in οι πρώτες μέρες της αγοράς/του εμπορεύματος και του χρήματος

η ανταλλαγή εμπορευμάτων μέσω χρήματος μεταξύ διανομής και ανοιχτής έκθεσης/ελεύθερης πρόσβασης

φίλες και φίλοι, καλή σας μέρα

ΠΡΙΝ μερικά χρόνια ήρθε εδώ στο χωριό μας ένας λαδέμπορος, άγνωστος, και πουλούσε μισοτιμής τενεκέδες λάδι (16 λίτρα), χαρίζοντας σε κάθε αγοραστή κι ένα λίτρο λάδι, το οποίο το γέμιζε μπροστά στον αγοραστή εκείνη τη στιγμή από τενεκέ. Μέσα σε λίγη ώρα μαθεύτηκε σε όλο το χωριό, πήραν σχεδόν όλα τα σπίτια από λίγους έως πολλούς τενεκέδες, ο λαδέμπορος τους πούλησε όλους, πήρε το χρήμα και έφυγε. Του χρόνου πάλι, τους έλεγε, και όλοι και όλες χαίρονταν.

ΜΕΤΑ από λίγες μέρες έσκασε η βόμβα: ο τενεκές είχε νερό και πάνω πάνω είχε και λίγο λάδι. Αντιλαμβανόμαστε τώρα το επιπλέον δώρο του ενός λίτρου  –  για να μην ανοίξει κάποιος τον τενεκέ που μόλις αγόρασε. Για να προλάβει ο λαδέμπορος να την κάνει. Και την έκανε. Ακόμα το φυσάνε και δεν κρυώνει. Αυτό που έκανε ο λαδέμπορος δεν είναι νοθεία. Η νοθεία είναι απάτη που δεν φαίνεται. Το βούτυρο που αγοράζουμε στο σούπερμάρκετ, με έλεγε ένας χημικός τροφίμων, είναι 50% βούτυρο, το άλλο μισό είναι άλλα πράγματα, πολύ πιο φτηνά. Αυτό που έκανε ο λαδέμπορος ήταν απάτη –  και η απάτη είναι κλοπή που δεν την αντιλαμβάνεσαι. Και η νοθεία απάτη είναι, κλοπή είναι. Υπάρχει περίπτωση να πάτε στο σούπερ μάρκετ και να αγοράσετε δοχείο λαδιού που να έχει μέσα 90% νερό;  Δεν νομίζω. Νοθεία υπάρχει αλλά γίνεται μεγάλη προσπάθεια να περιοριστεί –  και από τους πωλητές-εμπόρους και από τους αγοραστές-καταναλωτές. Θα υπάρχει νοθεία και απάτη στα τρόφιμα σε μια κομμουνιστική κοινωνία; Όχι, δεν θα υπάρχει. Γιατί; Διότι δεν θα υπάρχουν εμπορεύματα, κέρδος.

ΤΟ εμπόρευμα, στη δυτική του μορφή, αρχαιοελληνικής προέλευσης (θα δούμε γιατί το διακρίνουμε,  γιατί πρέπει να το διακρίνουμε), είναι αρρηκτα συνδεδεμένο με την κλοπή, την απάτη, την νοθεία, την βία, τον φόνο, τον πόλεμο, την πειρατεία, τη ληστεία. Ο έμπορος ήταν πολεμιστής. Ο πολεμιστής αρπάζει με τη βία, με τη χρήση των όπλων. Ο έμπορος αρπάζει χωρίς τη χρήση βίας. Αγοράζει φτηνά και πουλάει ακριβά. Δεν αρπάζει με τα όπλα, αρπάζει με το χρήμα. Το κέρδος είναι πολύ μεγαλύτερο όταν αρπάζει με τα όπλα, με τη βία, με την κλοπή, την απάτη, τη νοθεία. Έτσι, ο έμπορος είναι και πολεμιστής: όταν μπορεί αρπάζει με τη βία, με τα όπλα και το κέρδος είναι πολύ μεγαλύτερο. Τι ήταν οι πειρατές; Έμποροι ήταν! Αγόραζαν φτηνά (άρπαζαν δηλαδή) και πουλούσαν ακριβά αποσπώντας μεγαλύτερο κέρδος ακόμα κι αν πουλούσαν φθηνότερα ή στις καθιερωμένες τιμές.

