Αναρωτιέμαι μερικές φορές: μήπως ο όρος κοινωνική σύγκρουση είναι πιο καταλληλος, πιο ακριβής από αυτόν του κοινωνικού πολέμου; Η επιφύλαξη αυτή προλαβαίνει τους δικούς σας ενδοιασμούς: πως είναι δυνατόν να μιλάμε για (κοινωνικό) πόλεμο από τη στιγμή που ο ένας από τους δύο αντιπάλους αποφεύγει συνειδητά τη χρήση των όπλων; Υπάρχει και κάτι ακόμα: η ιστορική Αριστερά, που δέχεται την (επαναστατική) χρήση των όπλων, αποφεύγει να χρησιμοποιήσει αυτόν τον όρο: για να μπορούμε να μιλάμε για πόλεμο, ισχυρίζονται, πρέπει να υπάρχουν στρατοί, όπλα, στολές, κλπ. και από τα δύο αντιμαχόμενα μέρη. Έτσι, μεταχειρίζονται τις φράσεις ταξική πάλη, επαναστατικός αγώνας, κλπ.
Διότι ο πόλεμος είναι μια ένοπλη σύρραξη μεταξύ οργανωμένων ομάδων. Ο Καρλ φον Κλάουζεβιτς ορίζει τον πόλεμο με έναν κάπως πιο ευρύ τρόπο, με έναν τρόπο που μας παραχωρεί κάποιο στέρεο έδαφος για να πατήσουμε και να προχωρήσουμε εν μέσω κινουμένης άμμου: ο πόλεμος, μας λέει, είναι μια πράξη βίας, προορισμένη στο να καταναγκάσει τον αντίπαλο να εκτελέσει τη θέλησή μας. Τι σημαίνει όμως μια πράξη βίας; Είναι δυνατόν να υπάρξει πράξη βίας χωρίς τη χρήση όπλων; Όταν δηλαδή λέμε βία, όταν βέβαια αναφερόμαστε σε πόλεμο, εννοούμε πάντα τη βία που προέρχεται από τη χρήση των όπλων; Και μια δεύτερη ένσταση. Με τον ορισμό που παραθέτει ο Κλάουζεβιτς ταυτίζει τον πόλεμο εν γένει με τον πόλεμο καθυπόταξης, με τον περιορισμένο πόλεμο (‘να εκτελέσει τη θέλησή μας’). Εάν όμως ο σκοπός μας δεν είναι να εκτελέσει ο αντίπαλος τη θέλησή μας αλλά να τον εξαφανίσουμε από προσώπου γης, να τον εξοντώσουμε ολοσχερώς; Μπορεί να υπάρξει ορισμός κοινός και για τον πόλεμο καθυπόταξης και για τον πόλεμο εξόντωσης;
Όχι, φίλες και φίλοι, δεν μπορεί να υπάρξει. Τη δυσκολία αυτή την είχε αντιληφτεί ο Κλάουζεβιτς και περιόρισε την έννοια του ‘πολέμου’ στην έννοια του πολέμου καθυπόταξης, του περιορισμένου πολέμου, υποστηρίζοντας ότι κάθε πόλεμος τείνει να κλιμακωθεί και να μετεξελιχθεί σε απόλυτο, σε πόλεμο εξόντωσης. Υπάρχει μια δικλείδα ασφαλείας; Ναι, η πολιτική είναι αυτή που βάζει όρια στην κλιμάκωση. Οι στρατιωτικοί λοιπόν οφείλουν να υποτάσσονται στους πολιτικούς – άρα, οι πολιτικοί είναι οι ανώτατοι στρατιωτικοί. Οι πολιτικοί είναι στρατιωτικοί με πολιτικά.
