in 21ος αιώνας

προς τον αναπόφευκτο λιμό: τροφή και παγκόσμια ιστορία (1)

φίλες και φίλοι, καλή σας μέρα

ΟΔΕΥΟΥΜΕ ολοταχώς προς παγκόσμιο λιμό, προς παγκόσμια έλλειψη τροφής. Πώς φτάνουμε σε αυτό το συμπέρασμα, πώς μπορούμε να ισχυριστούμε κάτι τέτοιο σε μια εποχή που παράγονται τόσο μεγάλες ποσότητες τροφής, που εξασφαλίζουν την επιβίωση του παγκόσμιου πληθυσμού –  όταν ένα πολύ μεγάλο μέρος αυτών των ποσοτήτων καταστρέφεται και πετιέται;  Οι τεράστιες αυτές ποσότητες τροφής είναι που εγείρουν ανησυχίες και το ερώτημα: θα μπορέσουμε και στο μέλλον να τις παραγάγουμε; Μήπως υπάρχουν ενδείξεις που μας επιτρέπουν να είμαστε επιφυλακτικοί; Μήπως οι επιφυλάξεις γίνουν ανησυχίες; Ποιες είναι αυτές οι ενδείξεις;

Σήμερα και τις δύο επόμενες μέρες θα γράψω τρία κείμενα: αντικείμενο του πρώτου θα είναι οι εποχές και οι τάσεις  της εξασφάλισης της διατροφής· αντικείμενο του δευτέρου θα είναι η παγκόσμια ιστορία της διατροφής: η τροφοσυλλογή και το κυνήγι, η παραγωγή, η αρπαγή, η καταστροφή και η χημική παρασκευή της τροφής, και, τέλος, για το τον αναπόφευκτο λιμό που έρχεται και για τον μοναδικό τρόπο αντιμετώπισής του που είναι η αυτοπαραγωγή, η τοπική τροφική αυτάρκεια, η παραγωγή της τροφής σε ατομικό, οικογενειακό, ομαδικό και κοινοτικό επίπεδο.

ΑΣ δούμε πρώτα τις δύο, άμεσα συσχετιζόμενες, κομβικές τάσεις  της παγκόσμιας ιστορίας της εξασφάλισης της τροφής, της διατροφής του ανθρώπου, τάσεις που συνδέονται αναπόσπαστα με τον επερχόμενο παγκόσμιο λιμό. Η πρώτη είναι η διαρκής μείωση του αριθμού των ανθρώπων που παράγουν τροφή. Κατά το συντριπτικά μεγαλύτερο μέρος της παγκόσμιας ιστορίας όλα τα μέλη της κοινωνίας συμμετείχαν στην εξασφάλιση της τροφής –  δεν λαμβάνεται υπ΄ όψει η μη συμμετοχή μελών που δεν μπορούσαν να συμμετέχουν (βρέφη, γέροι και γριές, ασθενείς, έγκυες γυναίκες). Σήμερα αυτοί που παράγουν την τροφή είναι μια ελάχιστη μειονότητα στις “ανεπτυγμένες” καπιταλιστικές κοινωνίες ενώ συνεχίζεται να μειώνεται δραστικά και ο αριθμός των παραγωγών της τροφής στις λεγόμενες “υπανάπτυκτες” και “αναπτυσσόμενες” κοινωνίες, οι οποίες παραμένουν μεν αγροτικές, ο αγροτικός πληθυσμός όμως μειώνεται, κατευθυνόμενος προς τις πόλεις. Δύο αιώνες μόλις πριν, η πλειονότητα του πληθυσμού των σημερινών “ανεπτυγμένων” καπιταλιστικών κοινωνιών ήταν αγρότες που παρήγαγαν την τροφή τους προς ιδίαν κατανάλωση. Το 1959, τη χρονιά που γεννήθηκα, η πλειονότητα του πληθυσμού της Ελλάδας ήταν αγρότες που κατανάλωναν τη τροφή που παρήγαγαν οι ίδιοι. Πότε και γιατί εμφανίστηκε αυτή η τάση; Θα το εξετάσουμε αύριο αυτό το ερώτημα. Ας δούμε τώρα τη δεύτερη τάση –  η οποία σχετίζεται σε μεγαλύτερο βαθμό με τον επερχόμενο λιμό.