ΕΙΤΕ αρπάζει με τα όπλα είτε αγοράζει φτηνά, ο έμπορος πρέπει να πουλήσει για να έχει κέρδος. Όταν όμως έρχεται για να πουλήσει αντιμετωπίζει κάποια προβληματάκια. Τα οποία συχνότατα γίνονται δράματα. Δεν μπορεί να πουλήσει με τη βία –  αν και αυτό έχει συμβεί (ο πόλεμος του οπίου στην Κίνα με πωλητές τους Άγγλους εμπόρους) αλλά είναι η εξαίρεση. Υπάρχει η πιθανότητα να μην τα πουλήσει όλα τα εμπορεύματά του –  μπορεί να μην πουλήσει ούτε ένα. Είναι επίσης υποχρεωμένος να εκθέσει ανοιχτά το εμπόρευμά του για να το δει, να το εξετάσει ο αγοραστής – εκτός κι είναι λάδι που δεν φαίνεται! Ο έμπορος δεν μπορεί, δεν θέλει να χρησιμοποιήσει τα εμπορεύματα που κατέχει, είναι υποχρεωμένος να τα φέρει στην κοινωνία, να τα εκθέσει στην αγορά, για να τα δούμε πριν τα αγοράσουμε. Αυτή η μεταφορά είναι μια μορφή διανομής. Η δημόσια έκθεση των εμπορευμάτων είναι μια μορφή ανοιχτής έκθεσης. Η διανομή όμως δεν είναι δωρεά, δεν είναι χάρισμα. ‘Οταν ο βοσκός διανέμει στα ζώα του χόρτα το κάνει για να πάρει κρέας. Όταν ο αρχηγός του στρατού διανέμει την πολεμική λεία το κάνει για να αναπαραγάγει την κυριαρχική σχέση με τους υποτελείς του, για να αποσπάσει την αφοσίωσή τους και την πίστη τους, την υπακοή τους. Δεν υπάρχει διανομή χωρίς αντάλλαγμα.

ΕΠΕΙΔΗ ακριβώς διανέμονται εμπορεύματα τα οποία πρέπει να εκτεθούν ανοιχτά στην αγορά, θα πρέπει να υπάρχει ανταλλαγή, όχι ελεύθερη πρόσβαση.  Ας πάρουμε το παράδειγμα ενός δουλεμπόρου στην αγορά της Αρχαίας Αθήνας. Υπάρχουν δύο τρόποι να βρει τους δούλους τους οποίους θα φέρει στην αγορά για να τους πουλήσει. Να οργανώσει μια ληστρική ομάδα, να επιτεθεί σε χωριά, να αρπάξει νέους και νέες, από 12 έως 20 χρονών (αυτοί οι δούλοι ήταν οι πιο ακριβοί, αυτοί του εξασφάλιζαν μεγαλύτερα κέρδη) και να τους διανείμει στην κοινωνία, να τους φέρει στην αγορά, όπου θα έρθουν από όλη την Αττική αγοραστές. Ο άλλος τρόπος είναι να τους αγοράσει – από πολεμιστές που ασχολούνται με την απαγωγή νέων εφήβων, αγοριών και κοριτσιών. Να είναι τυχαίο που κατά τη διάρκεια μιας επιδρομής ακολουθούσαν πάντα τους στρατιώτες οι έμποροι που αγόραζαν την πολεμική λεία; Που κυρίως ήταν αιχμάλωτοι και αιχμάλωτες –  που θα πωλούνταν ως δούλοι; Οι αγοραστές βλέπουν τους δούλους, τους εξετάζουν, δεν μπορεί ο δουλέμπορος να τους κρύψει –  εάν τους κρύψει δεν θα πουλήσει ούτε έναν! Όλοι οι εμπόροι είναι υποχρεωμένοι να εκθέσουν ανοιχτά το εμπόρευμά τους, εάν θέλουν να αποσπάσουν κέρδος. Εάν δεν το κάνουν, δεν θα πουλήσουν, δεν θα έχουν κέρδος. Για να αγοράσουν τους δούλους οι γαιοκτήμονες ή οι μεσαίοι κτηματίες πρέπει κάτι να δώσουν, πρέπει να ανταλλάξουν αυτό που έχουν με αυτό που θα πάρουν. Στην αρχή έδιναν βόδια (Ιλιάδα και Οδύσσεια), μετά έδιναν νόμισμα (χρήμα σε μεταλλική μορφή).

