in από την Ιλιάδα έπος στην Ιλιάδα τραγωδία, οδηγός ανάγνωσης της Ιλιάδας

διερεύνηση των συνεπειών της πρότασης ‘ο Όμηρος έγραψε την Ιλιάδα’

     φίλες και φίλοι, καλή σας μέρα

     Γνωρίζουμε,  μαθαίνουμε στο σχολείο και διαβάζουμε και ακούμε, ότι ο Όμηρος έγραψε την Ιλιάδα  – και την Οδύσσεια, για λόγους συντομίας θα αναφέρομαι μόνο στην πρώτη. Η εξεταζόμενη πρόταση είναι μια γενικά αποδεκτή άποψη που αναβαθμίστηκε στο επίπεδο της γνώσης. Δεν εικάζουμε, δεν υποθέτουμε – γνωρίζουμε, είμαστε βέβαιοι και βέβαιες, εξοβελίζουμε κάθε ενδεχόμενο αμφιβολίας και αμφισβήτησης. Σήμερα, φίλες και φίλοι, θα δούμε ότι η πρόταση αυτή, που καταγράφει μια γενικά αποδεκτή  άποψη, που κωδικοποιεί μια γνώση,  είναι επιπλέον και ένα σύμπαν ερωτημάτων και αποριών, αμφιβολιών και εικασιών, υποθέσεων και αμφισβητήσεων.

     Η πρόταση είναι ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα της δομής ‘ο χ έγραψε το ψ’: ο Ντάντε έγραψε τη Θεία Κωμωδία, ο Αισχύλος έγραψε την Ορέστεια, ο Θερβάντες τον Δον Κιχότη, ο Τζόις τον Οδυσσέα. Αυτοί που τα έγραψαν ήταν μεγάλοι άνδρες και συγγραφείς – αυτά που έγραψαν ήταν και είναι ένα εξαιρετικό λογοτεχνικό έργο. Τη δομή αυτή υιοθετεί και η πρόταση ‘ο Όμηρος έγραψε την Ιλιάδα’: ο Όμηρος ήταν (είναι) ένας μεγάλος άνδρας, ένας μεγάλος συγγραφέας που έγραψε ένα συγκλονιστικό λογοτεχνικό έργο. Είναι μεγάλος άνδρας, μεγάλος συγγραφέας, μεγάλος λογοτέχνης  που έγραψε ή επειδή έγραψε ένα λογοτεχνικό αριστούργημα;

   Δεν διατυπώνω το ερώτημα για να απαντηθεί, όχι. Το διατυπώνω για να στρέψουμε την προσοχή μας στις φράσεις λογοτεχνικό έργο, λογοτεχνικό αριστούργημα, συγγραφέας, λογοτέχνης. Και ερωτώ: η Ιλιάδα είναι λογοτεχνικό έργο;  Ο Όμηρος είναι συγγραφέας, λογοτέχνης;

   Όχι, φίλες και φίλοι, όχι. Η Ιλιάδα δεν είναι λογοτεχνικό έργο και ο Όμηρος δεν είναι συγγραφέας, δεν είναι λογοτέχνης.

 

