Ανεβήκαμε στο τρένο μια μέρα του Ιουνίου, του 1969, η μάνα μου, εγώ και ο αδερφός μου. Με δυο μπόγους, ένα μεγάλο και ένα μικρό. Θα πήγαινα στην Έκτη, ο αδερφός μου στην Τετάρτη. Όχι όμως στους Πετράδες – στην Παλιά Πεντέλη, στην Αθήνα. Το τρένο ήταν σχεδόν άδειο αλλά μέχρι τη Ξάνθη είχε γεμίσει, με γυναικόπαιδα και μπόγους. Όλοι για την Αθήνα. Το ανδρικό προλεταριάτο περίμενε.
Μέχρι τους Πετράδες το τρένο είχε περάσει από λίγους σταθμούς, δεν είχε πολύ κόσμο και έκανα μια βόλτα στο βαγόνι, από κουπέ σε κουπέ. Στο διπλανό, είδα δύο ανθρώπους, κάθονταν απέναντι, κοντά στο τζάμι, τόσο παράξενους, τόσο αλλόκοτους, τόσο ήρεμους, τόσο γλυκούς, θα τους θυμάμαι μέχρι να πεθάνω, που μια δύναμη με τράβηξε κοντά τους. Ήταν νεαροί άνδρες, με πολύ μακριά μαλλιά, μεγάλη γενειάδα, δεν θα είχαν τριανταρίσει, με ρούχα παρδαλά και πολύχρωμα, πουκάμισα και σαλβάρια, με πολλά κοσμήματα στα χέρια και στο στήθος. Πήγα και κάθισα κοντά τους. Δεν θα παρεξήγησαν το ερευνητικό και
νόστιμον ήμαρ
There are 2 posts filed in νόστιμον ήμαρ (this is page 1 of 1).