φίλες και φίλοι, καλή σας μέρα
ΣΟΚΑΡΙΣΤΗΚΑ, έπαθα, όταν είδα πρώτη φορά κ υ λ ι ό μ ε ν ε ς σκάλες, στην Ομόνοια, το 1970, 12 χρονών, και μετά στο ΜΙΝΙΟΝ, στο πολυκατάστημα της Πατησίων, κοντά στην Ομόνοια, που έκαψαν κάποιοι επαναστάτες για να επιταχύνουν την κατάρρευση του καπιταλισμού – τώρα, εάν ζουν, θα τρώνε τα νύχια τους. Πώς είναι δυνατόν να ανεβαίνεις σκάλες α κ ί ν η τ ο ς ; Μα δεν τις ανεβαίνεις, δεν περπατάς, αφού είσαι ακίνητος! Οι κυλιόμενες σκάλες δεν είναι σκάλες! Εάν σταματήσουν, τότε, ναι, είναι σκάλες! Πήρα πολλή δουλειά για το σπίτι. Βέβαια, χρόνια πριν, είχα πάρει πολύ περισσότερη. Το 1964, όταν πήγα στο Δημοτικό και κάθισα α κ ί ν η τ ο ς στο θρανίο για ώρες πολλές. Φρίκαρα! Με α κ ι ν η τ ο π ο ί η σ α ν ! Τι βασανιστήριο! Και λίγους μήνες μετά, μας πήγαν στην Εκκλησία όπου κι εκεί φρίκαρα και πάλι: ό ρ θ ι ο ς και α κ ί ν η τ ο ς δύο ώρες! Τι μαρτύριο! Με ακινητοποίησαν ξανά! Και μετά από χρόνια είδα κάποιον να περπατάει κι άλλον να τρέχει αλλά να μένουν στο ίδιο σημείο! Στον κυλιόμενο τάπητα, στον διάδρομο γυμναστηρίου! Και μετά είδα ότι τους πουλάνε κιόλας, για το σπίτι, για να περπατάς και να τρέχεις αλλά να βρίσκεσαι πάντα στο ίδιο σημείο. Κουνιέσαι αλλά δεν κινείσαι, δεν μετακινείσαι. Αργότερα, διαβάζοντας Αριστοτέλη και μελετώντας Ινδοευρωπαϊκή γλωσσολογία διαπίστωσα ότι το βασικό, το κομβικό ενδιαφέρον του φιλοσόφου ήταν η κίνηση και η ακινησία, ενώ το λεξιλόγιο των κίνησης όλων των ινδοευρωπαϊκών γλωσσών είναι τόσο πλούσιο που δεν γίνεται να μην αναρωτηθείς: ποια είναι η προέλευση του ζωηρότατου ενδιαφέροντος για την κίνηση και την ακινησία – και την κινητοποίηση και την ακινητοποίηση. Ποια πολιτισμική παράδοση ενσωματώνουν οι κυλιόμενες σκάλες;
ΘΑ μπορέσουμε ένα πρώτο βήμα για να κατανοήσουμε αυτό το ενδιαφέρον εάν λάβουμε υπ’ όψει μας μια πολύ σημαντική λεπτομέρεια. Στη σημασία του ρήματος κινώ (κινούμαι) ενυπάρχει η σημασιολογική χροιά του φόβου. Κινώ και προκαλώ φόβο, κινούμαι και φοβάμαι. Ο Ποσειδών, μας λέει ο Πίνδαρος, είναι κινητήρ Γας – κινεί τη Γη και προκαλεί τον φόβο. Εκινήθη Δήλος σημαίνει έγινε σεισμός στη Δήλο. Η λέξη κίνησις δηλώνει και την εξέγερση, την μεταβολή, την επανάσταση, ενώ ο στασιαστής, αυτός που παρακινεί σε στάση είναι γνωστός ως κινητής. Δεν είναι τυχαία η δημιουργία των λέξεων συγκινούμαι και συγκίνησις! Για να κατανοήσουμε τη σημασιολογική χροιά του φόβου θα πρέπει να συσχετίσουμε την κίνηση με την ισχύ – με τη λατρεία της ισχύος και την επιθυμία αύξησης της ισχύος. Ποιος είναι ισχυρός – ο απολύτως ισχυρός, όχι