in θεωρία κομμουνισμού, Διανεμητική

διανομή και κράτος: από τον καθένα σύμφωνα με τις ικανότητές του, στον καθένα σύμφωνα με τις ανάγκες του;

φίλες και φίλοι, καλή σας μέρα

Υπάρχουν δυο τρόποι να καταναλώσει μια ομάδα (παρέα, οικογένεια, κλπ) την τροφή: να τοποθετήσει την κατσαρόλα ή το ταψί στο κέντρο του τραπεζιού ή κάποιος, κάποια να βάλει το φαγητό στα πιάτα και να το μοιράσει. Η συγχωρεμένη η μάνα μου, φύλακας της κατσαρόλας, έκανε το δεύτερο και δυσαρεστούνταν όταν ερχόταν στο σπίτι μας και έβλεπε να εφαρμόζεται ο πρώτος τρόπος, ο τρόπος της ανοιχτής έκθεσης/ελεύθερης πρόσβασης – διότι περί αυτού πρόκειται.

Η μάνα μου ήταν φύλακας της κατσαρόλας αλλά και της δικαιοσύνης. Μοίραζε, πράγματι, όπως όλες οι μανάδες, δίκαια το φαγητό. Κατά κάποιο τρόπο, δεν μοίραζε μόνο φαγητό, μοίραζε και τη δικαιοσύνη. Εξ άλλου, η δικαι0σύνη μοιράζεται από αυτόν που την κατέχει – δεν λέμε απονεμήθηκε δικαιοσύνη; Επί πλέον, εάν δεν έχετε επισημάνει τη διανεμητική διάσταση, την διανεμητική πτυχή του όρου ‘νόμος’, σας πληροφορώ ότι η αρχική σημασία της λέξης ήταν ‘μοιρασιά, διανομή’, και αναφερόταν στη μοιρασιά των βοσκοτόπων από τους ποιμένες προγόνους μας – ενώ το κομμάτι που έπαιρνε κάποιος από τον λειμώνα λεγόταν νομός. . . . (νομός Αττικής!) Οπότε, μας επιτρέπεται να θέσουμε το ερώτημα: ανοιχτή έκθεση/ελεύθερη πρόσβαση της δικαιοσύνης ή απονομή της; (Στο ερώτημα αυτό θα απαντήσω σε ένα σημείωμα που θα φέρει τον τίτλο νόμος ή δικαιοσύνη της παρέας; Να σε δικάζουν άνθρωποι που δεν σε γνωρίζουν, τι απρέπεια, τι βαρβαρότητα!)

Ο πιο γνωστός και ο πιο δημοφιλής ορισμός του κομμουνισμού, φίλες και φίλοι, είναι μια πρόταση των Μαρξ και Ένγκλς από τη ‘Γερμανική Ιδεολογία’: η εφαρμογή της αρχής, από τον καθένα σύμφωνα με τις ικανότητές του, στον καθένα σύμφωνα με τις ανάγκες του. Με αυτή τη ρήση, με αυτόν τον ορισμό θα καταπιαστούμε σήμερα, έχοντας κατά νου το χτεσινό σημείωμα περί ανοιχτής έκθεσης/ελεύθερης πρόσβασης. Αναρωτιέμαι εάν η φράση αυτή είναι πιστή απόδοση της φράσης που έγραψαν οι Μαρξ και Ένγκελς. Δεν έχω το πρωτότυπο στα γερμανικά – εάν κάποιος φίλος, κάποια φίλη μπορεί να μου το στείλει, θα του/της είμαι ευγνώμων. Έχω όμως την εντύπωση πως η απόδοση πρέπει να είναι πιστή. Τα λέω όλα αυτά, διότι η ρήση αυτή  απαρτίζεται από δυο πρότάσεις οι οποίες είναι ελλιπείς, δηλαδή δεν υπάρχουν ρήματα.  Υπάρχουν στο γερμανικό πρωτότυπο; Εάν δεν υπάρχουν, έχει καλώς, μπορώ να συνεχίσω. Εάν υπάρχουν, γιατί δεν αποδόθηκαν στα ελληνικά;  Δεν νομίζω όμως πως ο μεταφραστής εξοβέλισε  τα ρήματα. Γιατί να το κάνει; Κατά συνέπεια, θα συνεχίσω ως εάν να μην υπάρχουν ρήματα ούτε και στο γερμανικό κείμενο.

Και αναρωτιέμαι: ποια ρήματα παραλείπονται; Και το σημαντικότερο: γιατί παραλείπονται; Η απάντηση στο δεύτερο ερώτημα φαίνεται αυτονόητη: παραλείπονται ως ευκόλως εννοούμενα. Δεν είναι όμως και τόσο ευκόλως εννοούμενα. Διότι οι ινδοευρωπαϊκές γλώσσες χαρακτηρίζονται από την ύπαρξη προσωπικών και απροσώπων ρημάτων. Τα απρόσωπα ρήματα είναι μια πολύ μεγάλη και ενδιαφέρουσα ιστορία – θα ασχοληθούμε με το ζήτημα στο μέλλον. (Για παράδειγμα, το ρήμα πρέπει (να) είναι απρόσωπο και είναι σαφές ότι έχει μια ρυθμιστική, κανονιστική λειτουργικότητα, μεταφέρει και επιβάλλει κανόνες, αξίες, ιδεολογία, κώδικα συμπεριφοράς, αντιλήψεις και άλλα). Τι να  εννοήσουμε στην προκειμένη περίπτωση; Ένα προσωπικό ή ένα απρόσωπο ρήμα; Προτείνω να εννοήσουμε και τα δυο και ας δούμε τι θα δούμε.

