in αδρομερές σκιαγράφημα δυο ιστοριών του ανθρώπινου γένους

γιατί ηδονιζόμαστε όταν επινοούμε και διατυπώνουμε σενάρια;

φίλες και φίλοι, καλή σας μέρα

ΣΗΜΕΡΑ θα ασχοληθούμε με την εξελικτική ιστορία της επινόησης και διατύπωσης σεναρίων, την μεγάλη ποικιλομορφία που παρουσιάζουν στην καθημερινή ζωή και την σπουδαιότατη λειτουργία που επιτελούν. Δεν θα ξεχάσω ποτέ τη λάμψη και τη χαρά που εμφανίστηκαν στο πρόσωπο του τρίχρονου Παύλου  μόλις μια φίλη μας τελείωσε το παραμύθι με τα τρία γουρουνάκια και τον κακό λύκο. Δεν αποκλείω το ενδεχόμενο αυτή η στιγμή να ήταν τόσο καθοριστική ώστε ο Παύλος να συνηθίζει να φτιάχνει “γερά σπίτια” στη ζωή του.  Το παραμύθι είναι ένα σενάριο. Το σενάριο είναι μια αφήγηση της διαδικασίας εκτύλιξης ενός επινοημένου, προκαθορισμένου σχεδίου. Το προκαθορισμένο (προθετικότητα)  σχέδιο του παραμυθιού είναι να συμβάλει στην κοινωνικοποίηση του παιδιού και να του περάσει ένα πολύ συγκεκριμένο νόημα (σκοπός) – όχι συμβουλή! Δεν έχουμε συνειδητοποιήσει πόσο συχνά επινοούμε και διατυπώνουμε σενάρια –  ζούμε με και μέσα στα σενάρια, όπως και με και μέσα στη συνεργασία και τον ζωντανό κομμουνισμό. Ξέρετε, τα ψάρια δεν γνωρίζουν ότι ζουν μέσα στο νερό! Δυο παραδείγματα των ημερών μας είναι αποκαλυπτικά: κάποιος πατέρας προχτές ξέχασε 5,5 μηνών βρέφος στο αυτοκίνητο με αποτέλεσμα να πεθάνει· θα σπεύσουμε αμέσως να διατυπώσουμε κάποιο σενάριο για να εξηγήσουμε την συμπεριφορά του. Ενώ τα σενάρια για τις επικείμενες εκλογές αποκαλύπτουν με τον καλύτερο τρόπο τη σχέση του σεναρίου με την επιθυμία και τους ευσεβείς πόθους μας.

ΜΑΣ αρέσει, μας ευχαριστεί πολύ να επινοούμε σενάρια, εξασφαλίζουμε πολλή απόλαυση από τη διατύπωσή τους. Με το σενάριο (scenario) στήνουμε ένα σκηνικό, επινοούμε σκηνή  θεατρικού έργου, το οποίο ως επινόηση είναι κάτι το νέο. Είναι μια δημιουργία. Όλα αυτά, η αφήγηση, η δημιουργία, η επινόηση είναι χαρακτηριστικά που απαντώνται μόνο στον άνθρωπο, θα ήταν όμως ατόπημα να παραβλέψουμε την ικανότητα του ανθρώπου και κάποιων πρωτευόντων να επινοούν σενάρια και χωρίς τη χρήση της γλώσσας. Ένα πολύ απλό παράδειγμα. Εάν κρεμάσουμε μια μπανάνα στην οροφή του δωματίου και βάλουμε στο δωμάτιο μερικά κουτιά, ένας χιμπατζής δεν θα αργήσει να επινοήσει σενάριο, το οποίο και θα εφαρμόσει: θα βάλει τα κουτιά το ένα πάνω στο άλλο και θα φτάσει τη μπανάνα. Αυτό δεν θα το κάνει ένας μεγαλοσωμος σκύλος, εάν κρεμάσουμε ένα κομμάτι κρέας. Ο σκύλος κάνει άλλου είδους σενάρια: θα θάψει το κόκκαλο – κι αυτό σενάριο είναι. Δεν θα καταλάβουν όμως, και ο χιμπατζής και ο σκύλος, το παραμύθι με τα τρία γουρουνάκια.

Η επινόηση κάτι νέου –  αυτό είναι το κλειδί για να κατανοήσουμε την εξελικτική ιστορία, την ποικιλομορφία και τη λειτουργία του σεναρίου. Η κατασκευή εργαλείων (όχι απλά η χρήση, το επισημαίνω και το τονίζω) ήταν η αρχή; Ναι, ήταν μία από τις αρχές της επινόησης του νέου. Θα ήταν επίσης ατόπημα να περιοριζόμασταν μόνο σε αυτήν, όσο σημαντική και να ήταν. Υπάρχει και μία άλλη αρχή, εξίσου σημαντική –  και θα τολμήσουμε να πούμε ακόμα σημαντικότερη. Η έκφραση των συναισθημάτων και, άρα, η αναγνώριση των προθέσεων των άλλων. Θα εξετάσω αυτό το ζήτημα κάπως διεξοδικότερα.

