in παγκόσμια Ιστορία

δύο κομβικές στιγμές της παγκόσμιας ιστορίας

φίλες και φίλοι, καλή σας μέρα

ΟΤΑΝ σε ένα γνωστικό πεδίο έχουμε μόνο αβεβαιότητες, το μόνο που μπορούμε να κάνουμε είναι να διατυπώσουμε εικασίες. Με τις εικασίες όμως δεν παράγουμε γνώση, δεν μπορεί να συγκροτηθεί επιστήμη. Όταν ο τροφοσυλλέκτης ήξερε ποιο φυτό είναι δηλητηριώδες και ποιο δεν είναι, γνώριζε, είχε πολλές γνώσεις αλλά βοτανολογία και φαρμακολογία δεν υπήρχε. Τον εμπόδισε αυτό να συνεχίζει να πειραματίζεται, να δοκιμάζει και να μαθαίνει; Όχι, βέβαια. Στην αρχαία Ελλάδα, οι άνθρωποι γνώριζαν πως να αντιμετωπίσουν πολλές ασθένειες και να περιποιηθούν τραύματα (πολεμική κοινωνία γαρ). Κάποια στιγμή, ένας γιατρός, ο Ιπποκράτης από την Κω, συγκέντρωσε αυτές τις γνώσεις σε ένα σώμα (corpus) κι αυτή η συγκέντρωση θεωρήθηκε ως η γέννηση της ιατρικής επιστήμης. Σήμερα όμως, εκτός από κάποιες γενικές αρχές κι ένα δοκίμιο για την επιληψία, την οποία ο Ιπποκράτης θεώρησε ως διαταραχή του εγκεφάλου και όχι ως επέμβαση θεϊκών ή δαιμονικών δυνάμεων, αυτές οι γνώσεις είναι παντελώς άχρηστες. Για τον κοιλόπονο, ας πούμε, προτείνει σούπα από νεογέννητα κουταβάκια! Δικαίως λοιπόν η γέννηση της ιατρικής μετατέθηκε τον 17ο και 18ο μ. Χ. αιώνα, αν δεν κάνω λάθος.

ΑΝ έχουμε και βεβαιότητες και αβεβαιότητες, τότε βρισκόμαστε σε καλύτερη θέση. Οι βεβαιότητες μας βοηθούν να κατανοήσουμε και τις αβεβαιότητες, χωρίς αυτό να είναι πάντα εύκολο ή εφικτό. Υπάρχει βέβαια και το ενδεχόμενο κάποιες βεβαιότητες να αναθεωρηθούν κι αυτό συνέβη πολλές φορές. Δυο αντικείμενα διαφορετικού βάρους πέφτουν την ίδια στιγμή μαζί κι όχι σε διαφορετικό χρόνο, όπως έγραψε ο Αριστοτέλης. Η Γη κινείται γύρω από τον Ήλιο, όχι ο Ήλιος γύρω από τη Γη. Ο χρόνος και ο χώρος δεν είναι απόλυτες διαστάσεις αλλά σχετικές.

ΣΤΟ γνωστικό πεδίο της παγκόσμιας ιστορίας έχουμε βεβαιότητες και αβεβαιότητες. Η ύπαρξη των αβεβαιοτήτων δεν μας επιτρέπει να διατυπώσουμε κάποια θεωρία της ιστορίας του ανθρώπινου γένους που να είναι γενικά αποδεκτή. Είμαστε βέβαιοι ότι ο άνθρωπος κάποτε δεν μιλούσε και δεν σκεφτόταν, δεν ήταν άνθρωπος. Και κάποτε και μίλησε και σκέφτηκε. Οι βεβαιότητες που έχουμε δεν είναι λίγες και είναι αναμφισβήτητες. Δεν μπορεί να μας πει κάποιος, κάποια ότι ο ανθρωπίδης πρόγονός μας μιλούσε πριν αποκτήσει πλήρως την όρθια στάση, είναι αδύνατον. Διότι τα όργανα που παράγουν φωνή αναπτύχθηκαν χάριν της όρθιας στάσης. Οι βεβαιότητες μας βοηθούν να μην περπατάμε συνεχώς μέσα στο σκοτάδι, να μην βαδίζουμε πάνω σε κινούμενη άμμο με κίνδυνο να μας καταπιεί. Στηριζόμαστε σε αυτές και διατυπώνουμε βάσιμες εικασίες, οι οποίες ενδέχεται να αποδειχτούν αβάσιμες.