ΓΙΑ να εξασφαλίσει την τροφή του ο άνθρωπος χρειάζεται ενέργεια, την οποία παίρνει από τη τροφή. Πρέπει να φάει για να συνεχίσει να εξασφαλίζει την τροφή του. Ποια ήταν αυτή η ενέργεια; Η ανθρώπινη. Πώς την εξασφάλιζε; Με τροφές που παρέχουν ενέργεια –  με τα ζάκχαρα και τα λίπη. Τα ζάκχαρα εξασφαλίζονται με τους υδατάνθρακες, με το άμυλο το οποίο μετασχηματίζεται σε ζάκχαρα. Δεν έχουμε δώσει τη δέουσα προσοχή σε αυτό το ζήτημα και θα δούμε αύριο πόσο σημαντικό είναι. Οι άνθρωποι γνώριζαν ότι οι σημαντικότερες τροφές ήταν αυτές που συνέβαλαν στην ανάπτυξη του σώματος (πρωτεΐνες) και εξασφάλιζαν ενέργεια (υδατάνθρακες και λίπη). Τρώγοντας μόνο μαρούλια, λαχανόφυλλα και πορτοκάλια δεν ζει ο άνθρωπος. Ποια ενέργεια χρησιμοποιούμε σήμερα για να παραγάγουμε την τροφή μας; Κάποτε σκαλίζαμε εμείς οι ιδιοι τα χωράφια και σπέρναμε σιτάρι –  ελεύθεροι ή δούλοι. Μετά χρησιμοποιήσαμε την ενέργεια των ζώων –  εργαζόμασταν βέβαια αλλά τη χοντρή δουλειά την έκαναν τα ζώα: αυτά όργωναν, αυτά έσπαγαν τους σβώλους μετά το όργωμα, αυτά σκέπαζαν το σπόρο μετά τη σπορά, αυτά μετέφεραν την τροφή, με αυτά αλωνίζαμε, αλέθαμε, βγάζαμε το λάδι. Μετά τη ζωική ενέργεια αρχίσαμε να χρησιμοποιούμε τις μηχανές και την ενέργεια των ορυκτών καυσίμων –  του πετρελαίου κατά κύριο λόγο. Σήμερα οργώνουν τηλεκατευθυνόμενα τρακτέρ, χωρίς οδηγό, θερίζουν και αλωνίζουν τηλεκατευθυνόμενες θεριζοαλωνιστικές μηχανές, ψεκάζουν μη επανδρωμένα αεροσκάφη και όταν δεν είναι αυτόματα όλα αυτά, ένας εργαζόμενος έχει αντικαταστήσει δεκάδες και εκατοντάδες χέρια.

Η κατάσταση στην οποία βρισκόμαστε σήμερα είναι συνδυασμός αυτών των δύο τάσεων: μικρός αριθμός παραγωγών, ενέργεια ορυκτών καυσίμων. Μικρός αριθμός παραγωγών σημαίνει ότι η παραγόμενη τροφή είναι ιδιοκτησία ενός μικρού αριθμού ανθρώπων, η οποία βέβαια παράγεται για τον πληθυσμό. Πρόκειται για μεγάλες καπιταλιστικές επιχειρήσεις. Αυτό σημαίνει ότι η πλειονότητα του πληθυσμού εξαρτάται από αυτόν τον μικρό αριθμό παραγωγών και ιδιοκτητών. Η σημερινή λοιπόν κατάσταση εγείρει τρία ερωτήματα: υπάρχει η δυνατότητα, και η πιθανότητα, να χρησιμοποιηθεί η τροφή ως πολιτικό όπλο κατά του πληθυσμού; Τι θα συμβεί, εάν συνεχίζουμε να καταναλώνουμε ολοένα και περισσότερο την ενέργεια των ορυκτών καυσίμων και επιταχύνεται η κλιματική αλλαγή και υπερθέρμανη του πλανήτη –  εάν είναι ανθρωπογενής; Τι θα συμβεί, εάν η διαθέσιμη σήμερα ενέργεια δεν επαρκεί στο μέλλον και δεν επιτευχθεί η ενεργειακή μετάβαση;

