φίλες κε φίλοι, καλημέ!
Ο Σύνδεσμος για την Κατάργηση του Ρήματος Έχω εύχεται να ζήσουμε καλό χειμώ – και θα ζήσουμε κι ας είμαστε φτωχοί.
Σήμαντρα ιντερνετικά ηχείστε, καμπάνες διαδικτυακές κτυπείστε, επέστρεψα, κατά 85% γερός, κατά 120% δυνατός, ημίονος, ημιταλαίπωρος, λυσσιάρκου σκλί κατά τα άλλα! Επέστρεψα να συνεχίσω να διατυπώνω ερωτήματα αδήλωτα, ανεπικαίρως επίκαιρα, καταχωνιασμένα στα ερέβη της κοινωνικής πραγματικότητας και τις πτυχές της ταραγμένης ύπαρξης του καθενός και της καθεμιάς, ερωτήματα πίπτοντα επί των τοίχων και των τειχών των προσφάτως εγειρομένων αδιεξόδων, αδιέξοδα τα οποία ο ποιητής Χέντερλιν όριζε ως την εγγύτατη προσέγγιση της λύσης, επέστρεψα να συνεχίσω να διατυπώνω απαντήσεις ακολουθώντας την κίνηση του νοός επί τα λαιά. Σοβαρεύω επί το σπουδαιογελοιότερον, ασφαλώς!
Ερωτώ τον ευατόν μου: από ήρθε το προλεταριάτο; Απαντώ μεγαλοφώνως: από τας εξοχάς τας μεσαιωνικάς, από την ύπαιθρο της μεσαιωνικής φύσης. Ερωτώ και πάλιν: Θα επιστρέψει, αυτοκαταργούμενο, εις τας εξοχάς της (μετα)καπιταλιστικής φύσης;
Θα απαντήσω.
Εάν η θεωρία, και η επιστήμη, είναι υποθέσεις που μας βοηθούν να εξηγήσουμε τα φαινόμενα, προτείνω την εξής θεωρητική υπόθεση, μία από τις πολλές που θα μας απασχολήσουν φέτος: μήπως θα πρέπει να εκλάβουμε τον καπιταλισμό ως αντεπανάσταση στον μεσαιωνικό κομμουνισμό, έχοντας κατά νου ότι στους μεσαιωνικούς κοινωνικούς σχηματισμούς δεν υπήρχε εμπόρευμα/χρήμα και Κράτος; Δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία ότι Κυριαρχία υπήρχε, άρα, μπορεί να υπάρξει Κυριαρχία χωρίς εμπόρευμα/χρήμα και Κράτος. Ταυτόχρονα, εάν δεν υπήρχε εμπόρευμα/χρήμα και Κράτος, μήπως η Κυριαρχία ήταν συρρικνωμένη επειδή οι μεσαιωνικές κοινωνίες ήταν διευρυμένες κομμουνιστικές κοινωνίες; Ερωτώ και πάλιν τον εαυτόν μου: Αθανάσιε, τι θα προτιμούσες, να ήσουν: δούλος, δουλοπάροικος ή προλετάριος; Απαντώ χωρίς ενδοιασμό, χωρίς επιφυλάξεις: δουλοπάροικος!
Ασκώντας τη σκέψη μου να δρα ως κοινωνικό διανοητικό αντάρτικο, εξαφανίζομαι από εδώ, από τον μεσαιωνικό κομμουνισμό, και εμφανίζομαι στη πρώτη μετά το Πολυτεχνείο διαδήλωση, τον Νοέμβριο του 1974, Ε΄Γυμνασίου, 16 ετών, να κραυγάζω ‘Φονιάδες των λαών – Αμερικάνοι’ επί ώρες, χτυπώντας οχτάωρο και γυρίζοντας στο σπίτι με αφωνία, με παροδική πλήρη απώλεια της φωνής, χαρίζοντας στο κορμί μου μια ξεγυρισμένη μαλακία μετά τις αναρίθμητες μαθήτριες και φοιτήτριες και νεαρές εργάτριες που είδαν οι οφθαλμοί μου. Μέχρι τότε, ούτε φονιάδες είχα δει ούτε Αμερικάνους· πολύ αργότερα, συνειδητοποίησα πόσο τίμιος αφελής ήμουν: όταν έμαθα ότι οι μαθητές από όλο το λεκανοπέδιο κατέβαιναν στις διαδηλώσεις του Πολυτεχνείου για να χουφτώσουν κώλο, διακόσιους, πεντακόσιους, όσους μπορούσε ο καθένας. Εάν κάποια συνομήλική μου, πάνω κάτω, της είχαν πιάσει τον κώλο εκείνα τα ηρωικά και επαναστατικά χρόνια, ας το επιβεβαιώσει, please!