Η ύπαρξη των αβεβαιοτήτων και των βάσιμων εικασιών και υποθέσεων δεν μας επιτρέπει να μιλάμε για αλήθεια. Ναι, είναι αλήθεια ότι έγινε ο Πελοποννησιακός πόλεμος, είναι αντικειμενική αλήθεια, οι ιστορικοί όμως γιατί ερίζουν εδώ και πολλούς αιώνες για τα αίτια, τα αποτελέσματα και για κάποια επιμέρους επεισόδια αυτού του πολέμου; Η επιδρομή, η εισβολή στην Σικελία έγινε, θα μάθουμε όμως ποτέ γιατί έγινε; Δεν ξέρουμε αν θα το μάθουμε! Αυτές οι αβεβαιότητες μας αναγκάζουν αφενός να θέσουμε το ερώτημα πώς, πότε  και από ποιούς παράγεται η γνώση (κοινωνιολογία της γνώσης, φιλοσοφία της επιστήμης [επιστημολογία]) και αφετέρου, όσον αφορά την ιστοριογραφία, να υποστηρίζουμε ότι δεν μπορεί να υπάρχει αντικειμενική αλήθεια, αποδεκτή δηλαδή από όλους, αλλά να καταφεύγουμε σε αφηγήσεις. Ενδέχεται κάποια αφήγηση να είναι ή να βρίσκεται πολύ κοντά στην πραγματικότητα, από τη στιγμή όμως που είναι αφήγηση δεν μας επιτρέπεται να μιλάμε για αντικειμενική αλήθεια. Ούτε για ψέματα.

ΣΤΟ γνωστικό πεδίο της παγκόσμιας ιστορίας διαθέτουμε βεβαιότητες και αβεβαιότητες –  εάν είχαμε μόνο αβεβαιότητες, δεν θα μπορούσαμε να μιλάμε για γνωστικό πεδίο. Υπάρχουν βεβαιότητες κι αυτές μας επιτρέπουν να παραγάγουμε γνώσεις, στην καλύτερη περίπτωση, και να διατυπώνουμε εικασίες και υποθέσεις. Οι βεβαιότητες αυτές όμως δεν είναι του τύπου δύο άτομα υδρογόνου και ένα οξυγόνου μας κάνουν ένα μόριο νεαρού ύδατος  (νεαρόν ύδωρ > νερό). Αυτά που κάποιοι θεωρούν βεβαιότητες, για άλλους δεν είναι. Κάποιοι υποστηρίζουν ότι κατά το μεγαλύτερο μέρος της παγκόσμιας ιστορίας δεν υπήρχε χρήμα, εμπόρευμα και εμπόριο, δεν υπήρχαν τάξεις και κράτος, δεν υπήρχαν πολεμικές κοινωνίας, αν και πόλεμος υπήρχε. Κάποιοι υποστηρίζουν ότι ο άνθρωπος ήταν και ζούσε όπως σήμερα. Δεν έχει αλλάξει και δεν θα αλλάξει. Ο πρώτος που διατύπωσε αυτή την άποψη ήταν ο ιστορικός Θουκυδίδης, τον ακολούθησαν ρωμαίοι ιστορικοί, τον ακολούθησε ο Μακιαβέλι, ο Χόμπς, οι φιλελεύθεροι στοχαστές της αστικής τάξης –  πρόκειται για μια μακραίωνη παράδοση που έχει ακόμα πολλούς υποστηρικτές. Ένα πρωινό θα δούμε ότι αυτή η θουκυδίδεια παράδοση, αυτός ο θουκυδίδειος τρόπος σκέψης  πνέει τα λοίσθια –  χάριν των πυρηνικών όπλων και της εξέλιξης του καπιταλισμού.

