in κοινωνικός πόλεμος

“όλοι ίδιοι είναι”: ποιοι και γιατί το λένε, ως προς τι όλοι είναι ίδιοι;

είσαι η ελπίδα μας/ πήδα μας, πήδα μας!

(λαϊκό σύνθημα)

Ας υποθέσουμε ότι μια μέρα εμφανίζεται ένα κόμμα το οποίο ως κεντρικό στόχο έχει την καθιέρωση της τρίμηνης άδειας, την οποία θα κάνει χρήση με τον τρόπο που θέλει ο καθένας (ας πούμε κάθε τρεις μήνες να μην εργάζεται ένα μήνα), με πλήρεις αποδοχές εννοείται, να γενικευθεί δηλαδή το εργασιακό καθεστώς των δασκάλων και των καθηγητών σε όλους τους εργαζόμενους. Ας υποθέσουμε ότι αυτό το κόμμα κατορθώνει και ξεπερνά το 3% και εκλέγει βουλευτές. Ερωτώ: πώς θα το αντιμετώπιζαν όλα τα άλλα κόμματα; Πριν απαντήσουμε ας συνεχίσουμε τις υποθέσεις μας. Αυτό το κόμμα ορίζει ότι όλοι οι υποψήφιοι και όλες οι υποψήφιες θα γίνονται βουλευτές, για λίγους μήνες, και ότι μόνο μια φορά θα έχει το δικαίωμα να είναι υποψήφιος, άρα και βουλευτής. Και επιπλέον οι υποψήφιοι θα αντιπροσώπευαν αναλογικά όλες τις ηλικίες, όλα τα μορφωτικά επίπεδα, όλες τις εργασιακές καταστάσεις, όλα τα επαγγέλματα. Ερωτώ και πάλι: πώς θα το αντιμετώπιζαν όλα τα άλλα κόμματα; Νομίζω πως θα συμφωνήσουμε: θα το αντιμετώπιζαν εχθρικά, όλα τα κόμματα, χωρίς καμία απολύτως εξαίρεση. Θα το ψηφίζατε αυτό το κόμμα; Εγώ θα το ψήφιζα χωρίς καμιά επιφύλαξη. Γιατί θα το αντιμετώπιζαν εχθρικά;

ΑΦΟΥ λοιπόν διαπιστώσαμε και συμφωνήσαμε ότι όλα τα κόμματα χωρίς καμία εξαίρεση θα το αντιμετώπιζαν εχθρικά, και πολύ μάλιστα, μπορούμε να διατυπώσουμε ο παρακάτω συμπέρασμα: είναι όλοι ίδιοι –  ως προς αυτό το ζήτημα. Σε αυτό όμως το συμπέρασμα έχει ήδη καταλήξει εδώ και πολλές δεκαετίες ένα πολύ μεγάλο μέρος των ψηφοφόρων. Η φράση “είναι όλοι ίδιοι” είναι μια στερεότυπη φράση, πολύ συχνά επαναλαμβανόμενη, όχι μόνο από αυτούς και αυτές που απέχουν από τις εκλογές αλλά και από αυτούς που συμμετέχουν. Εάν τους ρωτήσουμε, μα γιατί είναι όλοι ίδιοι; θα μας απαντήσουν ότι όλοι είναι ψεύτες και απατεώνες, ότι όλοι κοιτάνε τη πάρτη τους, το συμφέρον τους, και ότι όλοι είναι τσιράκια, υπηρέτες, κάνουν ό,τι τους πουν άλλοι. Αυτές είναι οι απαντήσεις τους. Η απαξίωση των πολιτικών και της πολιτικής είναι συμπεριφορά που έχει παγιωθεί εδώ και πολλά χρόνια, διαιωνίζεται και ενισχύεται. Η διαρκής διόγκωση της αποχής το επιβεβαιώνει με τον καλύτερο τρόπο.

Θα ήταν ατόπημα να μην δεχτούμε ότι υπάρχουν διαφορές μεταξύ των κομμάτων. Θα ήταν ατόπημα επίσης να μην παραδεχτούμε ότι οι προσπάθειες που καταβάλλουν τα κόμματα, οι πολιτικοί και τα μέσα μαζικής ενημέρωσης για να προβληθούν και να τονιστούν αυτές οι διαφορές είναι πολλές, μεγάλες και  χωρίς ανάπαυλα, αδιάλλειπτες. Όσο μικρότερες και επουσιώδεις είναι οι διαφορές, τόσο πιο εργώδεις είναι οι προσπάθειες προβολής και τονισμού των διαφορών. Οι προσπάθειες αυτές φέρουν αποτελέσματα, το περίεργο όμως είναι ότι τα αποτελέσματα αυτά δεν είναι και πολύ ικανοποιητικά, μιας και η πεποίθηση “είναι όλοι ίδιοι” είναι πολύ διαδεδομένη, έχει γίνει παράδοση, ενώ η διόγκωση της αποχής συνεχίζεται ακάθεκτη. Ανησυχούν τα πολιτικά κόμματα; Και βέβαια ανησυχούν, και πολύ μάλιστα. Δεν μπορούν όμως να πείσουν τους ψηφοφόρους ότι δεν είναι όλοι ίδιοι, ότι η πολιτική είναι μια ανιδιοτελής δραστηριότητα η οποία αποσκοπεί στην επίλυση των υπαρχόντων κοινωνικών προβλημάτων. Γιατί δεν μπορούν;