ΟΙ δύο αυτές τάσεις εξελίσσονται και επιταχύνονται –  ολοένα και λιγότεροι παραγωγοί και κάτοχοι της τροφής, ολοένα και περισσότερη χρήση της ενέργειας των ορυκτών καυσίμων. Υπάρχει τρόπος ανάσχεσης ή, έστω, επιβράδυνσης; Δεν υπάρχει. Για να παραχθούν οι τεράστιες ποσότητες της τροφής που χρειάζονται σήμερα τα δισεκατομμύρια του πληθυσμού που ζουν στις πόλεις είναι απαραίτητη ενέργεια των ορυκτών καυσίμων, τα λιπάσματα και τα φυτοφάρμακα, τα εργοστάσια που μεταποιούν την τροφή, τα φορτηγά που την μεταφέρουν. Εάν στην Αττική ζουν 5.000.000 και ο καθένας χρειάζεται ένα κιλό τροφή τη μέρα, κάθε μέρα πρέπει να εισάγονται, για εισαγωγή πρόκειται, 5.000 τόνοι τη μέρα –  ή 250 φορτηγά των 20 τόνων. Κάθε μέρα! Σε οποιαδήποτε μεγαλούπολη της Ευρώπης ή της Αμερικής κι αν περπατήσετε το βράδυ, θα δείτε μόνο αναρίθμητα τεράστια φορτηγά που ξεφορτώνουν τροφή και άλλα αναγκαία για την επιβίωση αγαθά. Οο τάσεις αυτές θα συνεχιστούν και θα επιταχυνθούν –  το ενδεχόμενο να φτάσουμε σε ένα αξεπέραστο, εφιαλτικό αδιέξοδο νομίζω πώς δεν έχουμε την πολυτέλεια να το αποκλείσουμε. Δεν θα ήταν υπερβολή, εάν πούμε ότι πρόκειται για βεβαιότητα.

ΜΕΧΡΙ σήμερα διακρίνουμε δύο ευδιάκριτες εποχές του τρόπου εξασφάλισης της τροφής και βρισκόμαστε στις αρχές μιας τρίτης, το μέλλον της οποίας είναι παντελώς ασαφές, σκοτεινό θα έλεγα –  εννοώ την παρασκευή της τροφής στα εργαστήρια, τη χημική παρασκευή της τροφής. Το τελευταίο αυτό ζήτημα σχετίζεται με αυτό του επερχόμενου λιμού, οπότε θα το εξετάσουμε διεξοδικότερα στο τρίτο κείμενο. Η πρώτη εποχή καταλαμβάνει το συντριπτικά μεγαλύτερο μέρος της ύπαρξης του ανθρώπου –  235.000 από τα 250.000 χρόνια –  ή οποιασδήποτε άλλης χρονολόγησης. Σε αυτό το διάστημα ζούσαμε σε μικρές ομάδες των 20-50 μελών και εξασφαλίζαμε την τροφή μας με την άμεση λήψη της από τη φύση: τρώγαμε ό,τι μπορούσε να φαγωθεί –  καρπούς (φρούτα και σπόρους), φύλλα, λουλούδια, ρίζες και βολβούς, μέλι, έντομα, σκουλήκια, πουλιά, ψάρια, μικρά θηλαστικά. Όταν η τροφή σε μια περιοχή εξαντλούνταν, η ομάδα μετακινούνταν αλλού για να επανέλθει στην ίδια περιοχή όταν η φύση ανανεωνόταν και πάλι. Για να αποφευχθούν οι συχνές μετακινήσεις οι ομάδες παρέμειναν ολιγομελείς –  μία ομάδα 500 μελών θα έπρεπε να μετακινείται κάθε μέρα. Η (πολύ αργή) αύξηση του πληθυσμού εξανάγκασε τους ανθρώπους να μετακινηθούν , και προς βορρά και προς νότο, πέραν της τροπικής και υποτροπικής ζώνης, εκεί όπου ολοκληρώθηκε η σύνθετη και πολύπλοκη διαδικασία της ανθρωπογένεσης/κοινωνιογένεσης. Μετακινήθηκε δηλαδή προς την εύκρατη ζώνη αλλά και βορειότερα αυτής, ακόμα και προς τον βόρειο πόλο, ανακάλυψε την Αυστραλία και αργότερα την Αμερική. Οι μετακινήσεις αυτές αφενός τροποποίησαν την τροφοσυλλογή και το κυνήγι μικρών θηραμάτων και αφετέρου την περιόρισαν δραστικά, χωρίς όμως να την εξαλείψουν. Αν δεν κάνω λάθος, υπάρχουν ακόμα τροφοσυλλεκτικές ομάδες –  στα μέσα του εικοστού αιώνα υπήρχαν εκατοντάδες, όλες στην τροπική και υποτροπική (λιγότερες) ζώνη. Κι αυτό διότι στη ζώνη αυτή η πλούσια χλωρίδα και πανίδα επέτρεπαν τις ομάδες να επιβιώσουν.

