in Κυριαρχική, Γραμματικοποίηση της Ιστορίας, ποιμενισμός/αρχαία ελληνική γλώσσα και Ιλιάδα

ἐγώ εἰμί ὁ ὤν: περί ουσίας και περιουσίας

φίλες και φίλοι, καλή σας μέρα

Στο προηγούμενο σημείωμα μελετήσαμε το επίθετο έτοιμος και διαπιστώσαμε ότι στο ε -(τοιμος) λανθάνει το μόρφημα es, το οποίο σημαίνει “υπάρχω, είμαι”· διατυπώσαμε επίσης το συμπέρασμα ότι ”έτοιμος” σημαἰνει “είναι (ε-) αυτός  εκεί (-τοι-) για να κάνει (κάτι)(-μος)”  και εικάσαμε ότι αυτός είναι ο ήρωας ποιμένας, ὀτι βρίσκεται εκεί, στο πεδίο της μάχης για να πολεμήσει. Σήμερα θα εξετάσουμε αυτή την εικασία.

Επισημάναμε επίσης ότι όλο το σημασιολογικό βάρος της λέξης εντοπίζεται στο ε-, στο μόρφημα es: είμαι, υπάρχω. Ναι, νταξ, αλλά πώς φτάνω στο σημείο να διατυπώσω την εικασία ότι η πρόταση ‘αυτός είναι εκεί για να κάνει κάτι’  δηλώνει τον ήρωα ποιμένα που βρίσκεται στο πεδίο της μάχης για να πολεμήσει; Δεν αναδίδει η εικασία αυτή ένα άρωμα αυθαίρετης ερμηνείας;

Το μόρφημα es είναι το βασιμό μόρφημα του ρήματος εἰμί < es – mi: ύπαρξη, ὐπάρχω, είμαι – εγώ > είμαι, υπάρχω. Τι εννοούμε όμως όταν λέμε ειμί, είμαι; Ότι είμαι ένας  ζωντανός οργανισμός, ότι υπάρχω όπως υπάρχει ο ήλιος και τα δέντρα και τα πουλιά ή ότι υπάρχω ως κοινωνικό όν, ως μέλος μιας κοινωνίας, μιας κοινότητας;  Η βασική του σημασία είναι οντολογική ή κοινωνική; Εάν είναι οντολογική, η εικασία που διατυπώνω είναι άτοπη. Εάν όμως είναι κοινωνική, τότε θα πρέπει να εξηγήσω πως φτάνω στο σημείο να εικάζω ότι ο έτοιμος είναι ο ήρωας ποιμένας-πολεμιστής  στο πεδίο της μάχης. Θα το επιχειρήσω.

Εκτός από το ρήμα ειμί και το επίθετο έτοιμος υπάρχουν κι άλλες λέξεις που το βασικό τους σημασιολογικό βάρος το σηκώνει το μόρφημα es. Θα εξετάσουμε δύο από αυτές: το επίθετο εσθλός και το ουσιαστικό ουσία. Πιθανόν την πρώτη να μην τη γνωρίζετε· τη δεύτερη όμως δεν μπορεί να μην την γνωρίζετε! Και ως απλή λέξη και ως δεύτερο συνθετικό (περιουσία, εξουσία, συνουσία).

Το επίθετο εσθλός το διαβάζουμε 80 φορές στην Ιλιάδα και 74 στην Οδύσσεια. (Στη δωρική εμφανίζεται με τη μορφή εσλός). Η σταδιοδρομία της έμελλε να ήταν σύντομη. Λησμονήθηκε κατά την ελληνιστική εποχή και σποραδικά μόνο την εντοπίζουμε σε αττικίζοντες συγγραφείς της μεσαιωνικής βυζαντινής εποχής. Δυο είναι οι βασικές σημασίες του επιθέτου: πρώτον, γενναίος, ανδρείος, ισχυρός και, δεύτερον, ικανός, επιδέξιος, λαμπρός, καλός, χρηστός, αίσιος. Σημαίνει επίσης  “ευγενής” και “πολύτιμος”. Και διερωτώμαι: ποια να είναι άραγε η πρωταρχική σημασία;

