φίλες και φίλοι, καλή σας μέρα
Είχα κατά νου σήμερα να γράψω για τον κομμουνιστικό τρόπο λήψης των αποφάσεων, για τη λήψη των αποφάσεων από τις συμβιωτικές ομάδες, αλλά θα το κάνω μια από τις επόμενες μέρες. Αντ΄αυτού, θα ξεκαθαρίσω τη θέση μου σχετικά με τα ζητήματα με τα οποία καταπιάνομαι τις τελευταίες μέρες και να απαντήσω στα σχόλια του αναγνώστη Τ. και του Γιωργάκη και όχι μόνο, μιας και η συζήτηση τείνει να επεκταθεί – κάτι που είναι πολύ ενδιαφέρον.
Ας διατυπώσουμε κατ΄αρχήν μια υπόθεση εργασίας: μπορούμε να φανταστούμε τα τσιράκια του Κυρίου να εγκρίνουν τις αποφάσεις Του και έξω να μην υπάρχει κανείς και καμία; Σε πολλούς και πολλές η σκέψη αυτή φαντάζει ως έγκλημα καθοσιώσεως, ως έσχατη προδοσία δηλαδή. Για μένα δεν είναι έγκλημα καθοσιώσεως αλλά αλλαγή παραδείγματος, δηλαδή μια πρόταση για μια άλλη αντίληψη για τον κοινωνικό πόλεμο, για ένα άλλο τρόπο διεξαγωγής του. Θα ανησυχούσε ο Κύριος εάν δεν υπήρχε έξω κανείς και καμία ή θα χαιρόταν χαρά μεγάλη; Κι αν δεν ήμασταν εκεί έξω, που να ήμασταν και τι να κάναμε;
Μια πτυχή της αντίληψης του κοινωνικού πολέμου (της ‘ταξικής πάλης’, του ‘επαναστατικού αγώνα’), του υπάρχοντος και καθιερωμένου τρόπου διεξαγωγής του είναι η συγκέντρωση, η πορεία, η διαδήλωση, η διαμαρτυρία, ειρηνική και βίαιη. Αυτές οι πρακτικές δεν είναι τρόποι διεξαγωγής του κοινωνικού πολέμου αλλά μια πτυχή, μια στιγμή, μια πλευρά της διαδικασίας λήψης/ανακοίνωσης/έγκρισης των αποφάσεων από τον Κύριο και τους Υπηρέτες του, το πολιτικό προσωπικό.Κι αυτό διότι οι παραπάνω πρακτικές δεν είναι τρόποι διεξαγωγής του κοινωνικού πολέμου αλλά τρόποι έκφρασης των συναισθημάτων των υποτελών, των υπηκόων. Ο Κύριος αποφασίζει, ανακοινώνει τις αποφάσεις Του, τις φέρνει στο Υπουργικό Συμβούλιο και στη Βουλή (που σημαίνει ‘σχέδιο’, μια σημασία που προέρχεται από αυτήν της ‘σκέψης’ [βουλεύομαι, συσκέπτομαι, βουλευτής], της ‘επιθυμίας’ [βούληση, βούλομαι: θέλω, επιθυμώ]) για να εγκριθούν ή να απορριφθούν και αποδοκιμαστούν. Το περιεχόμενο της απόρριψης και της αποδοκιμασίας είναι η διαμαρτυρία. Η ειρηνική και η βίαιη διαμαρτυρία είναι οι δυο όψεις του ίδιου νομίσματος.