Σε αυτές τις επιφυλάξεις έρχονται να προστεθούν και άλλες. Ομάδες κανιβάλων πολεμούσαν για να εξασφαλίσουν αιχμαλώτους τους οποίους θα τους έτρωγαν. Οι Αζτέκοι πολεμούσαν για να εξασφαλίζουν πολυάριθμα θύματα για τις ανθρωποθυσίες τους. Τι ήταν αυτοί οι πόλεμοι, πόλεμοι εξόντωσης ή πόλεμοι καθυπόταξης; Τίποτα από τα δύο. Ο Πιερ Κλαστρ (‘Η κοινωνία ενάντια στο Κράτος’) υποστηρίζει ότι πολλές τροφοσυλλεκτικές ομάδες πολεμούσαν μόνο και μόνο για να μην ενωθούν, για να αποφύγουν δηλαδή τη μεγέθυνση, που θα επέφερε τη σύμπηξη σχέσεων υποτελείας. Πολεμούσαν δηλαδή για να αποτρέψουν την εμφάνιση της Κυριαρχίας και του Κράτους!
Λέμε ότι ο Β’ Παγκόσμιος πόλεμος άρχισε το 1939 (ή το 1940) και τελείωσε το 1945. Εάν όμως εννοήσουμε με τον όρο πόλεμο τη χρονική διάρκεια της ένοπλης σύρραξης, τότε η χρονική περίοδος της προετοιμασίας και η χρονική περίοδος των αποκατάσταστης των συνεπειών του πολέμου δεν είναι αναπόσπαστα μέρη του πολέμου; Μήπως ο Β’ Πόλεμος άρχισε το 1918, μόλις τελείωσε ο Α΄, και δεν έχει τελειώσει ακόμα; Μήπως ο Γ’ Παγκόσμιος άρχισε το 1945; Εάν είναι έτσι, σκέφτομαι τα εξής: Εάν μια κοινωνική επανάσταση με όπλα είναι μια στιγμή του διάχυτου και υπόρρητου και γενικευμένου κοινωνικού πολέμου, η μακραίωνη διαδικασία εμφάνισης των τάξεων ή ενός τρόπου παραγωγής είναι ή δεν είναι κοινωνικός πόλεμος; Η εποχή της μετάβασης από την φεουδαρχία στον καπιταλισμό, μια εποχή ιδιαίτερα βίαιη χωρίς όμως ένοπλες συρράξεις, δεν ήταν κοινωνικός πόλεμος;
Η τάση μας να διατυπώνουμε ορισμούς μας προκαλεί σύγχυση. Σε αυτή τη περίπτωση, ο σκεπτικισμός είναι πολύ χρήσιμος. Είναι γεγονός ότι μόνο ο άνθρωπος πολεμάει, αλλά τα αίτια και οι σκοποί των πολέμων (κι όχι του πολέμου) είναι τόσο διαφορετικά ώστε αναγκαζόμαστε να δούμε το φαινόμενο του πολέμου όχι από μια υπερβατική/υπερβατολογική έποψη αλλά με άλλο πνεύμα.
Ο Κύριος είναι πολεμιστής, είναι ένας αδίστακτος, αμείλικτος ένοπλος ζητιάνος. Είμαστε σε πόλεμο, μας είπε ο πολύς Γιώργος Παπανδρέου, ενώ ένας δισεκατομμυριούχος αμερικάνος υπουργός παραδέχτηκε ότι υπάρχει ταξική πάλη, μόνο που υπογράμμισε ότι ‘νικητές είμαστε πάντα εμείς’. Ο Κύριος λοιπόν πολεμάει, άρα, πολεμάμε και εμείς. Δεν λέω ότι θα πολεμήσουμε, λέω ότι πολεμάμε ήδη. Μόνο που δεν έχουμε συνειδητοποιήσει ότι πολεμάμε!
Θα το συνειδητοποιήσουμε, σήμερα ή αύριο. Η συνειδητοποίηση θα είναι μια διαδικασία, μια χρονική περίοδος κατά την οποία θα θέσουμε ερωτήματα τα οποία σήμερα δεν τίθενται και θα διατυπώσουμε κάποιες απαντήσεις. Για να αρχίσει όμως η συνειδητοποίηση θα πρέπει πρώτα να χρεοκοπήσει τελείως μα τελείως, να φτάσει σε πλήρες αδιέξοδο ο υπάρχων τρόπος διεξαγωγής του κοινωνικού πολέμου. Θεωρώ ότι δεν θα αργήσει, ότι ήδη η ιστορική Αριστερά έχει στριμωχτεί σε αυτό το αδιέξοδο.
