in Πανταχού Απουσία, θεωρία κομμουνισμού, θεωρία επανάστασης

κομμουνιστικοποίηση (sic): θα αναγκαστεί, θα μπορέσει όμως;

φίλες και φίλοι, καλή σας μέρα

Πολύ θα ήθελα να ήμουν αύριο, Σάββατο 3/12/2011 στην Αθήνα, στις 8 , στο Αυτόνομο Στέκι (Ζωοδόχου Πηγής 95-97 και Ισαύρων), να παραβρεθώ στη συζήτηση που διοργανώνεται για την κομμουνιστικοποίηση, με αφορμή την κυκλοφορία στην Ελλάδα της έντυπης αγγλικής έκδοσης του περιοδικού SIC και την παρουσίασή του από τους φίλους και τις φίλες του περιοδικού blaumachen και συντρόφους από τη Γαλλία.

Κάποια (ή όλα;)  κείμενα του περιοδικού SIC έχουν μεταφραστεί και δημοσιευτεί στο πέμπτο τεύχος του περιοδικού blaumachen (‘κάνω κοπάνα’), ενώ στο editorial  του περιοδικού sic  διαβάζουμε και τα παρακάτω:

‘Το περιοδικό Sic έχει στόχο να αποτελέσει τόπο εκδίπλωσης της προβληματικής της κομμουνιστικοποίησης. Το περιοδικό αυτό προέκυψε από τη συνάντηση ατόμων που εμπλέκονται ήδη σε διάφορα εγχειρήματα, σε διαφορετικές χώρες. Ανάμεσα σ’αυτά είναι τα περιοδικά: Endnotes που δημοσιεύεται στη Βρετανία και τις ΗΠΑ, Blaumachen στην Ελλάδα, Théorie Communiste στη Γαλλία, Riff Raff, στη Σουηδία. Στην έκδοση του Sic συμμετέχουν επίσης άτυπες θεωρητικές ομάδες στις Ηνωμένες Πολιτείες (Νέα Υόρκη και Σαν Φρανσίσκο). Όλα αυτά τα εγχειρήματα συνεχίζουν την ξεχωριστή τους πορεία. Στο Sic συμμετέχουν επίσης πολλά άτομα από τη Γαλλία, τη Γερμανία και άλλες χώρες, με διαφορετικές παράλληλες δραστηριότητες, τα οποία τοποθετούνται γενικά κοντά στην θεωρητική προσέγγιση που επιχειρείται εδώ.

Το Sic αποτελεί επίσης υπέρβαση (συνέχεια και ρήξη) του περιοδικού Meeting (τέσσερα τεύχη στα γαλλικά, από τον Σεπτέμβριο 2004 μέχρι τον Ιούνιο 2008). Το Meeting οργάνωσε το καλοκαίρι του 2008 μια διεθνή συνάντηση, από την οποία προέκυψε το Sic. Το Sic έχει σκοπό να αποτελέσει μια διεθνή έκδοση η οποία θα διερευνήσει την προβληματική της κομμουνιστικοποίησης μέσα στη συγκυρία της κρίσης που ξέσπασε το 2008. Κανείς από τους συμμετέχοντες στο περιοδικό αυτό δε θεωρεί τη συμμετοχή του αποκλειστική ή μόνιμη, και το περιοδικό προφανώς μπορεί να συμπεριλάβει και θεωρητικά κείμενα γραμμένα από άλλους συντρόφους’.

Μιας και δεν μπορώ να παραβρεθώ σε αυτήν την κομμουνιστικότητα, με το σημερινό σημείωμα θα συνεχίσω τη συζήτηση, η οποία είναι και αυτή κομμουνιστικότητα,  που έχει αρχίσει αφού πρώτα παραθέσω ένα σύντομο ιστορικό της, για να συνδεθούμε κάπως με το περιεχόμενο και τα επίδικα αντικείμενά της, τις προβληματικές της, αφού πρώτα κάνω ένα σύντομο σχόλιο πάνω στον τίτλο του περιοδικού sic.