Το ευκόλως εννοούμενο είναι το περιεχόμενο των ρημάτων. Συμπληρώνουμε λοιπόν ως εξής: από τον καθένα (παίρνουμε) (παίρνεται) σύμφωνα με τις ικανότητές του, στον καθένα (δίνουμε) (δίνεται) σύμφωνα με τις ανάγκες του. Νομίζω πως αυτά τα ρήματα εννοούνται, έτσι δεν είναι; Εάν εννοούνται αυτά, οφείλουμε να αναρωτηθούμε: ποιοι παίρνουν, από ποιους παίρνεται, και τι; Ποιοι δίνουν, από ποιους δίνεται και τι;

Γιατί πρέπει κάποιοι να παίρνουν και μετά κάποιοι να δίνουν; Αυτοί που παίρνουν και αυτοί που δίνουν είναι ίδιοι ή διαφορετικοί; Υπάρχουν κάποιοι μηχανισμοί, κάποιοι θεσμοί που ο λόγος ύπαρξής τους, ο σκοπός τους είναι να παίρνουν και να δίνουν, επανδρωμένοι με ανθρώπους που η δουλειά τους είναι να παίρνουν και να δίνουν; Εάν το κριτήριο είναι οι ικανότητες και οι ανάγκες, ποιος καθορίζει το περιεχόμενο αυτών των κριτηρίων;

Μόνο με αυτό τον τρόπο μπορεί να αναπαραχθεί μια κομμουνιστική κοινωνία, δεν υπάρχει άλλος;

Πριν απαντήσουμε σε αυτά τα ερωτήματα, θεωρώ αναγκαίο να διατυπώσω μια απάντηση στο ερώτημα: γιατί παραλείπονται τα ρήματα, γιατί αυτή η ασάφεια του κατά τα άλλα ακριβολόγου Κ. Μαρξ;

Θα απαντήσουμε σε αυτό το ερώτημα, αφού πρώτα θέσουμε κι απαντήσουμε σε ένα άλλο: τι γίνεται στις κοινωνίες που κυριαρχεί ο καπιταλιστικός τρόπος παραγωγής; Τι θα απαντούσε ο Μαρξ και ο φίλος του; Θα έλεγε ότι στις καπιταλιστικές κοινωνίες το Κράτος και ο καπιταλιστής παίρνουν και δίνουν αλλά όχι σύμφωνα με τις ικανότητες και τις ανάγκες. Ο καπιταλιστής μας εκμεταλλεύεται και το Κράτος τον στηρίζει. Ο καπιταλιστής παίρνει (υπεραξία, κέρδη) και δίνει (μισθός, μεροκάματο). Το Κράτος παίρνει (φόρους, τέλη, κλπ) και δίνει (επιστροφές φόρου, επιδόματα, συντάξεις, περίθαλψη, παιδεία, κλπ).

Τολμώ την εξής εξήγηση για την ασάφεια της ρήσης: εικάζω ότι οι Μαρξ και Ένγκελς είχαν πολύ σοβαρές επιφυλάξεις γι αυτό που έγραφαν, ότι είχαν αμφιβολίες. Κι αυτό διότι αυτό που προτείνουν γίνεται και στις καπιταλιστικές κοινωνίες, μόνο που σε αυτές δεν λαμβάνονται υπόψη οι ικανότητες και οι ανάγκες των Παραγωγών του κοινωνικού πλούτου. Εάν λάβουμε υπόψη μας ότι ο Μαρξ ήταν και κρατιστής και αντικρατιστής, η ρήση αυτή είναι ένα πεδίο σύγκρουσης αυτής της βασικής αντίφασης που τον χαρακτηρίζει.  Η ρήση υπονοεί την ύπαρξη ενός κομμουνιστικού κράτους, δίκαιο κατά τα άλλα, κράτος όμως. Και ένα κράτος, όσο δίκαιο και να είναι, δεν είναι παρά ο πυρήνας της εμφάνισης και αναπαραγωγής εκμεταλλευτικών και καταπιεστικών σχέσεων.

Η ασάφεια μας προτρέπει να υποθέσουμε ότι ο Μαρξ αντιλαμβανόταν, ίσως ασύνειδα, ότι εάν κάποιοι παίρνουν και δίνουν, τότε δημιουργούνται οι προϋποθέσεις για την εγκαθίδρυση του κράτους και την εμφάνιση μιας νέας ταξικής κοινωνίας. Κι αυτό έγινε, όπως γνωρίζετε.

