Κέρδος και Ισχύς: ο Κύριος ατενίζει το υπό αποίκιση μέλλον

φίλες και φίλοι, καλή σας μέρα

Η πυρηνική επιθυμία του Κυρίου είναι η επινόηση της πραγματικότητας, η αποίκιση, ο έλεγχος του μέλλοντος. Η επιθυμία αυτή έχει καταγραφεί στο προίμιο της Ιλιάδας, ατον Α 5 στίχο: Διός δ’ ετελείετο βουλή, δηλαδή, η επιθυμία του Δία, του Κυρίου, εκπληρώθηκε – όλα έγιναν όπως τα σχεδίασε ο Κύριος. Ο Κύριος επιθυμεί η πραγματικότητα να είναι η πραγματοποίηση των επιθυμιών Του. Δύο είναι αυτές οι επιθυμίες: η απεξάρτηση από τον υποτελή Παραγωγό και η επίτευξη της σωματικής αθανασίας.

Ο Κύριος γνωρίζει ασφαλώς ότι το μη αναμενόμενο, το μη προσδοκώμενο, το απροσδόκητο, η έκπληξη  δεν μπορεί να εξοβελιστεί – και η έκπληξη δεν μπορεί να είναι άλλη από το ενδεχόμενο της κατάλυσης της Κυριαρχίας. Ο Κύριος αποικίζει το μέλλον, επιχειρεί να ελέγξει το μέλλον μόνο και μόνο για να αποτραπεί η κατάλυση της (καπιταλιστικής σήμερα) Κυριαρχίας, η αρπαγή και η καταστροφή τόσο του κοινωνικού πλούτου όσο και των υποτελών Παραγωγών αυτού του πλούτου.  Θεωρεί ότι μπορεί να εξοβελίσει αποτελεσματικά την κατάλυση. Οι απόψεις περί του τέλους της ιστορίας και του τέλους της εργασίας δεν είναι τίποτα άλλο παρά επβεβαιώσεις ότι μπορεί να ελέγξει το μέλλον, να ενισχύσει και να διαιωνίσει την Κυριαρχία.

Ο Κύριος θεάται, ατενίζει το μέλλον κι αυτή η δραστηριότητα είναι μια πτυχή της διαρκούς αποίκισης του μέλλοντος. Η διαπίστωση αυτή μας παροτρύνει να διατυπώσουμε το εξής ερώτημα: θα  μπορούσαμε να δούμε τι βλέπει ο Κύριος;

Continue reading

να δίνεις ή ν’ αρπάζεις; ποιο είναι πιο δυνατό, πιο χρήσιμο, πιο όμορφο;

φίλες και φίλοι, καλή σας μέρα.

Σήμερα θα καταπιαστούμε με μια κατάρα, τον κτητικό ατομικισμό.

Ας υποθέσουμε ότι μια μέρα  καταργείται το χρήμα και ο καθένας και η καθεμιά μπορεί να πάει στο σούπερ μάρκετ να πάρει ελεύθερος ό,τι χρειάζεται. Τι θα γίνει, καλή μου Ελίτσα; Εγώ ή η γυναίκα μου  θα πάμε να πάρουμε αυτά που χρειαζόμαστε σήμερα, αυτά που θα αγοράσουμε σήμερα : ένα λίτρο γάλα για τα παιδιά, πορτοκάλια, λεμόνια και μια οδοντόκρεμα. Είσαι βέβαιος, Αθανάσιε; Πολύ βέβαιος, πάρα πολύ βέβαιος. Θα συμπεριφερθούν κι άλλοι, κι άλλες με αυτόν τον τρόπο; Πιθανότατα. Θα είναι πολλοί; Όχι, θα είναι πολύ λίγοι. Οι περισσότεροι θα πάνε και θα προσπαθήσουν να πάρουν όσα γίνεται περισσότερα. Σε λίγες ώρες, τα ράφια του σούπερ μάρκετ θα αδειάσουν. Κι αν στις τρεις πάει ένας οικοδόμος να πάρει ένα πενηνταράκι ούζο ή τσίπουρο να πιει για πρώτη ξεκούραση, θα πάρει τ’ αρχίδια του. Δεν θα υπάρχει απολύτως τίποτα.

