το αυτοκίνητο δεν είναι αμάξι, car, vehicle, Wagen – δεν είναι όχημα: τι είναι;

βλήμα, ε βλήμα! (νεοελληνική βρισιά)

φίλες και φίλοι, καλή σας μέρα

ΟΤΑΝ εμφανίστηκαν τα πρώτα αυτοκίνητα στους δρόμους των πόλεων της Ευρώπης και της Αμερικής, στα τέλη του 19ου και αρχές του 20ού αιώνα, οι άνθρωποι βρέθηκαν σε αμηχανία: πώς να το ονομάσουν αυτό το καινοφανές μεταφορικό μέσο; Τα πρώτα αυτοκίνητα ήταν άμαξες από τις οποίες είχαν αφαιρεθεί τα ζώα και είχε προστεθεί μια κινητήρια μηχανή. Οι άμαξες ήταν οχήματα –  όχημα είναι ένα δίτροχο ή τετράτροχο μεταφορικό μέσο που το έλκουν, το σύρουν άλογα ή αγελάδες. Εάν ένα μεταφορικό μέσο δεν σύρεται από ζώα, τότε δεν είναι όχημα, κυριολεκτικά μιλώντας. Παρ΄όλο που δεν ήταν όχημα και επειδή δεν υπήρχε κάποια λέξη, κάποιο σημαίνον, που να αναφέρεται στο νέο σημαινόμενο, στο αυτοκίνητο, οι άνθρωποι χρησιμοποίησαν τις υπάρχουσες λέξεις: car, vehicle, Wagen, αμάξι. Ονοματίζοντάς το όμως με αυτόν τον τρόπο, το έβλεπαν και το εξελάμβαναν ως όχημα. Και συνεχίζουμε να το εκλαμβάνουμε ως όχημα. Όποιο λεξικό κι αν ανοίξουμε, οποιασδήποτε γλώσσας, θα διαβάσουμε ότι το αυτοκίνητο είναι όχημα. Προφανώς η λέξη όχημα διευρύνθηκε σημασιολογικά και αναφέρεται σε μεταφορικά μέσα που δεν είναι οχήματα.

Continue reading

ο οδηγός είναι προλετάριος, ο οδηγός είναι Κύριος

φίλες και φίλοι, καλή σας μέρα

το σημερινό σημείωμα το αφιερώνω στον Άκη Γαβριηλίδη

ΘΑ μπορούσαμε να διακρίνουμε τους κατόχους και χρήστες των αυτοκινήτων σε δύο κατηγορίες: αυτοί που οδηγούν κι αυτοί που δεν οδηγούν – άλλοι οδηγούν γι΄ αυτούς, επαγγελματίες οδηγοί, σοφέρ γαλλιστί. Η συντριπτική πλειονότητα αυτών που έχουν και χρησιμοποιούν αυτοκίνητο, οδηγούν. Ποιοι δεν οδηγούν; Το γνωρίζουμε καλά: οι πλουσιότεροι και οι ισχυρότεροι άνδρες, και γυναίκες: βιομήχανοι, τραπεζίτες, έμποροι, στρατιωτικοί, παπάδες, πολιτικοί. Είναι πολύ λίγοι, ίσως ένας στους εκατό χιλιάδες (1/100.000), μάλλον πολύ λιγότεροι. Ας προσέξουμε αυτό: τα παιδιά, αρσενικά, των πλουσιότερων και ισχυρότερων ανδρών και γυναικών οδηγούν ενώ θα μπορούσαν να μην οδηγούν. Περίεργο!

ΝΑ λοιπόν που εγείρονται μερικά κομβικής σημασίας ερωτήματα. Γιατί οι ισχυρότεροι και πλουσιότεροι άνδρες (και γυναίκες) δεν οδηγούν; Δεν έχουν χέρια; Δεν τους αρέσει; Γιατί τα παιδιά τους οδηγούν; Αυτοί και αυτές που οδηγούν, θα ήθελαν να μην οδηγούν; Τους αρέσει να οδηγούν; Σε αυτά τα ερωτήματα θα απαντήσουμε σήμερα, φίλες και φίλοι.

Continue reading

αλκοόλ, πρέζα, κόκα, χασίσι και οδήγηση αυτοκινήτου

φίλες και φίλοι, καλή σας μέρα

ΤΙ κάνουμε όταν οδηγούμε;  Στο ερώτημα αυτό υπάρχουν δύο απαντήσεις. Διευθύνουμε ένα όχημα ελέγχοντας τη μηχανή του και πάμε από το σημείο Α στο σημείο Β. Εάν κατά τη διάρκεια της μετακίνησης τρακάρουμε ή μας τρακάρουν ή πέσουμε σε γκρεμό, τότε έχουμε ατύχημα ή δυστύχημα. Που οφείλεται το ατύχημα;  Στην κακή σήμανση, στην κακή κατάσταση του οδοστρώματος, στην ταχύτητα και σε άλλες δευτερεύουσας σημασίας αιτίες. Αυτονόητα όλα αυτά, έτσι δεν είναι;

