in Νεολιθική Γλωσσολογία

νεολιθική γλωσσολογία: σχετικά με την αποκρυπτογράφηση της Γραμμικής Γραφής Α΄

φίλες και φίλοι, καλή σας μέρα. Δημ. Χαρ. Κουγιουμτζόγλου, καλημέρα.

Το εάν θα μπορέσουμε ή όχι να αποκρυπτογραφήσουμε τη Γραμμική Γραφή Α΄και να διαβάσουμε τα λιγοστά κείμενα που έχουν διασωθεί, τα περισσότερα θλιβερά αποσπασματικά, είναι ένα ερώτημα που οφείλουμε να το διατυπώνουμε μετά από ένα άλλο, το οποίο προηγείται λογικά και χρονικά: γιατί φτάσαμε σε αδιέξοδο; Είναι λίγα τα κείμενα; Αναπαριστούν μια γλώσσα αμετάκλητα χαμένη οπότε η αποκρυπτογράφηση είναι αδύνατη;

Δεν ξέρω εάν θα μπορέσουμε να αποκρυπρογραφήσουμε τη Γραμμική Γραφή Α΄, είμαι όμως κάτι παραπάνω από βέβαιος ότι και να μην τα καταφέρουμε τελικά, θα μάθουμε πάρα πολλά κατά τη διάρκεια αυτής της προσπάθειας. Μιας και φτάσαμε σε αδιέξοδο, οφείλουμε να αρχίσουμε από την αρχή. Γιατί όμως φτάσαμε σε αδιέξοδο; Σε αυτό το ερώτημα θα απαντήσω σήμερα και επιφυλάσσομαι να επανέλθω πάνω σε άλλα ζητήματα όσον αφορά την αποκρυπτογράφηση μόλις μου δοθεί η ευκαιρία.

Ας αφήσουμε προσώρας καταμέρος το ζήτημα του περιεχομένου κι ας δεχτούμε ότι τα κείμενα που διαθέτουμε έχουν γραφτεί κάπου, κάποτε, από κάποιους και για κάποιο λόγο.

Που έχουν γραφτεί; Όπως και τα κείμενα της εικονογραφικής μινωικής αλλά και της Γραμμικής Γραφής Β΄, έχουν γραφτεί εκεί όπου έχουν βρεθεί: στα ανάκτορα της Κρήτης. Το συντριπτικά μεγαλύτερο μέρος των κειμένων της Α΄ (150 πινακίδες) έχουν βρεθεί στο ανάκτορο της Αγίας Τριάδας, κοντά στη Φαιστό, το οποίο καταστράφηκε από φωτιά (πυρπολήθηκε, όπως θα δούμε ) κατά τη διάρκεια του 15ου π. Χ. αιώνα (Υστερομινωική Ιβ). Γνωρίζουμε ότι η Γραμμική Α΄εμφανίστηκε πολύ νωρίτερα, στις αρχές της Μεσομινωικής εποχής (19οο-1450 π.Χ.), η οποία διακρίνεται σε Παλαιοανακτορική (1900-1700) και Νεοανακτορική (1700-1450). Επομένως, η Γραμμαική Γραφή Α΄είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την ανέγερση των ανακτόρων.

Είμαστε βέβαιοι ότι την Γραμμική Γραφή Α΄, όπως και την μεταγενέστερη Β΄, ελάχιστοι άνθρωποι γνώριζαν να τη γράφουν και να την διαβάζουν. Και μιας και οι πινακίδες βρέθηκαν κυρίως μέσα στα ανάκτορα, θεωρούμε ότι αυτοί που την επινόησαν και την χρησιμοποιούσαν ζούσαν μέσα στα ανάκτορα και θα δούμε, αργότερα, ποιοι ήταν.

Από τα λίγα που γνωρίζουμε για το περιεχόμενο τους, είναι βέβαιο ότι η γραφή χρησιμοποιούνταν για να καταγραφούν αποθηκεύσεις προϊόντων ή ανταλλαγές (ας τις πούμε δοσοληψίες).

Αυτά είναι τα δεδομένα κι από αυτό το σημείο αρχίζει η πνευματική περιπέτεια. Πρόκειται περί περιπέτειας διότι οφείλουμε να σκεφτούμε, να αναθεωρήσουμε, να ερευνήσουμε και να μελετήσουμε. Πάνω απ’  όλα όμως να φέρουμε στο προσκήνιο ένα πολύ σοβαρό ζήτημα επιστημονικής μεθοδολογίας.

Για να κάνουμε ένα σοβαρό βήμα προς την πορεία της αποκρυπτογράφησης της Α΄ θα πρέπει να έχουμε σχηματίσει μια ευκρινή, όσο μπορούμε, εικόνα της κοινωνίας μέσα στην οποία εμφανίστηκαν οι κρητικές γραφές και ειδικά η Α΄.  Εάν δεν κατανοήσουμε την ολότητα, δεν μπορούμε να κατανοήσουμε το μέρος , τη λειτουργία της γραφής και το περιεχόμενο των κειμένων. Για να κατανοήσουμε όμως την ολότητα, θα πρέπει να κατανοήσουμε το κομβικό της σημείο, το οποίο δεν είναι άλλο από την εμφάνιση και τη λειτουργία των ανακτόρων.

