φίλες και φίλοι, καλή σας μέρα
Η προέλευση του επιθέτου σωστός και η σημασιολογική του εξέλιξη παρουσιάζουν μεγάλο ενδιαφέρον κι αυτό είναι το κίνητρο που μας παρωθεί να ασχοληθούμε με αυτό. Το επίθετο σωστός δεν είναι αρχαιοελληνική λέξη – πλάστηκε τους πρώτους χριστιανικούς αιώνες. Αντικατέστησε πλήρως το αρχαιοελληνικό επίθετο που είχε την ίδια ακριβώς σημασία: ο σῶς, η σῶς, το σῶν και δηλώνει τον ακέραιο, αυτόν που δεν έχει υποστεί φθορά ή ζημιά – εξ ου και ο σω-τήρ, αυτός που σώζει, που διαφυλάττει την ακεραιότητα· και ο σώφρων και η σωφροσύνη – θα δούμε παρακάτω τι σημαίνουν ακριβώς . Στους νεώτερους χρόνους απέκτησε τη σημασία της συμφωνίας με κανόνες και πρότυπα, της ορθότητας και του δικαίου: σωστός! Αναγνωρίζουμε λοιπόν το αρχαιοελληνικό επίθετο σῶς· το -τός ενδέχεται να είναι ή αναφορικό, αυτός ο οποίος δεν έχει υποστεί βλάβη, αυτός που παραμένει ακέραιος, ή δυνητικό:αυτός ο οποίος μπορεί να διατηρηθεί ακέραιος (πρβλ. διαβατός) – μάλλον το πρώτο.
ΑΠΟ το επίθετο σῶς παράχθηκε, στην αρχαία Αθήνα, άλλο ένα, ο σῶος. Λέμε:σώος και αβλαβής – αλλά δεν λέμε σωστός και αβλαβής. Το επίθετο σώος διατηρεί μέχρι σήμερα την αρχαιοελληνική σημασία, το σωστός όχι. Πώς όμως απέκτησε τη σημασία της συμφωνίας με τον κανόνα, με το πρότυπο; Ποιος να ήταν ο αρχικός κανόνας, το αρχικό πρότυπο;
ΘΑ πρέπει να πάμε πολύ πίσω στον χρόνο για να μπορέσουμε να διατυπώσουμε την απάντηση. Διαβάζουμε στην Ιλιάδα (Φ 462) το επίθετο (τον) σαόφρονα (σαόφρων) και το συγκριτικού βαθμού επίθετο σαώτερος (Α 32). Διαβάζουμε επίσης αρκετές φορές (27)και το ρήμα σαόω (σάω, σάωσον, σαωθηναι και άλλα), από το οποίο προήλθε το σώζω. Είναι σαφές ότι το επίθετο θα ήταν ο σάος αλλά με αυτή τη μορφή δεν το διαβάζουμε. Διαβάζουμε όμως το επίθετο σόος, το οποίο είναι επινόηση των ποιητών. Η μορφή σάος προέρχεται από το σάFος, σά-Fος. Αυτό το Fos, αναφορικό, θα το συναντήσουμε και στις λέξεις κόρFoς (>κούρος και κόρος), μόνFος (μόνος και μοῡνος), ξένFος (ξένος και ξεῑνος) και άλλα πολλά. σάFος είναι αυτός ο οποίος σα-, αυτός ο οποίος δεν έχει υποστεί βλάβη, ο ακέραιος σωματικά. Πού, γιατί δεν έχει υποστεί βλάβη;