ΤΙ θα παρατηρήσουμε μετά από όλα αυτά και μετά από όσα γράψαμε τις προηγούμενες μέρες για την διανομή και την ανοιχτή έκθεση/ελεύθερη πρόσβαση, ως δύο από τους τέσσερις τρόπους κατανάλωσης του κοινωνικού πλούτου; Θα παρατηρήσουμε  την απουσία μιας μεταβλητής: της ελεύθερης πρόσβασης! Η διανομή υπάρχει, η ανοιχτή έκθεση υπάρχει, δεν υπάρχει όμως η ελεύθερη πρόσβαση. Τι υπάρχει;  Η ανταλλαγή. Στη θέση της ελεύθερης πρόσβασης υπάρχει η ανταλλαγή! Άρα; Μήπως η ανταλλαγή συμβιβάζει, συνθέτει  στοιχεία διανομής και ανοιχτής έκθεσης/ ελεύθερης πρόσβασης με αποτέλεσμα, ή ώστε, να εξαλειφθεί η ελεύθερη πρόσβαση;

ΑΣ αφήσουμε την αγορά της αρχαίας Αθήνας κι ας έρθουμε στην καπιταλιστική αγορά –  στο σούπερμάρκετ. Ο καπιταλισμός έχει δύο καρδιές –  η μία είναι το σούπερμάρκετ, θα δούμε ποια είναι η άλλη. Όταν λέμε, όσοι και όσες ζούνε σε μικρές πόλεις,  θα πάω στην αγορά, εννοούμε θα πάω να ψωνίσω, να αγοράσω (<αγοράζω). Η αγορά είναι η αγοραπωλησία των εμπορευμάτων. Οι αρχαίοι Αθηναίοι δεν συγκεντρώνονταν (εκκλησία του δήμου) την αγορά για να συνεδριάσουν, για να αποφασίσουν αλλά στην Πνύκα, κοντά στην αγορά αλλά όχι μέσα στην αγορά. Κοντά στο φρούριο, στο οχυρό, την πόλιν, την ακρόπολιν. Ο καπιταλιστής, που είναι έμπορος, για να πουλήσει τα εμπορεύματά του πρέπει να τα φέρει στην κοινωνία, να τα διανείμει με κάποιον συγκεκριμένο τρόπο στην κοινωνία, πρέπει να τα εκθέσει ανοιχτά για να τα πουλήσει, να τα ανταλλάξει με χρήμα. Δεν τα διανέμει κατ΄ οίκον, δεν κάνει ντελίβερι. Τα διανέμει αφού πρώτα τα εκθέσει ανοιχτά. Επειδή τα διανέμει εκθέτοντάς τα ανοιχτά (δεν μπορεί να κάνει αλλιώς) πρέπει να τα ανταλλάξει. Πρέπει να αποκλείσει την ελεύθερη πρόσβαση. Σε μια κομμουνιστική κοινωνία τα προϊόντα της εργασίας θα εκτίθενται ανοιχτά και θα υπάρχει ελεύθερη πρόσβαση. Σήμερα, στον καπιταλισμό, υπάρχει ανοιχτή έκθεση αλλά όχι ελεύθερη πρόσβαση. Το γεγονός ότι υπάρχει ανοιχτή έκθεση μας λέει κάτι;  Μας λέει πολλά, πάρα πόλλά.