Η λέξη sic είναι ένα λατινικό τροπικό επίρρημα που σημαίνει ‘ούτως, τοιουτοτρόπως, έτσι έτσι, έτσι έχει’ και επιβιώνει στις μέρες μας στο γραπτό λόγο, ως ένα διεθνές, κοινόχρηστο εργαλείο,  στο τέλος μιας φράσης,  ως βεβαίωση των αναφερομένων παραδοξοτήτων. Το στοιχείο της βεβαίωσης κατάγεται από τη λατινική σύνταξη του sic με οριστική, η οποία οριστική εκφράζει τις καταστάσεις που συνιστούν την πραγματικότητα, δηλαδή, διαπιστώνει αυτό που υπήρξε, υπάρχει και θα υπάρχει. Με λίγα λόγια, η οριστική βεβαιώνει ποια ήταν,  είναι και θα είναι η πραγματικότητα και αυτό κάνει και το επίρρημα και κοινόχρηστο εργαλείο sic.  Αντιλαμβάνεστε τις επιφυλάξεις που εγείρονται λόγω της απόφα(ν)σης περί της πραγματικότητας που υπονοεί ο τίτλος του περιοδικού.  Και με αυτές θα ασχοληθούμε σήμερα.

Με αφορμή την εισήγηση του περιοδικού blaumachen στην εκδήλωση για τον κομμουνισμό στην κατάληψη της Υφανέτ, η οποία και δημοσιεύτηκε στη Κακιά Σχολή, έγραψα μια κριτική για τις απόψεις του περιοδικού για τον κομμουνισμό και την επανάσταση. Η κριτική δημοσιεύτηκε και στο site του περιοδικού (www.blaumachen.gr). Λίγες μέρες μετά, στο ίδιο site δημοσιεύτηκε και μια κριτική, με αφορμή την παραπάνω εισήγηση από το site Goghnorti. Είμαι κάτι παραπάνω από βέβαιος ότι το περιοδικό θα σχολιάσει τις δυο αυτές κριτικές και η συζήτηση θα συνεχιστεί. Μια συζήτηση όμως κινείται πέραν της αμοιβαιότητας και της μετρήσιμης ανταλλαγής απόψεων και θέσεων, οπότε είμαστε ελεύθεροι να εμπλουτίζουμε ανά πάσα στιγμή αυτή τη συζήτηση, κάθε φορά που παρουσιάζεται ευκαιρία.

Ένα από τα κεντρικά ζητήματα της συζήτησης είναι αυτό του ορισμού του κομμουνισμού. Σήμερα, διαθέτουμε τρεις ορισμούς. Σύμφωνα με τον έναν από αυτούς, ο κομμουνισμός είναι ένα όραμα, ένα ιδεώδες, μια ουτοπία, μια νομοτέλεια, μια διδασκαλία, ένα ιδανικό, ένας στόχος  που αφορά το μέλλον. Ένας άλλος θεωρεί ότι ο κομμουνισμός είναι μια κίνηση που καταργεί την υπάρχουσα τάξη πραγμάτων. Τέλος, ένας τρίτος θεωρεί ότι ο κομμουνισμός είναι μια εμμενής (εγγενής) διαδικασία της οργάνωσης κάθε κοινωνίας (και όχι μόνο)  και ως κοινωνία ορίζουμε το πλέγμα των σχέσεων και των αλληλεπιδράσεων του ανθρώπου με τη φύση και των ανθρώπων μεταξύ τους.

Τους δυο πρώτους ορισμούς υποστηρίζει η ιστορική Αριστερά και ομάδες που κινούνται πέραν αυτής, όπως είναι το blaumachen, το οποίο αποφαίνεται ότι η κομμουνιστικοποίηση, η κομμουνιστική επανάσταση δηλαδή, και ο κομμουνισμός είναι πράγματα του μέλλοντος αλλά πρέπει να μιλάμε γι’ αυτά στο παρόν. Ταυτόχρονα όμως υποστηρίζει ότι η επανάσταση είναι κομμουνιστικοποίηση, τον κομμουνισμό δεν τον έχει σαν σκοπό, αλλά σαν περιεχόμενο. Ο κομμουνισμός δεν είναι σκοπός αλλά ταυτόχρονα είναι κάτι που αφορά το μέλλον. Και: πρέπει να μιλάμε γι’ αυτόν στο παρόν, αλλά τον έχει σαν περιεχόμενο.