Η αρχική σημασία είναι πρώτη που παρέθεσα. Εσθλός είναι ο γενναίος, ο ανδρείος, ο ισχυρός – όλα αυτά χαρακτηρισμοί του πολεμιστή. Όποιος είναι γενναίος είναι και λαμπρός και χρηστός, κλπ.· είναι και ευγενής· επί  πραγμάτων, είναι και πολύτιμος. Η σημασιολογική αυτή εξέλιξη μας είναι πολύ γνώριμη. Όλα τα επίθετα που δηλώνουν μια πολεμική ιδιότητα απόκτησαν, κατά την αρχαϊκή εποχή, σημασίες πέραν των πολεμικών συμφραζομένων. Ο φοβερός, ο τρομερός και ο δεινός σημαίνουν πια τον ικανό, τον επιδέξιο. Ο σοβαρός δεν είναι πια ο απειλητικός. Ο σπουδαίος δεν είναι πια ο γρήγορος. Ο ικανός δεν είναι αυτός που μπορεί να φτάσει κάπου. Η ύβρις δεν είναι η υπερβάλλουσα βία. Και άλλα πολλά. Να σημειώσουμε ότι η  συντριπτική πλειονότητα των λέξεων της αρχαίας ελληνικής  ήταν λέξεις ποιμενικού και πολεμικού περιεχομένου και σημασίας· κατά την αρχαϊκή εποχή, με την μετάβαση από τον ποιμενισμό στην δουλοκτησία, από την εξόντωση στην καθυπόταξη, από τον μύθο στον λόγο, από το άγαν στο μηδέν άγαν, όλες οι λέξεις μετεξελίχθηκαν σημασιολογικά και, όσον αφορά τις πολεμικής προέλευσης λέξεις, απόκτησαν σημασίες  που εκφράζουν γενικά την ικανότητα, την επιδεξιότητα, την καταλληλότητα.

Γιατί όμως η αρχική σημασία του επιθέτου να είναι γενναίος, ισχυρός, ανδρείος; Γιατί  να είναι επίθετο που χαρακτηρίζει έναν πολεμιστή; Η απάντηση: αυτό οφείλεται στο μόρφημα es (εσ-[θ]λός. Φαίνεται πως το μόρφημα αυτό συνδέεται στενά με τον πόλεμο, με την ισχύ. Κι αυτό διότι για να υπάρχεις, για να ζήσεις θα πρέπει πρώτα να έχεις επιβιώσει, να έχεις νικήσει. Και τι σημαίνει επιβιώνω, νικώ; Σημαίνει ότι έχω εκδιώξει ή έχω εξοντώσει τον αντίπαλο, που δεν είναι άλλος από το (ποιμενικό) γειτονικό γένος, φρατρία, φυλή, έθνος. Μπορεί να το έχετε ξεχάσει, σας το υπενθυμίζω όμως: το ρήμα κτείνω (σκοτώνω) και το ρήμα κτώμαι  (αποκτώ)προέρχονται από την ίδια ρίζα: η γλώσσα κατέγραψε μια σκληρή πραγματικότητα του ποιμενικού τρόπου παραγωγής: εάν δεν σκοτώσεις, δεν θα αποκτήσεις. Κι αν δεν σκοτώσεις και δεν αποκτήσεις δεν θα υπάρχεις, δεν θα είσαι.  

Αφού λοιπόν τον εξοντώσω ή τον εκδιώξω και αρπάξω τα βοσκοτόπια του, αρπάζω και όλη την κινητή περιουσία του, άψυχη και έμψυχη (ζώα, γυναίκες). Πως λέγεται η περιουσία στα αρχαία ελληνικά;

ουσία!

Ναι, φίλες και φίλοι, λέγεται ουσία. Ουσία είναι αυτό που ανήκει αποκλειστικά σε κάποιον, η ιδιοκτησία, η περιουσία, το βιός, που λέμε σήμερα. Από τις γραπτές μαρτυρίες που έχουμε φαίνεται πως πρόκειται για μια λέξη που πλάστηκε κατά τον 5ο π. Χ. αιώνα. Η μορφή ουσία είναι της αττικής διαλέκτου. Στην Ιωνική εμφανίζεται ως ουσίη και στη δωρική,  εσσία και ωσία.  Η αρχαιότερη μαρτυρία ανάγεται στον Ηρόδοτο (1,92)· η σημασία αυτή επιβιώνει μέχρι και τον πρώτο προχριστιανικό αιώνα, ίσως και αργότερα (δεν είμαι βέβαιος). Λίγες δεκαετίες μετά την εμφάνιση της λέξης ουσία, εμφανίζεται η λέξη περιουσία, που σημαίνει ό,τι και η ουσία, και επιβιώνει μέχρι στις μέρες μας. Η αρχαιότερη μαρτυρία εντοπίζεται στις Νεφέλες του Αριστοφάνη, που γράφτηκε το 423 π. Χ. Αν δεν ήταν   δημιούργημα του ποιητή, και κατά τη γνώμη μου δεν ήταν, θα ήταν μια λέξη της καθομιλουμένης κι αυτό σημαίνει ότι δεν είμαστε σε θέση να γνωρίζουμε πότε ακριβώς πλάστηκε.