Λίγα χρόνια μετά, εντασσόμενος και περιπατών στις γραμμές των αναρχοφρικιών κραύγαζα: χασίσι, γαμήσι, επιστροφή στη φύση. Το θυμάται κανείς, καμιά; Εκπλήττομαι σήμερα συνειδητοποιώντας πόσο σύντομο ήταν το χρονικό διαστημα που μεσολάβησε μεταξύ των δύο συνθημάτων, σκεπτόμενος ότι κάθε σύνθημα διατυπώνει συνοπτικά ένα τρόπο σκέψης, ένα τρόπο ζωής. Ως γιος προλετάριου άκουγα τον πατέρα μου να μου λέει και να μου ξαναλέει: μη γίνεις εργάτης. Και επειδή οι προλετάριοι πατεράδες λέγανε (λένε;) στα παιδιά τους, το παιδί (το αγόρι) που δεν ακούει τον πατέρα του το γαμάνε κωλομπαράδες (δίνω υλικό στις θεωρητικούς της κατασκευής των έμφυλων ταυτοτήτων – κονστρουκτιβιστής είμαι κι εγώ), άκουσα τον πατέρα μου, ο οποίος μου είπε επίσης να κάνω ότι θέλω στη ζωή μου αρκεί να μην σκοτώσω και να μην ρουφιανέψω, άκουσα τον πατέρα μου λοιπόν και δεν έγινα εργάτης. Επειδή όμως ως παιδί προλετάριου δεν θα μπορούσα να μην γίνω εργάτης, έγινα προλετάριος κατά το ήμισυ! Προλετάριος με έκπτωση 50%, μα την Παναγία!
Κατά το υπόλοιπο 50% ήμουν ‘χασίσι, γαμήσι, επιστροφή στη φύση’. Και τα τρία με κατέστρεψαν ανεπανόρθωτα: καλλιέργησαν μεγεθύνοντας όλα τα κουσούρια μου, τα ελαττώματά μου, τις ανωμαλίες μου: τη φιλομάθεια, το αίσθημα δικαιοσύνης, φιλίας και συντροφικότητας, την αισθαντικότητα, τη χαρά, τη δημιουργία, το πείραμα, την έρευνα, την ανυπακοή. Αυτό ίσως να μην σαν ενδιαφέρει και τόσο. Θα σας ενδιέφερε όμως η παρακάτω διαπίστωση: δεν έχουμε ασχοληθεί καθόλου μα καθόλου μα τη συμβουλή των προλετάριων γονέων, και όχι μόνο, ασφαλώς, προς τα παιδιά τους να μην γίνουν εργάτες και εργάτριες. Προφανέστατα, ούτε οι ίδιοι ήθελαν να είναι εργάτες, ούτε τα παιδιά τους απέφυγανεν πολλοίς να γίνουν εργάτες. Οι μεν γονείς έπαιζαν ΠΡΟΠΟ και αγόραζαν λαϊκά λαχεία, για τα παιδιά τους δε ήθελαν να σπουδάσουν να γίνουν δάσκαλοι και γιατροί και δικηγόροι, να διοριστούν στο δημόσιο ή να κάνουν μια δουλειά δικιά τους. Τώρα, που τα τρία αυτά μοντελάκια είναι ανεπιστρεπτί ντεμοντέ, τώρα που και οι ίδιοι δεν μπορούν να είναι προλετάριοι, τι θα κάνουν;
Το feeling και η συμβουλή των προλετάριων γονέων μου θυμίζει τη ρήση του Καρόλου: το να είσαι προλετάριος δεν είναι προτέρημα αλλά συμφορά – κάπως έτσι, δεν θυμάμαι ακριβώς. Πολύ ωραία, τώρα που όχι μόνο δεν θέλουμε αλλά και δεν μπορούμε να είμαστε προλετάριοι, τι θα κάνουμε;
Καλώς ήρθες, με τα ποσοστά σου και με τα όλα σου! Σε περιμέναμε!