ΟΙ βεβαιότητες που δεχόμαστε στο γνωστικό πεδίο της παγκόσμιας ιστορίας μας επιτρέπουν να διακρίνουμε τρεις μεγάλες εποχές της. Την κοινωνιογένεση/ανθρωπογένεση, την εποχή της τροφοσυλλογής, που σε ένα όψιμο στάδιο πλαισιώθηκε από το κυνήγι μεγάλων θηραμάτων και μια τρίτη εποχή, στην οποία ζούμε, που γνωρίζουμε πότε και που άρχισε αλλά δεν ξέρω πώς θα μπορούσαμε να την ονομάσουμε. Τολμώ να την αποκαλέσω εποχή της Κυριαρχίας, με βασικό της χαρακτηριστικό την αρπαγή ενός μέρους, μικρού ή μεγάλου,  του συλλογικά παραγόμενου κοινωνικού πλούτου από μια μικρή μειονότητα. Η εποχή αυτή αρχίζει πριν 5.000 χρόνια, το 3.000 π. Χ. Να σημειώσω ότι το γνωστικό πεδίο της παγκόσμιας ιστορίας  είναι ασύμβατο με χρονολογίες και πρόσωπα –  η παγκόσμια ιστορία δεν γράφεται, δεν μπορεί να γραφεί  με λεπτομέρειες.  ΄Ωστε ο θετικισμός δεν μπορεί να έχει καμιά απολύτως χρησιμότητα σε αυτό το γνωστικό πεδίο.

ΤΟ μεγάλο μας πρόβλημα, το αξεπέραστο, είναι ότι γνωρίζουμε πότε και που άρχισε η εποχή της Κυριαρχίας αλλά δεν γνωρίζουμε το πως. Έχω καταλήξει σε κάποια συμπεράσματα –  αυτά θα εκθέσω σήμερα. Βασίζομαι σε βεβαιότητες και διατυπώνω εικασίες, υποθέσεις. Υποστηρίζω λοιπόν ότι δύο ήταν οι διαδικασίες οι οποίες οδήγησαν στην εποχή της Κυριαρχίας.

Η πρώτη είναι η εμφάνιση της αγροτικής Κυριαρχίας. Εμφανίζεται σε πολλά σημεία του πλανήτη και σε διαφορετικές χρονικές στιγμές. Επειδή εμφανίζεται σε πολλά σημεία, η διαδικασία δεν εκτυλίχθηκε με τον ίδιο τρόπο –  κατέληξε όμως στα ίδια αποτελέσματα: στην αρπαγή ενός μέρους του κοινωνικού πλούτου. Έχουμε πολλές εκδοχές. Η εκδοχή της διαδικασίας αυτής στους Ίνκας, λόγου χάριν,  έχει κάποια κοινά σημεία με αυτήν της Αιγύπτου και της Σουμερίας αλλά και πολλές διαφορές. Επαναλαμβάνω: το αποτέλεσμα είναι το ίδιο. Θα περιοριστώ λοιπόν σε δύο μόνο εκδοχές αυτής της διαδικασίας. Εάν έγραφα μια παγκόσμια ιστορία θα της παρουσίαζα όλες, δεν είναι πολλές.

Οι δύο αυτές εκδοχές είναι η εξέλιξη του συντονισμού της συνεργασίας μεταξύ πολλών νεολιθικών αγροτικών κοινοτήτων και η εξέλιξη του συντονισμού της συνεργασίας εντός μιας και μόνο κοινότητας. Στην πρώτη περίπτωση, πολλές κοινότητες συνεργάζονται για να επιτελέσουν ένα κοινό έργο –  την κατασκευή αρδευτικών καναλιών που θα επέτρεπε την επέκταση του καλλιεργήσιμου εδάφους. Η επέκταση αυτή δεν θα ήταν αναγκαία, εάν δεν αυξανόταν ο πληθυσμός. Διαθέτουμε δημογραφικά στοιχεία;  Όχι! Δεν είναι όμως βάσιμη εικασία, που αγγίζει τα όρια της βεβαιότητας;  Να, κάπως έτσι είμαστε αναγκασμένοι να εργαζόμαστε. Για να κατασκευαστεί ένα έργο που θα ωφελήσει πολλές κοινότητες θα πρέπει να συμμετέχουν όλες, με ανθρώπους, γνώσεις, εργαλεία, πρώτες ύλες και τροφή. Όλη αυτή η εργασία πρέπει να συντονιστεί. Μιας και  η κατασκευή του κοινόχρηστου έργου θα διαρκέσει πολλά χρόνια, θα πρέπει να κατασκευαστούν αποθήκες και  ενδιαιτήματα των εργαζομένων. Κάποιοι θα πρέπει να διαχειριστούν αυτόν τον κοινόκτητο και κοινόχρηστο πλούτο. Κάποιοι θα πρέπει να αναλάβουν το έργο του συντονισμού της διακοινοτικής συνεργασίας. Θα πρέπει να κατασκευαστούν ενδιαιτήματα και γι΄ αυτούς. Οι οποίοι παράγουν συγκεκριμένη γνώση, που πρέπει να αποκρυσταλλωθεί, να διατηρηθει και να μεταβιβαστεί. Εμφανίζεται λοιπόν η μονιμότητα της διαχείρισης των υλικών και του συντονισμού της διακοινοτικής συνεργασίας.  Αυτή η μονιμότητα είναι μια βεβαιότητα, είναι μια κομβική στιγμή, τη θεωρώ βεβαιότητα, στηρίζομαι σε αυτήν και διατυπώνω περαιτέρω εικασίες και υποθέσεις. Αν και η αρχαιολογία βεβαιώνει ότι δεν είναι όλα αυτά εικασίες και υποθέσεις.