Αυτή η αντίφαση χρήζει μιας εξήγησης. Πριν γίνει ας υπενθυμίσουμε ότι στη κριτική του το Goghnorti βλέπει τον κομμουνισμό ‘ως  διαδικασία (που) μετασχηματίζει τους υπάρχοντες όρους σε όρους συλλογικοποίησης της ζωής, άρσης του κατακερματισμού του προτσές της ζωής. . . ‘ Η γείωση αυτή του κομμουνισμού στο παρόν έχει πολύ μεγάλη σημασία διότι μας αναγκάζει να σκεφτούμε. Εάν ο κομμουνισμός είναι μια διαδικασία (οργάνωσης) του παρόντος, θα είναι διαδικασία κάθε παρόντος, δηλαδή και του παρελθόντος και του μέλλοντος, αφού το παρελθόν ήταν παρόν  και το μέλλον θα γίνει παρελθόν μέσω του παρόντος. Και δεν μπορεί να είναι μόνο του μέλλοντος, εάν δεν είναι του παρόντος, άρα και του παρελθόντος. Κατά συνέπεια, δεν υπήρξε, δεν υπάρχει και δεν θα υπάρξει κοινωνία που να μην υπάρχει αυτή η διαδικασία. Αυτός είναι ο εμμενής κομμουνισμός, που εμφανίζεται ποικιλοτρόπως ως κομμουνισμός του παρόντος (άρα και του παρελθόντος).

Η αντίφαση του blaumachen εξηγείται ως μια ελαφρά μετατόπιση από τους δυο πρώτους (μαρξιστικούς) ορισμούς της ιστορικής Αριστεράς και ειδικά από τον πρώτον (όραμα), τον οποίο και δέχεται και απορρίπτει. Ήδη, ο δεύτερος ορισμός (κίνηση του παρόντος) είναι μια μετατόπιση από τον πρώτο (όραμα, σκοπός). Με τον όρο ‘περιεχόμενο’  οι απόψεις του περιοδικού μετατοπίζονται και από τον δεύτερο ορισμό αλλά απέχει πολύ από το να θεωρεί τον κομμουνισμό ως διαδικασία – και δεν υπάρχει διαδικασία χωρίς μορφή και περιεχόμενο. Το blaumachen κρατάει στο χέρι το ψαλίδι, το έχει ακουμπίσει στον ομφάλιο λώρο αλλά δεν λέει να τον κόψει. Δεν γνωρίζουμε εάν θα το κάνει.

Η μορφή της διαδικασίας είναι ο κομμουνισμός του παρόντος και του παρελθόντος, είναι οι εκφάνσεις του εμμενούς κομμουνισμού στο παρόν, είναι οι πολυάριθμες κομμουνιστικότητες του παρόντος (θεσμοί, αντιλήψεις, πρακτικές, χειρονομίες, συμπεριφορές, κ.α.). Ως προς το περιεχόμενο, το όραμα, αυτά που θα κάνει η κομμουνιστικοποίηση, η κομμουνιστική επανάσταση (κατάργηση χρήματος, εμπορεύματος, Κράτους, δημοκρατίας, Κυριαρχίας, σύγκρισης, μετρησιμότητας, Πατριαρχίας, διαχωρισμού πνευματικής και χειρωνακτικής εργασίας, πόλης και υπαίθρου, επαγγέλματος, δημόσιου και ιδιωτικού, κλπ) , δεν είναι επινόηση του εγκεφάλου μας, ο κομμουνισμός δεν είναι fiction, αλλά πραγματικότητα: του παρελθόντος και του παρόντος. Όλα αυτά που θα κάνουμε υπήρξαν και υπάρχουν. Το blaumachen δεν ενδιαφέρεται για τον κομμουνισμό του παρελθόντος, αν και αυτός υπήρξε μετά βεβαιότητας. Ούτε βέβαια με τα σπαράγματα του κομμουνισμού του παρόντος.

Τι περιορίζει όμως αυτή την εμμενή  διαδικασία του κομμουνισμού να επεκταθεί, να γενικευτεί στο χώρο και στον χρόνο; Το ερώτημα αυτό εγείρει ένα άλλο. Εάν ο κομμουνισμός είναι εμμενής διαδικασία, τότε άλλοτε θα διευρύνεται κι άλλοτε θα συρρικνώνεται. Σήμερα, τι συμβαίνει; Διευρύνεται ή συρρικνώνεται;