Ερώτημα πρώτο: ποιός είναι πιο ισχυρός; Ο Κύριος ή εμείς;
Εάν είμαστε εμείς, γιατί υφιστάμεθα τη μία ήττα μετά την άλλη, γιατί καταβαλλόμαστε συνεχώς στη μάχη και στον πόλεμο; Γιατί τρέχουμε πανικόβλητοι να σωθούμε μόλις πέσουν τα πρώτα χημικά; Η απάντησή μου:
Ηττώμαστε διότι πολεμάμε όπως πολεμάει ο Κύριος. Γιατί όμως πολεμάμε όπως πολεμάει ο Κύριος;Πως πολεμάει ο Κύριος;
Πολεμάμε όπως πολεμάει ο Κύριος διότι θέλουμε να γίνουμε Κύριοι! Οι μπολσεβίκοι με τα όπλα στα χέρια έγιναν Κύριοι – δεν έγιναν; Εάν δεν έχετε διαβάσει τις Αναμνήσεις ενός επαναστάστη, του Βικτόρ Σερζ, σας παρακαλώ, θα φρίξετε! Κι αν θέλετε να φρίξετε ακόμα πιο πολύ, διαβάστε τον Κομμουνισμό και Τρομοκρατία του Λέον Τρότσκι – δεν θα ξέρετε που να κρυφτείτε.
Εργατικό Κράτος! Εργατική Εξουσία! Δικτατορία του προλεταριάτου! Λαϊκή Δημοκρατία! Εκτελεστική Επιτροπή του Κόμματος!
Οι υποτελείς Παραγωγοί ηττώνται διότι μιμούνται τον Κύριο, θέλουν να γίνουν Κύριοι! Μια πρώτη (σύγχρονη) απόπειρα μη μίμησης του Κυρίου είναι η θεωρία της κομμουνιστικοποίησης, της αυτοκατάργησης του προλεταριάτου που υποστηρίζει η ομάδα του περιοδικού Blaumachen. Η οποία όμως δεν μπορεί να κόψει τον ομφάλιο λώρο που τη συνδέει με την ιστορική (ακρο-)Αριστερά). Ως προς το περιεχόμενο (αυτοκατάργηση του προλεταριάτου) η άποψη είναι προωθημένη, δηλαδή κινείται πέραν της μίμησης του Κυρίου. Ως προς το μέσον όμως (ταραχές, εμπρησμοί, μελλοντική ένοπλη πάλη) κουβαλάει τα βαρίδια του λόγου της ιστορικής Αριστεράς.
Πως θα πολεμήσουμε λοιπόν; Ας το διατυπώσουμε διαφορετικά; Πως δεν θα πολεμήσουμε; Δεν θα πολεμήσουμε όπως πολεμάει ο Κύριος. Πως πολεμάει ο Κύριος;
Πολεμάει με βασικό μέλημα να εξασφαλίσει την απόλυτη οπλική υπεροχή, πολεμάει δηλαδή με όπλα που οι υποτελείς δεν θα μπορέσουν να αποκτησουν ποτέ των ποτών. Τα όπλα αυτά είναι τόσο αποτελεσματικά και αποδοτικά ώστε απαιτούνται ολοένα και λιγότεροι στρατιώτες.
