ένας μαλάκας Έλληνας κι ένας μαλάκας Αλβανός

Αρχές Σεπτέμβρη 2001 χτίζω κάπου στην επαρχία μια αποθήκη. Βοηθός μου νεαρός Αλβανός, γύρω στα 25, με δυο μικρά παιδιά. Τη τρίτη μέρα με λέει, μάστορα, δουλεύουμε τρεις μέρες και δεν με έχεις βρίσει ακόμα. Τον λέω, δεν θα με λες μάστορα, θα με λες μαλάκα Έλληνα, κι εγώ θα σε λέω μαλάκα Αλβανό, δέχεσαι; Εντάξει, με λέει. Γιατί να σε βρίσω, ρε μαλάκα Αλβανέ; Και τούβλα με φέρνεις, και λάσπη με φέρνεις, ποτέ δεν έχω ξεμείνει, δουλεύεις, δεν παίζεις. Ρε μαλάκα Έλληνα, με λέει, είσαι πολύ ωραίος.
Μετά από λίγες μέρες, είμαι στη στέγη. Με λέει, θα μπω στο διπλανό χτήμα να κόψω σταφύλια για τα παιδιά, κοίτα μην έρχεται κανένας.
Μετά από δυο μέρες, τον βλέπω πολύ στεναχωρημένο. Τι έχεις, ρε μαλάκα Αλβανέ; τον ρωτάω. Με λέει, έχασα δύο εκατομμύρια στο χρηματιστήριο. Καλά να πάθεις, τον λέω. Ρε μαλάκα Αλβανέ, αγοράζω φτηνά τις μετοχές και τις πουλάω ακριβά και κερδίζω. Εσύ τώρα σε ποιον θα τις πουλήσεις αυτές που αγόρασες, στ΄ αρχίδια μου τα φτωχά τα παραπεταμένα;
Την τελευταία μέρα μ΄ αγκάλιασε, βούρκωσε. Θα με θυμάται σε όλη του τη ζωή. Κι εγώ.
Γυρίζω σπίτι, ανοίγω τηλεόραση, χωρίς φωνή μην ενοχλήσω, και το κανάλι δείχνει μια αμερικάνικη χαζοταινία καταστροφής – ένα αεροπλάνο πέφτει πάνω σε ένα ουρανοξύστη, ένα άλλο σε έναν άλλον, και οι δύο μετά από λίγο γίνονται ερείπια και σκόνη. Αλλάζω κανάλι, η ίδια ταινία. Όλα τα κανάλια, την ίδια ταινία.
Ήταν 11 Σεπτεμβρίου 2001.

τρεις ανεπανόρθωτες εγκεφαλικές βλάβες

Τρεις ανεπανόρθωτες εγκεφαλικές βλάβες με έχουν κάνει τον πιο αποτυχημένο, τον πιο δυστυχισμένο και τον πιο κοσμοξεφτιλισμένο: η πρώτη έγινε όταν ήμουν παιδί: ο παππούς μου έκανε ταυτόχρονα καμιά δεκαριά δουλειές, γιατί δεν μπορούσε πολλή ώρα μόνο μία: έτσι, μου είναι αδύνατον να ασκήσω επάγγελμα, να προσφέρω στην κοινωνία:σας ζητώ συγγνώμη.
η δεύτερη συνέβη όταν στην εφηβεία αποφάσισα ότι εγώ μεροκάματο πάνω από έξι μήνες τον χρόνο δεν δουλεύω. Μην ξεχνάτε ότι έτσι μεγάλωσα και μεγαλώνω δύο παιδιά, εντάξει. Εάν νομίζετε ότι σας έριξα, δουλεύοντας μόνο έξι μήνες ενώ εσείς έντεκα ή δεκατρείς, σας ζητώ συγγνώμη.
η τρίτη συνέβη πριν πέντε χρόνια, στα πενήντα τέσσερα: εγώ μεροκάματο δεν ξαναδουλεύω. Δεν ξέρω τι θα κάνω – αν και ξέρω πολύ καλά τι κάνω, όπως γνωρίζετε, μερικοί και μερικές.


λοιπόν, όχι επάγγελμα, όχι πάνω από έξι μήνες το χρόνο, μετά τα πενήντα πέντε θα με φροντίσει η κοινωνία γιατί πέρασα τη ζωή μου φροντίζοντάς την.
Εκτός κι αν θέλετε να πολεμήσετε. Εμείς θέλουμε.

Θέλετε;

fb 3

Έχω δύο φίλους που φροντίζουν τους γέρους γονείς τους. Ο ένας τον κατάκοιτο πατέρα του, οικοδόμος, σοβατζής, ο άλλος την καρκινοπαθή μητέρα του. Έχω φάει και έχω πιει και με τους δύο. Με συμπαθούν και τους συμπαθώ, τουλάχιστον. Χαίρομαι πολύ όταν τους βλέπω. Με τον πρώτο έχουμε φροντίσει μαζί τον πατέρα του, με τον δεύτερο όχι. Η φροντίδα τους είναι συγκινητική, μα την Παναγία!
Δεν έχει σημασία εάν τους γέρους μας τους φροντίσουμε εμείς ή άλλοι. Αρκεί να φροντίσουμε ότι κάποιοι θα τους φροντίσουν. Καλύτερα στο γηροκομείο παρά στο σπίτι μόνος, είναι σαφές! Καλύτερα ένα ζευγάρι Πακιστανών παρά μόνοι τους. Κανείς δεν θέλει να γίνει βάρος στους άλλους και θα ήθελα να με φροντίσουν ξένοι παρά τα παιδιά μου, ας κάνουν κάτι άλλο. Με τη σειρά τους θα φροντίσουν κι αυτά και δεν θα έχουν κανένα πρόβλημα γιατί τη ζουν και την μαθαίνουν την φροντίδα κάθε μέρα.

Continue reading

fb 2

από πέντε χρονών ξυπνάω ώρες πολλές πριν ξημερώσει· βιάζομαι, θέλω να ξημερώσει· τη πρώτη φορά για να δω αν φύτρωσαν τα κουκιά που φύτεψα με τη μάνα μου· ηλεκτρικό δεν είχαμε και περίμενα, σκεφτόμουν, τι άλλο να έκανα; Μετά από πολλές, πολλές μέρες, είδα μέσα από το χώμα ένα μικρό, μικρό φιλαράκι! Μετά ξυπνούσα για να πάω στο σχολείο, να μην αργήσω· μετά να πάω στην οικοδομή να δουλέψω· μετά να διαβάσω, μετά να γράψω.
Κάθε πρωί ξυπνάω με την ίδια λαχτάρα να δω το μικρό, μικρό φιλαράκι να βγαίνει μέσα από το χώμα.
Βιάζομαι, θέλω να ξημερώσει.

fb 1

Όταν ακολούθησα το δρόμο της μεγαλομανίας, της ματαιοδοξίας, της φιλοδοξίας, της παράνοιας με λίγα λόγια, βρήκα απόγνωση, κακία, περιφρόνηση, τρόμο, μοναξιά, δυστυχία, φθόνο, λύπη, στενοχώρια, βλακεία, κακή καταστροφή.
Όταν ακολούθησα το δρόμο της φροντίδας, βρήκα φροντίδα, παρέα, αναγνώριση, έμπνευση, εξυπνάδα, δημιουργία, καλή καταστροφή.
Μέχρι τώρα, άλλο δρόμο δεν βρήκα.
Απομένει μόνο ένας αλλά αυτός είναι ο τελευταίος.