ο σχετικά ισχυρός; αναρωτιέται ο Αριστοτέλης. Και απαντά με σαφήνεια και με τόσο αυτοπεποίθηση που γίνεται μακαριότητα: απολύτως ισχυρός είναι αυτός που κινεί τους άλλους αλλά ο ίδιος είναι ακίνητος διότι δεν μπορεί να τον κινήσει, ούτε να τον κινητοποιήσει, κάποιος άλλος. Πώς λέγεται αυτός ο απολύτως ισχυρός; Λέγεται θεός, το π ρ ώ τ ο ν α κ ί ν η τ ο ν κ ι ν ο ύ ν . Αυτή είναι, φίλες και φίλοι, με λίγες λέξεις, η κεντρική ιδέα των Μετά τα Φυσικά. Αυτό σημαίνει: εάν, Κύριε, επίγειε, θέλεις να είσαι απολύτως ισχυρός, πρέπει να είσαι ακίνητος, να μην σε κινεί κάποιος άλλος, και να κινείς τους άλλους, τα άλλα. Να διατάζεις αλλά να μην σε διατάζουν, με άλλα λόγια.
ΑΣ φύγουμε από την κορυφή κι ας πάμε στον πάτο – πριν δούμε τι γίνεται μεταξύ κορυφής και πάτου, μεταξύ πρώτου και τελευταίου. Ο απολύτως αδύναμος, ο απολύτως ανίσχυρος, είναι αυτός που κινείται από κάποιον άλλον ή κάτι άλλο και δεν μπορεί να κινήσει άλλον ή άλλο. Ας δούμε τρία παραδείγματα, πολύ εύγλωττα: τη ρόδα του αυτοκινήτου, τον προλετάριο και τον στρατιώτη. Ποιος κινεί τη ρόδα, τον προλετάριο, τον μισθωτό εργαζόμενο, τον στρατιώτη; Ο κινητήρας κινεί τη ρόδα; Ναι, αλλά όχι άμεσα, αυτό θα ήταν αδύνατον. Ο καπιταλιστής κινεί τον προλετάριο; Ναι, αλλά όχι άμεσα, αν και δεν αποκλείεται, εάν είναι μικρόκαπιταλιστής. Ο πολέμαρχος κινεί τον στρατιώτη; Ναι, αλλά όχι άμεσα. Όταν μετακινούμαστε με το αυτοκίνητο, είμαστε ακίνητοι, έτσι δεν είναι; Δεν είμαστε απολύτως ακίνητοι. Δεν είμαστε απολύτως ισχυροί. Ο κινητήρας του αυτοκινήτου είναι κι αυτός ακίνητος, μετακινείται όμως γιατί είναι μέσα στο αυτοκίνητο. Μεταξύ του κινητήρα και της ρόδας μεσολαβεί το σασμάν, το κιβώτιο ταχυτήτων, ο υποπολλαπλασιασμός της κίνησης του στροφάλου. Μεταξύ του καπιταλιστή και του εργαζόμενου μεσολαβεί ο επιστάτης, η διοίκηση. Μεταξύ του αρχιστράτηγου και του στρατιώτη μεσολαβούν κάποιοι άλλοι που κινούν κάποιον ανίσχυρο, κινούνται όμως από κάποιον ισχυρότερο. Ο υποτελής Κύριος κινείται από κάποιον ισχυρότερο και κινεί κάποιον λιγότερο ισχυρό, είναι το κοινωνικό σασμάν, μέχρι που φτάνουμε στην άμοιρη ρόδα, στον κακόμοιρο φαντάρο και στον ταλαίπωρο εργάτη. Αυτό λέγεται ιεραρχία. Έτσι λοιπόν, σύμφωνα με τον Αριστοτέλη, μια ακίνητη ατμομηχανή των μέσων του 19ου αιώνα ή μια γεννήτρια των ημερών μας που παράγει ενέργεια είναι ένα πρώτον ακίνητον κινούν – η ατμομηχανή είναι θεός! Ο Ναπολέων ήταν θεός – όχι Θεός! Ο Τράμπ είναι θεός – όχι Θεός. Μόνο έτσι εξηγείται η αλλοπρόσαλλη συμπεριφορά του – λέει ό,τι θέλει αλλά δεν μπορεί να κάνει ό,τι θέλει.