ΚΙ άλλα πράγματα και σχέσεις μας λένε πολλά. Θα τα εξετάσουμε όλα, όσα έχουμε εντοπίσει θέλω να πω. Να ένα: εάν το εμπόρευμα έχει αξία χρήσης και ανταλλακτική αξία και σε μια κομμουνιστική κοινωνία θα υπάρχουν μόνο χρηστικές αξίες, μήπως η χρηστική αξία του καπιταλιστικού εμπορεύματος έχει κομμουνιστικά χαρακτηριστικά; Δεν θα απαντήσουμε σήμερα. Θα στρέψουμε όμως το βλέμμα μας στην άλλη καρδιά του καπιταλισμού. Πριν όμως θα κάνω μια σύντομη παρέκβαση.

ΠΡΙΝ δέκα χρόνια άρχισα να ερευνώ την καταγωγή του δυτικού εμπορεύματος, χρήματος, αγοράς, της εμπορευματικής παραγωγής, της ανταλλαγής μέσω χρήματος και αργότερα νομίσματος (μεταλλικού χρήματος). Έχω καταλήξει σε κάποια συμπεράσματα τα οποία και θα εκθέσω –  μέχρι τον Απρίλιο έχουμε καιρό. Είμαστε βέβαιοι ότι το χρήμα και η γενικευμένη ανταλλαγή εμπορευμάτων έχει εμφανιστεί σε πολλές κοινωνίες. Το χρήμα ήταν κοχύλια, ζώα, δούλοι κλπ. Εμφανίστηκε και στην αρχαία Ελλάδα. Κάθε εμφάνιση της ανταλλαγής εμπορευμάτων μέσω χρήματος, του όποιου χρήματος, έχει τις ιδιαιτερότητές της αλλά έχει και κοινά στοιχεία. Αν δεν κάνω λάθος, το νόμισμα με τη μορφή του μεταλλικού χρήματος εμφανίζεται για πρώτη φορά στην ευρύτερη περιοχή επιρροής των Αρχαίων Ελλήνων, στη Λυδία της Μικράς Ασίας, προς το τέλος της αρχαϊκής εποχής (750-500 π. Χ. ). Και λάθος να κάνω, η εμφάνιση αυτή έχει κάποια ιδιαίτερα χαρακτηριστικά. Η Ιλιάδα μας λέει ότι τον 9ο και 8ο π. Χ. αιώνα τα εμπορεύματα είναι πολύ λίγα και το χρήμα είναι τα βόδια. Γιατί είναι τα βόδια;  Η αξία όλων υπολογίζεται σε αριθμό βοδιών. Ποια είναι αυτά τα λίγα εμπορεύματα, ένα εκ των οποίων παίζει το ρόλο του χρήματος; Μια δεύτερη ερώτηση. Γιατί μετά από τρεις αιώνες υπάρχουν πολλά εμπορεύματα στην αρχαία ελληνική κοινωνία; Στα τέλη του 5ου αιώνα εμφανίζεται και το εμπόριο βιβλίων –  το βιβλίο (ο κύλινδος παπύρου) γίνεται εμπόρευμα, τα οποία παράγουν δούλοι αντιγραφείς! Τον τέταρτο αιώνα είχε γενικευθεί η εμπορευματική παραγωγή βιβλίων, τους επόμενους αιώνες ακόμα πιο πολύ, μέχρι που άρχισε να συρρικνώνεται μετά το 200 μ. Χ., όταν άρχισε η συρρίκνωση της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας. Έχουμε λοιπόν λίγα εμπορεύματα και όσο περνάει ο καιρός γίνονται όλο και περισσότερα. Αναρωτήθηκα: που να οφείλεται άραγε αυτή η αύξηση του αριθμού των εμπορευμάτων, η γενίκευση της εμπορευματικής παραγωγής;

