in 21ος αιώνας

όψεις αποσύνθεσης της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας

φίλες και φίλοι, καλή σας μέρα

Η παρακμή, η αποσύνθεση και η αποδιοργάνωση πρακτικών και θεσμών,  κοινωνιών και πολιτισμών, είναι ένα από τα πλέον ενδιαφέροντα αντικείμενα των ιστορικών ερευνών (παρελθόν) και της κοινωνιολογίας (παρόν). Ενώ όμως αυτές τις διαδικασίες της αλλαγής και της μετάβασης που εκτυλίχθηκαν στο παρελθόν μπορούμε να τις εντοπίσουμε και να τις μελετήσουμε, εστιάζοντας στα αίτια και τους δρώντες, τις διαδικασίες της αποσύνθεσης και της παρακμής που εκτυλίσσονται στο παρόν δυσκολευόμαστε και να τις εντοπίσουμε και να τις κατανοήσουμε. Η  επισήμανση αυτή ισχύει για τις αρχικές φάσεις της αποσύνθεσης, κατά τη διάρκεια των οποίων η κρίση για την ύπαρξη ή την έναρξη της αποσύνθεσης είναι υποκειμενική –  άλλοι τη βλέπουν κι άλλοι όχι. Εάν οι συνθήκες δεν τροποποιηθούν αλλά ενισχυθούν και η διαδικασία της αποσύνθεσης συνεχιστεί και επιταχυνθεί, τότε η μόνη δυσκολία που αντιμετωπίζουμε είναι η εγγενής αδυναμία μας να αντιληφθούμε και να προείδουμε  πώς θα εξελιχθεί.

ΕΝΑ από τα ασφαλή συμπεράσματα στα οποία καταλήγουν οι έρευνες και οι μελέτες της αποσύνθεσης είναι ότι οι πρώτες ενδείξεις της παρακμής και της  αποδιοργάνωσης εμφανίζονται ως αποτέλεσμα της έμπρακτης συμπεριφοράς, της δράσης των ανθρώπων που βρίσκονται στον πάτο και στα κατώτερα επίπεδα της κοινωνικής ιεραρχίας.  Διότι εκεί το έδαφος για την καλλιέργεια των αυταπατών δεν είναι και πολύ γόνιμο. Αυτός που έχει χίλια ευρά στη τσέπη, μπορεί να έχει αυταπάτες –  αυτός που δεν έχει μία, δεν μπορεί να έχει. Διότι εκεί το ψεύδος των ισχυρών δρώντων δεν μπορεί να περάσει για αλήθεια και οι απόπειρες εξαπάτησης μπορεί μεν να στεφθούν με επιτυχία αλλά οι απατεώνες δεν γνωρίζουν το γνωμικό των Σομαλών φτωχών αγροτών: όταν περνάει ο Κύριος, υποκλινόμαστε· όταν απομακρύνεται, τον κλάνουμε.

Η διαπίστωση ότι η κοινοβουλευτική δημποκρατία παρακμάζει και αποσυντίθεται είναι πλέον κοινός τόπος. Η κομβική επισήμανση που οδήγησε σε αυτή τη διαπίστωση είναι η παραβίαση των δημοκρατικών κανόνων, η κατάργηση των δημοκρατικών διαδικασιών της λήψης των αποφάσεων από τους ίδιους τους υποστηρικτές της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας, από τους ίδους τους συντονιστές της λειτουργίας του δημοκρατικού πολιτεύματος.  Οι πιο σημαντικές αποφάσεις, που δεν είναι παρά εξυπηρετήσεις προς το μεγάλο κεφάλαιο ή άλλους ισχυρούς δρώντες, δεν λαμβάνονται με ψηφοφορία στο κοινοβούλιο των εκλεγμένων αντιπροσώπων των υπηκόων αλλά με προεδρικά διατάγματα. Διάταγμα είναι η διαταγή, νομίζω πως μας διαφεύγει. Προεδρικό διάταγμα είναι διαταγή του/της Προέδρου της Δημοκρατίας, του προσώπου που συμβολίζει την ομόνοια και την ομοψυχία του λαού και του έθνους, την ενότητα των κοινωνικών τάξεων, που συμβολίζει το ένα και μοναδικό συμφέρον, το εθνικό συμφέρον, το συμφέρον των ισχυρών καπιταλιστών: το να παίρνεις σύνταξη στα 64 και όχι στα 62, αυτό είναι το εθνικό συμφέρον. Μετά από λίγα χρόνια θα πάει στα 67 και έτσι, όσο περισσότερα χρόνια δουλεύουμε, όσο λιγότεροι είναι οι συνταξιούχοι, όσο λιγότερα χρόνια παίρνουν σύνταξη, τόσο μικρότερη θα είναι η μείωση των κερδών.

