‘συζητώντας με τα παιδιά μου για τον κομμουνισμό’

φίλες και φίλοι, καλή σας μέρα

Κατά τη διάρκεια των επόμενων μηνών της α(ν)εργίας, σκοπεύω να ολοκληρώσω δυο βιβλιαράκια, και τα δυο σχετικά με τον κομμουνισμό. Στο ένα, ‘εμμενής κομμουνισμός’, θα εκθέσω τις απόψεις μου για την εμμένεια του κομμουνισμού, για τον κομμουνισμό του παρελθόντος, του παρόντος, του μέλλοντος, για τη σχέση Κυριαρχίας και Κομμουνισμού. Στο άλλο, ‘συζητώντας με τα παιδιά μου για τον κομμουνισμό’,  θα εκθέσω τις συζητήσεις που γίνονται κατά καιρούς με τα παιδιά μου για τον κομμουνισμό.

Continue reading

κομμουνιστικοποίηση (sic): θα αναγκαστεί, θα μπορέσει όμως;

φίλες και φίλοι, καλή σας μέρα

Πολύ θα ήθελα να ήμουν αύριο, Σάββατο 3/12/2011 στην Αθήνα, στις 8 , στο Αυτόνομο Στέκι (Ζωοδόχου Πηγής 95-97 και Ισαύρων), να παραβρεθώ στη συζήτηση που διοργανώνεται για την κομμουνιστικοποίηση, με αφορμή την κυκλοφορία στην Ελλάδα της έντυπης αγγλικής έκδοσης του περιοδικού SIC και την παρουσίασή του από τους φίλους και τις φίλες του περιοδικού blaumachen και συντρόφους από τη Γαλλία.

Continue reading

για το σβήσιμο της τιμής στα δώρα: η αυτοκρατορία (κατάρα, συμφορά) της σύγκρισης και της μετρήσιμης ανταλλαγής

φίλες κια φίλοι, καλή σας μέρα

Πολλές αντιλήψεις, συμπεριφορές, πρακτικές, αξίες, τρόποι σκέψης τα θεωρούμε ως φυσικά, φυσιολογικά δηλαδή, αυτονόητα, αυθύπαρκτα, αλλά δεν είναι. Οπότε, απαιτείται τεράστια ψυχοσυναισθηματικοπνευματική προσπάθεια για να μην σκεφτόμαστε, αντιδρούμε με τον καθιερωμένο και κληρονομημένο τρόπο, ο οποίος έχει διαμορφωθεί προ πολλών χιλιετιών και ήταν το αποτέλεσμα επίσης μιας μακροχρόνιας διαδικασίας. Αυτή η τεράστια προσπάθεια που εννοώ δεν είναι άλλη από μια συνειδητή και επώδυνη αναδόμηση του εγκεφάλου, του συναισθήματος και της ψυχής μας.

Σήμερα θα εξετάσουμε πως η σύγκριση και η μετρήσιμη ανταλλαγή έχει αποικίσει την ύπαρξή μας. Είναι πολύ δύσκολο να δούμε τον κόσμο με όρους μη σύγκρισης και μη μετρήσιμης ανταλλαγής. Και να που αναφύεται η πρώτη δυσκολία: η γλώσσα. Πως να διατυπώσω τη μη-σύγκριση, την απουσία σύγκρισης; Παρ΄όλους όμως τους περιορισμούς και τις δυσκολίες, δεν είναι ακατόρθωτο να δούμε τον κόσμο με άλλα μάτια, με άλλο βλέμμα. Και είναι απαραίτητο τόσο για τη δική μας υγεία όσο και την εγκαθίδρυση μιας οργάνωσης της κοινωνίας που θα κινείται πέραν της ανταλλαγής και της σύγκρισης. Εκθέτω τους συλλογισμούς μου ευθύς αμέσως.