      Ούτε η Θεία Κωμωδία είναι λογοτεχνικό έργο, ούτε ο Δον Κιχότης λογοτέχνης. Η λογοτεχνία, φίλες και φίλοι, όπως την αντιλαμβανόμαστε σήμερα, είναι ένας ιδεολογικός θεσμός, και μηχανισμός θα έλεγα, που η γένεσή του ανάγεται στην Αγγλία τον 18ο αιώνα. Δεν είναι του παρόντος να εξετάσουμε το ζήτημα και να γράψουμε περισσότερα – αυτό που μπορώ να πω είναι ότι η σύγχρονη λογοτεχνία είναι ένας θεσμός που εμφανίστηκε σε μια εποχή πλήρους απαξίωσης της θρησκείας, κατά συνέπεια είναι λειτουργικό και αποτελεσματικό υποκατάστατό της  (είναι σαφές στις μέρες μας), ένας θεσμός που  συμβάλλει στην επιβεβαίωση, κύρωση,  αναπαραγωγή και ενίσχυση της Κυριαρχίας, που κάποιοι ονομάζουν κοινωνική εξουσία, έννοια που δεν την αποδέχομαι αλλά την αναφέρω για να συνεννοούμαστε καλύτερα και πιο ευχάριστα.  Η λογοτεχνία λοιπόν δεν είναι μια αιώνια, ανιστορική έννοια αλλά ένας συγκεκριμένος  θεσμός που εμφανίστηκε κάπου και κάποτε. Προφανώς δεν μπορεί να υπάρξει λογοτεχνία χωρίς λογοτέχνες, συγγραφείς που γράφουν ένα κάποιο λογοτεχνικό έργο. Οι κριτικοί, οι σύγχρονοι ιερείς, οι σύγχρονοι πνευματικοί ποοιμένες, θα κρίνουν ποια κείμενα πληρούν τις προϋπουθέσεις ώστε να ενταχθούν στην αποδεκτή λογοτεχνία.  Θα γνωρίζετε ότι τον Οδυσσέας του Τζόις τον υποδέχτηκαν αρνητικά, θεωρήθηκε ότι ήταν κείμενο ανάξιο να χαρακτηριστεί λογοτεχνικό.

    Όταν λοιπόν ισχυριζόμαστε ότι ο Γαργαντούας και Πανταγκριέλ είναι λογοτεχνικό έργο κι ότι ο Ραμπελέ είναι λογοτέχνης δεν κάνουμε τίποτα άλλο από το να βλέπουμε μια ιστορική εποχή με τα δικά μας μάτια, να προβάλλουμε αξίες και θεσμούς της εποχής μας σε μια άλλη ιστορική εποχή. Είμαστε βέβαιοι ότι ο Σέξπυρ έγραψε τον Μάκβεθ, νταξ, αλλά ο Σέξπυρ δεν είναι λογοτέχνης και ο Μάκβεθ  δεν είναι λογοτεχνία.

    Πολύ ωραία, ας δεχτούμε ότι η Ιλιάδα δεν είναι λογοτεχνικό έργο και ότι ο Όμηρος δεν είναι συγγραφέας, δεν είναι λογοτέχνης. Και τί είναι; Πριν απαντήσουμε σε αυτό το ερώτημα, ας πάρουμε τοις μετρητοίς την πρόταση που διερευνούμε κι ας διατυπώσουμε τα ερωτήματα που εγείρονται.

    Όταν λέμε ότι ο Ντάντε έγραψε τη Θεία Κωμωδία, είμαστε βέβαιοι ότι δεν την έγραψε στον υπολογιστή, όπως γράφω τώρα εγώ αυτή τη στιγμή, ούτε στην γραφομηχανή, όπως γράφαμε μόλις δυο δεκαετίες πριν.  Δεν την έγραψε με parker αλλά έγραφε πάνω σε χαρτί με πένα που τη βούταγε στο μελάνι. Δεν τολμάμε να αναρωτηθούμε εάν ήξερε  να γράφει και να διαβάζει ο Ντάντε! Και, ασφαλώς, δεν θα αναρωτηθούμε εάν μπορούσε να προμηθευτεί χαρτί και μελάνι, εάν ήταν ακριβά ή όχι. Πετάμε ένα ‘ο Δάντης έγραψε τη Θεία Κωμωδία‘ και καθαρίσαμε! Αμ δεν είναι έτσι τα πράγματα! Φίλες και φίλοι!

   Εἰναι αλλιώς, πολύ αλλιώς!