Εν τω μεταξύ, η λέξη ουσία έμελλε να μετεξελιχθεί σημασιολογικά με τέτοιο τρόπο ώστε να φτάσει στο σημείο να ανακηρυχθεί σε έναν από τους πιο σημαντικούς όρους του φιλοσοφικού λεξιλογίου. Πριν την παραθέσω συντόμως, ας εξετάσουμε την προέλευση τόσο της μορφής της όσο και της σημασίας της. 

Η λέξη προέρχεται από την θηλυκού γένους  μετοχή ούσα, του ρήματος ειμί. Το αρσενικό γένος είναι ων και το ουδέτερο ον. Το απαρέμφατο του ρήματος: είναι, Είναι. Η ούσα (>ουσία), το όν και το Είναι είναι τύπου του ρήματος ειμί. Ας μην το ξεχνάμε. Και οι φιλοσοφικοί αυτοί όροι δεν είναι απλά φιλοσοφικοί όροι, είναι όροι της φιλοσοφίας του Κυρίου δουλοκτήτη γαιοκτήμονα, της δουλοκτητικής Κυριαρχίας -κι αυτό ας μην το ξεχνάμε. Από τη μετοχή ούσα λοιπόν προέρχεται η λέξη ουσία και σημαίνει την ιδιοκτησία, την περιουσία. Γιατί;

Να γιατί: δεν μπορείς να υπάρχεις, να είσαι, εάν δεν έχεις πλούτο. Η προέλευση της λέξης υποδηλώνει ότι για τον αρχαίο έλληνα, και όχι μόνο τον γαιοκτήμονα, το να υπάρχεις και να είσαι πλούσιος είναι το ένα και το αυτό. Ειμί, υπάρχω, σημαίνει είμαι, υπάρχω ως  πλούσιος, ισχυρός, ευγενής. Όταν ο Μωυσής ρωτάει να μάθει το όνομα του Θεού (Έξοδος 14), ο Θεός απαντά:

εχγέχ ασέρ εχγέχ

το οποίο σημαίνει επί λέξει εγώ θα είμαι αυτός που θα είμαι κι έχει αποδοθεί, από τους Εβδομήκοντα,  με το γνωστό εγώ ειμί ο ών.(Η λατινική απόδοση ego sum qui sum απομακρύνεται ακόμα περισσότερο από την αρχική σημασία αλλά το βασικό νόημα δεν χάνεται – λόγω του ρήματος sum). Δεν είναι του παρόντος να ασχοληθούμε με αυτό το ζήτημα για το οποίο έχουν γραφτεί χιλιάδες σελίδες και έχουν διατυπωθεί σωρεία ερμηνευτικών προτάσεων. Για να μην αγωνιείτε και πάθετε τίποτα, παραθέτω την άποψή μου επιγραμματικά και δεσμεύομαι να επανέλθω, ας μας έχει καλά η Ζωή γιατί ο Θεός μόνο να μας γαμάει βούλεται:

η φράση εγώ ειμί ο ων δεν υποτυπώνει παρά την προσωποποίηση της  συλλογικής βούλησης της αρχαϊκής εβραϊκής ποιμενικής κοινότητας για την αναπαραγωγή της, δηλαδή την αύξηση της ισχύος της. Αυτός είναι ο αρχικός Θεός της ποιμενικής Βίβλου.  

Η φράση είναι ένας αφόρητος, επώδυνος, οδυνηρός, βάναυσος  πλεονασμός του πρώτου προσώπου και του ρήματος ειμί (εχγεχ <χαγιαχ [είμαι]), όπου και το πρώτο πρόσωπο και το ρήμα ειμί είναι ταυτόσημα με την ισχύ και το κράτος (:αδίστακτη βία).