Η παραβίαση των δημοκρατικών κανόνων ώθησαν κάποιους να υποστηρίξουν ότι η κοινοβουλευτική δημοκρατία έχει ήδη μετεξελιχθεί σε μια καινοφανή μορφή δημοκρατίας, την οποία ονόμασαν μεταδημοκρατία. Αυτό όμως το μετα- θα πρέπει να το δούμε ως χρονικό προσδιορισμό και όχι ως τακτικό. Θα πρέπει να δούμε την μεταδημοκρατία ως μια φάση της αποσύνθεσης και όχι ως μια νέα μορφή δημοκρατίας, όπως την βλέπουν οι θεωρητικοί της. Θα ήταν μια μορφή δημοκρατίας, εάν δεν υπήρχε η αντίδραση της πλειονότητας των ψηφοφόρων υπ-ηκόων.

Η κοινοβουλευτική (αστική, καπιταλιστική) δημοκρατία είναι ένας τρόπος διεξαγωγής του κοινωνικού πολέμου στο πολιτικό πεδίο από τους καπιταλιστές της παραγωγής και του χρήματος. Την διεξαγωγή αυτού του πολέμου την συντονίζει η πολιτική άρχουσα τάξη τόσο των κομμάτων που το καθήκον τους είναι η αναπαραγωγή της καπιταλιστικής κοινωνίας και η ενίσχυση του καπιταλισμού όσο και των κομμάτων που προσανατολίζονται προς τις μεταρρυθμίσεις και τις παραχωρήσεις προς τους υπηκόους μέσω των αγώνων που επιτρέπει το δημοκρατικό πολίτευμα. Έτσι, δεν υπάρχει κοινωνικός πόλεμος που διεξάγεται από τους υποτελείς, και σε πολιτικό επίπεδο, αλλά αγώνες και αγωνιστές. Ο αγωνισμός αδιαφορεί για την διεξαγωγή του διάχυτου και μοριακού κοινωνικού πολέμου και έτσι δεν προσανατολίζεται προς τον συντονισμό του και την κλιμάκωσή του. Το αποτέλεσμα είναι να μην μπορεί να δει, δεν τον συμφέρει να δει,  τη διαδικασία της αποσύνθεσης της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας. Και όσο δεν τη βλέπει, είτε γιατί δεν μπορεί είτε γιατί δεν θέλει, οι συνέπειες της αφομοίωσης και της ήττας θα είναι, και είναι, αναπόφευκτες.

ΔΥΟ είναι, φίλες και φίλοι, οι όψεις της προϊούσας αποσύνθεσης της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας. Η αποχή είναι η πρώτη και η πιο σημαντική, είναι αυτή που θα καθορίσει την μετεξέλιξη της αστικής δημοκρατίας. Η τάση της διεύρυνσης της αποχής είναι κάτι παραπάνω από σαφής και βέβαιη. Εδώ και είκοσι χρόνια αυξάνει διαρκώς ο ο αριθμός των υπηκόων που απέχουν από τις εκλογές –  τάση που δεν πρόκειται να κοπάσει αλλά θα επιταχυνθεί και θα ενοσχυθεί. Η αποχή είναι φυγή, είναι ενστικτώδης επιλογή μπροστά στο δίλημμα “πάλη ή φυγή”. Όταν λέμε πάλη εννοούμε τη σύγκρουση με τον αντίπαλο (κατά τη διάρκεια της διεξαγωγής του κοινωνικού πολέμου). Αλλά και η φυγή είναι μια μορφή διεξαγωγής αυτού του πολέμου: οι δούλοι δραπέτευαν, το ίδιο και οι δουλοπάροικοι, το ίδιο και οι φυλακισμένοι, οι στρατιώτες λιποτακτούσαν, οι μαθητές και οι  εργάτες κάνουν κοπάνα ή και αποφεύγουν πιο δραστικά το σχολείο και το εργοστάσιο, οι πρόσφυγες και οι μετανάστες φεύγουν από τον τόπο τους, ο άντρας ή η γυναίκα φεύγει από μια σχέση γιατί η κατάσταση δεν παλεύεται. Οι διακοπές χαρακτηρίζονται απόδραση, φυγή και η φυγή εξυμνείται και πουλάει. Όταν κάτι δεν παλεύεται, και αυτά τα κάτι δεν είναι λίγα, είναι πολλά και γίνονται περισσότερα, δεν έχουμε άλλη επιλογή, έχουμε μόνο τη φυγή. Και όταν φεύγουμε, μας κυνηγούν. Γι’  αυτό το ανθρωποκυνηγητό, και όχι μόνο,  έχει γραφεί ένα πολύ ενδιαφέρον βιβλίο –  όσοι και όσες δεν το έχετε διαβάσει, το προτείνω ανεπιφύλακτα: Το ανθρωποκυνηγητό, του Σαμάγιου Γκρεγκουάρ, εκδ. ΑΛΛΟΤΟΠΟ, μετ. Ιωάννα Χόνδρου.