Continue reading

για τον κομμουνισμό του παρελθόντος: κομμουνισμός και ανθρωπογένεση/κοινωνιογένεση

φίλες και φίλοι, καλή σας μέρα

Μέχρι πρό τινος, οι άνθρωποι πίστευαν ότι η Γη είναι επίπεδη και ακίνητη και ότι ο ήλιος γυρίζει γύρω από αυτήν. Αλλά η Γη ούτε ακίνητη ήταν, ούτε επίπεδη, ούτε το κέντρο του σύμπαντος. Πριν οι θεραπευτικές γνώσεις και πρακτικές συγκροτηθούν σε επιστήμη, υπήρχε ιατρική – και θεραπείες και φάρμακα. Πριν ανακαλύψουμε τα μικρόβια, αυτά υπήρχαν κι ας μην τα βλέπαμε. Πριν μιλήσουν κάποιοι για τον κομμουνισμό, υπήρχε κομμουνισμός. Όταν εμφανίστηκε για πρώτη φορά η λέξη κομμουνιστής, τον 19ο αιώνα στη Γαλλία, δήλωνε τον υποστηρικτή της κοινοχρησίας του παρόντος, όχι τον οπαδό/πιστό  ενός οράματος μιας μελλοντικής κομμουνιστικής κοινωνίας.

Continue reading

κοινοτικές αποθήκες της νεολιθικής εποχής στην ελλαδική χερσόνησο

φίλες και φίλοι, καλή σας μέρα

Σήμερα θα ασχοληθούμε με έναν θεσμό του κομμουνισμού του παρελθόντος – τις κοινοτικές αποθήκες των νεολιθικών αγροτικών κοινοτήτων της ελλαδικής χερσονήσου. Οι νεολιθικές κοινωνίες της Ανατολίας (Μικράς Ασίας), της βαλκανικής και ελλαδικής χερσονήσου ήταν ακραιφνείς κομμουνιστικές κοινωνίες οι οποίες παρουσιάζουν πολύ μεγάλο ενδιαφέρον. Το υπό εξέταση ζήτημα δεν μας ενδιαφέρει μόνο από κομμουνιστικής έποψης αλλά έχει κι άλλες προεκτάσεις. Από τις κοινοτικές αποθήκες της Εγγύς Ανατολής προέκυψε η οικονομία του Ναού και από τον Ναό, η ανατολική εκδοχή της εμφάνισης του Κράτους, όπως έχουμε δει στα πρώτα σημειώματα για τη σουμερική γλώσσα και λογοτεχνία. Στις κοινοτικές αποθήκες-Ναούς  επινοήθηκε η γραφή. Το μυκηναϊκό ανάκτορο, το διοικητικό κέντρο (Κράτος) των μυκηναϊκών βασιλείων,  προέρχεται από τις κοινοτικές αποθήκες των κοινοτήτων της πρωτοελλαδικής εποχής του χαλκού (3.000- 2.000 π. Χ.).

Όταν λέμε νεολιθική εποχή της ελλαδικής χερσονήσου εννοούμε την εποχή μεταξύ του 6.000-3.000 π. Χ. Την  εποχή αυτή, όλη σχεδόν η ελλαδική χερσόνησος είναι διάσπαρτη με μικρές αγροτικές κοινότητες, οι οποίες, χωρίς καμιά αμφιβολία,  αγνοούν το εμπόρευμα, το χρήμα και την αγορά. Όλα τα υλικά κατάλοιπα που έχουν ανακαλυφτεί δείχνουν ότι οι άνθρωποι που τα έφτιαξαν δεν είχαν καμιά μα καμιά απολύτως ιδέα και αίσθηση περί κέρδους  και μέτρησης του χρόνου: ακόμα και τα πιο ταπεινά αντικείμενα είναι έργα τέχνης.

Μπαίνω χωρίς περιστροφές στο θέμα μου. Στο κέντρο, ή εκεί κοντά, όλων  σχεδόν των νεολιθικών αγροτικών κοινοτήτων της εποχής και της περιοχής που εξετάζουμε, υπάρχει ένα   μεγάλο κτίριο (αργότερα και δύο), το οποίο διακρίνεται σαφέστατα από τα συμπλέγματα κατοικιών των δύο ή τριών πολύ μικρών δωματίων. Τι ήταν αυτό το μεγάλο κτίριο; Η απάντηση που έδωσαν οι αρχαιολόγοι δείχνει γι’ άλλη μια φορά την ιδεολογική λειτουργία της επιστήμης, της αρχαιολογίας  στην περίπτωσή μας. Δείχνει πως ο τρόπος που βλέπουμε τις ανακαλύψεις μας προσδιορίζεται από τις αξίες μας. Για τους αρχαιολόγους λοιπόν, που ήταν ακαδημαϊκοί, καθηγητές Πανεπιστημίων, κρατικοί υπάλληλοι, φορείς της αστικής ιδεολογίας, το κτίριο αυτό ήταν