Εάν κατά το παρελθόν δεν μπορούσαμε να μην μιμηθούμε τον Κύριο, τώρα, με την οπλική υπεροχή και την προώθηση της αυτοματοποίησης στην παραγωγική διαδικασία, όχι απλώς μας επιτρέπεται αλλά μας επιβάλλεται να πολεμήσουμε χωρίς να μιμούμαστε τον Κύριο. Εάν ο Κύριος πολεμάει με όσο γίνεται λιγότερους, εμείς θα πολεμήσουμε με όσο γίνεται περισσότερους. Μόνο εάν στον κοινωνικό πόλεμο συμμετέχουν οι νεκροί, οι ζωντανοί και οι αγέννητοι θα μπορέσουμε να νικήσουμε, να επιβάλλουμε τη θέλησή μας στον αντίπαλο – μεταχειριζομαι αυτές τις εκφράσεις διότι βρίσκομαι σε πλήρη αδυναμία, διανοητική και λεκτική, να εκφράσω και να διατυπώσω αυτό που αισθάνομαι – ούτε να νικήσω θέλω ούτε να επιβάλλω τη θέλησή μου στον αντίπαλο, μόνο που δεν μπορώ να τα αποφύγω. Δεν μπορούμε να σκεφτούμε τα πάντα, άρα δεν μπορούμε και να διατυπώσουμε τα πάντα – λόγω της ιστορικότητάς μας, λόγω των περιορισμών μας. Ελπίζω να με κατανοήσετε και να με συγχωρέσετε, μιας και μπορείτε να με τιμωρήσετε.
Εάν όμως συμμετέχουμε όλοι και όλες, νεκροί, ζωντανοί και αγέννητοι, ποια θα είναι τα όπλα μας; Ποιο όπλο μπορούν να χρησιμοποιήσουν νεκροί, ζωντανοί και αγέννητοι;
Εάν το ισχυρότερο όπλο του Κυρίου είναι τα πυρηνικά, δύο είναι τα δικά μας ισχυρότερα όπλα: το ένα το χρησιμοποιούμε στον πόλεμο με τον Κύριο, το άλλο για να διαχειριζόμαστε τις μεταξύ μας αναπόφευκτες συγκρούσεις:
Η Πανταχού Απουσία, το γλέντι κατά τη διάρκεια μιας χωρίς αιτήματα αποχής, η χρονική διάρκεια της οποίας μπορεί να ξεκινήσει από μια μέρα και να φτάσει μερικούς μήνες, είναι το ισχυρότερο όπλο μας στον πόλεμο με τον Κύριο. Πέρασμα στη Πράξη (μείωση του χρόνου εργασίας, κατάργηση υποχρεωτικής εκπαίδευσης, άρνηση πληρωμών, επιλεκτική εστιασμένη καταναλωτική αποχή) – Κοινωνικό Αντάρτικο (εμφάνιση-εξαφάνιση).
Η Ελευθερία Πνεύματος και Σκέψης είναι το ισχυρότερο όπλο για να διαχειριζόμαστε τις μεταξύ μας αναπόφευκτες συγκρούσεις.
Η αυτοκατάργηση του προλεταριάτου είναι μισό αιώνα (για να μην πάμε μέχρι τον Μαρξ) πιο παλιά απ΄οτι το blaumachen
Xάρης
Μισόν αιώνα μόνο; Στις Βάκχες του ο Ευριπίδης βάζει τους κατοίκους της Θήβας, από τους δούλους μέχρι τη βασίλισσα, και από τους φτωχούς μέχρι τον μάντη Τειρεσία, να κυριεύονται από τη “μανία” του Διονύσου και αντί να εκτελούν τα καθήκοντά τους ο καθείς και η κάθε μια, να περιφέρονται γλεντώντας και χορεύοντας στην πόλη, στα δάση και στα βουνά. Μόνος μη συμμετέχων στη γιορτή είναι ο βασιλιάς Πενθέας. Ενώ ο Διόνυσος που ως “άγνωστος ξένος θηλυπρεπής και αιρετικός” ρίχνεται με το έτσι θέλω του Πενθέα στη φυλακή, κάνει τη μόνη και ύστατη προσπάθεια να επαναφέρει τον Πενθέα στα λογικά του και σε μια υποτυπωδώς ανθρώπινη συμπεριφορά. Δεν το καταφέρνει βέβαια, οπότε η καταστροφή είναι αναπόφευκτη… Για τον Πενθέα φυσικά…
Η αυτοκατάργηση του προλεταριάτου είναι μισό αιώνα (για να μην πάμε μέχρι τον Μαρξ) πιο παλιά απ΄οτι το blaumachen
Σωστά, αλλά ποιός άλλος τολμάει να την ξεστομίζει σήμερα;
Έλα μου ντε.