Θεωρώ ότι η  Κυριαρχία περιορίζει, συρρικνώνει τη διαδικασία του κομμουνισμού. Όσο πιο πολύ συρρικνώνεται ο κομμουνισμός, τόσο πιο ισχυρή γίνεται η Κυριαρχία. Αυτό είναι και το βασικό της μέλημα, η συρρίκνωση του κομμουνισμού. Η επίθεση του νεοφιλελευθερισμού είναι μια επιχείρηση συρρίκνωσης του κομμουνισμού του παρόντος. Η Μ. Θάτσερ δεν έκανε τίποτα άλλο από το να εξορκίσει τον κομμουνισμό με τη διαβόητη φράση της  ‘there is no such thing as society’! Διότι ο Κύριος γνωρίζει ότι μια κοινωνία δεν μπορεί να μην είναι κομμουνιστική. Οι καπιταλιστικές κοινωνίες είναι άκρως συρρικνωμένες κομμουνιστικές κοινωνίες. Ο καπιταλισμός είναι μια συγκεκριμένη συνύφανση κομμουνισμού και δουλείας. Ο δουλοκτητικός τρόπος παραγωγής δεν θα μπορούσε να υπάρξει και να διαιωνιστεί χωρίς το εμπόρευμα και το χρήμα, δουλοκτησία και εμπόρευμα γεννήθηκαν την ίδια μέρα, ενώ η απλήρωτη εργασία είναι δουλεία. Θεωρώ δε ότι εάν τον καπιταλισμό διαδεχτεί μια άλλη μορφή Κυριαρχίας αυτή ή θα είναι κάτι που θα μοιάζει με την δουλεία ή θα είναι μια αναβίωση της δουλείας. Βέβαια, το blaumachen θεωρεί ότι ο καπιταλισμός δεν είναι Κυριαρχία αλλά το ζήτημα αυτό, το οποίο κάθε άλλο παρά παρεξήγηση είναι, δεν είναι του παρόντος.

Το εάν διευρύνεται ή συρρικνώνεται ο κομμουνισμός εξαρτάται από την έκβαση του κοινωνικού πολέμου μεταξύ του Κυρίου και του Υποτελούς Παραγωγού –  αλλά όχι μόνο. Οι μεσαιωνικές κοινωνίες ήταν πιο κομμουνιστικές από τις καπιταλιστικές και τις δουλοκτητικές. Επειδή ο κομμουνισμός είναι διαδικασία δεν μπορούμε να πούμε ότι μια κοινωνία ή είναι ή δεν είναι κομμουνιστική. Ο κομμουνισμός δεν είναι κατάσταση, όπως είναι η εγκυμοσύνη. Μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε το συγκριτικό ‘πιο’. Και μπορώ να πω ότι η ελληνική κοινωνία είναι πιο κομμουνιστική από τη γερμανική και η ισλανδική από τη γαλλική.

Η τρέχουσα καπιταλιστική κρίση  είναι μια έκφανση της αρχόμενης και εν εξελίξει συρρίκνωσης του καπιταλισμού που θα επιταχυνθεί και θα γενικευτεί. Η μειονική αυτή σπείρα θα απελευθερώσει τόσο τον κομμουνισμό όσο και τη δουλεία, μιας κι αυτά είναι τα συστατικά του καπιταλισμού. Η συρρίκνωση του καπιταλισμού θα συνοδευτεί από την διεύρυνση του κομμουνισμού, η οποία με τη σειρά της θα οξύνει τη συρρίκνωση κοκ. Αυτή όμως η διεύρυνση δεν μπορεί να είναι αέναη, έχει όρια, δεν μπορούμε με αυτόν τον τρόπο να φτάσουμε σε μια διευρυμένη κομμουνιστική κοινωνία. Η μετωπική σύγκρουση μεταξύ των Υποτελών Παραγωγών και του Κυρίου είναι αναπόφευκτη.

Αυτό το σημείο είναι το δεύτερο σημείο συνάντησης με το ρεύμα της κομμουνιστικοποίησης. Το πρώτο είναι η αυτοκατάργηση του προλεταριάτου: ‘το να αγωνιζόμαστε σαν τάξη αποτελεί το όριο της ταξικής πάλης’. Τα δύο αυτά σημεία συμπλέκονται αλλά από ένα σημείο η σύγκλιση, η συμπλοκή, αποκλίνουν.  Αυτό  το σημείο συνάντησης φέρνει στο προσκήνιο ένα χάσμα, μια άβυσσο, νέες αντιφάσεις.