Η διαπίστωση αυτή μας παροτρύνει να θέσουμε κάποια πολύ βασικά ερωτήματα. Εγώ θα πάρω αυτά που προανέφερα. Οι περισσότεροι θα πάρουν όσο γίνεται περισσότερα. Και ρωτάω: μήπως πρέπει να αντικαταστήσω το ρήμα ‘θα πάρουν’ με κάποιο άλλο; Έχω την εντύπωση πως ναι. Με ποιό; Μα ασφαλώς με το ρήμα ΄θα αρπάξουν‘.

Γιατί δεν θα πάρουν αυτά που χρειάζονται αλλά θα αρπάξουν όσο γίνεται περισσότερα; Είναι στη φύση του ανθρώπου να είναι άρπαγας, πλεονέκτης και άπληστος; Τι θα κάνουμε σε αυτήν την περίπτωση; Θα αντικαταστήσουμε τις ταμίες, δηλαδή την οικονομική βία,  με κάποιας μορφής έλεγχο των προσώπων από άλλα πρόσωπα; Είναι δυνατόν να λειτουργήσει μια ανοιχτή, ελευθεροπροσβασιακή κοινοτική αποθήκη βασικών αγαθών (σούπερ μάρκετ τα λέμε σήμερα), μπορούμε να φανταστούμε ότι όλοι και όλες θα πηγαίνουν και θα παίρνουν αυτά που χρειάζονται; Τι δικαιούμαι να πάρω; Μαθαίνεται αυτή η συμπεριφορά, είναι επίκτηση ή μήπως είναι αδύνατον να μάθουμε τι και πως να παίρνουμε; Μήπως θα υπάρχει ένας μηχανισμός που θα μοιράζει αυτά που χρειάζονται τα πρόσωπα ή οι ομάδες;

Αλλά, φίλες και φίλοι, δεν χρειάζεται να υποθέσουμε την κατάργηση του χρήματος για να καταπιαστούμε με αυτά τα ζητήματα. Τα αντιμετωπίζουμε καθημερινά. Θα παραθέσω δυο παραδείγματα.

Μια παρέα πέντε φίλων πάει σε ταβέρνα και φέρνει ο σερβιτόρος ένα πιάτο με τέσσερα καφτεδάκια. Ο ένας από αυτούς, παίρνει το πηρούνι, καρφώνει το ένα και το καταβροχθίζει βιαστικά. Δεν είναι υποθετικό παράδειγμα, συνέβη. Ένας από την παρέα, τον ρωτάει: Θέλεις άλλο ένα; Όχι, όχι, απαντά, φάτε κι εσείς. Και μοιραστήκαμε τέσσερις τα τρία κεφτεδάκια. Το κόψαμε στη μέση, το κομμάτια έγιναν έξι. Πήραμε από ένα, έμειναν δυο. Τα κόψαμε κι αυτά στη μέση, έγιναν τέσσερα, πήραμε από ένα, χωρίς να βιαζόμαστε.

Το περιστατικό επαναλήφθηκε. Μόνο που αυτή τη φορά ήμασταν προετοιμασμένοι. Μόλις ο τύπος πήγε να πάρει περισσότερο από αυτό που δικαιούνταν, ένας από την παρέα του κάρφωσε το πάνω μέρος της παλάμης με το πηρούνι, σαν να ήταν κεφταδάκι. Τι κάνεις, ρε μαλάκα, ούρλιαξε από τον πόνο.

