in citius altius fortius, οι λατρείες της Δύσης, Ιλιάδα και Φύση

πηδάω και πετάω

φίλες και φίλοι, καλή σας μέρα

Σήμερα θα ασχοληθούμε με τα  άλματα – σε μήκος, σε ύψος, τριπλούν, επι κοντώ. Γιατί να θέλουμε να πηδάμε όσο πιο μακριά, όσο πιο ψηλά γίνεται; Είναι μια ανθρώπινη ανάγκη ή μια ιστορική κατασκευή;

Λέμε: πετάω σε μια ώρα ή αύριο πετάω. Ούτε σε μια ώρα ούτε αύριο θα πετάξουμε: ο άνθρωπος δεν μπορεί να πετάξει κουνώντας τα χέρια ή με τη βοήθεια κάποιας πτητικής, μη μηχανικής, συσκευής. Τι μπορεί να κάνει ο άνθρωπος; Μόνο να πηδήξει μπορεί. Τότε γιατί λέμε πετάω ή θα πετάξω; Πρόκειται, φίλες και φίλοι, για μεταφορά. Τα πτηνά κινούνται στον αέρα, εμείς κινούμαστε στον αέρα, άρα πετάμε. Εμείς δεν κινούμαστε στον αέρα, το αεροπλάνο κινείται·  εμείς μέσα σε αυτό καθόμαστε, τρώμε, κοιμόμαστε, γαμάμε, βλέπουμε βίνδεο και άλλα πολλά. Κινούμαστε ακινητοποιημένοι.

Το αεροπλάνο  όμως τι κάνει; Πετάει ή πηδάει; Ας απαντήσουμε σε μιαν άλλη ερώτηση: Ο αλεξιπτωτιστής τι κάνει; Μας το λέει η ίδια η λέξη: απομακρύνει, εκδιώκει (αλεξι-) την πτώση. Το ρήμα πίπτω (πέφτω) προέρχεται από τη ρίζα πετ- (πι-πετ-ω > πίπτω, ενεστωτικός αναδιπλασιασμός, πρβλ. δί-δωμι, δίνω, δίδω) από την οποία προέρχεται το ρήμα πέτομαι, πετάω. Η σημασιολογική αυτή συγγένεια δείχνει ότι οι δημιουργοί της λέξες εκλάμβαναν την πτώση ως μη ελεγχόμενη πτήση.  Ο αλεξιπτωτιστής είναι άλτης, πηδάει από το αεροπλάνο, πέφτει αλλά ελέγχει την πτώση.  Εάν δεν είχε αλεξίπτωτο, θα έσκασε σαν καρπούζι, θα τον μάζευαν με το κουταλάκι. Πέφτει όμως ασφαλής και αρτιμελής. Κατά τον ίδιο τρόπο πηδάνε από ψηλά σημεία (αεροπλάνα, απόκρημνα βράχια) και άλλοι που χρησιμοποιούν άλλα μέσα ελέγχου της πτώσης. Κι αυτοί άλτες είναι. Έχουν την εντύπωση, και εμείς το ίδιο, ότι πετάνε, δεν πετάνε όμως – πηδάνε και ελέγχουν την πτώση του άλματος.

Το αεροπλάνο δεν πετάει! Πηδάει! Παίρνει φόρα και πηδάει. Καταφέρνει να μην πέσει και προσγειώνεται εκεί που θέλει να προσγειωθεί. Θα μπορούσαμε να πούμε, και το λέμε, ότι όταν πηδάμε, πετάμε. Το πήδημα, το άλμα, είναι η ανθρώπινη πτήση. Έτσι, υπάρχουν δυο ειδών άλματα: τα μη ελεγχόμενα και τα  ελεγχόμενα. Τα πηδήματα με το αεροπλάνο, το ελικόπτερο, τα αερόπλοια, τα αλεξίπτωτα, η πτώση στο κενό με σχοινί και άλλα παρόμοια είναι ελεγχόμενα άλματα και ως ελεγχόμενα εκλαμβάνονται ως πτήση. Τα τέσσερα ολυμπιακά αγωνίσματα (άλμα σε μήκος, τριπλούν, σε ύψος και επί κοντώ) είναι μη ελεγχόμενα άλματα – ο άλτης πηδάει και πέφτει, δεν μπορεί να ελέγξει την πτώση. Όταν ο άλτης πηδάει, κάτα κάποιον τρόπο πετάει!