Ο Μαρξ ήταν και κρατιστής, ήταν και κληρονόμος μιας ποιμενικής παράδοσης, ραχοκοκκαλιά της οποίας είναι η πρακτική της λήψης/διανομής. Η σχέση μεταξύ αυτών των δύο είναι κάτι παραπάνω από σαφής. Από τη στιγμή που ο σκοπός της ιστορικής Αριστεράς ήταν, και συνεχίζει να είναι, η κατάκτηση του κράτους (με τα όπλα ή τις εκλογές. . . ), τότε μπορούμε να κατανοήσουμε την γοητεία που ασκεί ο υπό εξέταση ορισμός του κομμουνισμού, δηλαδή η ταύτιση της κοινωνικής δικαιοσύνης με το κράτος και τη λήψη/διανομή. Η Αριστερά θα κατακτήσει, θα αναλάβει τον έλεγχο του κράτους και με οδηγό την κοινωνική δικαιοσύνη θα παίρνει τον κοινωνικό πλούτο σύμφωνα με τις ικανότητέας μας και θα τον μοιράζει σύμφωνα με τις ανάγκες μας. . .

Και θα είναι δίκαιη, ανυστερόβουλη,  μεγαλόψυχη, γενναιόδωρη, θα αποποιείται τα προνόμια και τον πλούτο, οι ενέργειές της θα είναι ειλικρινείς και διαφανείς, όπως είναι και τώρα, τώρα που δεν ελέγχει το Κράτος!!! Τον πούτσο κλαίγανε!

Εάν όμως οι τάξεις δεν καταργούνται με την εγκαθίδρυση ενός άλλου κράτους, όσο δίκαιο κι αν είναι αυτό, αλλά με την αυτοκατάργηση των υποτελών Παραγωγών, δηλαδή με την καταστροφή του Κράτους, δηλαδή με την καταστροφή της λήψης/διανομής, η αυτοκατάργηση του προλεταριάτου και ο μαρασμός του Κράτους δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί παρά μόνο με την ανοιχτή έκθεση/ελεύθερη πρόσληψη του συλλογικά παραγόμενου κοινωνικού πλούτου.

αύριο πάλι – πάω στη δουλείά.

ψιχαλίζει.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Σχολιάστε ελεύθερα!

  1. Στην ανώτερη φάση της κοµµουνιστικής κοινωνίας, ύστερα από την εξαφάνιση της υποδούλωσης του ανθρώπου που δηµιουργείται από την υποταγή του στην αρχή της διανοµής της εργασίας, όταν συγχρόνως θα έχει εξαφανισθεί η αντίθεση µεταξύ της διανοητικής και της χειρωνακτικής εργασίας – όταν η εργασία δεν θα είναι πια ένα µέσο διατήρησης της ζωής, αλλά θα γίνει η πρωταρχική ανάγκη για τη ζωή, όταν µε την γενική ανάπτυξη του ατόµου θα ωριμάσουν επίσης και οι παραγωγικές δυνάµεις και όλες οι
    δυνάµεις του κοινωνικού πλούτου θα κυλούν σ’ έναν αδιάκοπο χείμαρρο µόνο τότε θα είναι δυνατό να βγούµε έξω από τον στενό ορίζοντα των αστικών νόµων, και µόνο τότε θα είναι ικανή η Κοινωνία να γράψει στο λάβαρο της «Καθένας κατά την ικανότητα του, στον καθένα κατά τις ανάγκες του».

    Μωρέ καλά του τα ‘σουρνε ο γαμπρός του, την είχε περί πολλού την εργασία ο Κάρολος. Γερμανός γαρ, με τις προτεσταντικές ιδέες περί εργασίας γαλουχημένος, δεν τον αδικώ που τα μπέρδεψε, ούτε του αποδίδω δόλο.

    Από την άλλη, ο μεγάλος στοχαστής που έχει εμπνεύσει και εμπνευστεί από και προς τα βάθη των αιώνων, γεννημένος στην Κούβα, χωρίς βλάβη γενικότητας κάπου κοντά σε μια ηλιόλουστη, αμμώδη παραλία με αυτοφυείς φοινικιές ως την ακροθαλασσιά, φορτωμένες μπανανιές και ζαχαροκάλαμα, κατάφερε να θεωρητικοποιήσει την εγγενή ροπή των ζώντων οργανισμών να την ξαπλάρουνε στη σκιά, ηδυπαθώς μασουλώντας την τροφή τους, ηδονιζόμενοι από την ύπαρξή τους, εξυμνώντας το μεγαλείο της στιγμής της αεργίας που δυστυχώς θέλει δουλειά για να κρατήσει για πάντα.

    Για άλλη μια φορά συνειδητοποιώ πως οι αντιφάσεις μου είναι αναπόδραστες και ο φον Μαζόχ στριφογυρνά το μαχαίρι στην προαιώνια πληγή μου ακόμα μια φορά. Τουλάχιστον αντλώ μια κάποια ευχαρίστηση στέλνοντας το συγκεκριμένο σχόλιο εντός οκταώρου σκληρά εργαζόμενος.