Η πρώτη τροποποίηση ήταν η εμφάνιση των κυνηγητικών κοινωνιών, πριν 40.000 χρόνια –  οι χρονολογίες είναι κατά προσέγγιση, δεν υπάρχει λόγος να δίνουμε ιδιαίτερη βαρύτητα στη ακριβή χρονολόγηση διότι δεν μπορεί να υπάρξει. Οι κοινωνίες αυτές εξασφάλιζαν την τροφή τους με το κρέας των μεγάλων θηραμάτων (μαμούθ, βίσωνες), είναι όμως βέβαιο ότι διέθεταν κι άλλες πηγές τροφής, και φυτικές και ζωικές.  Οι τελευταίες κυνηγητικές κοινωνίες ήταν οι Ινδιάνοι των Μεγάλων Πεδιάδων (βίσωνες) και οι Εσκιμώοι (θαλάσσια θηλαστικά και ψάρια). Η ύπαρξη μεγάλων κοπαδιών μεγαλόσωμων ζώων, άρα μεγάλων ποσοτήτων τροφής, επέτρεψε τη συμβίωση μεγάλου αριθμού πληθυσμού. Οι κοινωνίες αυτές περί το 15.000 εξαφανίστηκαν και ο λόγος είναι γνωστός: μεγάλοι πληθυσμοί σημαίνει μεγάλη κατανάλωση τροφής, σημαίνει ασταμάτητο κυνήγι και σφαγή. Τα έφαγαν όλα τα ζώα και χάθηκαν από προσώπου γης, προφανώς μετακινούμενοι και διασπώμενοι σε μικρές ομάδες.

ΜΙΑ δεύτερη τροποποίηση ήταν αποφασιστικής σημασίας: δημιούργησε τις προϋποθέσεις περιορισμού της τροφοσυλλογής και της επιβίωσής της μόνο στην τροπική και υποτροπική ζώνη. Εμφανίστηκε σε περιοχές της εύκρατης ζώνης και εγκαινίασε τη δεύτερη εποχή –  της παραγωγής της τροφής. Να επιστρέψουμε στην τροφοσυλλογή και στο κυνήγι είναι αδιανόητο και όσοι προτείνουν κάτι τέτοιο μάλλον κλείνουν τα μάτια τους μπροστά στην πραγματικότητα. Σήμερα όλος ο παγκόσμιος πληθυσμός επιβιώνει καταναλώνοντας τη τροφή που παράγεται στα χωράφια και τους σταύλους –  εν μέρει και από την ισχυοκαλλιέργεια και την αλιεία, επιβίωση της πρώτης εποχής, της τροφοσυλλογής. Η βάση της παγκόσμιας διατροφής είναι το σιτάρι, το ρύζι, το καλαμπόκι και η πατάτα. Χωρίς αυτά δεν μπορούμε να ζήσουμε, δεν θα μπορέσουμε να ζήσουμε, ούτε εμείς ούτε τα εκτρεφόμενα ζώα, που παρέχουν το κρέας, το γάλα και τα παράγωγά του – το μεγαλύτερο μέρος της ζωοτροφής είναι το σιτάρι και το καλαμπόκι.

