in 21ος αιώνας

το σώμα μας μεταξύ ακινησίας και κίνησης

φίλες και φίλοι, καλή σας μέρα

ΕΔΩ και πολλές δεκαετίες, αλλού λιγότερες αλλού περισσότερες, δεν παίζουμε, δεν χορεύουμε, εργαζόμαστε και υποφέρουμε, καθόμαστε. Δεν γελάμε, επίσης. Το σώμα μας υποφέρει. Αρρωσταίνουμε, ασθενούμε, ταλαιπωρούμαστε. Και η κατάσταση θα γίνεται ολοένα και χειρότερη –  θα βάλει τη χερούκλα του και το Κράτος με την αντιμετώπιση του κορονοϊού. Πρόκειται για άλλη μία  έκφανση της εν εξελίξει ανθρωπολογικής οπισθοδρόμησης. Διαφαίνεται όμως και μια ελπίδα φωτός: με τον θάνατο της κοινωνίας της εργασίας και την γένεση της κοινωνίας της αεργίας δεν θα εργαζόμαστε για την τροφή μας, τα ρούχα μας, τα εργαλεία  μας, την ενέργειά μας, για την παραγωγή του κοινωνικού πλούτου,  αλλά θα εργαζόμαστε για το σώμα μας.  Με αυτή την ελπίδα φωτός θα ασχοληθούμε σήμερα. Τουλάχιστον.

ΤΟ κορμί μας έχει ακινητοποιηθεί, ακινητοποιείται. Όταν εργάζεται, ακινητοποείται –  και όχι μόνο τότε. Ταυτόχρονα όμως κινούμαστε, πάμε για ψώνια, πάμε στη δουλειά με τα πόδια, πάμε να ψηφίσουμε, περπατάμε για άσκηση, πάμε στο γυμναστήριο, πάμε ορειβασία, διακοπές. Μιας όμως και η κίνηση είναι η άρνηση, η αντίθεση της ακινησίας, έχουμε σχηματίσει την αντίληψη ότι είναι δυο διαφορετικές καταστάσεις. Δεν είναι, φίλες και φίλοι, δεν είναι, είναι δύο πλευρές του ίδιου νομίσματος –  της επιβαλλόμενης και καταναγκαστικής εργασίας.

ΠΩΣ θα ήταν η ελεύθερη εργασία;  Ποια θα ήταν η σχέση του κορμιού μας με την ελεύθερη εργασία; Δεν το έχουμε σκεφτεί. Δεν πειράζει. Μπορούμε να φανταστούμε, να σκεφτούμε μια άλλη ζωή πέραν της εργασίας;  Όχι, δεν το έχουμε σκεφτεί. Δεν πειράζει. Αύριο, μεθαύριο μπορεί να τα σκεφτούμε. Πριν φτάσουμε σε αυτό το σημείο, ας αναρωτηθούμε: είναι δυνατόν να υπάρξει μια (καπιταλιστική κοινωνία) ολοκληρωτικού, συνεχούς οικιακού εγκλεισμού και καθιστικής ακινησίας; Θα εκθέσω την δική μου απάντηση: όχι, αυτό δεν μπορεί να γίνει, ούτε σε μια σύγχρονη καπιταλιστική κοινωνία ούτε με μια μετακαπιταλιστική, μη καπιταλιστική, κυριαρχική όμως. Γιατί;

ΩΣ προς την ακινησία και κίνηση του Υποτελούς, η Κυριαρχία, άρα και η καπιταλιστική, αντιμετωπίζει μια διλληματική κατάσταση. Η επιβολή της Κυριαρχίας συνεπάγεται την ακινησία του Υποτελούς –  ο αιχμάλωτος που θα γίνει δούλος πρέπει να ακινητοποιηθεί, με αλυσίδες, πρέπει να τιθασευτεί και η ακινησία είναι ο καλύτερος τρόπος. Ο Υποτελής πρέπει να υπακούει, να γνωρίσει την πειθαρχία και πειθαρχία χωρίς ακινησία δεν υπάρχει. Ο Φουκό υποστήριξε ότι οι νεωτερικές κοινωνίες είναι κοινωνίες της πειθαρχίας –  αλλά: είμαστε πειθαρχημένη κοινωνία ή πειθαρχική, είμαστε πειθαρχημένοι ή πειθαρχικοί, έχει εμπεδωθεί η πειθαρχία καθ΄ ολοκληρίαν;