Ζήτω το δικαίωμα στην εργασία!
Χάρης
Στα γρήγορα κάποιες σκέψεις: Aρχίζω απ’ το τέλος. Δεδομένης της κατάστασης και των επιπτώσεων των επερχόμενων μέτρων της νέας δανειακής σύμβασης, ο μόνος τρόπος για να είναι βιώσιμη η Πανταχού Απουσία και το Πέρασμα στην Πράξη σε όλες τους τις μορφές είναι η εξασφάλιση μιας κάποιας οικονομικής ανεξαρτησίας των υποτελών τάξεων. Σωστά; Επίσης, (θα) είναι αποκλειστικός όρος επιβίωσης για όλους τους εκτός-παραγωγής υποτελείς. Οπότε, πιστεύω πρέπει να επικεντρωνόμαστε θεωρητικά και πρακτικά στην όσο πιο πλατειά και αποτελεσματική οργάνωση των αυτόνομων δομών της “οικονομικής ανεξαρτησίας”. Κοινωνική και Αλληλέγγυα Οικονομία, κλπ. Εδώ ξεκινά και η συζήτηση περί των ορίων αυτών των εγχειρημάτων, τη θέση τους μέσα στον κοινωνικό πόλεμο,τη σχέση τους με τον επαναστατικό μετασχηματισμό κλπ. Σωστά; Κάπου εδώ, λοιπόν, ξανατίθεται έντονα πιστεύω το ζήτημα της βίας. Ακόμα κι είχαμε προσεγγίσει το σημείο της οικοδόμησης ενός καλύτερου και βιώσιμου κόσμου χωρίς τ’ αφεντικά, γιατί να μας το επιτρέψουν αυτό και να μη μας διαλύσουνε για να μας ξαναφέρουν στα μέτρα τους (πόλεμος καθυπόταξης); Και γνωρίζουμε καλά τι μέσα διαθέτουν. Και πιστεύω δεν χρειάζεται καν να φτάσουν μέχρι τα πυρηνικά (που θέτουν σε κίνδυνο και τους ίδιους). Άρα, τι κάνουμε; Ίσως, θα άξιζε να προσπαθήσουμε να επινοήσουμε άλλους τρόπους απενεργοποίησης της κρατικής καταστολής.
Κλείνω μ’ ένα (πιθανόν χαζό) ερώτημα γιατί έχουν ανάψει τα μάτια μου: Γιατί ο Κύριος συνεχίζει να (θέλει να) πολεμάει έτσι όπως πολεμάει;
1. Η ανάγνωση των Βακχών από την Β. είναι πολύ ενδιαφέρουσα, δεν το έχω σκεφτεί. Θα τις ξαναδιαβάσω υπό το πρίσμα της αυτοκατάργησης του Υποτελούς, η οποία ασφαλώς και προηγείται των θεωρητικών αναλύσεων του Blaumachen. ‘Εχω θίξει αδρομερώς το ζήτημα στην κριτική που έγραψα για τις θέσεις της ομάδας του Blaumachen. To ζήτημα αυτό, για το οποίο ελάχιστα έχουν ειπωθεί και γραφτεί, είναι ένα ερευνητικό πεδίο το οποίο χρήζει εμπεριστατωμένης και διεξοδικής προσέγγισης και εξέτασης, και είμαι βέβαιος ότι θα μας ανταμείψει πλουσιοπάροχα.
