αρχαιολογία των καταλήξεων και των παραθημάτων (προσφυμάτων)

φίλες και φίλοι, καλή σας μέρα

ΕΙΜΑΣΤΕ βέβαιοι ότι το ρήμα ειμί (>είμαι), πρώτο πρόσωπο ενικού, οριστικής ενεστώτα,  προήλθε από τη μορφή *εσμί –  ο αστερίσκος είναι ένα σημάδι που δείχνει ότι δεν έχουμε γραπτή μαρτυρία της λέξης: το *εσμί δεν το διαβάζουμε ποτέ, πουθενά. Εικάζουμε ότι ο τύπος *εσμί υπήρξε· ναι, αλλά πώς είμαστε βέβαιοι ότι υπήρξε; Είμαστε βέβαιοι γιατί έχουμε τους τύπους εσσί (β΄ενικού), εστί (γ΄), εσμέν (α΄πληθ.), εστέ (β΄πλ.). Υπάρχουν κι άλλα ρήματα αυτής της δομής: φημί (ισχυρίζομαι), ημί (λέω), είμι (πορεύομαι). Αυτά τα τέσσερα ρήματα ανήκουν στην κατηγορία των αρχαιότερων αρχαίων ελληνικών λέξεων. Εικάζουμε, να μην πω είμαστε βέβαιοι, εγώ είμαι, ότι τα ρήματα αυτά προήλθαν από την ένωση δύο λέξεων, άρα από μία φράση: το *εσμί από τις λέξεις *ες και *μι, το είμι από τις λέξεις *ει και *μι. Το *μι σημαίνει εγώ, το *ες σημαίνει ‘υπάρχω (ως ισχυρός, ως νικητής, όχι γενικά και αόριστα υπάρχω!)’, το *ει (και *ι)  ‘πορεύομαι, πορεία’. Όσο και να σας φανεί παράξενο αυτό το *ι υπάρχει σε μερικές λέξεις της νέας ελληνικής, λόγου χάριν στο εισ-ι-τήριον, αμαξ-ι-τός, προσ-ι-τός!

Continue reading