   Όταν λέμε ότι ο Όμηρος έγραψε την Ιλιάδα δεν μπορούμε να φανταστούμε πόσα πολλά και ακανθώδη και δισεπίλυτα και άλυτα και αινιγματικά προβλήματα και αδιέξοδα εγείρει αυτή η πρόταση. Η πρόταση διαβεβαιώνει ότι όντως ο Όμηρος ο ίδιος έγραψε την Ιλιάδα.  Αφού την έγραψε ο ίδιος θα ήξερε γραφή και ανάγνωση, έτσι δεν είναι; Έτσι είναι, δεχόμαστε ότι ο Όμηρος έγραφε και διάβαζε, όπως γράφουμε και διαβάζουμε και εμείς σήμερα. Εάν ρωτήσουμε έναν  οποιονδήποτε που προφέρει την πρόταση να μας πει πάνω σε τί την έγραψε, με τί την έγραψε, γιατί την έγραψε, για ποιον την έγραψε  θα δυσκολευτεί τόσο πολύ να μας απαντήσει που απλά δεν θα μας απαντήσει! Θα μας κοιτάξει δε με γουρλωμένα μάτια όταν τον ρωτήσουμε εάν τα μέσα της συγγραφής ήταν ακριβά ή φθηνά. Εάν τον ρωτήσουμε όμως τί ήταν ο Όμηρος, πολύ εύκολα και γρήγορα θα μας απαντήσει: ποιητής! Αφού η Ιλιάδα είναι ποίημα, ο Όμηρος ήταν ποιητής!

      Δεχόμαστε ότι ο Όμηρος έζησε το δεύτερο μισό του 8ου αιώνα π. Χ., 750-700. Δεχόμαστε ότι πρώτα έγραψε την Ιλιάδα, πάνω στην ωριμότητά του, και την Οδύσσεια στα γεράματά του. Έτσι λένε, και τα δέχομαι για να τα εξετάσω. Μόλις έγραψε την Ιλιάδα, έγινε ποιητής. Εάν δεν γράψεις κάτι, δεν γίνεται να θεωρηθείς ποιητής. Είσαι δημόσιος υπάλληλος, δεν είσαι συγγραφέας μυθιστορημάτων – ακόμα κι αν έχεις γράψει δύο τρία αλλά τα έχεις στο συρτάρι σου. Άμα εκδοθούν και διαβαστούν θα λέγεσαι Κάφκα και θα είσαι γνωστός περισσότερο ως συγραφέας και λογοτέχνης παρά ως δημόσιος υπάλληλος. Αναρωτιέμαι: πριν γίνει ποιητής ο Όμηρος με το γράψιμο της Ιλιάδας, τί ήταν;

   Ήταν ένας αοιδός. Λέγεται ότι ήταν τυφλός. Εάν ήταν τυφλός, δεν θα μπορούσε να γράψει την Ιλιάδα!  Εκτός εάν όταν λέμε ‘έγραψε’ εννοούμε κάτι άλλο – ναι, μας επιτρέπεται να εννοήσουμε κάτι άλλο, θα το εξετάσουμε όμως παρακάτω. Ήταν λοιπόν ένας αοιδός. Εφόσον ήταν αοιδός θα ήταν και φτωχός. Προσπαθώ εμφατικά να μεταβαίνω από (γενικά αποδεκτή) βεβαιότητα σε (γενικά αποδεκτή) βεβαιότητα μόνο και μόνο για να δείξω σε τι θεόρατα αδιέξοδα και απορίες μας οδηγούν οι βεβαιότητές μας και τα αυτονόητά μας.  Να ήταν αοιδός και να ήταν πλούσιος θα πρέπει να το αποκλείσουμε κατηγορηματικά!  Να ήταν ένας πλούσιος που μπορούσε να συνθέσει σε δακτυλικό εξάμετρο, ναι, αυτό μπορώ να το δεχτώ χωρίς κανένα ενδοιασμό και επιφύλαξη. Αλλά αυτός ο πλούσιος που συνθέτει σε δακτυλικό εξάμετρο για την πάρτη του δεν είναι αοιδός. Διότι ο αοιδός είναι ένας δημιοεργός (>δημιουργός), είναι κάποιος που εργάζεται για τον δήμο, όπως ήταν ο σιδεράς, ο αγγειοπλάστης, ο ιερέας, ο γιατρός, ο αγγελιαφόρος και κάποιοι άλλοι. Οι δημιοεργοί, μας λέει η Οδύσσεια, ήταν φτωχοί, πρόσφεραν τις υπηρεσίες τους στην κοινότητα και η κοινότητα τους τάιζε, τους εξασφάλιζε την επιβίωση. Δεν ήταν μόνιμα εγκατεστημένοι αλλά περιπλανώμενοι τεχνίτες. Η Οδύσσεια μας δίνει πολλές πληροφορίες σχετικά με το ποιοί ήταν και τί εκαναν οι αοιδοί: τους καλούσαν οι πλούσιοι αριστοκράτες  στα σπίτια τους για να τους αφηγηθούν τα κατορθώματα κάποιου ήρωα  του παρελθόντος, με τον οποίο προφανώς και ταυτίζονταν. Η αφήγηση ήταν ρυθμική, κι επειδή ήταν ρυθμική την χαρακτηρίζουμε ποιητική· αυτή είναι η ηρωική ποιητική αφήγηση ή ηρωική ποίηση ή επική ποίηση. Εγώ την αποκαλώ  ποιμενική ποιητική αφήγηση – αλλά αυτό δεν έχει σημασία αυτή τη στιγμή. Θα μπορούσαμε λοιπόν να πούμε ότι οι αοιδοί ήταν περιπλανώμενοι επαγγελματίες αφηγητές.