ΔΕΝ είναι, φίλες και φίλοι. Διότι υπάρχει κι άλλη μία απάντηση στο ερώτημα τι κάνουμε όταν οδηγούμε. Όταν οδηγούμε δεν διευθύνουμε όχημα ελέγχοντας τη μηχανή του αλλά διευθύνουμε ένα βλήμα ελέγχοντας τον μηχανισμό εκτόξευσής του. Το αυτοκίνητο δεν είναι όχημα –  όχημα είναι αυτό που σύρεται, που έλκεται, όπως είναι η άμαξα με τα βόδια ή τα άλογα. Το αυτοκίνητο δεν σύρεται από ζώα αλλά εκτοξεύεται, εκσφενδονίζεται από έναν μηχανισμό, ο οποίος έχει κατασκευαστεί με πρότυπο το κανόνι, λειτουργεί όπως το μεσαιωνικό κανόνι. Η έκρηξη μέσα στο θάλαμο καύσης εκτοξεύει, βάλλει όχι μια οβίδα αλλά ένα πιστόνι, το οποίο επιστρέφει στη θέση του για να βληθεί και πάλι, κοκ. Εκτοξευόμενο το πιστόνι μεταδίδει κίνηση και επιστρέφει στη θέση του με έναν μηχανισμό (στρόφαλος και μπιέλα).

Continue reading

τρέχω ιλιγγιωδώς: είμαι αθάνατος ή θέλω να γίνω αθάνατος;

φίλες και φίλοι, καλή σας μέρα

ΟΤΑΝ  βλέπω κάποιον νέον ή κάποια νέα να τρέχει με το αυτοκίνητο επειδή βγιάζεται, είναι γιατί βιάζεται, και από την κοινωνία και από τον ίδιο του τον εαυτό –  δηλαδή δεν είναι καλά, κατά πάσα πιθανότητα! Διότι μερικές φορές πρέπει να τρέξουμε –  να μεταφέρουμε ασθενή στο νοσοκομείο. Αλλά να τρέχουμε συνεχώς, κάτι δεν πάει καλά –  δεν είμαστε καλά, επαναλαμβάνω. Όταν τρέχει επειδή δεν βγιάζεται, δεν βιάζεται αλλά είναι πολύ καλά, θα έλεγα πάρα πολύ καλά, τρέχει για να απολαύσει την ηδονή της ταχύτητας:  στις τόσες ηδονές και απολαύσεις που νιώθει προστίθεται άλλη μία, αυτή της ταχύτητας. Μια φορά να τρέξεις, έτσι για να τρέξεις, για την πλάκα, έπεσες στα δίκτυα της γοητευτικής ταχύτητας και δεν βγαίνεις από εκεί παρά μόνο με δύο τρόπους:  ή με την συνειδητοποίηση της γοητείας της ταχύτητας, για την οποία θα γράψω σήμερα, ή με ατύχημα, το οποίο θα είναι ή θανατηγόρο ή αναπηροφόρο ή ελαφρωστραυματιοφόρο. Και επειδή η πρώτη είναι σπανιότατη, υπάρχει τελικά μόνο ένας τρόπος.

Continue reading

λεωφορεία χωρίς οδηγό

φίλες και φίλοι, καλή σας μέρα

ΔΥΟ λεωφορεία χωρίς οδηγό κυκλοφορούν στους δρόμους των Τρικάλων· τον Οκτώβριο θα γίνουν έξι. Πότε θα γίνουν δέκα; Ποια θα είναι η επόμενη πόλη στους δρόμους της οποίας θα κυκλοφορούν λεωφορεία χωρίς οδηγό; Ποιες θα είναι οι επόμενες; Δεν το γνωρίζουμε και δεν έχει και σημασία. Αυτό το οποίο γνωρίζουμε είναι ότι σε λίγα χρόνια, τα περισσότερα λεωφορεία θα κυκλοφορούν χωρίς οδηγό. Σε όλη την Ελλάδα, σε όλη την Ευρώπη – περιοριζόμαστε σε αυτά τα χωρικά πλαίσια.

ΕΙΝΑΙ πολύ ευχάριστο. Η οδήγηση, η δουλείά του οδηγού του λεωφορείου, του φορτηγού αυτοκινήτου, του ταξί, του ασθενοφόρου είναι μόχθος, είναι πολύ κουραστική, είναι πολύ μονότονη, είναι καταστροφική για τον εργαζόμενο. Ο οδηγός του αυτοκινήτου εργάζεται, με τα δύο χέρια, με τα δύο πόδια, με τα μάτια και τα αφτιά. Χειρίζεται μια μηχανή και ένα σύστημα κατεύθυνσης του αυτοκινήτου οχηματοβλήματος τα οποία εμφανίστηκαν προς τα τέλη του 19ου αιώνα. Εάν συγκρίνουμε έναν βιομηχανικό προλετάριο εκείνης της εποχής, και της σημερινής ασφαλώς, και τον οδηγό, οποιασδήποτε εποχής, θα παρατηρήσουμε ότι μοιάζουν σαν δυο σταγόνες νερό. Και οι δύο είναι ακίνητοι, ακινητοποιημένοι – ο ένας εν στάσει, ο άλλος εν κινήσει.