ΓΙΑΤΙ οι επιδεικνυόμενες με ζήλο διαφορές τους δεν μπορούν να κρύψουν τα κοινά τους σημεία, αυτά που παρωθούν τους ψηφοφόρους να γυρίζουν την πλάτη στην κάλπη και να ισχυρίζονται ότι όλοι είναι ίδιοι και ότι άλλα λένε κι άλλα κάνουν; Ποια είναι αυτά τα κοινά τους σημεία, τι βλέπουν οι ψηφοφόροι; Πώς και τα βλέπουν; Δεν είναι αποβλακωμένοι, δεν τους έχουν αποβλακώσει τα μαζικά μέσα ενημέρωσης και τα φούμαρα, οι αερολογίες, οι καυχησιολογίες και οι κάλπικες υποσχέσεις  των πολιτικών; Πώς μπορούν και τους σατιρίζουν και εν χορώ να άδουν “είσαι η ελπίδα μας/πήδα μας, πήδα μας;

ΟΙ πολιτικοί είναι καταδικασμένοι να αντιμετωπίζουν ένα πρόβλημα που το δημιουργούν οι ίδιοι –  και δεν μπορούν να μην το δημιουργούν και να μην το αναπαραγάγουν. Αυτό το πρόβλημα εμφανίζεται στο πεδίο της ηθικής: υπάρχει μια πρακτική, μια συμπεριφορά που έρχεται σε ευθεία αντίθεση με την ηθική των ψοφοφόρων: πρόκειται για την μη τήρηση των υποσχέσεων. Οι πολιτικοί είναι υποχρεωμένοι να υπόσχονται και είναι αναγκασμένοι να μην τηρούν τις υποσχέσεις τους, με άλλα λόγια, είναι υποχρεωμένοι και αναγκασμένοι να ψεύδονται, ασύστολα ενίοτε. Δεν νομίζω ότι αυτή τη  συμπεριφορά αυτή δεν την παρατηρούν οι ψηφοφόροι –  θα την παρατηρήσεις όσο αποβλακωμένος και να είσαι. Η συμπεριφορά αυτή είναι συστηματική και συστηματικά επαναλαμβανόμενη –  αυτή προκαλεί την αντισυστημική συμπεριφορά.

ΟΙ ψηφορόροι την παρατηρούν, την απλοποιούν και τη γενικεύουν αλλά δεν είναι πολιτικοί επιστήμονες  για να την αναλύσουν και να κατανοήσουν τα βαθύτερα κοινά στοιχεία που υπάρχουν σε όλα τα κόμματα, σε όλα, επαναλαμβάνω. Άλλα λες και άλλα κάνεις, υπόσχεσαι και μόλις εκλεγείς μας γράφεις στ’  αρχίδια σου και στο μουνί σου. Η κομβική αυτή παρατήρηση λειτουργεί καταλυτικά και τους βοηθάει να κάνουν και δεύτερες σκέψεις, τις οποίες εκφέρουν με τον δικό τρόπο. Ας πούμε: τι εννοούν όταν χαρακτηρίζουν κάποιον πολιτικό, τζάμπα μάγκα; Τι έχουν καταλάβει όταν λένε ότι “τον κάναμε μάγκα με τη ψήφο μας “; Έχουν καταλάβει ότι όλοι οι υποψήφιοι βουλευτές όλων των κομμάτων ανεξαιρέτως χρησιμοποιούν την ψήφο για να εκλεγούν και να ενταχθούν στην πολιτική άρχουσα τάξη, να αυξήσουν το κύρος τους, την επιρροή τους και το εισόδημά τους. Ψηφίζουμε κάποιον γιατί θέλουμε να είμαστε σαν αυτόν, θα θέλαμε να ήμασταν σαν αυτόν/αυτήν. Ποιος είναι αυτός; Είναι κάποιος ήδη διάσημος και γνωστός, αθλητής, καλλιτέχνης, συγγραφέας, επιστήμονας. Γνωρίζουμε ότι όπου υπάρχει θαυμασμός εκεί υπάρχει και φθόνος. Αυτό που μας διαφεύγει είναι ότι όπου υπάρχει υπερηφάνεια και αξιοπρέπεια δεν υπάρχει ούτε φθόνος ούτε μνησικακία –  υπάρχει αδιαφορία και φυγή. Υπάρχει αποχή, σάτιρα, γελοιοποίηση και γέλιο. Τα οποία αποτυπώνουν πολύ συχνά και πολύ εύγλωττα οι πολιτικοί σκιτσογράφοι. Αυτοί εκφράζουν και ενισχύουν τη στάση των ψηφοφόρων.