Η αυτοκατάργηση του προλεταριάτου θα είναι μια διαδικασία ή ένα αιφνίδιο συμβάν;  Εγώ θεωρώ πως θα είναι μια μακροχρόνια διαδικασία και βλέπω τη διαδικασία της διεύρυνσης του κομμουνισμού και της αυτοκατάργησης του προλεταριάτου ως δύο όψεις του ίδιου νομίσματος. Διαβάζω στο κείμενο Η τωρινή στιγμή ότι ‘στην πορεία του επαναστατικού αγώνα , η κατάργηση του κράτους, της ανταλλαγής. . . η επέκταση της χαριστικότητας . . . είναι ‘μέτρα’ που καταργούν το κεφάλαιο και που επιβάλλονται από τις ίδιες τις ανάγκες της πάλης εναντίον της καπιταλιστικής τάξης’. Επέκταση της χαριστικότητας; Δηλαδή, η χαριστικότητα υπάρχει και με την κομμουνιστική επανάσταση θα επεκταθεί; Μόνο η χαριστικότητα υπάρχει;

Όχι, δεν υπάρχει μόνο η χαριστικότητα. Το γεγονός όμως ότι γίνεται αποδεκτή η ύπαρξη της χαριστικότητας πριν την κομμουνιστική επανάσταση είναι ένα σταθερό σημείο για να πατήσουμε και να προχωρήσουμε τους συλλογισμούς μας. Η διεύρυνση του κομμουνισμού και η αυτοκατάργηση του προλεταριάτου υπάρχουν, εξελίσσονται, γενικεύονται αλλά έχουν ένα όριο. Αυτό το όριο μπορεί αν ξεπεραστεί μόνο με την κομμουνιστική επανάσταση, την κομμουνιστικοποίηση. Χωρίς την διεύρυνση του κομμουνισμού όμως η κομμουνιστική επανάσταση είναι ανέφικτη, και χωρίς την κομμουνιστική επανάσταση η διεύρυνση του κομμουνισμού και η αυτοακατάργηση του προλεταριάτου σταματάει και οπισθοδρομεί.

Λόγω της κρίσης που θα είναι διαρκής το προλεταριάτο δεν θα μπορεί να επιβιώσει, να αναπαραχθεί και θα αναγκαστεί να πάρει κομμουνιστικά μέτρα. Πολύ ωραία. Το ερώτημα είναι: θα τα πάρει; Ή μήπως κάνει κάτι άλλο;  Ας υποθέσουμε ότι θα τα πάρει. Είναι βέβαιο ότι θα μπορέσει να τα πάρει; Θα μου πείτε ότι αυτό θα εξαρτηθεί από την έκβαση της μετωπικής σύγκρουσης μεταξύ προλεταριάτου και καπιταλιστών και δεν μπορούμε να γνωρίζουμε ποια θα είναι η έκβαση. Μπορεί να μπορέσει, μπορεί να μην μπορέσει. Και εδώ προσεγγίζουμε την άβυσσο.

Ας εστιάσουμε την προσοχή μας στην ορολογία της κομμουνιστικοποίησης: στην πορεία του επαναστατικού αγώνα, το να αγωνιζόμαστε σαν τάξη αποτελεί όριο της ταξικής πάλης. Πορεία, επαναστατικός αγώνας, κύκλος αγώνων, αγωνιζόμαστε, ταξική πάλη. Η κομμουνιστικοποίηση, η κομμουνιστική επανάσταση είναι μια στιγμή, μια φάση της πορείας (της διαδικασίας) του επαναστατικού αγώνα, της ταξικής πάλης. Εγώ θεωρώ ότι η κομμουνιστική επανάσταση είναι πόλεμος, είναι κοινωνικός εμφύλιος πόλεμος – δεν είναι αγώνας, ούτε ταξική πάλη. Προς τι αυτές οι κατά κόρον χρησιμοποιούμενες μεταφορές; Ο πόλεμος δεν είναι αγώνας ούτε πάλη. Ο πόλεμος είναι πόλεμος. Ο αγώνας είναι ένας ειρηνικός ανταγωνισμός, όπως ένα αγώνισμα του στίβου,  και το επίθετο επαναστατικός δε σώζει την κατάσταση. Το ίδιο και η πάλη – εκτός εάν εννοούμε τη πάλη στη φύση. Αναρωτιέμαι: γιατί δεν χρησιμοποιείται ο όρος κοινωνικός πόλεμος;

Ίσως να είναι θέμα ομφάλιου λώρου. Θα δούμε. Πως πρέπει να διατυπώσουμε τη σκέψη μας ως προς την μελλοντική στάση και δράση του προλεταριάτου; Να πούμε ότι το προλεταριάτο θα πάρει, θα αναγκαστεί να πάρει  κομμουνιστικά μέτρα ή θα αναγκαστεί να επιχειρήσει  να πάρει τα ‘μέτρα’;  Νομίζω πως αντιλαμβάνεστε τη διαφορά. Εάν πούμε ότι θα πάρει, τότε είμαστε βέβαιοι ότι θα τα πάρει. sic. Εάν πούμε ότι θα επιχειρήσει να πάρει τότε δεν είμαστε βέβαιοι ότι τελικά θα μπορέσει να τα πάρει. Κι εγώ δεν είμαι καθόλου βέβαιος ότι θα μπορέσει να τα πάρει. Δεν είμαι καθόλου βέβαιος εάν σκεφτώ όπως σκέφτονται οι φίλοι της κομμουνιστικοποίησης.

