμιέσαι εις τους αιώνες των αιώνων, γιατί, αρxιμαλάκα Nικόλα, όταν έxουμε φτάσει στον απόλυτο πάτο, κάποιοι αρxιμαλάκες έxουν όρεξη για “εποικοδομητική” κουβεnτούλα ή για ψύxραιμες τοποθετήσεις τύπου γ-lifo. Άει και γαμηθείτε λοιπόν

  6. &τζαμπατζή&μπάχαλε,
    ο Νικόλας διαφωνεί αλλά συζητά και είναι ευγενέστατος. Δεν θα έπρεπε, δεν πρέπει να το σεβαστούμε αυτό;

  7. zhtw syggnwmh kai ap’ to Nikola ki ap’ to daskalo-ma8hth.
    H parormhtikotis den einai kalos symboulos ki otan einai, kalo 8a htan na ekdhlwnetai on the road…

  8. Κάποιες σημειώσεις με αφορμή το κείμενο και τα σχόλια.

    Οι “ιδεολογικοί μηχανισμοί του κράτους” (όρος που ανήκει στον Αλτουσέρ και τον βρίσκω αρκετά προβληματικό) προϋποθέτουν από την ίδια τους τη διατύπωση έναν σαφή και αμετάθετο διαχωρισμό μεταξύ Εξουσιαστών και Εξουσιαζομένων, Κυρίων και Υποτελών. Το κείμενο του Αθανάσιου νομίζω πως συμπυκνώνει τις θεωρητικές του θέσεις για τη γένεση και την διαιώνιση της κυριαρχικής σχέσης από λογικό-ιστορική και αναδρομική θέαση. Έχοντας υπόψιν τις γενικές θεωρητικές θέσεις του Αθανάσιου μπορώ να υποστηρίζω πως ο διαχωρισμός μεταξύ Κυρίου και Υποτελή είναι ρευστός και μεταβαλλόμενος. Τι σημαίνει αυτό; Σημαίνει πως δεν προϋπάρχει ο Κύριος του Υποτελή και ούτε απλώς και μόνο οι δυο αυτές κοινωνικο-ιστορικές κατηγορίες διαμορφώνονται μέσα σε μια αδιάφορη σχέση αμοιβαίας εξωτερικότητας. Καμιά σχέση κυριαρχίας, εκμετάλλευσης, υποταγής δεν μπορεί να αναπαραχθεί στον ιστορικό χρόνο χωρίς την εσωτερίκευσή της από τον Υποτελή, χωρίς τη μετατροπή της σε καθημερινή “κοινή λογική”, χωρίς την Ιδεώδη ανύψωσή της σε “μοναδικό” τρόπο ύπαρξης της κοινωνικής ζωής. Αυτό που έχει πραγματική σημασία για την κατάλυση της εκάστοτε κυριαρχικής σχέσης είναι η επίμονη προσπάθεια κατανόησης των πολλαπλών τρόπων που η κυριαρχική σκέψη και πράξη παράγεται και αναπαράγεται σαν ιστορικός “κοινός νους”, σαν “μοναδική” κατανοητή γλώσσα που συγκροτεί τον εαυτό της απαλείφοντας τα χνάρια της και συσκοτίζοντας το προελεύσιμό της. Οι “ιδεολογικοί μηχανισμοί του κράτους” (με την αλτουσεριανή νοηματοδότηση) υπονοούν την ύπαρξή τους σε ένα προ- ή μετα- κοινωνικό επέκεινα για να “προσωποποιηθούν” κατά το δοκούν σε ορισμένους θεσμούς (οικογένεια, εκπαίδευση, μέσα “επικοινωνίας” και “μεταφοράς” και οτιδήποτε μπορεί να στολιστεί με το ουσιαστικοποιημένο επίθετο “Δημόσιο”) η “ουσία” των οποίων είναι μια αμετακίνητη σχέση μεταξύ του Κυρίου και του Υποτελή. Τα πρόβλημα με αυτή τη διατύπωση των “ιδεολογικών μηχανισμών του κράτους” είναι η υπερβατική μεταφορά του “εξουσιαστικού μηχανισμού” και η αφαίρεση της διαλεκτικής βίας και συναίνεσης που υποκινούν τόσο τη γένεση όσο και την αναπαραγωγή-διαιώνιση αυτών των συγκεκριμένων δομών-θεσμών. Ειπωμένο διαφορετικά και μιλώντας σε ένα αρκετά αφηρημένο επίπεδο η ιδεολογική παραγωγή της πραγματικότητας ως κυριαρχικής τελεολογίας συντίθεται (από την οπτική της διαιώνησής της, της ύπαρξής της στο χρόνο) από την αμοιβαία συμπλοκή όλων των τάξεων, ομάδων και ατόμων ρευστοποιώντας τη σχέση Κυρίου και Υποτελή: αυτή η ρευστοποίηση δεν είναι ακύρωση της σχέσης κυριαρχίας αλλά τόσο η εγγύηση όσο και το στοίχημα της (ανα)παραγωγής της σε βάθος χρόνου. Στην καπιταλιστική μορφή κυριαρχίας όπου η κυρίαρχη και “μοναδικά αυθεντική” κοινωνική φιγούρα είναι ο “κάτοχος εμπορευμάτων” ως “αυτοκαθοριζόμενο” Υποκείμενο του Κράτους και της Αγοράς, η ρευστοποίηση της σχέσης Κυρίου και Υποτελή βρίσκει την πιο ολοκληρωμένη της σύλληψη καθότι ο Υποτελής, δημιουργώντας ανταλλακτική “αξία” ως μορφή κοινωνικού “πλούτου”, έχει τη βολική αυταπάτη να Ελπίζει πως είναι Ίσος Κύριος.