ή κέντρο του τοπικού άρχοντα (Κράτος)

ή τόπος εμπορίου (οικονομία)

ή κέντρο λατρείας (θρησκεία)

Κράτος, Οικονομία, θρησκεία: αυτά είχαν στο κεφάλι τους, αυτά είδαν. Φίλες και φίλοι, δεν ήταν τίποτα από αυτά. Βέβαια, θα ρωτήσετε. Μήπως κι εσύ δεν κάνεις το ίδιο; Δεν βλέπεις αυτά τα μεγάλα κτίρια ως κοινοτικές αποθήκες επειδή μέσα στη γκλάβα σου έχεις τον κομμουνισμό; Θα σας απαντήσω. Τις  τελευταίες δεκαετίες, έχει αρχίσει μια αναθεώρηση αυτών των απαντήσεων, μια αναθεώρηση την οποία αν θεωρούσαμε δειλή θα ήμασταν πολύ επιεικείς. Κι έχει αρχίσει διότι οι νεώτεροι αρχαιολόγοι αντιλήφθηκαν ότι οι απαντήσεις που έχουν δοθεί ανάγονται στο επίπεδο της αυθαιρεσίας. Οι απαντήσεις αυτές είναι παντελώς ασύμβατες με τα ευρήματα, έρχονται σε κατάφωρη αντίφαση με αυτά. Η άποψη ότι τα μεγάλα αυτά κτίρια ήταν κοινοτικές αποθήκες, κοινοτικά εργαστήρια και τόποι συλλογικής διαβίωσης ερμηνεύουν με πολύ ικανοποιητικό τρόπο  όλα τα ευρήματα και είχε διατυπωθεί παράλληλα με τις κυρίαρχες.

Continue reading

η κοινοτική βιβλιοθήκη είναι κοινοτική αποθήκη

φίλες και φίλοι, γεια σας και χαρά σας

Απεχθάνομαι τον φθόνο και τις παρεξηγήσεις. Αν και ο φθόνος είναι ακαταμάχητος, το μόνο που μπορούμε να κάνουμε για να τον αντιμετωπίσουμε είναι η ελευθερία πνεύματος. Μιας όμως και η ελευθερία είναι εξάρτηση (και η ισότητα, αλληλεγγύη), η ελευθερία πνεύματος είναι εξάρτηση πνεύματος, δηλαδή, η παραγωγή της όποιας γνώσης δεν είναι ούτε προσωπική υπόθεση, αφού εγώ είμαι οι άλλοι, ούτε ομαδική αλλά δια-ομαδική, κοινοτική, διακοινοτική. Για τις παρεξηγήσεις όμως μπορούμε να κάνουμε πολλά: να εξηγηθούμε, να εξηγήσουμε, να διευκρινίσουμε, να μάθουμε, να αναθεωρήσουμε και άλλα πολλά.