ΜΙΑ στρατηγική τάση της Κυριαρχίας είναι η ακινησία του Υποτελούς, η πειθάρχησή του, η πειθαρχία του, η υπακοή. Υπάρχει όμως και μια άλλη τάση, σαφώς αντίθεση με την παραπάνω: η τάση της κινητοποίησης του Υποτελούς, η τάση της ενίσχυσης της κίνησής του. Κι αυτό διότι η Κυριαρχία αρπάζει τον κοινωνικό πλούτο κι αυτό δεν μπορεί να γίνει χωρίς την κινητοποίηση του ακινητοποιημένου, κοινωνικού αιχμαλώτου, Υποτελούς. Είμαστε κοινωνικοί αιχμάλωτοι, διαβούμε σε καθεστώς κοινωνικής αιχμαλωσίας. Η πειθαρχία δεν αυξάνει τον πλούτο, την ισχύ και το κλέος, τη φήμη του Κυρίου –  απλά τον καθησυχάζει. Όσο πιο στυγνή η πειθαρχία, τόσο πιο ήσυχα κοιμάται ο Κύριος. Αυτό το θέλει αλλά θέλει και κάτι άλλο: την αύξηση του πλούτου και της ισχύος και της φήμης. Και δεν μπορεί να το κάνει, εάν δεν κινητοποιήσει τους ακίνητους Υποτελείς. Έτσι, ο Κύριος, και η Κυριαρχία,  είναι ένας κινητήρας, μια μηχανή που παράγει την κίνηση των Υποτελών. Στην αρχή τους κινητοποιεί για να εργαστούν, μετά για να πολεμήσουν, μετά για να καταναλώσουν.

ΤΟ κέρδος λοιπόν, και το κεφάλαιο, η αύξηση του πλούτου και της ισχύος, κινείται μεταξύ πειθαρχίας και κινητοποίησης, ενίσχυσης της κίνησης, ο οποία κίνηση, αποτέλεσμα της κινητοποίησης, εκλαμβάνεται ως ελευθερία. Για να κερδίσει ο καπιταλιστής πρέπει να μας κινητοποιήσει, να μας εξασφαλίσει μια στοιχειώδη κίνηση. Να πάμε διακοπές, να ψωνίσουμε, να διασκεδάσουμε, να φάμε.  Το κεφάλαιο κινείται αενάως και πρέπει και οι Υποτελείς να κινούνται αενάως ενώ πρέπει και να ακινητοποιηθούν. Οι κυλιόμενες σκάλες στα εμπορικά καταστήματα και το αυτοκίνητο καταγράφουν αυτή την δομική αντίφαση της Κυριαρχίας: κινούμαστε ακινητοποιημένοι.

ΤΩΡΑ όμως ο Κύριος θα μπορεί να μας κινητοποιεί ολοένα και λιγότερο, ζούμε το τέλος της κινητοποίησης από τον Κύριο. Αν και εργασιομανία και η ηθική της εργασίας δεν έχουν καταρρεύσει ολοσχερώς, μιας και η λατρεία της εργασίας θα είναι ζωντανή ακόμα, οδεύουμε ολοταχώς προς το τέλος της κινητοποίησης, προς τον περιορισμό της κίνησης στο ελάχιστο. Η κατάσταση αυτή ενισχύσει την τάση της πειθαρχίας αλλά καπιταλισμός χωρίς την ελάχιστη κίνηση του Υποτελούς δεν μπορεί να υπάρξει. Δεν μπορούν να μας κλείσουν στα σπίτια δια παντός, άρα και δεν θέλουν. Είναι αναγκασμένοι να μας αμολάνε μετά από τον εγκλεισμό. Φοβούνται την αντίδρασή μας σε έναν παρατεταμένο οικιακό εγκλεισμό, χάνουν κέρδη, ακόμα κι αν άλλοι τα αυξάνουν.

Η ακινησία όμως και η κίνησή μας είναι δύο πλευρές του ίδιου νομίσματος:  της καταναγκαστικής εργασίας. Εάν όμως η κοινωνία της εργασίας συρρικνώνεται, πεθαίνει, τότε η επιβαλλόμενη ακινησία (πειθαρχία) και η επιβαλλόμενη κίνησή μας (κινητοποίηση) θα αρχίσουν να ξεθωριάζουν. Αναρωτιέμαι εάν αυτό το ξεθώριασμα, αυτή η αποσύνθεση δημιουργεί τις συνθήκες για μια αλλαγή της σχέσης μας με το σώμα μας. Θα μπορούσαμε λοιπόν να πούμε ότι αποκρυστάλλονται δύο σαφείς τάσεις. Αυτή της ανθρωπολογικής οπισθοδρόμησης κι αυτή της ελευθερίας του σώματος, δηλαδή, της ελευθερίας της εργασίας.