ΑΣ αφήσουμε όμως για λίγο την κοινωνία, την κυριαρχική κοινωνία, τον κυριαρχικό δυτικό πολιτισμό, την υπεροχή της διαταγής και του ανταγωνισμού, κι ας πάμε στη φύση. Εδώ δεν υπάρχει κάτι που να μετακινείται ακίνητο. Μετακίνηση σημαίνει κίνηση. Με τα πόδια πηγαίναμε με τη μάνα μου στα διπλανά χωριά για να επισκεφτούμε τους συγγενείς μας. Μου είναι αδύνατον, ανυπόφορο, να μείνω ακίνητος σε κυλιόμενες σκάλες! Δεν μπορώ! Παρατηρώ ότι οι άνθρωποι το λατρεύουν αυτό, το θέλουν πολύ, το επιθυμούν σφοδρά, βλέπω την ηδονή στο πρόσωπό τους; Γιατί; Γιατί νομίζουν ότι είναι θεοί, ότι είναι ισχυροί, πιο ισχυροί από την φύση που επιβάλλει την κίνηση για τη μετακίνηση. Τη γράφουμε στα παπάρια μας τη φύση, έχουμε ξεφύγει από τη φύση, έχουμε απομακρυνθεί από τη φύση, όταν είμαστε ακίνητοι στις κυλιόμενες σκάλες και μετακινούμαστε. Ω, τι ωραία να απομακρύνεσαι από τη φύση κάθε φορά που σε παρουσιάζεται ευκαιρία! Τι ωραία να μην είσαι φύση! Φύση; Μπλιάχ!
Ο ισχυρός ακίνητος που κινεί τον άλλον πρέπει πρώτα να τον ακινητοποιήσει. Πρέπει να ελέγξει την κίνησή του, την ελευθερία του δηλαδή. Η δυνατότητα ακινητοποίησης του άλλου προηγείται της επιβολής της κίνησης, της κινητοποίησης. Το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι ο δούλος. Ο δούλος ήταν κάποτε ένας ελεύθερος άνθρωπος, που διέθετε ελευθερία κίνησης. Ο απαγωγέας, ο άρπαγας ανθρώπων, περιορίζει απολύτως τη κίνηση του θύματος της απαγωγής και τον κινητοποιεί. Ο ακινητοποιημένος δεν μπορεί να κάνει τίποτα, είναι ακίνητος διότι έχει ακινητοποιηθει. Το μόνο που μπορεί να κάνει είναι να βλέπει – ο αιχμάλωτος που θα γίνει δούλος ήταν ο πρώτος θεατής και το θέαμα είναι μια μορφή κοινωνικής αιχμαλωσίας, θα έλεγε, το είπε, ο μέγας Γκι Ντεμπόρ. Και ο στρατιώτης είναι ακινητοποιημένος, και ο εργάτης που έχει στερηθεί τα μέσα παραγωγής, και τα αιχμάλωτα ζώα στο τσίρκο είναι ακινητοποιημένα. Δεν υπάρχει κυριαρχία χωρίς την επιβολή της ακινητοποίησης. Ο ατίθασος μαθητής τιμωρείται με όρθια ακινητοποίηση, ο μοναχος στο μεσαίωνα με καθιστή ακινητοποίηση (η καρέκλα ως όργανο βασανιστηρίου). Η αστυνομία ακινητοποιεί και μετά συλλαμβάνει, ο σαδιστής και η σαδίστρια ακινητοποιεί, σε δένει στο κρεβάτι, ο μαζοχιστής και η μαζοχίστρια ηδονίζονται τα μάλα όταν τους ακινητοποιούν. Επιβολή ακινητοποίησης είναι κυριαρχία, το να σε ακινητοποιούν είναι υποταγή, καθυπόταξη, υποτέλεια.