Ο Κύριος γνωρίζει ότι οι αποφάσεις Του θα εγκριθούν στο Κοινοβούλιο, γνωρίζει ότι κάποιοι δεν θα τις εγκρίνουν, θα τιμωρηθούν γι’ αυτό (διαγραφές), γνωρίζει ότι κάποιες δεκάδες ή εκατοντάδες χιλιάδες υπήκοοι και υποτελείς θα διαμαρτυρηθούν ειρηνικά και βίαια και θα τιμωρηθούν γι’ αυτό. Θα διαλύσει το πλήθος με τις κλανιές Του, τα χημικά, και θα διαχειριστεί προς όφελός Του τις βίαιες διαμαρτυρίες (εμπρησμοί, καταστροφές, αρπαγή). Γνωρίζει ότι η μη έγκριση, η αποδοκιμασία, η ειρηνική και βίαιη διαμαρτυρία ανήκουν στο πλαίσιο του κυριαρχικού τρόπου λήψης των αποφάσεων (αποφασίζω/διατάζω και εγκρίνετε/αποδοκιμάζετε/διαμαρτύρεστε/υπακούετε/εκτελείτε τις αποφάσεις/διαταγές), ότι εντάσσονται λειτουργικά στο κυριαρχικό διανοητικό σύμπαν, ότι είναι μια στιγμή του κυριαρχικού θεάματος, ότι παίζουν μπάλα στο δικό Του κοινοβουλευτικό γήπεδο – το Κοινοβούλιο εξ ορισμού είναι ο τόπος και ο τρόπος λήψης και έγκρισης των αποφάσεων του Κυρίου και όλα τα άλλα λειτουργικά στοιχεία. Οπότε, τα ερωτήματα που διατυπώνω είναι τα εξής:
Θα αποφασίζουμε ή θα διαμαρτυρόμαστε;
Θα πολεμούμε ή θα διαμαρτυρόμαστε;
Η απάντηση η δική μου είναι κατηγορηματική: δεν διαμαρτυρόμαστε, δεν εκφράζουμε τα συναισθήματά μας αλλά αποφασίζουμε και πολεμούμε. Βγαίνουμε έξω από το κυριαρχικό πλαίσιο λήψης των αποφάσεων, απομακρυνόμαστε, παύουμε να εντασσόμαστε λειτουργικά μέσα στο κάδρο όπως το έχει οριοθετήσει ο Κύριος, παύουμε να είμαστε συμπληρωματικό στοιχείο, δεν είμαστε ένα κομμάτι του πάζλ. Απουσιάζουμε, δεν είμαστε εκεί. Η διαμαρτυρία είναι μια μορφή συναίνεσης, ακόμα κι αν είναι βίαιη – αυτό είναι το επίδικο αντικείμενο της διαφωνίας, της συζήτησης, της σύγκρουσης. Αυτήν την απομάκρυνση, αυτήν την απουσία την αποκαλώ Πανταχού Απουσία. Μόνο με την Απουσία θα κάνουμε αισθητή την Παρουσία μας. Η αποφυγή της διαμαρτυρίας είναι άρνηση της συναίνεσης.
Καμιά συγκέντρωση, καμιά πορεία, καμιά διαδήλωση, καμιά διαμαρτυρία, ειρηνική ή βίαιη, αυτή είναι η θέση μου, τη γνωρίζετε καλά, την επαναλαμβάνω εδώ και πολλά χρόνια και δεν θα πάψω να την επαναλαμβάνω. Θα πάψω να την επαναλαβάνω όταν θα διαψευστώ – η ολέθρια ήττα της 12ης Φεβρουαρίου μάλλον δεν με διαψεύδει. Η βία της διαμαρτυρίας θεωρείται εξ ορισμού επαναστατική κι αυτό είναι ολέθριο σφάλμα, σύμφωνα βέβαια με αυτά που έχω διατυπώσει παραπάνω. Η βίαιη διαμαρτυρία διαφέρει ποσοτικά από την ειρηνική διαμαρτυρία, όχι ποιοτικά. Το εννοιολογικό βάρος πέφτει στη διαμαρτυρία, όχι στη βία. Δεν αρνούμαι γενικά και αόριστα τη βία – η οποία είναι τόσο πολυπρόσωπη που προκαλεί ναυτία. Αρνούμαι με τον πιο κατηγορηματικό τρόπο την διαμαρτυρία, ειρηνική και βίαιη.
Θεωρώ λοιπόν ότι ο Κύριος θα ενοχληθεί και θα ανησυχήσει τα μάλα και σφόδρα εάν βγούμε εκτός πλαισίου, εάν δεν είμαστε παρόντες για να διαμαρτυρηθούμε. Και θα ανησυχήσει διότι η άρνηση της συμμετοχής, η απουσία συναίνεσης μέσω της διαμαρτυρίας είναι προάγγελος πολύ δυσάρεστων εξελίξεων για τον Κύριο. Δεν μπορεί, Κύριε, να αποφασίζεις μόνο εσύ: θα αποφασίζεις και εσύ και εμείς. Αυτό δεν είναι μίμηση του Κυρίου. Εσείς λέτε, να τρέξουμε να διαμαρτυρηθούμε, ειρηνικά ή βίαια, την ώρα που αποφασίζει ο Κύριος. Εγώ λέω ΟΧΙ, δεν θα τρέξουμε πίσω από τον Κύριο διότι ούτε τ΄αρχίδια του μπορούμε να του κλάσουμε. Αυτός όμως με τις κλανιές Του μας σκορπίζει.