Τα λέω όλα αυτά διότι η άποψή μου για τον εμμενή κομμουνισμό και την ιστορικότητά του, τον κομμουνισμό του παρόντος και του παρελθόντος,  αντιμετωπίζεται λίαν επιεικώς με χλεύη, με σαρκασμό, με περιφρόνηση, με αδιαφορία. Δεν με ενοχλεί, θα το έχετε αντιληφτεί. Και δεν με ενοχλεί για δυο λόγους.  Με ενθαρρύνει, πρώτον,  το γεγονός ότι οι άνδρες και οι γυναίκες που ασχολούνται και προβληματίζονται με ειλικρίνεια για τον κομμουνισμό δεν αντιμετωπίζουν ποτέ με χλεύη και αδιαφορία την οποιαδήποτε άποψη για αυτό το ζήτημα. Και, δεύτερον, με ενθαρρύνει το γεγονός ότι τους τελευταίους μήνες έχει αρχίσει μια συζήτηση για τον κομμουνισμό, μεταξύ των άλλων, μια συζήτηση που  θα διαρκέσει πολλά χρόνια, θα ενταθεί, θα επεκταθεί και θα μας δώσει πολλούς, νόστιμους και γλυκούς καρπούς, είμαι κάτι παραπάνω από βέβαιος. Η ίδια αυτή η συζήτηση είναι μια κομμουνιστικότητα, ένας κομμουνιστικός θεσμός του παρόντος. Προτίθεμαι να γράψω ένα κείμενο που θα φέρει τον τίτλο ‘κομμουνιστικοποίηση ή διεύρυνση του κομμουνισμού;‘ για να εξετάσω τις δυο αυτές απόψεις και να επισημάνω τα σημεία σύγκλισης και απόκλισης που πιθανόν να εμφανίζουν. Πριν όμως το κάνω, θα ήθελα να παραθέσω κάποια βασικά σημεία της άποψής μου, ούτως ώστε η συζήτηση και η παράθεση των επιχειρημάτων να αποφύγει τις άκαιρες διευκρινίσεις, τις επικαλύψεις, τις ασάφειες, τις παρερμηνείες.

Χτες έθιξα ακροθιγώς το ζήτημα της κοινοτικής αποθήκης. Επανέρχομαι σήμερα, και θα επανέλθω και στο μέλλον, διότι η  κοινοτική αποθήκη είναι μία από τις πολλές όψεις του εμμενούς κομμουνισμού. Ένα πολύ χαρακτηριστικό παράδειγμα κοινοτικής αποθήκης είναι η κοινοτική (δημόσια, δημοτική, εθνική, κοινόχρηστη) βιβλιοθήκη. Η κοινοτική βιβλιοθήκη είναι αποθήκη βιβλίων. Τι είναι όμως μια αποθήκη; Ένα βιβλιοπωλείο είναι μια αποθήκη; Το σούπερ μάρκετ είναι αποθήκη; Τα εμπορικά καταστήματα είναι αποθήκες; Ένα τεράστιο εμπορικό κέντρο είναι μια τεράστια αποθήκη; Τι θα τις κάνουμε όλες αυτές τις αποθήκες;

Πριν απαντήσουμε ας υπογραμμίσουμε το εξής: η ιδιοκτησία χωρίς ιδιοχρησία είναι δυνάμει κοινοκτησία και, επομένως, κοινοχρησία. Οπότε, μας επιτρέπεται να εξετάσουμε τους συνδυασμούς χρήσης και κτήσης.

Continue reading

η ντομάτα, το ψωμί, το ρουλεμάν: κομμουνιστική κλιμάκωση της εργασίας και της αυτάρκειας

φίλες και φίλοι, καλή σας μέρα

Διαβάζω στο κείμενο του Bruno Astarian ‘Δραστηριότητα Κρίσης και Κομμουνιστικοποίηση’ (www.blaumachen.gr) τα εξής: ‘Κατά την κομμουνιστική επανάσταση . . . το προϊόν θα είναι ιδιάζον: θα αντιστοιχεί σε ανάγκες που έχουν εκφραστεί προσωπικά (από τους άμεσους εκείνη τη στιγμή παραγωγούς ή από άλλους) και ότι η ικανοποίηση της ανάγκης δε θα διαχωρίζεται από την παραγωγική πράξη.’ Αν και με το άρθρο αυτό θα ασχοληθούμε διεξοδικά σε ένα μελλοντικό σημείωμα, σήμερα θα εξετάσω την παραπάνω σκέψη του συντάκτη που με έχει βάλει σε πολλές σκέψεις.