Η ακινητοποίηση παράγει παθητικότητα και η παραγωγή της παθητικότητας του υποτελούς είναι το πρώτιστο μέλημα του Κυρίου. Στις κυλιόμενες σκάλες μετακινούμαστε ακίνητοι, έχουμε ξεφύγει από τη φύση, στην οποία, όπως είπαμε, δεν υπάρχει μετακίνηση χωρίς κίνηση: στις κυλιόμενες σκάλες είμαστε θεοί, αλλά είμαστε και ακινητοποιημένοι, είμαστε άθλιοι υποτελείς. Είμαστε και ισχυροί και ανίσχυροι, είμαστε και Κύριοι και υποτελείς, είμαστε και θεοί αλλά και κατά φαντασίαν θεοί, είμαστε και έξυπνοι και βλάκες. Το ζήτημα είναι ότι ηδονιζόμαστε από την ισχύ, από τη δυνατότητα ακίνητης μετακίνησης αλλά δεν βλέπουμε, δεν συνεηδητοποιούμε ότι είμαστε και ακινητοποιημένοι, υπό διαρκή επιτήρηση, παρατήρηση και επίβλεψη. Πας για το άθλιο μεροκάματο, βλοσυρός και κατηφής, ανεβαίνοντας ακίνητος τις κυλιόμενες σκάλες του μετρό. Πω πώ!
ΠΩ πω τι άνεση, τι ευκολία! Πολύ ωραία αλλά η άνεση και η ευκολία δεν είναι τρόποι παραγωγής και επιβολής της παθητικότητας, δεν είναι τρόποι καταστροφής της αυτενέργειας, της πρωτοβουλίας, της ενεργητικότητας; Δεν ειναι τρόποι αποβλάκωσης; Καθόμαστε ακίνητοι όλη τη μέρα στο γραφείο, ανεβαίνουμε ακίνητοι τις σκάλες του μετρό και μετά πάμε στο γυμναστήριο να περπατήσουμε και να τρέξουμε, να κινηθούμε σωματικά, κάτι που είναι η πρώτη ανθρώπινη ανάγκη, αλλά ακινητοποιημένοι. Κινούμαστε ακινητοποιημένοι!
ΝΑΙ, αλλά ο ακινητοποιημένος πρέπει να κινητοποιηθεί: να πολεμήσει, να εργαστεί, να καταναλώσει, να αγωνιστεί, να διαδηλώσει, να διαμαρτυρηθεί στους δρόμους και τις πλατείες, να σηκωθεί από τον καναπέ. Τι αντίφαση! Να σε ακινητοποιούν και μετά να σε κινητοποιούν. Και για να αντιμετωπίσεις την κινητοποίηση δεν υπάρχει άλλος τρόπος από την ακινησία, την ακινητοποίηση: την απεργία, την αποχή από τα μαθήματα, την ανυποταξία και τη λιποταξία, την απόδραση από τις φυτείες και τις φυλακές, την καταναλωτικη αποχή. Stasis is death, το σταμάτημα είναι θάνατος, λέει ο Κύριος καπιταλιστής. Ξέρετε γιατί δραπέτευαν οι δούλοι από τις φυτείες του αμερικάνικου Νότου; Γιατί έπασχαν από μια ψυχική διαταραχή, υποστήριζαν οι ψυχίατροι – μεγάλοι επιστήμονες: τη δραπετομανία!