in 21ος αιώνας

οι άεργοι, οι τρόφιμοι του Κράτους, και το μέλλον του καπιταλισμού

φίλες και φίλοι, καλή σας μέρα

ΑΥΤΟΙ που καταναλώνουν τον υλικό (και τον άυλο σήμερα) κοινωνικό πλούτο είναι πάντα περισσότεροι από αυτούς που τον παράγουν: η διαπίστωση αυτή ισχύει για όλες τις κοινωνίες του παρελθόντος και του παρόντος  και θα ισχύει και γι΄ αυτές του μέλλοντος, κατά συνέπεια, θα μπορούσαμε να την χαρακτηρίσουμε κοινωνικό νόμο. Πόσο περισσότεροι όμως; Η σχέση μεταξύ καταναλωτών και παραγωγών του κοινωνικού πλούτου παραμένει ίδια σε όλες τις κοινωνίες;

Ο κοινωνικός νόμος της σχέσης κατανάλωσης και παραγωγής εμφανίζεται ανθρωπολογικά και ιστορικά με τρεις μορφές, σε τρεις κατηγορίες κοινωνιών, σε τρεις ευδιάκριτες ιστορικές εποχές. Στη πρώτη, η κοινωνία φροντίζει κάποια, λίγα, μέλη της, δεν ξεπερνούν το 2-5% του πληθυσμού,  που δεν μπορούν να συμμετέχουν στην παραγωγή λόγω φυσικής αδυναμίας: είναι τα μωρά, τα νήπια και τα πολύ μικρά παιδιά, οι έγκυες και λεχόνες γυναίκες, οι πολύ γέροι και οι άρρωστοι. Η αδυναμία αυτή είναι μικρής διάρκειας αλλά πάντα υπαρκτή και παρούσα, αφού δεν μπορεί να υπάρξει κοινωνία χωρίς γεννήσεις, παιδική ηλικία,  ασθένειες, γηρατειά και θάνατο. Είναι βέβαιο ότι η φροντίδα των αδύναμων μελών ήταν το χαρακτηριστικό γνώρισμα των προανθρώπινων κοινοτήτων και συνέβαλε, αν δεν ήταν ο βασικός καθοριστικός παράγοντας,  στην διαμόρφωση του ανθρώπου και της κοινωνίας. Μας διαφεύγει το γεγονός ότι και οι νεκροί καταναλώνουν, για τελευταία φορά, κοινωνικό πλούτο – η απομάκρυνση και η διαχείριση του νεκρού απαιτεί εργασία και κοινωνικό πλούτο. Θα πρέπει να ανοιχτεί τάφος, να κατασκευαστεί το φέρετρο, να ντυθεί ο νεκρός, να στηθεί μνημείο –  εάν εστιάσουμε σε αυτόν τον τρόπο διαχείρισης, που είναι και ο πιο συνήθης. Για 2, ας περιοριστούμε σε αυτόν τον αριθμό, εκατομμύρια χρόνια και για το συντριπτικά  μεγαλύτερο χρονικό διάστημα της ύπαρξης του ανθρώπινου γένους, κατά το οποίο ήμασταν τροφοσυλλέκτες και κυνηγοί, οι κοινωνίες φρόντιζαν αυτούς που δεν μπορούσαν να συμμετάσχουν στην παραγωγή του κοινωνικού πλούτου. Είναι η φάση με την μεγαλύτερη διάρκεια.

ΣΤΗ δεύτερη φάση, που εμφανίστηκε κατά τη διάρκεια της εξέλιξης κάποιων νεολιθικών αγροτικών κοινοτήτων, κατά τη διάρκεια της κοινωνικής διαφοροποίησης, ένας μικρός αριθμός μελών της κοινωνίας αναλαμβάνει τον συντονισμό της παραγωγής, απομακρύνεται από την παραγωγή και με το πέρασμα του χρόνου συγκροτείται σε κοινωνικό στρώμα ή τάξη με ιδιαίτερα συμφέροντα, ιδεολογία και πρακτική.  Ο αριθμός των μελών αυτής της τάξης δεν είναι μεγάλος –  ουδέποτε ξεπέρασε το 5%. Εάν προσθέσουμε και τα αδύναμα μέλη της κοινότητας, το ποσοστό αγγίζει το 8-10% του πληθυσμού. Η φάση αυτή άρχισε με την επινόηση της παραγωγής της τροφής, την καλλιέργεια της γης, πριν από δέκα χιλιάδες χρόνια, συνυπήρχε με την προηγούμενη, η οποία όμως συρρικνωνόταν διαρκώς λόγω της επέκτασης στον χώρο των αγροτικών κοινοτήτων. Και έληξε πριν δύο αιώνες αλλά όχι παντού. Υπάρχουν ακόμα κάποιες τροφοσυλλεκτικές ομάδες, αν υπάρχουν,  και ένας μεγάλος αριθμός αγροτικών κοινοτήτων στις οποίες  μόνο τα αδύναμα μέλη καταναλώνουν κοινωνικό πλούτο χωρίς να εργάζονται. Θα κάνω μια σύντομη παρέκβαση, αφού όμως πιω πρώτα ένα καφεδάκι και καπνίσω ένα τσιγαράκι, το μοναδικό της ημέρας (η νικοτίνη είναι εξαίσιο φάρμακο για τη λειτουργία του νευρικού συστήματος).