Εγώ λέω να αποφασίσουμε. Πρότεινα χτες ένα τρόπο, θα προτείνω αύριο, μεθαύριο άλλον έναν. Και βέβαια, θα μου πείτε, τ΄αρχίδια Του θα του κλάσουμε με τις αποφάσεις μας.
Ναι, εάν το δείτε από την δική σας οπτική γωνία, από το δικό σας διανοητικό σύμπαν, από τον δικό σας τρόπο σκέψης, αυτόν της λατρείας της διαδήλωσης και της διαμαρτυρίας, της αναγωγής της έκφρασης σε τρόπους διεξαγωγής του κοινωνικού πολέμου. Εγώ το βλέπω από τη δική μου οπτική γωνία: η διαδικασία της λήψης των αποφάσεων είναι μια στιγμή της διεξαγωγής του κοινωνικού πολέμου. Δεν υπάρχει κοινωνικός πόλεμος, είναι αδύνατη η διεξαγωγή του κοινωνικού πολέμου χωρίς τη λήψη των αποφάσεων. Οι της βίαιης διαμαρτυρίας βλέπουν τα πράγματα από τη σκοπιά της εξέγερσης, η εξέγερση όμως είναι μια έμπρακτη έκφραση συναισθημάτων, είναι συλλογική εκτόνωση, η οποία εκτόνωση δεν χρήζει λήψης αποφάσεων, μιας και οι εξεγέρσεις γίνονταν, γίνονται και θα γίνονται από τον όχλο και ο όχλος δεν γνωρίζει λήψη αποφάσεων αλλά βίαια ξεσπάσματα. Το μόνο όφελος από μια εξέγερση είναι η συνειδητοποίηση των ορίων της εξεγερσιακής πρακτικής. Μετά την εξέγερση, ή ιδιώτευση ή επανάσταση. Έχω τονίσει κατ΄επανάληψη τη διαφορά μεταξύ εξέγερσης και επανάστασης και νομίζω ότι δεν είναι λίγοι και λίγες αυτοί και αυτές που δεν τις ταυτίζουν.
Ο κοινωνικός πόλεμος είναι η διεξαγωγή της κοινωνικής επανάστασης και δεν υπάρχει κοινωνική επανάσταση χωρίς οργάνωση, δηλαδή χωρίς λήψη αποφάσεων. Η ίδια η οργάνωση, η ίδια η λήψη των αποφάσεων δεν είναι μόνο μια στιγμή της επανάστασης, είναι συχνά η ίδια η επανάσταση – ασφαλώς και δεν ταυτίζονται. Τι θα μπορούσαμε λοιπόν να κάνουμε την Κυριακή, 12 Φεβρουαρίου; Θα μπορούσαμε να αποφασίσουμε, με τον τρόπο που πρότεινα χτες (δημοψήφισμα οργανωμένο από εμάς τους ίδιους) ή με τον τρόπο που θα προτείνω μεθαύριο – τη λήψη των αποφάσεων από τις υπάρχουσες ομάδες και την ενθάρρυνση σύμπηξης νέων. Τίποτα το καινοφανές και το πρωτότυπο, είναι σαφές. Γνωστές πρακτικές αλλά ξεχασμένες και απωθημένες. Η λήψη των αποφάσεων με τον ένα ή τον άλλο τρόπο δεν είναι τίποτα άλλο παρα κήρυξη κοινωνικής επανάστασης, κήρυξη διεξαγωγής του κοινωνικού πολέμου.