ΟΛΟΙ λοιπόν οι υποψήφιοι βουλευτές, οι πολιτικοί τα τα κόμματα έχουν ένα κοινό συμφέρον –  να εισέλθουν στην πολιτική άρχουσα τάξη, να καθιερωθούν και να την προστατεύσουν από κάθε κίνδυνο που μπορεί να προκύψει. Αυτό το κοινό συμφέρον φέρνει στο προσκήνιο ένα δεύτεριο κοινό στοιχείο: την ένθερμη υποστήριξη της αντιπροσωπευτικής κοινοβουλευτικής δημοκρατίας. Εφ’  όσον έχει εδραιωθεί η πεποίθηση ότι οι πολιτικοί δεν έχουν μπέσα και είναι μπαταξήδες (από το τούρκικο μπατάκ: βούρκος), απατεώνες δηλαδή,  ποια εντύπωση να σχηματίσουν για αυτή τη δημοκρατία; Είναι αντιπροσωπευτική; Είναι δημοκρατία; Εάν οι αθλητές και οι καλλιτέχνες αντιπροσωπεύουν τους εργαζόμενους, εάν η δημοκρατία είναι ταυτόσημη με αθέτιση υποσχέσεων, με το ψέμα και την απάτη, με την ικανοποίηση ίδιων συμφερόντων, εάν όλα αυτά είναι δημοκρατία, ευχαριστώ πολύ, δεν θα πάω να ψηφίσω. Θα δούμε στις επόμενες εκλογές εάν η αποχή θα αγγίξει ή θα ξεπεράσει το 50%! 50%!

ΑΥΤΑ τα δύο κοινά στοιχεία μεταξύ όλων των πολιτικών κομμάτων φέρνει στο προσκήνιο το τρίτο. Ένα πολύ μεγάλο μέρος των ψηφοφόρων θεωρεί ότι όλοι οι πολιτικοί, όλα τα κόμματα, είναι τσιράκια, υπηρέτες δηλαδή, υπηρετικό προσωπικό κάποιων πολύ ισχυρών προσώπων. Έχει κατανοήσει δηλαδή ότι αυτοί που ψηφίζουμε δεν κοιτάνε μόνο τα δικά τους συμφέροντα αλλά διεκπεραιώνουν και υποθέσεις άλλων. Το μόνο που δεν κάνουν είναι να προωθούν και να υποστηρίζουν τα συμφέροντα των ψηφοφόρων. Ποιος ήθελε να παίρνουμε σύνταξη στα 67; Ποιος καθορίζει τον κατώτατο μισθό; Ποιος κρατάει ψηλά τις τιμές στη βενζίνη, όταν η διεθνής τιμή του πετρελαίου πέφτει; Οι πολιτικοί; Γιατί ο Τσίπρας έκανε ΝΑΙ το ΟΧΙ μας; Τι κάνει νιάου νιάου στα κεραμίδια; Οι μεγάλοι καπιταλιστές, οι μεγάλοι βιομήχανοι, οι ανελεήμονες επενδυτές και τραπεζίτες, οι εφοπλιστές και άλλοι πολλοί, μεγάλο, μεσαίοι και μικροί, αυτοί κάνουν νιάου νιάου στα κεραμίδια.

ΤΑ κοινά στοιχεία μεταξύ των κομμάτων θα γίνονται όλο και πιο οφθαλμοφανή καθώς τελειώνει αμετάκλητα η εποχή των αυτοδύναμων κυβερνήσεων και αρχίζει η εποχή των συνεργασιών των κομμάτων και οι κωλοτούμπες θα γίνονται όλο και πιο συχνές και αναπόφευκτες. Όλα αυτά μας επιτρέπουν να διαβλέψουμε τις εξελίξεις για τα επόμενα χρόνια. Η αποχή θα διογκώνεται, αργά αλλά σταθερά ενώ κανένα κόμμα δεν θα ξεπερνάνει το 20%. Τα ήδη μικρά κόμματα που υψώνουν τη φωνή τους εκ του ασφαλούς για να τονίσουν τις διαφορές τους και να προσελκύσουν πελάτες, θα σκύψουν το κεφάλι τους, θα κάνουν κωλοτούμπες και θα εξαφανίζονται από το πολιτικό προσκήνιο. Αν δεν το κάνουν, μια μέρα θα χτυπήσει το τηλέφωνο κάποιου ισχυρού προσώπου και ο Βαρουφάκης ή ο Βελόπουλος ή όποιος άλλος θα ακούσει τα παρακάτω λόγια:

μη σου γαμήσω το μουνί που σε πέταγε!

 

 

Σχολιάστε ελεύθερα!