Δεν νομίζω ότι θα αδικήσω τον Bruno, εάν αποδώσω αυτά που γράφει με τον δικό μου τρόπο: εάν χρειαστώ ένα ρουλεμάν, το παράγω και κάνω τη δουλειά μου. Τώρα, στον καπιταλισμό, τι κάνω; Πάω και το αγοράζω. Το ρουλεμάν είναι ένα εμπόρευμα. Σε μια κομμουνιστική όμως κοινωνία που το ρουλεμάν δεν θα είναι εμπόρευμα να πάω να το αγοράσω, που θα βρω ένα να βάλω στο καροτσάκι που χρησιμοποιώ στον κήπο μου; Σε μια κομμουνιστική κοινωνία δεν θα υπάρχει καταμερισμός της εργασίας (επαγγέλματα), δεν θα υπάρχουν εμπορεύματα (χρήμα), δεν θα υπάρχει καταναγκαστική εργασία, δεν θα υπάρχει εργασία με το ρολόι στον τοίχο. Που θα βρώ ρουλεμάν;

Η απάντηση του Bruno είναι σαφής. Εγώ όμως εδώ στην Αλεξανδρούπολη, τι θα κάνω; Που θα βρω ένα εργοστάσιο που παράγει ρουλεμάν να πάω να φτιάξω ένα; Θα μπορέσω μόνος μου; Που βρίσκεται το κοντινότερο εργοστάσιο να πάρω το τρένο να πάω; Στη Ρουμανία, στην Ιταλία, στη Γερμανία; Και θα πάω για ένα ρουλεμάν στη Γερμανία, θα υποστώ τέτοια ταλαιπωρία; Ο Bruno όμως παρατηρεί: ‘Οι προλετάριοι κάνουν την επανάσταση για να ζήσουν καλύτερα, όχι για ένα ιδανικό’.

Εάν, Bruno, χρειαστώ ένα παντελόνι; Θα πάω στο ραφείο να ράψω ένα

Continue reading

εγώ είμαι οι άλλοι: η παρέα είναι οργάνωση, η ομάδα είναι οργάνωση, η κοινωνία είναι οργάνωση

φίλες και φίλοι, καλή σας μέρα

Μου διαφεύγει το όνομα του αμερικάνου δισεκατομμυριούχου και υπουργού που δήλωσε ότι υπάρχει ταξική πάλη και είμαστε εμείς που πάντα νικάμε. Η φράση αυτή μας αναγκάζει να δεχτούμε ότι η κοινωνική (και όχι μόνο) πραγματικότητα καταγράφει ένα συσχετισμό Ισχύος μεταξύ του Κυρίου και των υποτελών Παραγωγών, ότι όλα τα κοινωνικά (άρα και προσωπικά) προβλήματα που αντιμετωπίζουμε είναι αποτέλεσμα της ήττας. (Σε ένα μελλοντικό σημείωμα θα δούμε ότι η λέξη ‘πραγματικότητα’ σημαίνει ‘αρπακτικότητα’, μιας και η αρχική σημασία του ρήματος πράττω ήταν ‘αρπάζω κατόπιν εισβολής, επιδρομής’).

Η παραπάνω διαπίστωση του Κυρίου μας παροτρύνει να κάνουμε και άλλες σκέψεις. Μας προτρέπει να αναρωτηθούμε, πως τα καταφέρνει και νικάει πάντα ο Κύριος; Εάν νικάει πάντα, θα νικάει και για πάντα; Νικάει επειδή είναι πανίσχυρος; Εάν συμβαίνει κάτι τέτοιο, τότε κάθε εξέγερση και επανάσταση είναι μάταιη. Γιατί όμως οι υποτελείς εξεγείρονται και επαναστατούν; Διότι έχουν αυταπάτες;

Υποστηρίζουμε ότι οι υποτελείς Παραγωγοί είναι οντολογικά και θεωρητικά πιο ισχυροί από τον Κύριο, διότι αυτός είναι εξαρτημένος από τους Παραγωγούς του κοινωνικού πλούτου: ο Κύριος είναι ένας ένοπλος ζητιάνος. Την εξάρτηση αυτή, την αδυναμία αυτή, την ξεπερνάει με τη βία, με τα ισχυρότερα όπλα που διαθέτει. Ο Κύριος είναι ένας πανίσχυρος αδύναμος, οι Παραγωγοί είναι αδύναμοι πανίσχυροι.