Άλλο λοιπόν να τρέχεις πίσω από τον Κύριο και να διαμαρτύρεσαι κι άλλο να αποφασίζεις και να προχωράς σε κήρυξη του κοινωνικού πολέμου. Δεν ενοχλεί, δεν φοβίζει τον Κύριο η αποφυγή της διαμαρτυρίας και της έκφρασης των συναισθημάτων, η κήρυξη του κοινωνικού πολέμου, τι λέτε;
Και μετά από όλα αυτά, καλούμαστε να διατυπώσουμε μια απάντηση στο ερώτημα που έθεσα χτες: γιατί, παρ΄όλη τη σοβαρότητα του διακυβεύματος της υπερψήφισης ή μη του αιμοσταγούς νομοσχεδίου του Υπουργείου Οικονομικών συγκεντρώθηκαν στην Αθήνα και στη Θεσσαλονίκη τόσο λίγοι διαδηλωτές; Η ιστορική Αριστερά μιλάει για τεράστιο πλήθος – μια ζωή για τεράστια πλήθη μιλάει, για κοσμοσυρροή, για μαχητικές και δυναμικές διαδηλώσεις με αγωνιστικό παλμό και μια ζωή η μία οδυνηρή ήττα ακολουθεί μια άλλη ακόμα πιο ταπεινωτική – μέχρι που φτάσαμε στις 12 Φεβρουαρίου, στο νοκ άουτ, μιλώντας με όρους ταξικής πάλης. Δεν έχει αναρρωτηθεί, και ούτε πρόκειται να το κάνει, αν υπάρχει κάποια στενή, στενότατη σχέση μεταξύ του τεράστιου πλήθους που διαδηλώνει και του νοκ άουτ. Στις παρυφές της ιστορικής Αριστεράς κινούνται και οι διάττοντες αστέρες των ΑΓΑ.ΠΟ. και οι αστερισμοί των ακροαριστερών, αντιεξουσιαστών, αυτόνομων και μέρους των αναρχικών. Το ερώτημα ‘γιατί στη συγκέντρωση της Θεσσαλονίκης, λόγου χάριν, παραβρέθηκαν 20.000 ή 50.000, μια Θεσσαλονίκη του 1,5 εκ, κατοίκων, με μεγάλη ανεργία και φτώχεια και απόγνωση‘ είναι ένα ενοχλητικό ερώτημα κι εμείς έχουμε μεγάλο έρωτα με τα ενοχλητικά ερωτήματα, διότι έχουμε την αίσθηση ότι τα ενοχλητικά ερωτήματα εκκινούν τη διαδικασία της αλήθειας. Πριν όμως απαντήσουμε σε αυτό το ερώτημα, ας διατυπώσουμε άλλο ένα, εξίσου ενοχλητικό. Εάν προκηρυχθεί μια γενική απεργία διαρκείας, πόσοι από τους εργαζόμενους θα συμμετάσχουν;
Ελάχιστοι, είναι η απάντηση, δηλαδή, κανένας. Γιατί; Εγώ λέω ότι είναι φοβισμένοι, απομονωμένοι, αποβλακωμένοι και εξαθλιωμένοι – άνεργοι, και οι άνεργοι, θα το γνωρίζετε, δεν μπορούν να απεργήσουν. Αυτή είναι η απάντηση; Όχι μόνο. Δεν θα απεργήσουν, και δεν απεργούν, όχι μόνο διότι φοβούνται μην απολυθούν αλλά και διότι θα χάσουν ένα ή δύο μεροκάματα. Γιατί το 2002 συμμετείχαν και ανάγκασαν τον Γιαννίτση να τραπεί σε άτακτη φυγή και να αποσύρει το νομοσχέδιό του και τώρα δεν κουνιέται φύλλο με τα μέτρα να πέφτουν δίκην καταιγιστικών ριπών; Τότε, πριν αρχίσουν να τρέχουν να παίρνουν δάνεια, πριν δηλαδή ο Κύριος τους δέσει χειροπόδαρα με τις αόρατες αλυσίδες του χρήματος (των δανείων) δεν τους ένοιαζε να χάσουν κι ένα και δύο μεροκάματα. Τώρα, δέσμιοι των δανείων, τους νοιάζει και τους παρανοιάζει.
Αλλά δεν είναι μόνο αυτό. Γνωρίζουν πολύ καλά ότι με 24ωρη και 48ωρη απεργία δεν γίνεται απολύτως τίποτα. Είναι βέβαιοι, απολύτως βέβαιοι. Γνωρίζουν ότι μόνο η απεργία διαρκείας μπορεί να αποβεί αποτελεσματική αλλά δεν θα συμμετείχαν. Γιατί; Διότι μπορούν ακόμα και τη βγάζουν. Περικόπτουν δαπάνες, σταματούν να κυκλοφορούν το ένα ή τα δύο από τα τρία αυτοκίνητα, ή το ένα και μοναδικό, οι μικροαστοί παίρνουν τον κανακάρη τους από το ιδιωτικό και το στέλνουν στο δημόσιο σχολείο, τρώνε λιγότερο κρέας και περισσότερα όσπρια, κόβουν τα ούζα και τα μπαράκια, κλπ. κλπ.