  9. Έχω την εντύπωση ότι μπερδευτήκαμε στα λήμματα και χάσαμε τις έννοιες.

    Μπουρδουκλωθήκαμε στα σουλούπια και χάσαμε τη σύσταση.

    Η κυρία Διβάνη, είτε ως (τελεολογικός και δογματικός) αλτερουσιανός «ιδεολογικός μηχανισμός του κράτους» είτε ως (διαδραστικά και ζυμωτικά) «διαλεκτική κινητική πλοκή», είτε ως υπάρξασα είτε ως υπάρχουσα είτε ως εν τω μέλλοντι υπάρχουσα, είναι ο (περί τα πολιτισμικά) ελεγκτής.

    Είτε τη «διόρισε» ο ίδιος ο Κύριος είτε «αυτοδιορίστηκε» είτε η ίδια ελπίζει (ή βαυκαλίζεται) να «διοριστεί» στο μέλλον, το μόνο σίγουρο, το μόνο δεδομένο, είναι ότι η κυρία Διβάνη είναι, θέλει να είναι και θα γίνει ο ελεγκτής.

    Και το τεράστιο πρόβλημα είναι ότι τον ρόλο του ελεγκτή φαίνεται ότι εζήλωσαν πολλοί. Και θα τον ζηλώσουν και ακόμη περισσότεροι, στο μέλλον.

    Εμείς, οι ελεγκτέοι, τι κάνουμε;
    Κάνουμε κάτι; Κάτι, ας πούμε, σαν μαζική και προσυνεννοημένη κατάργηση εισιτηρίου — για αρχή…

    Κα ας αφήσουμε τον Αλτουσέρ (και τον κάθε Αλτουσέρ) να βρίσκεται εκεί όπου βρίσκεται και να αναρωτιέται γιατί δεν μπόρεσε να διαβάσει ούτε 100 γραμμές από το «Κεφάλαιο» του Μαρξ ενώ στα γραπτά του διατεινόταν ότι το έπαιζε «στα δάχτυλα» (αυτός τα γράφει στη Διαθήκη του, όχι εγώ…).

    Συντροφικά — και συντρολλικά.