Ένα άλλο περιστατικό που συνέβη μόλις προχτές. Βάλαμε στο τραπέζι ένα μικρό πιάτο με φέτα και η εξάχρονη κόρη μου πήρε το πηρούνι κι άρχισε να το τρώει, γέμισε το στόμα της και συνέχιζε να αρπάζει μέχρι που της βάλαμε χέρι. Εμείς δεν θα φάμε; Το κατάλαβε.

Continue reading

εγώ κι εσύ, μόνοι πάνω στη Γη: ο Αδάμ και η Εύα δεν ήταν ερωτευμένοι

Γιατί δυο ερωτευμένοι θα ήθελαν να ήταν μόνοι πάνω στη Γη, γιατί θέλουν να απομονώνονται, θέλουν να απομακρύνονται από την κοινωνία; Σε αυτό το ερώτημα θα αποπειραθούμε να απαντήσουμε σήμερα, φίλες και φίλοι, κι αύριο θα συνεχίσουμε με το ζήτημα της σχέσης φιλίας και ανείπωτου.

Το πρώτο που σκέφτομαι είναι το εξής ερώτημα:εάν δυο ερωτευμένοι έμεναν οι δυο τους πάνω στη Γη, θα συνέχιζαν να  είναι ερωτευμένοι; ΟΧΙ, κατά κανένα τρόπο. Οπότε, ο Αδάμ και η Εύα δεν ήταν ερωτευμένοι – εάν ερωτεύθηκαν, θα πρέπει να ερωτεύθηκαν μετά τη γέννηση του πρώτου τους παιδιού. Είσαι βέβαιος, Αθανάσιε; Είμαι βέβαιος. Εάν ο έρωτας είναι ένα κοινωνικό φαινόμενο (δεν υπάρχει έρωτας στη φύση), εάν ένα ζευγάρι δεν συνιστά κοινωνία, εάν μια ομάδα τριών ανθρώπων είναι η στοιχειώδης, η ελάχιστη  κοινωνία, τότε θα πρέπει να αναμένουμε ότι οι δυο ερωτευμένοι μας πολύ σύντομα θα ξενέρωναν. Όπως ξενερώνουν και οι ερωτευμένοι που χάνονται για λίγες ή πολλές μέρες και σκάνε μύτη στη κοινωνία να αναπνεύσουν κοινωνικό αέρα, να νιώσουν δηλαδή άνθρωποι, να νιώσουν την αλληλεγγύη (ισότητα)  και την ελευθερία (εξάρτηση). Δυο ερωτευμένοι που παρατείνουν την απομόνωσή τους τείνουν να ξεφύγουν από την ανθρώπινη κατάσταση και να γίνουν προάνθρωποι, ζώα χωρίς την αίσθηση του ορίου της ελευθερίας και της επιθυμίας. Δεν μπορούμε να εξηγήσουμε διαφορετικά  (τους πραγματικούς και συμβολικούς)  φόνους και τον (πραγματικό και συμβολικό)  κανιβαλισμό που παρατηρείται μεταξύ των ερωτευμένων.