Όσο η κατάστασή τους χειροτερεύει, τόσο λιγότερο θα σκέφτονται την απεργία, μέχρις ότου ξεσπάσουν και τα σπάσουν και τα κάψουν – είναι κάτι που πολλοί το φοβούνται και πολλοί το περιμένουν και πολλοί το θέλουν. Επιτέλους, αναταραχή, αναβρασμός, εξέγερση! Βέβαια, μετά τη λήξη της εξέγερσης θα βρεθούν σε πολύ χειρότερη κατάσταση, αλλά κάποιοι θεωρούν ότι δεν αποκλείεται η εξέγερση να μετεξελιχτεί σε επανάσταση.
Είναι κάτι που αποκλείω με τον πιο κατηγορηματικό τρόπο.
Στη συγκέντρωση της Θεσσαλονίκης ήταν μόνο 20-50.000 άνδρες και γυναίκες διότι όλοι οι υπόλοιποι γνωρίζουν, χωρίς αυτός να είναι ο μόνος λόγος, ότι αυτή η διαμαρτυρία, η συγκέντρωση είναι παντελώς αναποτελεσματική. Να υποθέσουμε ότι αυτό δεν τον γνωρίζουν οι συμμετέχοντες και οι συμνμετέχουσες; Εάν το γνωρίζουν, γιατί πήγαν στο Σύνταγμα και στην Αριστοτέλους;
Έκαναν το αγωνιστικό τους καθήκον; Μήπως επειδή ο μόνος μάταιος αγώνας είναι αυτός που δεν δίνεται. Δηλαδή, ας αγωνιστούμε κι ό,τι θέλει ας γίνει!
Υπάρχουν κι άλλες πλευρές του υπό εξέταση ζητήματος αλλά δεν είναι του παρόντος. Θα υπενθυμίσω μία, αυτήν της παρακάτω ασυνείδητης (και συνειδητής) φαντασίωσης, με την οποία θα ασχοληθούμε μόλις μας δοθεί ευκαιρία: μήπως μας παίρνει να συγκρίνουμε την πολιορκία της Βουλής, την ειρηνική και τη βίαιη διαμαρτυρία, τη διάθεση να κάνουμε ντου και να το κάψουμε το μπουρδέλο με την έφοδο στα χειμερινά ανάκτορα, που έχει χαρακτηριστεί ως έφοδος στον ουρανό, από τους μπολσεβίκους της Ρωσίας στην Οχτωβριανή επανάσταση το 1917; Εάν υπάρχουν κάποιες ομοιότητες και κοινά στοιχεία, τότε το δράμα μας θα πρέπει να είναι πολύ μεγαλειώδες.
Αύριο θα καταπιαστώ με το ζήτημα εάν θέλουμε και μπορούμε να κάνουμε τις Εφορίες παιδικούς σταθμούς, νηπιαγωγεία, βιβλιοθήκες, χώρους συνάντησης παιδιών και εφήβων, καλλιτεχνικά κέντρα, χώρους διαλέξεων, κλπ.
Πάω να κόψω δυο ξερά δέντρα – για θέρμανση και μαγείρεμα.
καλημερα Αθανάσιε-Τριανταφυλιά
Αν μέναμε κοντά, θα ερχόμουν να κό-ά-ψουμε μαζί.
Ευριπίδης
Xωρίς να προτείνω κάτι τέτοιο, μια ενδεχόμενη εισβολή στη βουλή ή ένας αποκλεισμός της βουλής ή ένας αποκλεισμός των βουλευτών έξω απ’ τα σπίτια τους ή μια απαγωγή των βουλευτών δε μπορώ να καταλάβω πώς θα ήταν διαμαρτυρία. Θα μου πεις ακόμα και να κατορθωθεί κάτι τέτοιο, τι θα γίνει; Θα βάλουν άλλους την επόμενη μέρα, θα το διαχειριστούν επικοινωνιακά και κατασταλτικά κλπ. Πάντως διαμαρτυρία δεν είναι. Είναι παρεμπόδιση της απόφασης. Οπότε να υποθέσω ότι οι λόγοι που δε σκεφτόμαστε κάτι τέτοιο είναι περισσότερο ηθικοί και λόγοι πρακτικής δυσκολίας παρά πολιτικοί.