Και εδώ εμφανίζεται η πρώτη ένσταση: είναι ανάκτορα αυτά τα τεράστια οικοδομικά συγκροτήματα που βλέπουμε;  Τι σημαίνει ανάκτορο; Γιατί τα βλέπουμε ως ανάκτορα; Επειδή είναι μεγάλα; Και ποιες είναι οι συνέπειες της πρόσληψής τους ως ανάκτορα;

Αφού τα βλέπουμε ως ανάκτορα, θα πρέπει να υποθέσουμε την ύπαρξη ενός πανίσχυρου βασιλιά. Ονομάσαμε αυτόν τον βασιλιά Μίνωα και βαφτίσαμε με αυτό το όνομα τις εποχές του χαλκού στη Κρήτη (πρωτομινωική, μεσομινωική, υστερομινωική). Υπήρχε όμως ένας πανίσχυρος βασιλιάς;

Διαπράττουμε ένα ολέθριο και αντιεπιστημονικό λάθος: προβάλλουμε στη κοινωνία της Κρήτης της εποχής του χαλκού τη δική μας κοινωνία, τη βλέπουμε με τα δικά μας μάτια και βλέπουμε ανάκτορα και πανίσχυρους βασιλιάδες αλλά ενδέχεται, και θα το αποδείξω, τα οικοδομικά αυτά συγκροτήματα να μην είναι ανάκτορα, μέσα στα οποία να μην ζούσαν πανίσχυροι βασιλιάδες.

Πριν εκθέσω την άποψή μου τι ήταν και πως προέκυψαν αυτά τα τεράστια οικοδομικά συγκροτήματα, θα ήθελα να παραθέσω μερικές ακόμα αντιδεολοντολογικές ερμηνείες και απόψεις που διατυπώνονται από αρχαιολόγους και ιστορικούς που μας δείχνουν πως η αστική ιδεολογία αυτών των ανθρώπων έχει διαποτίσει την  έρευνα και την μελέτη των νεολιθικών και της εποχής του χαλκού κοινοτήτων στην ελλαδική χερσόνησο, στη Μικρά Ασία, στα νησιά του Αιγαίου και στα Βαλκάνια.

Σε όλες τις νεολιθικές κοινότητες της μείζονος αυτής περιοχής οι αρχαιολόγοι ανακαλύπτουν ένα μεγάλο κεντρικό οικοδόμημα. Τι λένε; Λένε ότι είναι το ενδιαίτημα του ισχυρού τοπικού άρχοντα. Εφόσον στη νεώτερη ιστορία κάθε μεγάλο κτίριο ανήκει σε κάποιον ισχυρό άρχοντα, είναι λογικό κι αυτά των νεολιθικών κοινοτήτων να ανήκουν σε κάποιον ισχυρό άνδρα. Αλλά τα πράγματα δεν είναι έτσι, διότι όλα τα μεγάλα κτήρια δεν ανήκουν σε κάποιον ισχυρό!

Ανακαλύπτουν οψιδιανό στην Θεσσαλία και στα Βαλκάνια, το οποίο είναι  ένα πολύ σκληρό πέτρωμα που υπάρχει κυρίως στη Μήλο, και αναρωτιούνται: πως έφτασε εκεί ο οψιδιανός; Κι απαντούν: είναι αποτέλεσμα εμπορικών δραστηριοτήτων. Άρα,  υπήρχαν έμποροι και εμπόριο. Όπως και σήμερα. Δηλαδή, όλες οι κοινωνίες του παρελθόντος έμοιαζαν με τις δικές μας, άρα, είναι στη φύση του ανθρώπου να εμπορεύεται, κλπ, κλπ. Βέβαια, δεν έχουν  ανακαλύψει νομίσματα (χρήματα) αλλά δεν πτοούνται, πρόκειται για διαμετακομιστικό, ανταλλακτικό εμπόριο. Να σκεφτούν μήπως υπήχαν κι άλλο τρόποι διάδοσης των πρώτων υλών είναι κάτι που δεν μπορούν να το κάνουν.

Έτσι, μιλάνε για οικονομική δραστηριότητα, για εξαγωγική βιομηχανία και βιοτεχνία, για μινωικό εμπόριο, για τον εφοδιασμό των αγορών του εξωτερικού, για μινωικές αποικίες (Θήρα, Κυκλάδες, Μίλητος, Ρόδος, Κύπρος, κλπ), για μινωική αυτοκρατορία και άλλα πολλά παρόμοια, τα οποία χαρακτηρίζω φαιδρά και εξοργιστικά, έχοντας πλήρη επίγνωση του τι λέω.

Όλα αυτά οφείλουμε να τα αναθεωρήσουμε, εάν θέλουμε να κάνουμε κάποια βήματα προς την αποκρυπτογράφηση της Γραμμικής Γραφής Α΄. Το κομβικό σημείο είναι η προέλευση και η λειτουργία των ‘ανακτόρων’. Εάν δεν κατανοήσουμε τι ήταν και πως προέκυψαν, δεν θα μπορέσουμε να πετύχουμε απολύτως τίποτα.

Αυτό όμως θα είναι το αντικείμενο ενός κειμένου που θα το ετοιμάσω μόλις μπορέσω.

Να ποια είναι η θέση μου: τα μεγάλα κεντρικά κτήρια των νεολιθικών κοινοτήτων δεν ήταν τα ενδιαιτήματα των ισχυρών τοπαρχών αλλά κοινόχρηστες και κοινόκτητες κοινοτικές αποθήκες πρώτων υλών, εργαλείων, εργαστηρίων και συλλογικής διαβίωσης. Από αυτές τις κοινοτικές αποθήκες προέκυψαν τα μινωικά ανάκτορα, και αργότερα τα μυκηναϊκά ανάκτορα. Από αυτές τις κοινοτικές αποθήκες προέκυψαν και όλοι οι άλλοι κοινόχρηστοι και κοινόκτητοι χώροι αποθήκευσης και συλλογικής διαβίωσης: ο ναός, η εκκλησία, η βιοτεχνία, το εργοστάσιο, το σούπερ μάρκετ, η τράπεζα, το εστιατόριο, το σχολείο, κλπ.

 

Σχολιάστε ελεύθερα!