in Γραμματικοποίηση της Ιστορίας

για την απώλεια της αυτονομίας του μορφήματος στην *ινδοευρωπαϊκή γλώσσα

φίλες και φίλοι, καλή σας μέρα

Σήμερα, θα ανέβουμε στο τρενάκι της κόρης μου και θα κάνουμε ένα ταξίδι στο χρόνο, στο παρελθόν, θα πάμε στα βοσκοτόπια του Πόντου, της σημερινής Ουκρανίας, στα 5.000 π. Χ., θα εντοπίσουμε και θα μελετήσουμε ένα γλωσσικό φαινόμενο που έχει πολύ μεγάλο ενδιαφέρον. Πρόκειται για την απώλεια της αυτονομίας του μορφήματος της *ινδοευρωπαϊκής γλώσσας, δηλαδή, για τη πρώτη φάση της διαδικασίας της μετεξέλιξης της συγκολλητικής ινδοευρωπαϊκής γλώσσας σε κλιτική γλώσσα.

Για να γίνει όσο γίνεται πιο απολαυστική η ανάγνωση, μιας και το θέμα σήμερα είναι λιγάκι απαιτητικό, θα ήθελα με πολλή συντομία, σαφήνεια και απλότητα να σας εξηγήσω περί τίνος πρόκειται – κι αν δεν τα καταφέρω το κρίμα θα είναι δικό μου.

Γνωρίζουμε ότι το ρήμα είμαι προέρχεται από το αρχαιοελληνικό ειμί.  Το ειμί είναι της ιωνικής-αττικής διαλέκτου: στην αιολική έχουμε τη μορφή εμμί και στην δωρική, ημί. Και ευλόγως αναρωτιόμαστε: γιατί αυτή η ποικιλία, η πολυμορφία; Η απάντηση είναι η εξής: οι τρεις αυτές γλωσσικές μορφές προέρχονται από το *εσμί της *πρωτοελληνικής (θα εξηγήσω στη συνέχεια τι είναι αυτός ο αστερίσκος) – *πρωτοελληνική λέμε την αρχαία ελληνική γλώσσα πριν διασπαστεί σε διαλέκτους. Στο δεύτερο πρόσωπο έχουμε έσσι, στο τρίτο έστι, στο πρώτο πληθυντικού εσμέν, κλπ. Όλοι αυτοί οι τύποι είναι αποτέλεσμα σύνθεσης, με τα συνθετικά να είναι άκρως ευκρινή: το πρώτο είναι το *εσ και το δεύτερο η ρηματική προσωπική κατάληξη: *(εσ)μι, (εσ)σι, (εσ)τι, (εσ)μεν, κλπ . Ο αστερίσκος δηλώνει ότι δεν υπάρχει γραπτή μαρτυρία της λέξης που ακολουθεί, ότι είναι αποτέλεσμα μιας ανασυγκρότησης, μιας ανασύνθεσης, η οποία μπορεί να είναι βασιμη και λίγο ή πολύ βέβαιη, δεν παύει όμως να είναι υποθετική. Αυτός είναι και ο λόγος που πρόσθεσα τον αστερίσκο και στους όρους πρωτοελληνική και ινδοευρωπαϊκή.

Οι ιστορικοί γλωσσολόγοι δεν έχουν καμιά απολύτως αμφιβολία ότι τα συνθετικά μέρη της λέξης *εσμί ήταν ανεξάρτητα και αυτόνομα. Η ρηματική προσωπική κατάληξη -μι απαντάται, όπως και οι άλλες καταλήξεις,  σε πολλά ρήματα της αρχαίας ελληνικής: φημί(ισχυρίζομαι, διατείνομα) , είμι (πορεύομαι), ημί (λέγω, ομιλώ), δείκνυμι, ζεύγνυμι και άλλα πολλά. Αυτό μαρτυρεί μια κινητικότητα, μια αυτονομία, μια ανεξαρτησία. Εάν το *μι σημαίνει ‘εγώ’, και το εσμί,  ‘εγώ υπάρχω’, τότε το *εσ θα δήλωνε την ύπαρξη.