Επανέρχομαι στην ουσία. Η λέξη δήλωνε αρχικά την περιουσία, τον πλούτο, την ιδιοκτησία. Η οποία ιδιοκτησία δεν πρέπει να μειώνεται· τουλάχιστον· το επιθυμητό, το καλύτερο να αυξάνεται, ναι· το λιγότερο να μένει αμετάβλητη, ναι. Ο πλούτος συνδέεται στενά με τη λατρεία της αμεταβλησίας, όπως θα δούμε όταν μελετήσουμε αυτή την λατρεία που εντοπίζουμε στην Ιλιάδα. Έρχεται λοιπόν ο Πλάτων, στις αρχές του 4ου αιώνα, παίρνει τη λέξη και την κάνει έναν φιλοσοφικό όρο που επρόκειτο να έχει μια περιφανή σταδιοδρομία. Δίπλα στη σημασία “περιουσία, ιδιοκτησία”  προστίθεται μια νέα σημασία: ουσία τώρα δηλώνει το σταθερό, το αμετάβλητο ον, την πραγματικότητα, το αληθινά και πραγματικά υπάρχον, το Είναι, το όντως όν, το ” όντως όντως όν” (η φράση είναι του Πλάτωνα). Με άλλα λόγια, η ουσία είναι η ύπαρξη, η πραγματική υπόσταση. 

Τον όρο ουσία παρέλαβε ο Αριστοτέλης και τον εκτόξευσε στα ύψη της φιλοσοφίας. Από τον Αριστοτέλη πέρασε στη μεσαιωνική φιλοσοφία κι από αυτήν στην νεώτερη. Ένα σημασιολογικό παρακλάδι της λέξης επιβιώνει στη νεοελληνική λέξη ουσία. Λέμε, για παράδειγμα, φαγητό χωρίς ουσία.

Η ουσία της υπόθεσης είναι ότι μιλάω επί της ουσίας.

Σχολιάστε ελεύθερα!

  1. πολύ καλό κείμενο.

    Δηλαδή, όταν ο Αριστοτέλης εκτοξευσε την ουσία στα ύψη της φιλοσοφίας είχε συναίσθηση ότι η σκέψη του αντανακλούσε τον όρο ύπαρξης της κυριαρχίας; Ή μήπως νόμιζε ότι είχε βρει κάτι άλλο, και τι “αξία” έχει αυτό το άλλο; Σκεπτόταν μόνο ως Κύριος ή και ώς υποτελής;

  2. Η συλλογικότητα δεν ήταν και τότε αυτό που επιδιωκόταν; Ο κοινός σκοπός, η επιβίωση, και φυσικά η επέκταση για μεγαλύτερη σιγουριά. Απο τη μια το μάντρωμα, από την άλλη ο κοινός σκοπός της επιβίωσης και της ασφάλειας.
    Πολύ ευαίσθητη ισορροπία.

  3. Ναι, η ανάγνωση του έργου του δεν αφήνει περιθώρια αμφιβολιών: είχε πλήρη συναίσθηση ότι η σκέψη του αντανακλούσε τον όρο ύπαρξης της κυριαρχίας. Σκεπτόταν ως Κύριος, δεν νόμιζε ότι είχε βρει κάτι άλλο: αυτό που τον ενδιέφερε και επιθυμούσε ήταν αυτό που για το οποίο ενδιαφέρονταν και επιθυμούσαν και οι γαιοκτήμονες δουλοκτήτες της εποχής του: η διαιώνιση και η αύξηση της ισχύος τους.

  4. Ἡ σύγχυσις μεταξὺ Ζωῆς καὶ Θεοῦ, ποὺ εἶναι ὸ ἴδιον ἀκριβῶς πρᾶγμα, σὲ ὁδηγεῖ στὸ χυδαῖο – ὑβριστικόν “γιατὶ ὁ Θεὸς νὰ μᾶς γαμάει βούλεται”. Σιχαμάρα. Κρῖμα, γιατὶ φαίνεται ὅτι ἔχεις νὰ πῇς καὶ ἐνδιαφέροντα πράγματα. Θυμήσου: Ἡ Ὕβρις ἐνεργοποιεῖ τὴν Νέμεσιν. Κρατύλος