ΓΕΝΝΗΘΗΚΑ το 1959 σε μια αγροτική κοινότητα όπου λίγες οικογένειες ήταν πιο πλούσιες από τις άλλες. Κάθε οικογένεια παρήγαγε την τροφή της –  τα μόνο αγαθά που έρχονταν απ΄ έξω ήταν το αλάτι, οι λάμπες και το φωτιστικό πετρέλαιο, τα τσακμάκια (αναπτήρες πετρελαίου) και τα τσιγάρα. Το 1964, το φθινόπωρο, παππούς κι εγγονός, εγώ 5 χρονών και ο παππούς μου 70, φόρτωσαν το αλέτρι στο βοήλατο κάρο και πήγαν να οργώσουν για να σπείρουν σιτάρι. Ο παππούς μου μού μάθαινε να οργώνω, να χειρίζομαι το αλέτρι και, ναι, έχω οργώσει με αλέτρι που το τραβούσαν γελάδες. Όλοι και όλες εργάζονταν, εκτός από τα μωρά, τις έγκυες και λεχόνες, αρρώστους και πολύ γέρους και γριές. Οι γυναίκες που θέριζαν το καλοκαίρι  έπαιρναν μαζί τους τα μωρά και τα πολύ μικρά παιδιά, που τα φρόντιζαν τα μεγαλύτερα σε ηλικία κορίτσια, όσα δεν θέριζαν μαζί με τις μητέρες τους.

ΘΑ ήθελα να επιμείνω σε αυτό το σημείο, εάν θέλουμε να κατανοήσουμε την εποχή μας και το μέλλον τόσο των καπιταλιστικών κοινωνιών όσο και του καπιταλισμού. Μέχρι τα μέσα και τα τέλη του  19ου αιώνα, το 90% του πληθυσμού εργαζόταν, το συντριπτικά μεγαλύτερο μέρος αυτού του ποσοστού συμμετείχε στην παραγωγή του υλικού πλούτου. Με την εμφάνιση του βιομηχανικού καπιταλισμού και του εργατικού κινήματος εκκινεί μια διαδικασία που συγκροτεί την τρίτη φάση της σχέσης μεταξύ κατανάλωσης και παραγωγής. Τον 19ο αιώνα ολοένα και μεγαλύτερος αριθμός απομακρύνεται από την παραγωγή του κοινωνικού πλούτου, ολοένα και μεγαλύτερος αριθμός σταματάει να εργάζεται. Η απαγόρευση της παιδικής ηλικίας και οι συντάξεις των ηλικιωμένων εργατών ήταν οι πρώτες στιγμές αυτής της διαδικασίας. Η καθιέρωση της υποχρεωτικής εκπαίδευσης, η παράτασή της και στην εφηβεία, η επέκταση της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης απομάκρυναν και ένα πολύ μεγάλο μέρος των εφήβων και μικρότερο των νέων (18-25 ετών). Η σχέση κατανάλωσης και παραγωγής αλλάζει ριζικά: αυτοί που καταναλώνουν κοινωνικό πλούτο χωρίς να συμμετέχουν στην παραγωγή του είναι περισσότεροι από αυτούς που συμμετέχουν. Η παραγωγικότητα της εργασίας έχει αυξηθεί τόσο πολύ που ένας μικρός αριθμός παραγωγών αρκεί για να παραγάγει τον κοινωνικό πλούτο που χρειάζεται η κοινωνία.