    Ο Όμηρος λοιπόν ήταν ένας φτωχός αοιδός, ένας φτωχός περιπλανώμενος επαγγελματίας αφηγητής. Πρόκεται περί βεβαιότητας, ας μην το ξεχνάμε. Εφόσον δεχόμαστε ότι   ο Όμηρος έγραψε την Ιλιάδα θα πρέπει να δεχτούμε ότι,  πριν την γράψει,  θα πρέπει να είχε διαπρέψει ως επαγγελματίας αφηγητής, ως αοιδός, σε όλη τη λεκάνη του Αιγαίου, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι είχε τα λεφτά που έχει ο Νταλάρας ή ο Λαζόπουλος (δεν ξέρουν τι έχουν!). Σημαίνει απλά ότι καθήλωνε το ακροατήριο του, τον καλούσαν πιο συχνά από άλλους, ότι είχε εξασφαλίσει την επιβίωσή του, ότι, αυτό είναι το πιο ευχάριστο,  έτρωγε κρέας κι έπινε κρασί στα σπίτια των πλούσιων αριστοκρατών πιο συχνά από τους άλλους επαγγελματίες αφηγητές.  Χρήμα δεν υπήρχε ακόμα, ας μην το ξεχνάμε. Για να αγοράσεις μια δούλα έπρεπε να δώσεις μέχρι και πέντε αγελάδες.

      Και κάποια στιγμή ο Όμηρος άρχισε να γράφει την Ιλιάδα. Θα μπορούσε να την γράψει περιπλανώμενος στα μεταξύ των παραστάσεών του διαστήματα; Ναι, γιατί όχι – μπορώ να τη δεχτώ αυτή την εικασία, μου φαίνεται αρκούντως βάσιμη. Πώς του ήρθε κι άρχισε να την γράφει; Στο ερώτημα αυτό μπορούμε να διατυπώσουμε ένα μάτσο απαντήσεις!  Δεν το έκανε για να βγάλει λεφτά, σίγουρα. Το έκανε για να μη χαθεί η προφορική Ιλιάδα; Το έκανε για να μην ρουφήξει η μαύρη τρύπα της λήθης το όνομά του; Δε νομίζω!  Το έκανε για να μην ακούνε πια την Ιλιάδα αλλά για να την διαβάζουν· εάν είναι αυτός ο λόγος θα πρέπει να ήταν πολύ ανόητος ο Όμηρος – κρέας και κρασί τέλος, θα λιμοκτονούσε!  