Continue reading

invidia et zelotypia: ο Σπινόζα για τον φθόνο, κι εμείς για το ταξικό μίσος

φίλες και φίλοι, καλησπέρα σας

Τι σχέση έχει ο φθόνος με την επανάσταση και τον κομμουνισμό; Έχει και παραέχει. Πρώτον, διότι όλοι οι άνθρωποι είναι φθονεροί, κι εγώ κι εσείς. Το υποστηρίζει και ο Σπινόζα ( homines natura esse invidos, Ηθική,  Γ, 55)  o οποίος μας δίνει κι έναν ορισμό του φθόνου και δεν έχουμε κανένα λόγο να μην τον δεχτούμε: ο φθόνος είναι μίσος, το οποίο μας προδιαθέτει να χαιρόμαστε για το κακό του άλλου, να λυπόμαστε για το καλό του άλλου (odium, quatenus id considetarur hominem ita disponere, ut malo alterius gaudeat, et contra ut eiusdem bono contristetur, III, XXIV). Άρα, μιλάμε για μόνιμα και σταθερά στοιχεία της ανθρώπινης φύσης, μια άποψη την οποία δεν δέχονται οι μαρξιστές, με αποτέλεσμα πολύ συχνά να έρχονται σε αμηχανία και τα όπλα τους να παθαίνουν αφλογιστία (misfire). Αλλά, μας λέει ο Μπαρούχ, ο φθόνος ως μίσος είναι λύπη, η οποία είναι ένα αίσθημα δια του οποίου η δύναμη και η τάση του ανθρώπου να ενεργεί εμποδίζεται, κωλύεται, μειώνεται, περιορίζεται (Invidia est ipsum odium, sive tristitia hoc est affectio, qua homines agendi potentia seu conatus coerectur, Γ, 55).  Η επισήμανση αυτή γίνεται στο πεντηκοστό πέμπτο θεώρημα του Τρίτου Μέρους, το οποίο είναι άκρως σημαντικό: όταν η ψυχή αναλογίζεται, φαντάζεται την αδυναμία της, τότε θλίβεται – άρα η δύναμη του ενεργείν κωλύεται:

Cum mens suam impetentiam imaginatur, eo ipso contristatur

Continue reading

σύντομη εισαγωγή στην παλαιογλωσσολογία

φίλες και φίλοι, καλή σας μέρα

Με κριτήριο την εποχή εμφάνισης των ειδοποιών χαρακτηριστικών του ανθρώπινου είδους, θα μπορούσαμε να καταρτίσουμε μια σειρά, στην αρχή της οποίας θα θέταμε την όρθια στάση, την απώλεια του οίστρου, το γέλιο, την παράταση της παιδικής ηλικίας και την κατασκευή των εργαλείων. Θα ακολουθούσαν η σκέψη, η φαντασία (και η ξαδέρφη της,  η φαντασίωση – φαντασία στην οποία εμπλέκεται και ο φανταζόμενος) και στο τέλος, τελευταίες αλλά όχι ασήμαντες, η συνείδηση, δηλαδή η επίγνωση του θανάτου,  και η γλώσσα.

Εάν, φίλες και φίλοι, έχετε κάποιες επιφυλάξεις για τη σειρά, ομολογώ ότι έχω κι εγώ επιφυλάξεις γι αυτά που γράφω.  Για τη θέση πολλών από αυτών των ειδοποιών χαρακτηριστικών δεν είμαι βέβαιος ( π.χ., μήπως η φαντασίωση προηγείται της φαντασίας και της σκέψης; ), για μερικά όμως είμαι – για τη συνείδηση και τη γλώσσα.

Αυτό σημαίνει ότι σκεφτόμασταν πριν εμφανιστεί η γλώσσα – το ότι η εμφάνισή της ενίσχυσε τη σκέψη, και η σκέψη τη γλώσσα, θα πρέπει να το θεωρήσουμε κι αυτό βέβαιο – με την επισήμανση και την διευκρίνηση ότι μεταχειριζόμαστε το επίθετο ‘βέβαιος’ ελαφρά τη καρδία, όχι με  ιδιαίτερη ζέση. Εκείνο που με απασχολεί πολύ τα τελευταία χρόνια είναι η σχέση μεταξύ της συνείδησης, της επίγνωσης του θανάτου,  και της  γλώσσας. Μιλούσαμε όταν μάθαμε ότι θα πεθάνουμε; Ή, μήπως, πρώτα αντιληφθήκαμε ότι θα πεθάνουμε και μετά μιλήσαμε;

Continue reading

σύντομη εισαγωγή στη σουμερική γλώσσα (1): από την οικονομία του Ναού στον ασιατικό τρόπο παραγωγής