Ευριπίδη, θα μου στείλεις ένα μέιλ;
Απορίες από ένα μαθητή στο τελευταίο θρανίο:
“Θα ανησυχούσε ο Κύριος εάν δεν υπήρχε έξω κανείς και καμία ή θα χαιρόταν χαρά μεγάλη; Κι αν δεν ήμασταν εκεί έξω, που να ήμασταν και τι να κάναμε;”
[Που δεν υπάρχει ο καπιταλιστικός τρόπος παραγωγής? Είναι εφικτό να δημιουργηθούν 1, 100, 1000 «Μαριναλέντα»? Και τι θα εμποδίσει τον Κύριο να διαλύσει τέτοια εγχειρήματα αν και όταν καταστούν επικίνδυνα]
“Οπότε, τα ερωτήματα που διατυπώνω είναι τα εξής: Θα αποφασίζουμε ή θα διαμαρτυρόμαστε; Θα πολεμούμε ή θα διαμαρτυρόμαστε;’
[Άμεσα συνδεδεμένο με τα ερωτήματά σου είναι το ποιος/ποιοι. Ποιοι θα αποφασίσουν/θα διαμαρτυρηθούν/θα πολεμήσουν. Δεν είναι ανεξάρτητο το ποιος από το τι. Το νεφελώδες «οι παραγωγοί» δεν είναι αρκετό]
“Η διαμαρτυρία είναι μια μορφή συναίνεσης… η αποφυγή της διαμαρτυρίας είναι άρνηση της συναίνεσης.’
[Η διαμαρτυρία (ειρηνική ή βίαιη) με την έννοια της αντίδρασης είναι το πρώτο αναγκαίο βήμα πριν στηθεί οτιδήποτε άλλο.]
“Θα μπορούσαμε να αποφασίσουμε, με τον τρόπο που πρότεινα χτες (δημοψήφισμα οργανωμένο από εμάς τους ίδιους) ή με τον τρόπο που θα προτείνω μεθαύριο – τη λήψη των αποφάσεων από τις υπάρχουσες ομάδες και την ενθάρρυνση σύμπηξης νέων.”
[Ακολουθώντας τη λογική σου, τι εμποδίζει τον Κύριο να διαλύσει αυτά τα εγχειρήματα με τη βία? Για τη Γενική Απεργία:1) Είσαι σίγουρος πως όλοι όσοι δεν συμμετέχουν θέλουν πραγματικά να αλλάξουν ριζικά τα πράγματα στη χώρα 2) Η ανεργία έχει φτάσει το 20% και στους νέους πάνω από 40%. Δεν νομίζω όλοι αυτοί να είναι καβατζομένοι 3) Για τον νόμο Γιαννίτση αν θυμάμαι καλά έγινε μόνο μια 24ωρη απεργία – 26 Απρίλη 2001]
«Επιτέλους, αναταραχή, αναβρασμός, εξέγερση! Βέβαια, μετά τη λήξη της εξέγερσης θα βρεθούν σε πολύ χειρότερη κατάσταση, αλλά κάποιοι θεωρούν ότι δεν αποκλείεται η εξέγερση να μετεξελιχτεί σε επανάσταση.»
[Ξεπέρασμα του φόβου και συνειδητοποίηση είναι η εξέγερση (ακόμα και τα μπάχαλα). Με αυτή την έννοια είναι ένα βήμα εμπρός και επομένως αυτοί που θα πάρουν μέρος μάλλον θα βρεθούν «σε καλύτερη κατάσταση»]
«Στη συγκέντρωση της Θεσσαλονίκης ήταν μόνο 20-50.000 άνδρες και γυναίκες διότι όλοι οι υπόλοιποι γνωρίζουν, χωρίς αυτός να είναι ο μόνος λόγος, ότι αυτή η διαμαρτυρία, η συγκέντρωση είναι παντελώς αναποτελεσματική.»
[Η μη συμμετοχή σε «διαμαρτυρίες» και η δικαιολογία περί αναποτελεσματικότητας των διαδηλώσεων είναι απλά σταρχιδισμός και φόβος. Τίποτα άλλο. Καλός ο La Boétie αλλά μόνο για τον 16ο αιώνα]
¨Η εξέγερση αποτελεί φυσική τάση της ζωής. Ακόμα και το σκουλήκι στρέφεται ενάντια στο πόδι που το λειώνει. Γενικά, η ζωτικότητα και η σχετική αξιοπρέπεια ενός ζώου μπορεί να μετρηθεί από την δύναμη του ένστικτου της εξέγερσης¨ Μπακούνιν.
Φιλικά
Β.
Καλησπέρα Αθανάσιε.
Θα αναδημοσιεύσω τα τρία αυτά κείμενα (αυτό και τα δύο από κάτω) προς προβληματισμό όλων μας.
Νάσαι καλά.
Β.
θα απαντήσω αύριο το πρωί με ένα σημείωμα