ΚΑΤΕΛΗΞΑ στο εξής συμπέρασμα-  υπόθεση εργασίας. Για να γενικευθεί η εμπορευματική παραγωγή σε μια κοινωνία θα πρέπει να υπάρχει ένα εμπόρευμα το οποίο α) για να υπάρξει πρέπει να υπάρχουν άλλα εμπορεύματα , β) για να χρησιμοποιηθεί αυτό το εμπόρευμα πρέπει να χρησιμοποιηθούν άλλα εμπορεύματα και γ) η χρήση του  παράγει άλλα, πολλά εμπορεύματα. Αυτό το εμπόρευμα το αποκαλώ κομβικό εμπόρευμα. Ποιο ήταν το κομβικό εμπόρευμα στην αρχαϊκή και στην κλασική αρχαία Ελλάδα;  Ο δούλος! Για να υπάρξει πρέπει να υπάρχουν άλλα εμπορεύματα (μέταλλα, όπλα, πλοία, τροφή), η χρησιμοποίησή του γίνεται με τη χρήση άλλων εμπορευμάτων (εργαλεία), η χρησιμοποίησή του παράγει εμπορεύματα (λάδι, κρασί, ασπίδες, αγγεία, βιβλία κτλ κτλ).

ΑΣ έρθουμε στον καπιταλισμό. Πόσα εμπορεύματα υπήρχαν τον 18ο αιώνα, όταν στα τέλη του αρχίζει η βιομηχανική επανάσταση, η βιομηχανική παραγωγή εμπορευμάτων; Δεν ξέρω, αλλά είναι λίγα. Λίγα σε σύγκριση με το 2020. Πολύ λιγότερα. Τον 19ο αιώνα υπηρχαν περισσότερα, τον 20ο περισσότερα, τον 21ο ίσως περισσότερα. Διαπιστώνουμε με απόλυτη βεβαιότητα την επέκταση της εμπορευματικής παραγωγής, την επέκταση του καπιταλισμού εδώ και τέσσερις, πέντε αιώνες, μπορεί και περισσότερο και αναρωτιόμαστε: εφόσον υπάρχει γενίκευση της εμπορευματικής παραγωγής, αύξηση τόσο του αριθμού των εμπορευμάτων όσο και της ποσότητας τους, θα πρέπει να υπάρχει ένα κομβικό εμπόρευμα. Το οποίο χρειάζεται εμπορεύματα για να υπάρξει, εμπορεύματα για να χρησιμοποιηθεί και που παράγει νέα εμπορεύματα. Ποιο είναι αυτό;

ΤΟ γνωρίζουμε πολύ καλά αυτό το εμπόρευμα –  εμένα το γνωρίζει πολύ καλά η σακατεμένη μου μέση: η εργασιακή δύναμη. Αφού λοιπόν είναι εμπόρευμα κι έχει μια χρηστική αξία και μια ανταλλακτική αξία, η εργασιακή δύναμη ως χρηστική αξία, έχει κομμουνιστικά χαρακτηριστικά. Η εργασία είναι κομμουνισμός. Η ελεύθερη εργασία. Η καταναγκαστική εργασία είναι συμβιβασμός και σύνθεση κομμουνισμού και Κυριαρχίας. Για να πουλήσω το εμπόρευμά μου πρέπει να το εκθέσω ανοιχτά –  όσοι μετανάστες πήγαιναν στη Γερμανία ή στην Αμερική ή οπουδήποτε αλλιού, και τους έκριναν άρρωστους ή αδύναμους, τους επέστρεφαν στην χώρα καταγωγής τους.