ΜΠΟΡΟΥΜΕ να αλλάξουμε την προσωπική μας ζωή χωρίς να αλλάξει η κοινωνική ζωή; Δύσκολο το βλέπω, πολύ δύσκολο. Τι σημαίνει όμως αλλάζει η κοινωνική ζωή; Πώς αλλάζει η κοινωνική ζωή; Τι είναι η κοινωνική ζωή;  Ας συμπυκνώσουμε όλα αυτά τα ζητήματα και ερωτήματα σε ένα και μόνο ερώτημα:  ποιοι θα μαζεύουν τα σκουπίδια σε μια κομμουνιστική (ή αναρχική) Αθήνα; Το ιδανικό θα ήταν να μην υπήρχαν σκουπίδια και μπορεί να υπάρξει μια Αθήνα χωρίς σκουπίδια. Θα απαιτηθεί όμως αρκετός χρόνος. Μέχρι τότε τι θα κάνουμε;  Θα τα μαζεύουν κάποιοι που θα κάνουν μόνο αυτή τη δουλειά; Αυτό δεν είναι κομμουνιστική κοινωνία! Ποια άλλη λύση υπάρχει;  Νομίζω πως την γνωρίζετε: να συμμετέχουμε όλοι και όλες , οι ενήλικες, στην αποκομιδή των σκουπιδιών, λίγες μέρες το χρόνο. Και επειδή είναι πολλοί οι Αθηναίοι και οι Αθηναίες, λίγες μέρες κάθε πέντε, δέκα χρόνια, τρεις τέσσερις φορές από λίγες μέρες κατά τη διάρκεια της ενήλικης ζωής μας. Θα συμφωνούσαν οι περισσότεροι και οι περισσότερες;  Ασφαλώς και όχι! Να μαζέψω σκουπίδια εγώ ο καθηγητής, η τραγουδίστρια;   

Η δυσκολία υπέρβασης της ακινησίας (καθισιού) και της συμπληρωματικής προς αυτήν κίνησης, αποτέλεσμα κινητοποίησης από τον Κύριο, είναι πολύ μεγάλη. Είναι τόσο μεγάλη ώστε είναι αδύνατη η υπέρβασή τους; Το καταλαβαίνω, είναι πολύ δύσκολο να ξεπεράσουμε την καρέκλα, το σύμβολο της εργασίας, της κοινωνίας της εργασίας, της λατρείας της εργασίας, της ακινησίας, της ακινητοποιημένης κίνησης, το σύμβολο του ατομικισμού και της απομόνωσης, της μοναξιάς και της κατάθλιψης. Εάν δεν μπορέσουμε, η ανθρωπολογική οπισθοδρόμηση θα ενταθεί κι όσο εντείνεται τόσο πιο δύσκολο θα είναι να κινηθούμε πέραν της  ακινησίας/καταναγκαστικής κίνησης. Όσο όμως η κινητοποίηση/ακινησία αποσυντίθενται, λόγω της προϊούσας αποσύνθεσης της κοινωνίας της λατρείας της εργασίας, τόσο δημιουργούνται οι συνθήκες υπέρβασής τους. Και τι θα κάνουμε;

ΕΑΝ η ελεύθερη και δημιουργική χειρωνακτική εργασία, η  είναι ο καλύτερος σύμβουλος και γιατρός των σωμάτων μας, τότε με αυτήν θα μπορέσουμε να γιατρέψουμε όλες τις πληγές του σώματος που μας έφτιαξε η Κυριαρχία –   ο Θεός δεν μάς έπλασε; Η Κυριαρχία μας πλάθει, κάθε μέρα. Και που θα τη βρω την ελεύθερη, δημιουργική, χειρωνακτική εργασία;

ΕΑΝ δεν αλλάξει η κοινωνική ζωή, δεν θα τη βρούμε ποτέ. Φτάσαμε στο σημείο να μην εργαζόμαστε πια για την τροφή μας και για όλα τα άλλα που χρειαζόμαστε. Συγκλονιστικός σταθμός της ιστορίας του ανθρώπινου γένους. Τι θα γίνει η εργασία;  Θα εξαλειφθεί;  Δεν θα εργαζόμαστε στο μέλλον; Θα εργαζόμαστε, τώρα θα αρχίσουμε να εργαζόμαστε – μέχρι τώρα βασανιζόμασταν. Θα εργαζόμαστε για το σώμα μας – και για την κοινωνία. Ο φόβος για την ελευθερία και ο έρωτας για την ελευθερία θα πιαστούν από το χέρι και θα  βαδίσουν μαζί στα στενά και άγνωστα μονοπάτια του μέλλοντος.

Σχολιάστε ελεύθερα!