Ο Κύριος νικάει επειδή αναδεικνύεται νικητής στον κοινωνικό πόλεμο. Ο Κύριος αναγνωρίζει ότι αυτός ο πόλεμος υπάρχει – το δήλωσε και ο Παπανδρέου: είμαστε σε πόλεμο. Νικάει μόνο επειδή έχει εξασφαλίσει οπλική υπεροχή; Όχι, κατά κανένα τρόπο. Νικάει επειδή μπορεί και εκφοβίζει τους υποτελείς, τους απομονώνει, τους εξαπατά (τους πείθει, τους αποβλακώνει). Δηλαδή, ο Κύριος γνωρίζει πως να πολεμάει. Για να ηττώνται οι υποτελείς Παραγωγοί σημαίνει ότι δεν γνωρίζουν να πολεμούν. Ο εκφοβισμός του αντιπάλου είναι προϋπόθεση της νίκης σε έναν πόλεμο. Μια άλλη προϋπόθεση είναι και η εξαπάτηση. Μια άλλη προϋπόθεση είναι η διάλυση του στρατού του αντιπάλου. Βέβαια, οι Παραγωγοί δεν έχουν στρατό για να τους τον διαλύσει. Αλλά και δεν μπορούν να συμπήξουν στρατό διότι ο Κύριος έχει προνοήσει να μην μπορούν: ενισχύει τον ανταγωνισμό μεταξύ των υποτελών, τον κτητικό ατομικισμό, τον εγωισμό.

Continue reading

μαγείρεμα και εμμενής κομμουνισμός

φίλες και φίλοι, καλή σας μέρα

Εάν μόνο ο άνθρωπος γνωρίζει ότι θα πεθάνει και μόνο ο άνθρωπος μαγειρεύει, τότε οφείλουμε να αναρωτηθούμε εάν το μαγείρεμα, ο εμπλουτισμός της διατροφής, συνέβαλε στην επίγνωση του θανάτου. Αυτή η πιθανή καταγωγική σχέση ίσως να μην είναι η μόνη πτυχή της αλληλοσυσχέτισης μεταξύ αυτών των ειδοποιών χαρακτηριστικών του ανθρώπου: εάν προσθέσουμε και τον έρωτα, την απώλεια του οίστρου στα θηλυκά, τότε το πεδίο της έρευνας διευρύνεται. Και εάν υπάρχει μια αδιαμφισβήτητη σχέση μεταξύ κομμουνισμού και θανάτου ως κοινής μοίρας του ανθρώπου (ανθρωπολογικός κομμουνισμός), τότε θα ήταν αμέλεια να αδιαφορήσουμε για τα στοιχεία του κομμουνισμού που ενυπάρχουν στον έρωτα και στο μαγείρεμα. Για τη σχέση έρωτα και κομμουνισμού θα ασχοληθούμε στο μέλλον, και δεν εννοώ μόνο το ζήτημα της παρτούζας, του ομαδικού έρωτα, των οργίων αλλά και της πολυγαμίας – σήμερα θα καταπιαστούμε να εντοπίσουμε τις κομμουνιστικές πλευρές της πρακτικής του μαγειρέματος.

Θα στρέψουμε το βλέμμα μας στις σημερινές πρακτικές του μαγειρέματος, θα προσπαθήσουμε δηλαδή να εντοπίσουμε πως εμφανίζεται ιστορικά στις ποικίλες πρακτικές του μαγειρέματος ο εμμενής κομμουνισμός, δηλαδή ο κομμουνισμός του παρόντος στο μαγείρεμα.

Ας διατυπώσουμε καταρχήν  δυο υποθέσεις εργασίας. Βγαίνω έξω να φάω μόνος μου, βγαίνω έξω να φάω με παρέα. Ας δούμε τι επιλογές έχουμε. Βλέπω ένα εστιατόριο άδειο και ένα γεμάτο – με τον όρο ‘εστιατόριο’ εννοώ κάθε χώρο συλλογικής εστίασης. Που θα πάω να φάω; Στο άδειο. Βλέπω δυο εστιατόρια γεμάτα, το ένα με μοναχικούς, το άλλο με παρέες. Που θα πάω; Σε αυτό με τους μοναχικούς. Βγαίνω έξω με παρέα. Βλέπουμε ένα εστιατόριο άδειο ή με ελάχιστο κόσμο, κι ένα γεμάτο. Που θα πάμε; Στο γεμάτο. Βλέπουμε ένα εστιατόριο γεμάτο με μοναχικούς κι ένα με παρέες. Ποιο θα επιλέξουμε; Το γεμάτο με παρέες. Γιατί θα κάνουμε αυτές τις επιλογές;