ΟΤΑΝ η ρωμαϊκή κοινωνία άρχισε να μην μπορεί να έχει πρόσβαση στο εμπόρευμα ‘δούλος’ (λόγω των ορίων της γεωγραφικής επέκτασης της αυτοκρατορίας), άρχισε να αποσυντίθεται και να παρακμάζει και να τρώει τις σάρκες της (στράφηκε προς την αρπαγή του κοινωνικού πλούτου που παρήγετο μέσα στην κοινωνία). Δόθηκαν ελευθερίες στους δούλους, μια κάποια παραγωγική αυτονομία και η κοινωνία από δουλοκτητική έγινε μετά από αιώνες φεουδαρχική – συνέβαλε τα μέγιστα η κοινωνική δομή των εισβολέων ποιμένων (μεταναστεύσεις των λαών). Η φεουδαρχική κοινωνία είναι το αποτέλεσμα της σύνθεσης της αποσυντιθέμενης ρωμαϊκής κοινωνίας και της κοινωνίας των εισβολέων ποιμένων. Σε αντίθεση με την ρωμαϊκή κοινωνία που ξέμεινε από το κομβικό εμπόρευμα (δούλοι), η καπιταλιστική κοινωνία αντιμετωπίζει προβλήματα αναπαραγωγής λόγω της πληθώρας του κομβικού εμπορεύματος – της εργασιακής δύναμης. Το εμπόρευμα αυτό θα το χρειάζεται ο καπιταλισμός ολοένα και λιγότερο. Ένας καπιταλισμός που δεν χρειάζεται το κομβικό εμπόρευμα, ή το χρειάζεται περιστασιαά, προσωρινά, μερικώς, περιθωριακά, θα είναι καπιταλισμός;  Εάν δεν θα είναι (που δεν θα είναι), τι θα είναι;  Πώς, σε τι θα μετεξελιχθεί;

ΤΕΛΕΙΩΝΩ, χύνω. Μεταξύ των δύο κομβικών εμπορευμάτων, του δούλου και της εργασιακής δύναμης,  υπάρχει μια πολύ ξεχωριστή διαφορά. Τον δούλο-εμπόρευμα τον πουλάει ο δουλ(έμπορος) στην αγορά, τον εκθέτει ανοιχτά. Ο δούλος δεν είναι ελεύθερος, διότι είναι εμπόρευμα. Το εμπόρευμα εργασιακή δύναμη το πουλάμε εμείς οι ίδιοι, είμαστε ελεύθεροι να το πουλήσουμε ή όχι (εννοώ την τυπική ελευθερία). Μόλις όμως το πουλήσουμε, χάνουμε την ελευθερία μας. Η εργασιακή δύναμη γίνεται εμπόρευμα όταν το ανταλλάσσουμε, όταν χάνουμε την ελευθερία μας –  αμοιβή μας είναι η εξασφάλιση της επιβίωσης.  Κάποιοι δεν την πουλούν και γίνονται κλεφτρόνια, έμποροι ναρκωτικών, πόρνες και πόρνοι ή την πουλάνε όσο χρειάζονται και όποτε θέλουν –  αυτό κάνω εγώ από έντεκα χρονών: ουδέποτε δούλεψα πάνω από έξι μήνες τον χρόνο. Δεν έχω αυτοκίνητο, klein mein. Δεν είναι λίγοι και λίγες αυτοί και αυτές που δεν την πουλούν ή την πουλούν για μικρά χρονικά διαστήματα. Άρα, η τυπική ελευθερία δεν είναι και τόσο τυπική. Εάν δεν μπορούν να την πουλήσουν αυτοί και αυτοί που την πουλάνε, τότε τι γίνεται; Χάνουν την ελευθερία τους ή οι πόρτες της ελευθερίας ανοίγουν διάπλατα; Και με την επιβίωσή τους, τι γίνεται;

ΑΥΡΙΟ θα γράψουμε για τον ποιμενικό επιβιωτισμό και τη σχέση του με τον καπιταλισμό.

Σχολιάστε ελεύθερα!