2. Έχω ήδη διατυπώσει κάποιες σκέψεις για το πως μπορούμε να αντιμετωπίσουμε την χρεοκοπία, δηλαδή την αμείλικτη άσκηση οικονομικής βίας, δηλαδή τη χρησιμοποίηση του χρήματος όχι μόνο ως μέσον αρπαγής αλλά και ως μέσον καταστολής και πειθάρχησης. Προτείνω να ζήσουμε χωρίς χρήμα: να συνεχίζουμε να εργαζόμαστε έχοντας εξασφαλίσει πρόσβαση στον παραγόμενο κοινωνικό πλούτο. Δεν είναι κάτι που το προτείνει η ιστορική Αριστερά. Θα μπορέσουμε να κάνουμε κάτι τέτοιο; Μπορεί όχι, εγώ ισχυρίζομαι ότι θα μπορέσουμε. Στην περίπτωση όμως αυτή ο Κύριος θα αντι-σταθεί. Έχω τονίσει ότι α) θα φρουρήσει με τον στρατό και την αστυνομία τους χώρους παραγωγής και αποθήκευσης του αναγκαίου για την επιβίωση κοινωνικού πλούτου, β)θα φρουρήσει τους δρόμους, θα επιχειρήσει δηλαδή να ελέγξει τη μεταφορά του πλούτου και γ) θα επιχειρήσει να αποτρέψει τους δεσμούς και τις επαφές μεταξύ παραγωγών τροφής (και φαρμάκων) με τους καταναλωτές, δεσμοί και επαφές που συνάπτονται ήδη έστω και δειλά έστω με τον τρόπο που γίνεται.
Τι θα κάνουμε σε αυτή την περίπτωση; Υπάρχουν δυο τρόποι να αντιμετωπίσουμε την αντί-σταση του Κυρίου (εμείς στασιάζουμε, ο Κύριος αντι-στέκεται, όχι εμείς!): αυτός της ιστορικής Αριστεράς κι αυτός της Πανταχού Απουσίας. Επειδή έχω να πω πολλά, δράττομαι της ευκαιρίας και αύριο το πρωί θα καταπιαστώ με αυτό το ζήτημα.
3. Θα πρέπει να συσχετίσουμε το ζήτημα του τρόπου διεξαγωγής του πολέμου από τον Κύριο με αυτό της απεξάρτησής Του από τους υποτελείς Παραγωγούς. Κι αυτό είναι ένα ζήτημα με το οποίο δεν έχουμε καταπιαστεί στα σοβαρά. Ο Κύριος στο παρελθόν άλλοτε δεν μπορούσε να συγκροτήσει στρατό άλλοτε κατέφευγε στους μισθοφόρους άλλοτε στη στρατολόγηση των υπηκόων του, η οποία όμως του δημιουργούσε πολλά προβλήματα: λιποταξία, απροθυμία πολέμου, εμφύλιος πόλεμος, επανάσταση – η περίπτωση της Οχτωβριανής είναι χαρακτηριστική. Ένας στρατός που συγκροτείται από υπηκόους δεν είναι τίποτα άλλο παρά μια διαιώνιση της εξάρτησης του Κυρίου από τους Υποτελείς, κάτι που το φέρει βαρέως. Δεν είναι άλλωστε τυχαίο ότι η αυτοματοποίηση της παραγωγής εν πολλοίς δεν είναι τίποτα άλλο από μια συνέχιση της αυτοματοποίησης του πολέμου με άλλα μέσα – πολλές εφαρμογές της τεχνοεπιστήμης στην (καπιταλιστική) παραγωγή δεν είναι παρά μεταφορά πολεμικής τεχνολογίας.
Και στην αυτοματοποίηση οι άνθρωποι έχουν σημασία, είτε γιατί δεν συνεργάζονται (πώς θα ήταν η πυρηνική βόμβα αν είχε συνεργαστεί ο Αινστάιν;), είτε γιατί και όταν συνεργάζονται, αρνούνται να λησμονήσουν την δική τους πολιτική ατζέντα. Με αυτήν την έννοια, το διαδίκτυο, μια καθαρά στρατιωτική εφαρμογή, επειδή φτιάχτηκε από ανθρώπους (με πολύ συγκεκριμένες ιδέες), εμπεριείχε από την αρχή στη δομή του, το οριζόντιο, χαοτικό χαρακτηριστικό που μας επιτρέπει εμάς τώρα να ενημερωνόμαστε και να συζητούμε. Α, στις Βάκχες, αν θυμάμαι καλά, υπάρχει ένας τεχνολογικός αυτοματισμός που είναι κοινός τόπος σε κείμενα λαϊκής ποίησης (και όχι μόνο): οι πόρτες της φυλακής ανοίγουν μοναχές τους, για να ελευθερωθεί ο φυλακισμένος Διόνυσος.