  10. Leo,

    Δεν νομίζω πως μπερδευτήκαμε κάπου. Έχει μάλλον να κάνει με τον τρόπο που εννοούμε και τοποθετούμαστε πάνω σε μια “κατάσταση”. Δεν με απασχολεί ο Αλτουσέρ. Αναφέρθηκα σε αυτόν γιατί χρησιμοποιήθηκε ένας δικός του όρος ο οποίος απλουστεύει τις σχέσεις κυριαρχίας. Γιατί ΔΕΝ κάνουμε προσυνεννοημένη κατάργηση του εισιτηρίου; Γιατί το αίτημα αυτό (όπως και πολλά άλλα) παραμένει στη σφαίρα της βουλητικής επιθυμίας και δεν περνά στην σκεπτόμενη πράξη; Ποιος ο ρόλος της κυριαρχικής σχέσης στον τρόπο με τον οποίο “εμείς” συνεννούμαστε; Φταίει η “ιδεολογία” για την μη επικοινωνία των Υποτελών ενώ οι Υποτελείς είμαστε “αμόλυντοι” από αυτήν; Πως να κοιταχτούν μεταξύ τους οι Υποτελής, πως να δουν ο ένας τον άλλο και να κοινο-ποιήσουν τις διαφορετικές σκέψεις, τα βιώματά τους κτλ όταν πιστεύουν πως είναι, ήταν ή θα (ξανα)γίνουν Κύριοι; Πως διαχέεται η Λατρεία του Κυρίου (του εμπορεύματος-χρήματος, του κράτους, της “δουλειάς” κτλ) στην καθημερινότητα των Υποτελών; Υπάρχουν κάποιοι a priori “μηχανισμοί”; Δεν νομίζω. Άσε που ο όρος “μηχανισμός” υπονοεί μια μηχανική αυθύπαρκτων σωμάτων η “κίνηση” και ο συσχετισμός των οποίων είναι Θεόπνευστες.

  11. Εμείς, οι ελεγκτέοι, τι κάνουμε;
    Κάνουμε κάτι; Κάτι, ας πούμε, σαν μαζική και προσυνεννοημένη κατάργηση εισιτηρίου — για αρχή…

    Το σχόλιο από το φίλο νομίζω συμπυκνώνει τον προβληματισμό. Αν κάναμε κάτι ίσως θα ήταν καλύτερα, αλλά το ερώτημα δεν είναι αν κάνουμε αλλά γιατί αφού υπάρχει ανάγκη και πολλοί άνθρωποι το σκέφτονται δεν το κάνουν; Υπάρχει ένα κενό μεταξύ αυτού που θα θεωρούσαμε ως δικαιότερο και αυτού που κάνουμε. Το ζήτημα είναι ότι αυτό το κενό δεν μπορεί να το γεμίσει μία καλή θεωρία ή μία καλή πράξη ή ακόμα και ένας καλός τους συνδυασμός. Υπό μία έννοια αυτό πρέπει να το υποστούμε, γιατί ακόμα και αν λέγαμε κάτι αυτό θα ήταν στην καλύτερη αφηρημένη προτροπή και στη χειρότερη συγκάλυψη της κατάστασης. Το να εξαρτάσαι από μία κοινωνική κατάσταση δε σημαίνει βέβαια ότι οφείλεις και να την αποδεχτείς ως θέσφατη.
    Ακόμα και αν ο διαχωρισμός μεταξύ κυρίου και υποτελή είναι μεταβαλλόμενος όπως αναφέρει ο φίλος δεν είναι λιγότερο εκμεταλλευτική η σχέση τους και το πιο σημαντικό δεν είναι λιγότερο δογματική η θεωρία που την κατανοεί. Ο διαχωρισμός θεωρίας και πράξης δεν υπάρχει τη στιγμή που κάνουμε διάλογο σε ένα μπλογκ αλλά ήδη υπάρχει σε κάθε μορφή κοινωνικής πρακτικής.

    Πως διαχέεται η Λατρεία του Κυρίου (του εμπορεύματος-χρήματος, του κράτους, της «δουλειάς» κτλ) στην καθημερινότητα των Υποτελών; Υπάρχουν κάποιοι a priori «μηχανισμοί»; Δεν νομίζω. Άσε που ο όρος «μηχανισμός» υπονοεί μια μηχανική αυθύπαρκτων σωμάτων η «κίνηση» και ο συσχετισμός των οποίων είναι Θεόπνευστες.

    Νομίζω το ερώτημα που θα ετίθετο πιο προκλητικά είναι γιατί η σχέση μεταξύ Κυρίου και Υποτελή δεν παραπέμπει σήμερα σε μια κοινωνία χωρίς Κυρίους και Υποτελείς; Με άλλα λόγια γιατί ο τρόπος που διαχέεται η λατρεία του Κυρίου στην καθημερινότητα των Υποτελών δεν είναι απελευθερωτικός; Θα μπορούσε να είναι με τέτοιο τρόπο ώστε αυτό που θα παραχθεί να διαλύει αυτή τη σχέση;

Webmentions

  • ανοιχτή επιστολή στη μεγάλη καριόλα συγγραφέα Κυρία Λένα Διβάνη: από 19 Αυγούστου, 2013

    […] ανοιχτή επιστολή στη μεγάλη καριόλα συγγραφέα Κυρία […]