    Η πρόταση ο Όμηρος έγραψε την Ιλιάδα υποβάλλει την εικόνα ενός αοιδού, ενός φτωχού πριπλανώμενου επαγγελματία αφηγητή, να κάθεται και να αρχίζει να γράφει την Ιλιάδα. Προς το παρόν, δεν μας ενδιαφέρει γιατί τό έκανε, θα το εξετάσουμε παρακάτω. Ας υποθέσουμε ότι και χρόνος υπάρχει και χώρος υπάρχει. Με τί θα την έγραφε την Ιλιάδα, πάνω σε τί;

     Βρισκόμαστε μεταξύ του 750-700 π. Χ. Η αλφαβητική γραφή έχει επινοηθεί μόλις λίγες δεκαετίες πριν, οι αρχαιότερες μαρτυρίες ανάγονται στην εικοσαετία 785-765. Αυτό σημαίνει ότι οι άνθρωποι που γνώριζαν να γράφουν δεν ήταν χιλιάδες, δεν ήταν εκατοντάδες αλλά μόλις μερικές δεκάδες. Έχουμε σχηματίσει την εικόνα μιας εγγράμματης αρχαίας Ελλάδας, όπου όλοι γνώριζαν να γράφουν και να διαβάζουν! Πόσο μεγάλη πλάνη!  Η γραφή και η ανάγνωση ήταν υπόθεση, δεξιότητα αποκλειστικά των ανδρών αριστοκρατών – ακόμα και κατά τον 5ον π. Χ. αιώνα οι περισσότεροι άνδρες, πολίτες οπλίτες, απλά ήξεραν να γράφουν το όνομα τους και πολύ συχνά όχι σωστά!

  Η γραφή ήταν επινόηση των εμπόρων αριστοκρατών, επινόηση την οποία υιοθέτησαν και οι γαιοκτήμονες αριστοκράτες. Σε ένα μελλοντικό σημείωμα θα δούμε γιατί εντυπωσιάστηκαν και ενθουσιάστηκαν  με την γραφή. Την εποχή που έζησε ο Όμηρος αυτοί που ήξεραν να γράφουν και να διαβάζουν ήταν ελάχιστοι και ήταν μόνο αριστοκράτες. Υπάρχει κάποιος λόγος; Ασφαλώς και υπάρχει  –  και είναι πολύ σοβαρός: το υλικό πάνω στο οποίο έγραφαν και το υλικό με το οποίο έγραφαν μπορούσαν να τα έχουν μόνο οι πλούσιοι αριστοκράτες. Στην αρχή έγραφαν κυρίως σύντομα κείμενα πάνω σε αγγεία και σε μάρμαρο· όταν ήθελαν να μάθουν να γράφουν και να διαβάζουν, έγραφαν πάνω σε άμμο!  Πάνω σε άμμο έγραφε ο Αρχιμήδης όταν τον σκότωσε ο ρωμαίος αναλφάβητος στρατιώτης. Όταν ήθελαν να γράψουν μεγαλύτερα κείμενα, χρησιμοποιούσαν ξύλινα πινάκια με επίστρωση κεριού – με ένα αιχμηρό αντικείμενο σχεδίαζαν τα γράμματα. Χρησιμοποιούσαν επίσης και δέρματα κατσικιών ή αρνιών, επίσης με επίστρωση κεριού. Φαντάζεστε πόσα πινάκια ή δέρματα θα χρειάζονταν ο Όμηρος για να γράψει την Ιλιάδα; Δεν το φαντάζεστε!  Μπορούμε να φανταστούμε τον περιπλανώμενο Όμηρο να κουβάλάει μαζί του αυτό το δυσβάστακτο φορτίο; Δεν ξέρω εάν μπορείτε εσείς, εγώ δεν μπορώ.

     Την εποχή που δεχόμαστε ότι έζησε ο Όμηρος αρχίζει να κυκλοφορεί στην Ιωνία, και αργότερα σε όλες τις πόλεις, ο πάπυρος!  Τον έφεραν από την Αίγυπτο Ίωνες έμποροι αριστοκράτες. Μιας και αυτοί που γνώριζαν να γράφουν και να διαβάζουν ήταν μόνο οι αριστοκράτες, μόνο λίγοι δηλαδή, δεν χρειάζονταν μεγάλες ποσότητες· το ότι, ως εισαγόμενο από πολύ μακριά εμπόρευμα, θα ήταν ακριβό,  δεν υπάρχει καμιά απολύτως αμφιβολία. Ο πάπυρος προσφέρεται για το γράψιμο μεγάλων κειμένων  – αλλά τί να έγραφαν;

     Αυτά που αφηγούνταν οι αοιδοί, οι περιπλανώμενοι φτωχοί επαγγελματίες αφηγητές!    