Continue reading

τα λιοτρίβια, τα καζάνια, ο (εμμενής) κομμουνισμός του παρόντος

φίλες και φίλοι, καλή σας μέρα

Ιανουάριος, 1984. Μαζεύω πορτοκάλια στη Μαγούλα της Σπάρτης με άλλους τέσσερις, ένα ζευγάρι από την Ισπανία κι ένα από την Ιταλία. ‘Ηλιος με δόντια. Τα φύλλα της πορτοκαλιάς γεμάτα δροσιά. Κάθε που έκοβες ένα πορτοκάλι, το νερό έμπαινε μέσα στο μανίκι και έπαιρνε την κατηφόρα. Παπούτσια τρύπια, κάλτσες τρύπες, μούσκεμα. Κατά το μεσημεράκι, πάνω και πίσω από ένα ψηλό τοίχο γειτονικού κτήματος ξεπροβάλλει ένας τριαντάρης, φρικιό της περιοχής,  και μου κάνει νόημα να πλησιάσω. Μου δίνει πέντε μεγάλες φέτες ψωμί, ψημένες στα κάρβουνα, με λάδι, αλάτι και ρίγανη. Με ρωτάει ένα θέλουμε να πάμε να τον βρούμε μόλις τελειώσουμε τη δουλειά. Πήγαμε. Ήταν ένα λιοτρίβι από τα παλιά. Με το γάιδαρο να κάνει κύκλους και να πολτοποιεί τις ελιές, τον Σάκη κι άλλον έναν να παίρνουν τον πολτό και να τον τοποθετούν ανάμεσα σε ψάθες. Οι ψάθες αυτές πιέζονταν από ένα μηχανισμό και το λάδι έρρεε μέσα σε ένα μεγάλο δοχείο.

Δεν θα ξεχάσω ποτέ μου ούτε τον Σάκη, ούτε τη ψημένη φέτα με το φρέσκο λάδι και την αλατορίγανη. Πλακωθήκαμε στο ψημένο ψωμί και την αλατορίγανη. ΄Ηρθαν άλλοι δύο, έφεραν κρασί, ήπιαμε τα γάρα μας, δυο δούλευαν, κάνοντας μεγάλα διαλείμματα μέχρι να πιεστεί ο πολτός της ελιάς, οι άλλοι τους έκαναν παρέα,  βοηθήσαμε όλοι να βγάλουμε τις ψάθες και να τις καθαρίσουμε,  κι όλοι και όλες μαζί γλεντούσταμε, συζητούσαμε, γελούσαμε.

Κάθε χρόνο πάω σε ένα καζάνι κοντά στο χωριό μου για να βγάλω το τσίπουρο. Πέρυσι, έφτασα σε ώρα γλεντιού. Ψήνανε και τρώγανε. Κόσμος πάει κι έρχεται. Τρώει, πίνει, φεύγει. Κάποια στιγμή, σκάνε μύτη τρείς γύφτοι με νταούλια και ζουρνάδες. Τα τσίπουρα βράζουν. Κάπου-κάπου σηκώνεσαι να δεις εάν η φωτιά θέλει ξύλα. Βάζεις ένα, θα σηκωθείς μετά από μισή ώρα. Παίζουν τα δικά τους, τους ζητάμε να παίξουν ένα ζωναράδικο:

Σ’ αυτό τ΄αλώνι, Ελένη μου

σ’ αυτό τ’ αλώνι το φαρδύ

σ’ αυτό τ’ αλώνι το φαρδύ

τρανός  χουρός που γένητι

τρανός  χουρός που γένητι

σ’ αυτό τ’ αλώνι το φαρδύ. . .

Continue reading