ΠΡΙΝ εξετάσουμε την τρίτη εποχή, η οποία αρχίζει αλλά δεν γνωρίζουμε το μέλλον της, θα κάνω μια σύντομη παρέκβαση, αντικείμενο της οποίας είναι η πολύ ενδιαφέρουσα διαμάχη σχετικά τόσο με τις απαρχές της δεύτερης εποχής, της παραγωγή της τροφής, της  προέλευσης της γεωργίας και της κτηνοτροφίας, όσο και του χαρακτήρα της. Λένε ότι όλα τα δεινά που μαστίζουν σήμερα τις ανθρώπινες κοινωνίες έχουν τις ρίζες τους στην παραγωγή της τροφής. Λένε ότι η παραγωγή της τροφής προκάλεσε την εμφάνιση του κράτους, των τάξεων, της ανισότητας, των πολέμων, πολλών ασθενειών. Λένε ακόμα ότι θα μπορούσαμε να μην προκρίνουμε την παραγωγή της τροφής αλλά να εμμέναμε είτε στην τροφοσυλλογή είτε στον συνδυσμό τροφοσυλλογής και παραγωγής της τροφής. Λένε ακόμα ότι η παραγωγή της τροφής δεν ήταν αποτέλεσμα της ανάγκης αλλά αποτέλεσμα κάποιας ιδεολογικής επανάστασης, με έντονα θρησκευτικά στοιχεία.  Υπάρχει διαφωνία, διατυπώνονται πολλές θεωρίες, η διαμάχη δεν πρόκειται να κοπάσει και δεν πρόκειται να υπάρξει μια γενικά αποδεκτή θεωρία. Θα εξετάσουμε αύριο κάποια από αυτά τα ζητήματα. Εκείνο που με ενδιαφέρει είναι η σκοπιμότητα αυτών των θεωριών. Εάν θέλουμε να την εντοπίσουμε θα πρέπει να στρέψουμε το βλέμμα μας στο μέλλον –  προς τα εκεί προσβλέπουν όλες αυτές οι θεωρίες. Αποφεύγουν να αντιμετωπίσουν τους τρόπους αντιμετώπισης και επίλυσης, εάν βέβαια είναι εφικτή, ενός από τα οξύτερα παγκόσμια κοινωνικά προβλήματα του άμεσου μέλλοντος: της έλλειψης της τροφής. Περισσότερα μεθαύριο.

Η τρίτη εποχή είναι η εποχή της παρασκευής της τροφής στα εργαστήρια, της χημικής παρασκευής της τροφής. Οι πρώτες ενδείξεις είναι σαφείς: καταναλώνουμε βιταμίνες και ιχνοστοιχεία που παρασκευάζονται στο εργαστήρια. Πρόσφατα ανακοινώθηκε η παρασκευή κρέατος, σε μικρές ποσότητες αλλά το κόστος της παραγωγής του είναι πολύ μεγάλο. Βρισκόμαστε στις αρχές μιας τρίτης εποχής; Υπάρχει το ενδεχόμενο η τροφή που θα καταναλώνουμε σε είκοσι, τριάντα χρόνια, να είναι προϊόν εργαστηρίων και χημικών βιομηχανιών; Ποιες θα είναι οι συνέπειες της χημικής διατροφής; Και γιατί αυτό το ενδιαφέρον τώρα για την χημική παρασκευή της τροφής; Προετοιμάζονται για το ενδεχόμενο παγκόσμιου λιμού; Είναι ερωτήματα που πρέπει να εξετάσουμε με πολύ μεγάλη σοβαρότητα.

 

Σχολιάστε ελεύθερα!