ΤΙ θα γίνει όταν τελειώσει το έργο; Οι διαχειριστές και οι συντονιστές θα επιστρέψουν στα χωριά τους και τα σπίτια τους; Όχι, βέβαια! Εδώ εμφανίζεται πολύ καθαρά αυτό που λέμε συμφέρον. Θα πρέπει η μονιμότητα των διαχειριστών και των συντονιστών να συνεχιστεί και να διαιωνιστεί, και να ενισχυθεί. Θα πρέπει να αρχίσουν άλλα μεγαλειώδη έργα, πολυδάπανα, μεγάλης χρονικής διάρκειας, που απαιτεί μεγάλο αριθμό ανθρώπων. Αρχίζει η αρπαγή ενός μέρους του κοινωνικού πλούτου: η εθελοντική εισφορά των κοινοτήτων μετατρέπεται σε καταναγκαστικό φόρο. Οι πυραμίδες είναι ένα από αυτά τα μεγαλειώδη έργα. Ο πόλεμος είναι άλλο ένα. Η ίδρυση μεγάλων ναών και πόλεων είναι άλλο ένα.

Η δεύτερη εκδοχή. Είμαστε βέβαιοι ότι ο κοινωνικός πλούτος μιας αγροτικής κοινότητας αποθηκεύεται σε ένα κεντρικό κτήριο, στο οποίο η πρόσβαση είναι ελεύθερη. Η  πρακτική αυτή είναι η αρχή δύο εξελίξεων. Όταν, όχι πάντα, μεγαλώνει η αγροτική κοινότητα, εμφανίζεται και εδώ η μονιμότητα της διαχείρισης και του συντονισμού. Όταν πολλές γειτονικές κοινότητες κατασκευάζουν μια μεγάλη κεντρική αποθήκη του κοινωνικού πλούτου, τότε λόγω μεγέθους εμφανίζεται και εδώ η μονιμότητα της διαχείρισης και του συντονισμού, μιας μειονότητας που για να αναπαραχθεί πρέπει να αποσπά ένα μέρος του κοινωνικού πλούτου, κι όταν πλέον δεν επιτελεί το έργο της διαχείρισης και του συντονισμού αυτονομείται και επιβάλλει τον φόρο ως αναγκαία συνθήκη για την αναπαραγωγή της. Τα μινωικά λεγόμενα ανάκτορα είναι ένα καλό παράδειγμα. Εκείνο που δεν γνωρίζουμε και ίσως να μην μάθουμε ποτέ είναι σε ποια φάση της διαδικασίας της μονιμότητας και της αυτονόμησης είχαν φτάσει, όταν εισέβαλαν οι ελληνόφωνοι Μυκηναίοι, το 1500 π. Χ.