Η τάση της μείωσης του αριθμού των παραγωγών δεν έχει εξαντληθεί. Η αντικατάσταση της ζωντανής εργασίας με τις μηχανές, τα ρομπότ, την τεχνητή νοημοσύνη συνεχίζεται και επιταχύνεται. Μέσα στο επόμενα είκοσι χρόνια, μέχρι το 2040, το ποσοστό των παραγωγών του κοινωνικού πλούτου θα περιοριστεί στο 10-15%! Αυτό σημαίνει ότι μόνο ένα μέρος του ενήλικου πληθυσμού που μπορεί να εργαστεί θα εργάζεται. Το ποσοστό απασχόλησης του εργατικού δυναμικού δεν ξεπερνάει το 60% ενώ ένα μέρος από αυτό είναι άνεργο, περιστασιακά ή μακροχρόνια. Το σύνολο όμως των εργαζομένων δεν ταυτίζεται με τον αριθμό των άμεσων παραγωγών. Παράλληλα και ταυτόχρονα με τους άμεσους παραγωγούς υπάρχουν κι αυτοί που εργάζονται μεν στην κυκλοφορία του κοινωνικού πλούτου (των εμπορευμάτων) –  ο ψιλικατζής, οι πωλητές και οι πωλήτριες στα μικρά και μεγάλα εμπορικά καταστήματα, οι εργαζόμενοι στα σουπερμάρκετ-   δεν παράγουν όμως κοινωνικό πλούτο. Ο   αριθμός αυτών των εργαζομένων θα τείνει να μειώνεται –  ήδη στα σουπερμάρκετ ρομπότ τοποθετούν προϊόντα στα ράφια και οι καταναλωτές σκανάρουν μόνοι τους τα εμπορεύματα που αγοράζουν και πληρώνουν με κάρτα.  Υπάρχει όμως μια άλλη κατηγορία εργαζομένων που ο αριθμός τους έχει αυξηθεί μετά τον Β΄Παγκόσμιο πόλεμο και συνεχίζεται να αυξάνεται: είναι οι κρατικοί και δημόσιοι υπάλληλοι. Οι οποίοι διακρίνονται σε δύο σαφείς και ευδιάκριτες κατηγορίες: σε αυτούς που το αντικείμενο εργασίας τους είναι ο συντονισμός της κρατικής μηχανής, ο συντονισμός δηλαδή της διευρυμένης αναπαραγωγής του καπιταλισμού και της  κοινωνίας και σε αυτούς που το αντικείμενο της εργασίας τους είναι η επιτήρηση και ο  έλεγχος  του πλήθους των αέργων και των εργαζομένων: νηπιαγωγοί, δάσκαλοι, καθηγητές, κοινωνικοί λειτουργοί, ψυχολόγοι, ψυχίατροι, αστυνομικοί, εισαγγελείς, ανακριτές, δικαστές και άλλοι πολλοί. Την εργασία όλων αυτών επικουρούν και συμπληρώνουν οι εργαζόμενοι στον πολιτισμό, τη βιομηχανία της διασκέδασης και του τουρισμού.

ΟΣΟΙ και όσες ενδιαφέρονται για την εξέλιξη και το μέλλον του καπιταλισμού και των αναπτυγμένων καπιταλιστικών κοινωνιών οφείλουν να λάβουν υπ΄ όψει τους τη διαπίστωση ότι η πλειονότητα του πληθυσμού (60-70%)  ζει χωρίς να εργάζεται. Και από αυτούς που εργάζονται, μόνο ένα μέρος παράγει κοινωνικό πλούτο.  Πώς μπορεί και καταναλώνει το πλήθος των ανέργων τον κοινωνικό πλούτο που απαιτείται για την επιβίωσή του; Γνωρίζουμε πολύ καλά την απάντηση: με την διανομή χρήματος από το Κράτος: συντάξεις, επιδόματα ανεργίας, αναπηρίας, ασθένειας, θέρμανσης, ενοικίου, παιδιών, γέννησης, θανάτου και πολλών άλλων, ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα, παροχές χρήματις για να αυξηθεί η κατανάλωση. Οι άεργοι, η πλειονότητα του πληθυσμού,  είναι οι τρόφιμοι του Κράτους. Τα κρίσιμα όμως ερωτήματα είναι άλλα.

ΤΙ είναι οι άεργοι, ελεύθεροι ή δούλοι; Υπάρχει το ενδεχόμενο να σταματήσει η διανομή χρήματος; Πώς αντιμετωπίζει το Κράτος την κατάσταση της αεργίας; Θεωρεί ότι είναι μια επικίνδυνη κατάσταση; Εάν θεωρεί ότι είναι, πώς την αντιμετωπίζει; Και το πιο κρίσιμο από όλα:

ΕΙΝΑΙ δυνατόν να υπάρχει καπιταλισμός, όταν τα εμπορεύματα (ο κοινωνικός πλούτος)  παράγονται με την εργασία ενός πολύ μικρού μέρους του πληθυσμού;

Σχολιάστε ελεύθερα!