φίλες και φίλοι, καλή σας μέρα
Την άνοιξη του 1987, η εθνική Ελλάδας μπάσκετ ανδρών κατέκτησε το κύπελλο στο πρωτάθλημα εθνικών ομάδων της Ευρώπης. Η συμβολή του ηγέτη, του συντονιστή, του εμψυχωτή της ομάδας Νίκου Γκάλη ήταν μεγάλη. Πριν τον αγώνα, έλεγε στους συμπαίκτες του: μπαίνουμε στο γήπεδο, τους κοιτάμε στα μάτια και με το βλέμμα μας τους λέμε: έχετε χάσει. Και μετά παίζουμε.
Δεν γνωρίζω εάν ο Νίκος Γκάλης είχε ασχοληθεί με τη θεωρία του πολέμου κι αν είχε διαβάσει Σουν Τζου. Πάντως, εάν μπορούσε ο κινέζος θεωρητικός του πολέμου, θα συγχαιρόταν απερίφραστα τον Γκάλη, διότι αυτό που έλεγε στους συμπαίκτες του ήταν η εφαρμογή του δεύτερου κατά σειρά βασικού αξιώματος της διεξαγωγής του πολέμου: πρώτα νικάμε και μετά πολεμάμε. Γνωρίζουμε που οφειλόταν η αποφασιστικότητα και η αυτοπεποίθηση του Γκάλη – στην κατάργηση της βαρύτητας. Όταν οι άλλοι πηδούσαν και έπεφταν, ο Γκάλης έμενε στον αέρα λίγο παραπάνω από τους άλλους. Η άμυνα είχε εκμηδενιστεί, άρα ο εξοβελισμός της ήττας από τους αντιπάλους ήταν ανέφικτη.
Ο Γκάλης δεν θα έλεγε ποτέ στους συμπαίκτες του ‘εάν νικήσουμε, θα σας πάω το βράδυ στα μπουζούκια’. Και με αυτή τη φράση, τρέχω να προλάβω τις παρεξηγήσεις που πιθανόν να δημιουργηθούν λόγω της απόσπασης του τίτλου από τα συμφραζόμενα του βιβλίου του Γιώργου Λιερού για την άμεση δημοκρατία, με το οποίο και θα ασχοληθούμε σήμερα. Ο Λιερός τονίζει (σελ. 33 κ.ε.) την ανωτερότητα και την υπεροχή της άμεσης δημοκρατίας, όπως εφαρμόστηκε στη Πλατεία Συντάγματος με τους ‘αγανακτισμένους’, έναντι του Κράτους να αντιμετωπίσει την οικτρή κατάσταση της παραγωγής, της οικονομίας, της κοινωνίας, κλπ. και γράφει, (οι υπογραμμίσεις με πλάγια και έντονα είναι δικές μου): ‘Εάν το πλήθος στην Ελλάδα έπαιρνε την κατάσταση της χώρας στα χέρια του, μαζί με την άρνηση της πληρωμής του χρέους θα έπρεπε να προχωρήσει σε μια γρήγορη ανασυγκρότηση του παραγωγικού ιστού, θα έπρεπε να εξασφαλίσει την επάρκεια των βασικών αγαθών και να πετύχει σύντομα την αυτάρκεια, τουλάχιστον στα τρόφιμα. . . Το τιτάνιο έργο της ανόρθωσης της παραγωγής δεν μπορεί να επιτευχθεί με διατάγματα. . . Και όμως υπάρχει λύση και μάλιστα έχει δοκιμαστεί στην πλατεία Συντάγματος .’ Και συνεχίζει: ‘ Ας φανταστούμε αυτό τον οργανωτικό ιστό να απλώνεται σε όλες τις πλατείες, να περνάει μέσα από τους χώρους της εκπαίδευσης και του πολιτισμού, να καταλαμβάνει τους χώρους εργασίας. Θα ενεργοποιούνταν εκατοντάδες χιλιάδες αν όχι εκατομμύρια. . . απλοί άνθρωποι θα εμπνέονταν . . . οι νέες τεχνολογίες θα αξιοποιούνταν. . . θα επινοούνταν νέες βελτιώσεις. . . θα ξαναστήναμε στα πόδια της την παραγωγή και θα το κάναμε αποκεντρωμένα, μέσα από μικρές τοπικές αυτοδιαχειριζόμενες μονάδες. . . θα αποτελούσαμε ένα σημαντικό παράδειγμα εκείνου του άλλου κόσμου, ο οποίος όχι μόνο είναι εφικτός αλλά επίσης είναι ήδη εδώ. . . θα ήμασταν μια ‘απελευθερωμένη ζώνη’. . .η ανατροπή του καπιταλισμού σε μια χώρα θα ήταν μεγάλη νίκη. . ‘
Κι άλλα πολλά ‘θα’. Κι επειδή ‘η άμεση δημοκρατία γενικά δεν συνάδει με το γιγαντισμό’ επικαλείται την Χάνα Άρεντ η οποία ‘εκτιμούσε ότι το ”νέο παράδειγμα” στο οποίο ήλπιζε ”έχει πιθανότητες να εμφανιστεί – αν είναι να συμβεί κάτι τέτοιο – σε μια μικρή χώρα” ‘.
Και ο Λιερός συμπληρώνει: Εάν νικήσουμε, οι εκτιμήσεις της θα αποδειχτούν προφητικές.
Αυτό το ‘εάν νικήσουμε’ εγείρει τα παρακάτω ερωτήματα, με την διευκρίνηση ότι το ‘εμείς’ περιλαμβάνει τους υποστηρικτές της άμεσης δημοκρατίας, τους διαδηλωτές και διαμαρτυρόμενους και αγανακτισμένους της Πλατείας Συντάγματος, στους οποίους θα πρέπει να προσθέσουμε κι άλλα εκατομμύρια που θα εμπνέονταν: Θα νικήσουμε; Εάν δεν νικήσουμε; Εάν δεν νικήσουμε, γιατί δεν θα νικήσουμε; Το’εάν θα νικήσουμε’ εκφράζει αβεβαιότητα; Που οφείλεται αυτή η αβεβαιότητα; Στο γεγονός ότι δεν μπορούμε να προεξοφλήσουμε την έκβαση της διαμαρτυρίας, της διαδήλωσης, της διατύπωσης αιτημάτων; Ή μήπως του πολέμου – ποιου πολέμου;
Γνωρίζουμε ότι οι αγανακτισμένοι ηττήθηκαν. Αυτό το ‘εάν νικήσουμε’ υπονοεί ότι τίποτα δεν κρίθηκε ακόμα. Ότι δηλαδή θα επιστρέψουν και ενδέχεται να νικήσουν (‘εάν νικήσουμε’). Ενδέχεται όμως και να μην νικήσουν. Εμείς έχουμε υποστηρίξει ότι δεν έχουν ούτε μία πιθανότητα στο εκατομμύριο να νικήσουν – κάθε φορά που θα εμφανίζονται, θα ηττώνται και θα σκορπίζουν και θα τρέχουν να σωθούν και θα τρώνε ξύλο ανηλεές.
Τι σχέση έχουν όμως αυτές οι εκτιμήσεις και οι προβλέψεις για τη νίκη με την άμεση δημοκρατία και τις απόψεις του Γιώργου Λιερού;