Το *μι και το *εσ είναι μορφήματα. Μόρφημα είναι η ελάχιστη σημασιολογική μονάδα μιας γλώσσας. Ένα παράδειγμα από την νεοελληνική: το λέξημα σπίτι αποτελείται από δυο μορφήματα: το ‘σπιτ’ (‘σπίτι) και το ‘ι’ (ένα άψυχο πράγμα): ‘σπίτι’-‘ένα άψυχο πράγμα’ = σπίτι. Το λέξημα σπίτια αποτελείται από το μόρφημα ‘σπιτ’ και από το μόρφημα ‘ια’ (πολλά άψυχα αντικείμενα): ‘σπίτι’ – ‘πολλά άψυχα πράγματα’ = σπίτια. Το *μι και το *εσ ήταν αυτόνομα, ανεξάρτητα, διέθεταν μια κινητικότητα και μπορούσαν να συνδυαστούν με  άλλα. Κατά συνέπεια, το ρημα *εσμί (θα) προήλθε από τη φράση

*εσ  *μι  : ‘ύπαρξη’   ‘εγώ’

Αυτό σημαίνει ότι κάθε ρήμα (μιας κλιτικής γλώσσας) είναι μια φράση που έχει συμπτυχθεί με τέτοιο τρόπο που τα συστατικά μέρη της φράσης έχασαν την αυτονομία τους. Τα *εσ και *μι δεν είναι ανεξάρτητα, δεν είναι αυτόνομα, δεν διαθέτουν κινητικότητα, δεν έχουν την δυνατότητα να συνδυαστούν, να συνεργαστούν με άλλα για να παραγάγουν μια νέα μορφή, άρα και νέα σημασία.

Αυτο είναι, φίλες και φίλοι, το θέμα μας σήμερα, αυτή είναι η απώλεια της αυτονομίας του μορφήματος στην *ινδοευρωπαϊκή γλώσσα. Αφού λοιπόν εντοπίσαμε και κατανοήσαμε το φαινόμενο, είμαστε έτοιμοι να καταθέσουμε τις ερωτήσεις μας – μην ξεχνάτε ότι ο βασικός σκοπός της Κακιάς Σχολής είναι ο εντοπισμός, η καλλιέργεια  ερωτημάτων (λες και είναι μικροοργανισμοί), η απόπειρα  διατύπωσης κάποιων απαντήσεων και η δημόσια και ανοιχτή (ανα) συζήτηση.

Τα ερωτήματα είναι πολλά και μπορούμε να τα διακρίνουμε σε δυο ομάδες. Στην πρώτη υπάγονται τα ερωτήματα που έχουν άμεση συνάφεια με το θέμα μας.

Η εποχή της αυτονομίας των μορφημάτων αντανακλά, είναι επιβίωση της πρωτογενούς κατάστασης της ανθρώπινης γλώσσας; Δηλαδή, το βασικό χαρακτηριστικό της πρώτης ανθρώπινης γλώσσας ήταν η αυτονομία και η κινητικότητα των μοφημάτων;

Γιατί τα μορφήματα έχασαν την αυτονομία τους; Σε όλες τις γλώσσες συνέβη αυτό; Εάν όχι, γιατί σε άλλες συνέβη και σε άλλες όχι;

Γιατί τα μορφήματα *εσ και *μι συνδυάστηκαν με αυτόν τον τρόπο κι όχι διαφορετικά (να είχαμε δηλαδή *μι *εσ); Με άλλα λόγια, υπάρχει κάποιος λόγος που το *εσ προηγείται ή είναι θέμα τύχης ή κάτι άλλο; Υπήρχαν άραγε κανόνες στην κινητικότητα των μορφημάτων;

Εάν υπήρξε μια περίοδος αυτονομίας των μορφημάτων, έχει επιβιώσει κάτι από αυτήν την αρχέγονη γλωσσική εποχή; Δηλαδή, επιβιώνουν σήμερα αυτόνομα μορφήματα; Εμφανίζονται νέα;

Εάν ονομάζουμε συγκολλητικές τις γλώσσες που η αυτονομία των μορφημάτων είναι υπαρκτή και ουσιαστική, πως η απώλεια της αυτονομίας του μορφήματος επέφερε τη διαμόρφωση και γένεση μιας κλιτικής γλώσσας, όπως είναι η ινδοευρωπαϊκή, και οι από αυτήν προερχόμενες;

Η δεύτερη ομάδα περιλαμβάνει ερωτήματα που αν και σχετίζονται έμμεσα με το θέμα μας είναι πολύ σημαντικά για την κατανόησή του:

Είμαστε βέβαιοι ότι υπήρξε μια γλώσσα που αποκαλούμε ινδοευρωπαϊκή;

Είμαστε βέβαιοι ότι ζούσαν το 5.000 στις στέπες της σημερινής Ουκρανίας;

Εάν υπήρξε μια μητρική γλώσσα, η ινδοευρωπαϊκή, είναι δυνατόν από μια γλώσσα να γεννηθούν άλλες γλώσσες;

Αυτά είναι τα ερωτήματα και τα ζητήματα που θα καταπιαστούμε στο μέλλον.

Γιατί τώρα πρέπει να πάω στη δουλείά.

 

 

Σχολιάστε ελεύθερα!