Ο έλεγχος της πτώσης είναι μια επιθυμία του δυτικού Κυρίου που οι ρίζες της εντοπίζονται στην Ιλιάδα – που αλλού; Εκεί εντοπίζεται και η επιθυμία της πτήσηςμε την έννοια του μεγάλου και ελεγχόμενου άλματος.  Για να πάει ο Ζεύς από την κορυφή του Ολύμπου στην κορυφή της Ίδης και να παρακολουθήσει από κοντά, live, τη διεξαγωγή του πολέμου  έξω από τα τείχη της  Τροίας, πηδάει, δεν πετάει. Αλλά αυτό το άλμα είναι ο τρόπος του ανθρώπου να πετάει. Εάν θέλει ο άνθρωπος να πετάξει, πρέπει να πηδήξει. Στη ραψωδία Ξ, η Ήρα δεν κάνει ένα άλμα αλλά περισσότερα: από τη  κορυφή του Ολύμπου πηδάει στην κορυφή του Άθω, από κει στη Λήμνο, από κει στην Ίμβρο και από εκεί στη κορυφή της  Ίδης: τέσσερα άλματα, άλμα τετραπλούν. Δεν θα παραξενευτείτε εάν σας πω ότι αυτός είναι ο συντομότερος τρόπος να διασχίσει κανείς το Βόρειο Αιγαίο: Θεσσαλία, Άθως, Λήμνος, Ίμβρος, μικρασιατικά παράλια. Η Ήρα αποφεύγει το ανοιχτό πέλαγος, όπως  ακριβώς το απέφευγαν και οι ναυτικοί της αρχαϊκής εποχής! Το δρομολόγιο της Ήρας είναι το δρομολόγιο των ναυτικών· με μια διαφορά: ένας θεός την απόσταση αυτή τη διανύει σε λίγα δευτερόλεπτα, ο ναυτικός σε τρεις μέρες. Τα άλματα και η πτήση αναπόφευκτα συνδέονται με την απόσταση και την ταχύτητα ( την άρση της απόστασης μέσω της διατήρησής της). 

Η Ήρα όμως μετακινείται και με άλλον τρόπο: με άρμα που το σύρουν ιπτάμενα άλογα, άλογα με φτερά. Και σε αυτή την περίπτωση όμως η Ήρα δεν πετάει, όπως δεν πετάμε κι εμείς όταν μετακινούμαστε με αεροπλάνο. Το άρμα με τα ιπτάμενα άλογα καταγράφει την επιθυμία της πτήσης, της μετακίνησης δηλαδή στον αέρα όχι με άλματα αλλά μέσω μιας συσκευής, ενός οχήματος που θα μπορεί να μετακινείται στον αέρα ελέγχοντας την πτώση. Η επιθυμία αυτή εκπληρώθηκε πρόσφατα, πριν 112 χρόνια, η εκπλήρωσή της όμως επιχειρήθηκε πολλές φορές στο παρελθόν με απογοητευτικά αποτελέσματα – η πτητική μηχανή του Λεονάρντο ντα Βίντσι είναι γνωστή.  

Η επιθυμία της πτήσης και του ελέγχου της πτώσης, της εξουδετέρωσής της, είναι το νήμα που συνδέει τα άλματα των αθλητών, τα άλματα της Ήρας και το αεροπλάνο. Το αεροπλάνο εκπληρώνει την επιθυμία που καταγράφουν τα άλματα των αθλητών και των θεών. Ο θεός είναι ένας superman, ένας αθλητής που έχει εκπληρώσει τις επιθυμίες του. Εάν η θεά Ήρα συμμετείχε στους Ολυμπιακούς αγώνες του Λονδίνου, θα νικούσε σε όλα τα άλματα καταρρἰπτοντας όλα τα παγκόσμια ρεκόρ.

Πως να εξηγήσουμε όμως το γεγονός ότι ενώ πραγματοποιήσαμε τις επιθυμίες μας επαναλαμβάνουμε πρακτικές  που καταγράφουν τις επιθυμία της μετακίνησης στον αέρα και του ελέγχου της πτώσης, την εξουδετέρωση της βαρύτητας; Πως είναι δυνατόν να συνυπάρχει το αεροπλάνο με τα άλματα ως ολυμπιακά αγωνίσματα;  Τα άλματα διατηρούνται για να εξυμνηθεί η επινόηση της πραγματικότητας, η δυνατότητα της  υλοποίησης των επιθυμιών, για να δηλωθεί το καλυμμένο χάσμα μεταξύ της αρχαϊκής έκφρασης της επιθυμίας και της σημερινής εκπλήρωσής της. Τα άλματα ως ολυμπιακά αθλήματα μας λένε: κοιτάξτε πως ήμουν, δείτε τι έγινα. Η διεξαγωγή των αλτικών αγωνισμάτων είναι ένας ύμνος στην πρόοδο της επιστήμης και της τεχνολογίας.

Η επιθυμία της πτήσης  και του ελέγχου της πτώσης είναι εκφράσεις της επιθυμίας αύξησης της Ισχύος του Κυρίου και του Πολεμιστή, του εν πολέμω Κυρίου. Ο πρώτος χρειάζεται την πτήση, την ταχύτατη (μετα)κίνηση, για να επιτηρεί τους υπηκόους (Πανταχού Παρουσία) , ο δεύτερος για να εξασφαλίσει τη νίκη στο πεδίο της μάχης. Σε αυτή την περίπτωση, τα άλματα ήταν πολεμικές δεξιότητες που έγιναν στρατιωτικές ασκήσεις και μετά αγωνίσματα. Και εδώ, τα άλματα ως ολυμπιακά αγωνίσματα διεξάγονται μόνο και μόνο για να υποδηλώσουν την πρόοδο της πολεμικής τεχνολογίας: κάποτε πηδούσαμε με τα πόδια, τώρα με τα πολεμικά αεροσκάφη.

Σχολιάστε ελεύθερα!