Η δεύτερη κομβική στιγμή της έναρξης της εποχής της Κυριαρχίας είναι η εμφάνισης της ποιμενικής πολεμικής κοινωνίας. Οι ειρηνικές ποιμενικές κοινωνίες μετεξελίχθηκαν σε πολεμικές όταν δεν μπορούσαν πια να επεκταθούν στις στέπες της Ευρασίας –  περί το 4.000 π. Χ. Δεν υπήρχε πια ζωτικός χώρος –  σας λέει κάτι αυτή η φράση; Στα γερμανικά, Lebensraum! Ο μόνος τρόπος να αναπαραχθεί μια ποιμενική κοινότητα ήταν η κλοπή, η αρπαγή με βία του πλούτου της γειτονικής κοινότητας, η κλιμάκωση των οποίων οδήγησε στην εμφάνιση της πολεμικής κοινωνίας για πρώτη φορά στην παγκόσμια ιστορία. Πόλεμος υπήρχε, όχι πολεμικές κοινωνίες. Πολεμική κοινωνία δεν είναι η κοινωνία που πολεμά συνεχώς, δεν μπορεί να υπάρξει τέτοια κοινωνία, αλλά που λύνει το πυρηνικό της πρόβλημα, την ένδεια, την έλλειψη, τη σπάνη  του κοινωνικού πλούτου, με τον πόλεμο, με την αρπαγή του ξένου κοινωνικού πλούτου και την εκδίωξη ή την εξόντωση των παραγωγών του, που σκέφτεται πολεμικά, που το έργο μιας μειονότητας είναι η διεξαγωγή του πολέμου (ήρωες πολεμιστές).

ΟΙ δύο αυτές διαδικασίες κάποια στιγμή συναντήθηκαν: όταν ο κορεσμός των στεπών δεν επέτρεπε πλέον την αναπαραγωγή των ποιμενικών κοινοτήτων. Ποιμενικοί πολεμοχαρείς και φιλοπόλεμοι ξεχύνονταν  από τις στέπες, από το 3.οοο π. Χ. μέχρι και το 1500 μ. Χ., εισέβαλαν και κατακτούσαν τις περιοχές των νεολιθικών και της πρώιμης εποχής του χαλκού κοινοτήτων αλλά και τις επικράτειες της αγροτικής Κυριαρχίας. Ινδοευρωπαϊκοί ποιμενικοί λαοί εισέβαλλαν στην Ευρώπη και τα Βαλκάνια, μογγολικοί στην Κίνα και στην Ινδία, και όχι μόνο, τουρκικοί στην δυτική Ασία, αραβικοί στην Αφρική και στην Ευρώπη. Δεν είναι οι μόνοι. Κατακτώντας τα διοικητικά και οικονομικά κέντρα της αγροτικής Κυριαρχίας αντικαθιστούσαν τους γηγενείς Κυρίους και συνέχιζαν την αρπαγή του κοινωνικού πλούτου. Ή και έχτιζαν νέα, μιμούμενοι την αγροτική Κυριαρχία, όπως οι ελληνόφωνοι Μυκηναίοι.

ΑΠΟ την κατάκτηση και την σύνθεση της αγροτικής  και της ινδοευρωπαϊκής ποιμενικής Κυριαρχίας προέκυψε η δυτική Κυριαρχία, ο δυτικός πολιτισμός, στην αρχαία Ελλάδα. Η σύνθεση αυτή δεν έχει προσεχθεί και μελετηθεί. Θα γίνει, που θα πάει; Δεν είναι του παρόντος να ασχοληθούμε με το πώς έγινε αυτή η σύνθεση. Το εξετάζουμε με την μελέτη της αρχαίας ελληνικής κοινωνίας. Το μόνο που νιώθω την ανάγκη να κάνω είναι να θέσω το εξής ερώτημα: ποιο είναι το κομβικό πρόβλημα  της δυτικής Κυριαρχίας, από την οπτική των Υποτελών, η λύση του οποίου είναι αναγκαία, χωρίς να είναι και ικανή, για την αντιμετώπιση όλων σχεδόν των πολλών και οξυμένων παγκόσμιων κοινωνικών προβλημάτων; Η απάντηση που δίνω είναι η εξής: η αρπαγή (και η καταστροφή) του κοινωνικού πλούτου από μια μικρή μειονότητα. Αν τώρα ρωτήσω, πώς θα επιλυθεί αυτό το κομβικό πρόβλημα, το οποίο προκαλεί όλα τα άλλα, ή σχεδόν όλα, όσο ξέρετε εσείς την απάντηση, άλλο τόσο την ξέρω κι εγώ.

Σχολιάστε ελεύθερα!