Η αποχή ως φυγή είναι μια εκδήλωση του ευρύτερου κοινωνικού φαινομένου της φυγής. Δεν μπορούμε να παλέψουμε, να πολεμήσουμε δηλαδή, να συγκρουστούμε και να νικήσουμε, και φεύγουμε. Θα ήταν ατόπημα να μην επισημάνουμε τα αδιέξοδα της φυγής, ατόπημα όμως θα ήταν να μην επισημάνουμε το γεγονός ότι πολύ συχνά η φυγή είναι ένας αποτελεσματικός τρόπος διεξαγωγής του κοινωνικού πολέμου. Τι θα γίνει όμως όταν όλες οι φυγές συνεχισθούν, επιταχυνθούν και ενισχυθούν; Θα υπάρξει κάποια προσπάθεια συντονισμού όλων των μορφών φυγής; Δεν θα απαντήσουμε σήμερα σε αυτά τα ερωτήματα. Θα ασχοληθούμε όμως με τη δεύτερη όψη της αποσύνθεσης της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας.

ΤΟ ποσοστό της αποχής πολύ σύντομα θα υπερβεί το 50% κι αυτό σημαίνει ότι μόνο μια μειονότητα θα συμμετέχει στις εκλογές. Πώς συμπεριφέρεται όμως; Η απάντηση είναι σαφής και βέβαιη: εγκαταλείπει τα μεγάλα συστημικά κόμματα. Και εδώ φυγή αλλά φυγή μέσα στο σύστημα, φυγή που δεν το υπερβαίνει. Και είναι τόσο μεγάλη αυτή η φυγή ώστε φτάσαμε στο σημείο σε πολλές χώρες να μην υπάρχουν τα μεγάλα κόμματα, της Δεξιάς και της Αριστεράς, που υπήρχαν μετά τον πόλεμο και μέχρι πριν είκοσι χρόνια. Η συγκρότηση της κυβέρνησης είναι αποτέλεσμα συνεργασίας πολλών μικρών κομμάτων, τα οποία ξεφυτρώνουν σαν τα μανιτάρια ή εμφανίζονται ως κομήτες στο πολιτικό στερέωμα. Ο χρόνος ζωής των μανιταριών και ο χρόνος θέασης των κομητών είναι εξίσου μικρός. Ο όποιος αντισυστηματικός τους χαρακτήρας εξαφανίζεται όταν καλούνται να συμμετάσχουν σε κυβέρνηση για να συντονίσουν την αναπαραγωγή της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας και της καπιταλιστικής κοινωνίας, λησμονώντας προφανώς τις αντισυστηματικές τους διακηρύξεις, τις οποίες θα μπορούσαμε να χαρακτηρίσουμε και παπαρολογίες. Η εξαφάνιση, τετελεσμένη ή εν εξελίξει, των μεγάλων κομμάτων, όλων των πολιτικών χώρων, και η  εμφάνιση νέων και μικρών κομμάτων είναι η δεύτερη όψη της διαδικασίας της αποσύνθεσης. Η φάση αυτή θα διαρκέσει πιθανώς μια, δύο δεκαετίες, μόνο που όσο θα παρατείνεται τόσο πιο πολύ θα ενισχύεται η τάση της αποχής, της  φυγής.

ΔΕΝ μπορούμε να γνωρίζουμε εάν αυτές οι δύο όψεις της αποσύνθεσης της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας θα μετεξελιχθούν σε συνθήκες και προϋποθέσεις της εμφάνισης μιας κάποιας απόπειρας συντονισμού και κλιμάκωσης του κοινωνικού πολέμου. Και, εάν συμβεί αυτό, δεν μπορούμε να γνωρίζουμε ποιοι και ποιες θα είναι αυτοί και αυτές που θα πάρουν αυτή την πρωτοβουλία. Εάν δεν συμβεί, θα ενισχυθεί η τάση της φυγής σε τέτοιο σημείο ώστε το ποσοστό της συμμετοχής στις εκλογές να περιοριστεί στο 30%, ή και στο 20%. Η κοινοβουλευτική δημοκρατία θα συνεχίσει να υπάρχει και με αυτά τα ποσοστά και η συγκρότηση των κυβερνήσεων θα γίνεται ακόμα και στην περίπτωση που δεν θα προσέρχεται ούτε ένας, ούτε μία, στις  κάλπες. Διότι δεν θα υπάρχουν κάλπες.

Σχολιάστε ελεύθερα!