φίλες και φίλοι, καλή σας μέρα

Θα αφήσουμε τις άδενδρες στέπες του Πόντου, της σημερινής Ουκρανίας,  και τους (γνωστούς αργότερα ως ινδοευρωπαίους) ποιμένες που αυτή την εποχή, το 5.000 π.Χ.,  ζουν ειρηνικά και δεν αλληλοσφάζονται, μιας και υπάρχουν ακόμα αχανή βοσκοτόπια και μπορούν να επεκταθούν και θα κινηθούμε ανατολικά και νότια – με την υπόσχεση ότι θα επιστρέψουμε.  Θα περάσουμε  την περιοχή του Καυκάσου και μετά από δυο χιλιάδες χρόνια, γύρω στο 4.000 π.Χ.,  θα φτάσουμε στη Μεσοποταμία. Εδώ θα δούμε έναν κόσμο τελείως διαφορετικό. Έναν κόσμο μικρών αγροτικών κοινοτήτων, αυτόνομων και εξισωτικών, που σχετίζονται και συνεργάζονται μεταξύ τους. Εάν μπούμε μέσα σε ένα από αυτά τα χωριά, εκείνο που θα μας κινήσει την περιέργεια θα είναι ένα μεγάλο, σε σύγκριση με τις  χαμηλές και μικρές κατοικίες, κτίριο που δεσπόζει κάπου στο κέντρο.  Πρόκειται για την κοινοτική αποθήκη πρώτων υλών και εργαλείων, που είναι ταυτόχρονα και κοινοτικό εργαστήριο και τόπος περιοδικής συλλογικής κατανάλωσης της τροφής. (Παρόμοιες κοινοτικές αποθήκες τροφίμων  θα συναντήσουμε και στις νεολιθικές αγροτικές κοινότητες της ελλαδικής χερσονήσου – το νότιο μέρος της Βαλκανικής . Θα αφιερώσω ένα σημείωμα για αυτό το θέμα λίαν συντόμως).

Continue reading

από την καταστολή στην εξόντωση

φίλες και φίλοι, καλή σας μέρα

Το βασικό μέλημα, η πυρηνική επιθυμία  του Κυρίου (καπιταλιστή) είναι η αναπαραγωγή και ενίσχυση της (καπιταλιστικής) Κυριαρχίας. Το έσχατο μέσο της αναπαραγωγής αυτής είναι η προσφυγή στην άσκηση φυσικής βίας, η οποία εμφανίζεται με δυο μορφές επειδή δυο είναι οι επιδιωκόμενοι σκοποί του Κυρίου: η υποταγή και η εξόντωση των υποτελών Παραγωγών.

Είναι σαφές ότι ο Κύριος και να θέλει δεν μπορεί να εξοντώσει όλους τους υποτελείς Παραγωγούς. Εάν το έκανε, δεν θα ήταν Κύριος, θα κατέλυε ο ίδιος τη σχέση της Κυριαρχίας. Αυτό που ήθελε και συνεχίζει να θέλει ήταν η εξασφάλιση της υπακοής των υποτελών. Όταν είσαι υπάκουος, όταν εκτελείς τις διαταγές του Κυρίου, είσαι υποταγμένος. Γνωρίζουμε πως εξασφάλιζε και εξασφαλίζει ο Κύριος την υποταγή/υπακοής με δυο τρόπους: την άσκηση βίας και την επιλεκτική παραδειγματική εξόντωση. Η άσκηση βίας εμφανίζεται ιστορικά με τρεις μορφές. Η πρώτη είναι η πρωταρχική βία της εγκαθίδρυσης της σχέσης. Θα αναφέρω ένα παράδειγμα: πως μπορεί ένας προστάτης(νταβατζής) να αναγκάσει μια γυναίκα να γίνει πόρνη; Τη κλείνει σε ένα δωμάτιο, τη δέρνει, τη βιάζει ομαδικά και κατ΄εξακολούθηση, την αφήνει να κοιμάται κοντά στα σκατά της και μια μέρα η γυναίκα λέει το Ο.Κ. Αυτή είναι η βία εγκαθίδρυσης της σχέσης.

Continue reading