Εάν πάρει ή εάν επιχειρήσει να πάρει κομμουνιστικά μέτρα, τότε θα πρέπει να αντιμετωπίσει την αντίσταση, την αντίδραση του Κυρίου καπιταλιστή, ο οποίος έχει ήδη πάρει την πρωτοβουλία διεξαγωγής ενός προληπτικού αντεπαναστατικού πολέμου. Είμαστε σε πόλεμο, λέει και ξαναλέει ο Κύριος. Εμείς αγωνιζόμαστε και παλεύουμε. Είναι βέβαιο ποιος θα είναι ο νικητής: αυτός που πολεμάει, όχι αυτός που αγωνίζεται και παλεύει. Αφού λοιπόν θα αντιμετωπίσει, αντιμετωπίζει ήδη, την αντίσταση του Κυρίου καπιταλιστή, το προλεταριάτο ή, τουλάχιστον οι υποστηρικτές της θεωρίας της κομμουνιστικοποίησης,  οφείλουν να δουν κάποια ζητήματα τα οποία δεν ξέρω γιατί λάμπουν δια της απουσίας τους: τα ζητήματα της βίας, της ένοπλης επαναστατικής βίας, της θεωρίας του πολέμου, του τρόπου διεξαγωγής του κοινωνικού πολέμου, του Κράτους, της οργάνωσης (του τρόπου λήψης των αποφάσεων), του χρονου εργασίας.

Δεν θα βρείτε ούτε μια παράγραφο για αυτά τα ζητήματα. Όλη η προσοχή είναι στραμμένη στην λήψη των κομμουνιστικών μέτρων, στην κομμουνιστικοποίηση, την κομμουνιστική επανάσταση. Αυτός είναι ο λόγος που στη κριτική μου χαρακτήρισα την προσέγγιση αυτή ‘πορνογραφική’. Να υποθέσω ότι οι φίλοι μας τα έχουν ξεκαθαρίσει; Εάν τα έχουν ξεκαθαρίσει, θα ήθελα κι εγώ πολύ να μάθω τις απόψεις τους. Εάν δεν τα έχουν ξακαθαρίσει, γιατί δεν τα προβληματικοποιούν;

Μήπως υπάρχει κάποια σχέση ανάμεσα στην απουσία αυτής της πολύπτυχης προβληματικής με την ορολογία (αγώνας, ταξική πάλη) που είναι κληρονομιά της ιστορικής Αριστεράς; Αφού η κομμουνιστική επανάσταση είναι αγώνας και ταξική πάλη, γιατί να μας απασχολήσει το ζήτημα εάν θα αγωνιστούμε με μολότωφ, με Καλάσνικωφ ή με πολεμικά αεροσκάφη;

Αυτά προς το παρόν. Θα κλείσω με μια λεπτομέρεια. Ενίοτε, σπανίως, το επίρρημα sic στην λατινική συντάσσεται με υποτακτική (με σημασία ευκτικής μιας και η λατινική δεν διαθέτει ευκτική)  για να εκφράσει δέηση, μια προσευχή που απευθύνεται προς τον Θεό ως παράκληση ή ικεσία. Ένα παράδειγμα: sic te diva potens Cypri regat: είθε, μακάρι με αυτό το τρόπο η Αφροδίτη να σε κρατάει και να σε οδηγεί, να σε διευθύνει. (Αναρωτιέμαι εάν η απόφα(ν)ση ‘το προλεταριάτο θα πάρει. . .’  ισοδυναμεί με προσευχή).

Πάω στον κήπο. Αρχίζω να φτιάχνω κοτέτσι για κότες, κουνέλια και ένα γουρούνι. Θα το ταΐζω βελανίδια από το βουνό, θα το ταΐζω ζάχαρη, θα το ταΐζω μέλι.

μπάτσοι, μπάτσοι, δολοφόνοι!

Σχολιάστε ελεύθερα!