   Γιατί όμως να το κάνουν;

   Θα σταματήσω εδώ, κουράστηκα, θα νιώσω ενοχλήσεις στη μέση αν  συνεχίσω και δεν θέλω να νιώσω. Θα απαντήσουμε αύριο στο ερώτημα που θέσαμε. Ανακεφαλαιώνω μόνο την επιχειρηματολογία μου και πάω με τον Ζόρι για περπάτημα στο βουνό μετά από δυο μέρες βροχής – ό,τι καλύτερο για τα σιτάρια. Ο Όμηρος ήταν ένας πολύ μεγάλος τεχνίτης της ηρωικής ρυθμικής (ποιητικής) αφήγησης , ένας συγκλονιστικός αφηγητής, ένας φτωχός περιπλανώμενος επαγγλεματίας, που δεν ήξερα να γράφει και να διαβάζει, που δεν μπορούσε να προμηθευτεί τα μέσα, αλλά και τον χώρο,  για να  γράψει μια τόσο μακροσκελή αφήγηση, όπως είναι η Ιλιάδα. Χρόνος υπήρχε: εάν έγραφε 100 στίχους την ημέρα, σε πέντε μήνες θα την είχε τελειώσει, μιας και ήταν έτοιμη στο κεφάλι του, αφού θα την είχε αφηγηθεί μπροστά σε ακροατήρια αριστοκρατών εκατοντάδες φορές στη ζωή του, αν και όχι πάντα, για να μην πω ποτέ, με τον ίδιο τρόπο.

    Από τη στιγμή όμως που οι αριστοκράτες αποφάσισαν να την καταγράψουν, το καίριο ερώτημα είναι εάν έβαλε ή όχι το χεράκι του ο Όμηρος στο πρότζεκτ των αριστοκρατών. 

 

Σχολιάστε ελεύθερα!

  1. Γεια σου Αθανάσιε.

    Να με συγχωρείς για τον παράταιρο σχολιασμό αλλά, λόγω ημερών, είπα να διαβάσω στα πεταχτά την “Kαταγωγή του Χριστιανισμού” από τον Κάουτσκι και μου προκάλεσε έκπληξη που ασχολείται λεπτομερειακά με τους νομάδες, τα ποιμενικά φύλα. Το βιβλίο διαπερνάται από το τότε πνεύμα του εξελικτικισμού αλλά αυτό πάνω κάτω το περίμενα. Αυτό που δεν περίμενα είναι να διαβάσω για τη σύνδεση που κάνει μεταξύ του τρόπου ζωής του ποιμένα και του πρώιμου εμπόρου, δηλαδή πώς το εμπόριο (τουλάχιστον εκείνο της ξηράς) προκύπτει φυσικά ως δυνατότητα από έναν ποιμενικό-κτηνοτροφικό τρόπο παραγωγής-αρπαγής.

    Είναι πολύ πιθανό να τα έχεις ήδη υπόψιν σου όλα αυτά που λέει ο “πάπας του μαρξισμού” σε αυτό το βιβλίο αλλά παρόλα αυτά ήθελα να το αναφέρω εδώ στη Σχολή που είναι “μάνα” πάνω στον ποιμενικό τρόπο παραγωγής.

    Πολλά φιλιά,
    Σταύρος

  2. Σταύρο, έκανες πολύ καλά που μου υπενθύμισες αυτό το βιβλίο. Το είχα διαβάσει στη νεότητά μου αλλά δεν θυμάμαι το περιεχόμενό του. Με παρακινείς να το ξαναδιαβάσω και θα το κάνω. Σε κάνα δυο μήνες θα το σχολιάσω.

    κι από μένα πολλά φιλιά
    Αθανάσιος