ΘΑ θέσω το παρακατω ερώτημα: ποιο να ήταν το πρώτο, το πρωταρχικό σενάριο που επινόησαν οι μακρινοί ανθρωπίδες πρόγονοί μας, χωρίς να έχουν συνείδηση του τι κάνουν; Η μεταφορά της τροφής για τα μέλη της ομάδας που δεν μπορούν να την εξασφαλίσουν μόνα τους. Το βλέπετε αυτό το πλάσμα; Έχει ύψος γύρω στο ένα μέτρο και βάρος γύρω στα 40 κιλά. Μετά από ένα εκατομμύριο χρόνια, στην προσπάθειά του να μεταφέρει τροφή, απέκτησε όρθια στάση (διποδισμός) και άρχισε να κατασκευάζει εργαλεία.  Δεν ψάχνει τη τροφή του μόνο του, δεν τρώει μόνο του, όπως κάνουν τα πρόβατα και οι χιμπατζήδες, αλλά μοιράζεται την τροφή του. Δεν κοιτάζει μόνο τον εαυτό του, όπως έκανε στο παρελθόν,  αλλά σκέφτεται και τους άλλους. Ο εγωισμός του δεν χάθηκε αλλά πάνω σε αυτόν προστέθηκε η συμβίωση και η συνεργασία. Πέρασαν από τότε 4 εκ. χρόνια. Ο εγωισμός δεν χάθηκε, διότι τίποτα το χρήσιμο και το λειτουργικό δεν χάνεται. Είναι κατάλοιπο, υπόλειμμα,  χρήσιμο αλλά περιοριστικό, πρέπει να ελεγχθεί.

Η συμβίωση και η συνεργασία δημιουργεί σχέσεις, βασιζόμενες πάνω στον εγωισμό. Εκρηκτικό μείγμα αλλά τα καταφέραμε και τα καταφέρνουμε. Η σχέση είναι δεσμός, είναι μια διαδικασία αμφίδρομης διάδρασης, ένα  ισχυρό κράτημα (σχεδία, σχήμα –  λέξεις συγγενικές ετυμολογικά με τη σχέση) κι έτσι με τις σχέσεις καταφέραμε να διατηρήσουμε την ομάδα ενωμένη. Η διατήρηση, η διαιώνιση του συνδυασμού στενών σχέσεων, εγωισμού και συμβίωσης εμφανίζει πολλά πλεονεκτήματα αλλά παρουσιάζει και πάρα πολλές δυσκολίες. Δεν είμαστε μόνοι μας, υπάρχουν κι άλλοι, και οι άλλοι έχουν επιθυμίες και ανάγκες. Και όταν έχουμε επιθυμίες έχουμε και ματαιότητες, απογοητεύσεις, απόγνωση, ζήλεια –  χαιρόμαστε και λυπούμαστε, αγαπάμε και μισούμε, είμαστε ικανοποιημένοι αλλά και ζηλεύουμε. Οι στενές σχέσεις προκαλούν τα συναισθήματα. Τα συναισθήματα αυτά τα εκφράσαμε και συνεχίζουμε να τα εκφράζουμε –  καταγράφονται στο πρόσωπό μας. Γιατί το κάναμε αυτό; Για να αναγνωρίζουν οι άλλοι τις προθέσεις μας. Κι όταν αναγνωρίζουμε τις προθέσεις των άλλων κάνουμε σενάρια. Εάν δεν εκφράζαμε τα συναισθήματά μας, τώρα δεν θα υπήρχαμε. Γνωρίζουμε σήμερα ότι η εσωστρέφεια και η μη έκφραση των συναισθημάτων είναι μια νοσογόνος κατάσταση που προκαλεί μέχρι και καρκίνο. Δεν έχουμε σχέσεις, δεν έχουμε συναισθήματα –  τι να εκφράσουμε;

ΠΟΤΕ επινοούμε σενάρια; Όταν αντιμετωπίζουμε δυσκολίες, όταν δεν γνωρίζουμε τι συμβαίνει ή τι πρόκειται να συμβεί. Τι σενάρια επί σεναρίων κάνουμε όταν κινδυνεύουμε! Μπορεί και να παρανοήσουμε! Τι σενάρια επί σεναρίων κάνουμε όταν ζηλεύουμε! Πάει η φίλη μας να πάρει τσιγάρα, αργεί και εμείς υποθέτουμε ότι γαμιέται με τον περιπτερά –  αυτό είναι ένα σενάριο –  ενώ συνάντησε μια φίλη της και τα είπανε για δέκα, είκοσι λεπτά.

ΕΠΙΝΟΟΥΣΑΜΕ σενάρια πολύ πριν αρχίσουμε να σκεφτόμαστε και να μιλάμε. Ο τελετουργικός χορός, για παράδειγμα, γενικά οι τελετουργίες είναι σενάρια. Και το παιχνίδι είναι σενάριο. Και ο τελετουργικός χορός και το παιχνίδι, των παιδιών, είναι επινοήσεις, είναι δημιουργίες. Δεν είναι όμως επινοήσεις εκ του μηδενός. Προϋποθέτουν μια προτέρα κατάσταση, πάνω στην οποία στηριζόμαστε και επινοούμε το νέο. Αυτό ακριβώς συμβαίνει και με τη γνώση. Το τι μπορούμε να μάθουμε εξαρτάται από το τι γνωρίζουμε ήδη. Αυτή είναι η μεγάλη συμβολή του Λεβ Βιγκότσκι στην εξέλιξη της γνωσιοεπιστήμης (Γλώσσα και Σκέψη, εκδ. Γνώση, μετ. Ροδή Αντζελίνα): δεν θα μπορέσουμε να μάθουμε τίποτα, εάν επιχειρήσουμε να μάθουμε κάτι πολύ μακρύτερα από ό,τι ήδη γνωρίζουμε –  αυτό που ήδη γνωρίζουμε και είναι η βάση για να διευρύνουμε τη γνώση το ονόμασε Ζώνη της Εγγύς Ανάπτυξης. Το ίδιο ισχύει και για το σενάριο. Η σκέψη μέσω συμβόλων και η ομιλία, η λεκτική επικοινωνία,  έδωσαν ώθηση στην επινόηση σεναρίων –  έτσι άρχισε η αφήγηση και ο άνθρωπος έγινε αφηγητής (homo narrans).

Η επινόηση σεναρίων μας βοήθησε να επιλύσουμε πολλά προβλήματα και αυτό κάνουμε και σήμερα. Η επίλυση προβλημάτων, έστω και φαντασιακή, έστω και φαντασιωσική, μας εξασφαλίζει ευχαρίστηση και απόλαυση. Η προσδοκία της επανάστασης και της ανατροπής του καπιταλισμού είναι ένα σενάριο που η φαντασιακή και φαντασιωσική εκπλήρωσή του μας  εξασφαλίζει απόλαυση και ηδονή. Η σχεδίαση και περιγραφή μιας ουτοπικής κοινωνίας είναι σενάριο. Το μυθιστόρημα είναι σενάριο, όπως και το δράμα και η κωμωδία. Η πλοκή μιας κηνηματογραφικής ταινίας είναι σενάριο. Κάθε αφήγηση είναι σενάριο, κάθε σενάριο είναι αφήγηση. Το σενάριο, ως τρόπος επίλυσης προβλημάτων,  είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με την επιθυμία, την προσδοκία, με τους ευσεβείς πόθους. Τι θα γίνει στις επικείμενες εκλογές; Αυτοδύναμη κυβέρνηση ΝΔ ή του ΣΥΡΙΖΑ; Συγκυβέρνηση ΝΔ-Πασόκ ή ΣΥΡΙΖΑ-Πασόκ; Ή κάτι άλλο; Εάν υπήρχε  βεβαιότητα, θα υπήρχε γενική ομοφωνία –  δεν υπάρχει ούτε το ένα ούτε το άλλο. Κι αυτή η βεβαιότητα είναι που προκαλεί την επινόηση σεναρίων επί σεναρίων, τα περισσότερα εκ των οποίων διατυπώνονται στο ναό της επινόησης σεναρίων: στα καφενεία. Λυπάμαι που πολλοί και πολλές περιφρονούν τις κουβέντες του καφενείου. Τις λατρεύω. Να σας πω γιατί. Καλύτερα να μας το πει ο Π. Κονδύλης, μέσω του φίλου μου Παύλου, μέσω προσωπικού φίλου του Κονδύλη: Η συζήτηση είναι σαν να πετάς μπαλάκι καουτσουκένιο στον τοίχο. Εάν μιλήσεις με έναν καθηγητή ή μορφωμένο, ξέρεις που θα πάει, ξέρεις τι θα σου πει. Εάν μιλήσεις με αγράμματο δεν ξέρεις ποτέ που θα πάει το μπαλάκι Κι εκεί βρίσκεται το ενδιαφέρον.

ΤΡΙΤΗ μέρα που βρέχει. Είμαι πολύ χαρούμενος.

Σχολιάστε ελεύθερα!