ΝΟΜΙΖΟΥΜΕ ότι ο οδηγός του αυτοκινήτου, του λεωφορείου, του φορτηγού είναι ο χειριστής του οχήματος, το οποίο κάθε άλλο παρά όχημα είναι, όπως έχουμε υποστηρίξει. Τώρα αποδεικνύεται ότι δεν είναι!  Και τί ήταν, είναι, εάν δεν είναι χειριστής; Είναι ένα εξάρτημα, ένα μέρος της μηχανής. Αυτό που χρειάζεται το αυτοκίνητο για να κινηθεί είναι τα μάτια του οδηγού. Το αυτοκίνητο, από τη στιγμή που δεν βλέπει,  δεν είναι αυτοκίνητο, δεν μπορεί να πάει μόνο του στο περίπτερο! Ο οδηγός είναι ένας αιχμάλωτος, είναι ένας δούλος του αυτοκινήτου. Εάν μπορούσε το αυτοκίνητο με κάποιο τρόπο να βλέπει, ο οδηγός θα ήταν περιττός.

Continue reading

ποιος είναι ο Geisterfahrer (οδηγός φάντασμα) ;

φίλες και φίλοι, καλή σας μέρα

ΔΕΝ είμαι βέβαιος αλλά νομίζω ότι τον Geisterfahrer θα τον συναντήσουμε μόνο στη Γερμανία, και δη στη δυτική. Όταν ζούσα στη Γερμανία, φίλος Έλληνας, μουσικομπουζουκτσής που ζει στο Μόναχο, μου διηγήθηκε την εμπειρία του: Οδηγούσε βράδυ σε αυτοκινητόδρομο ( Autobahn), στη λωρίδα της μεγάλης ταχύτητας, στη λωρίδα του Κυρίου, θα εξηγήσω τι εννοώ,  όταν ακριβώς απέναντί  του, μακριά, είδε κάποια φώτα τα οποία ολοένα και πλησίαζαν. Κάποια στιγμή, έντρομος αντιλήφθηκε ότι τα φώτα αυτά είναι κάποιο αυτοκίνητο και μπήκε στη μεσαία λωρίδα, στη λωρίδα όπου οδηγούν οι μικρομεσαίοι –  κι αυτό θα το εξηγήσω. Μετά από λίγο, το αυτοκίνητοι πέρασε από κοντά του,  με ταχύτητα πολύ πάνω από 200 χιλιόμετρα την ώρα. Εάν δεν άλλαζε λωρίδα, δεν θα ζούσε τώρα.

ΑΥΤΟΣ ο οδηγός που κινείται σε αντίθετη πορεία και αναγκάζει τον οδηγό να παραμερίσει, εάν δεν θέλει να πεθάνει, λέγεται Geisterfahrer. Geister είναι το φάντασμα, Fahrer ο οδηγός. Υπάρχει άραγε πιθανότητα να παραμερίσει ο οδηγός φάντασμα;  Όχι, κατηγορηματικά. Υπάρχουν περιπτώσεις που δεν παραμέρισε κανένας με αποτέλεσμα και οι δύο, από την ταχεία μετακίνηση στον άπλετο οδικό χώρο να περιοριστούν είτε σε ένα λάκκο 2Χ1Χ1 μέτρα ή να γίνουν μισό κιλό στάχτη. Γιατί το κάνει αυτό ο Geisterfahrer;  Ποιος είναι ο σκοπός του;  Γιατί είναι τόσο αποφασισμένος να μην παραμερίσει, δήλα δη να υποχωρήσει;  Ποιες απαντήσεις θα διατύπωνε σε αυτά τα ερωτήματα ένας μαρξιστής;  

ΣΤΑ ερωτήματα αυτά, φίλες και φίλοι, δεν μπορούμε να δώσουμε μια απάντηση με εργαλείο τη μαρξιστική σκέψη. Δεν είναι ελλιπής, είναι ανεπαρκής, είναι παντελώς άχρηστη. Στα ερωτήματα αυτά μπορούμε να απαντήσουμε μόνο με εργαλείο τη θεωρία της Κυριαρχίας, η οποία προφανώς είναι αναρχικής προέλευσης. Σε μερικά ζητήματα η μαρξιστική σκέψη είναι απαραίτητη αλλά ελλιπής και πρέπει να εμπλουτιστεί. Λόγου χάριν, μελετώ την Ιλιάδα από μαρξιστικής έποψης αλλά δεν αρκεί· ένας συνδυασμός μαρξιστικής σκέψης και αφηγηματολογίας και θεωρίας της Κυριαρχίας παράγει πολλές και γόνιμες σκέψεις και γνώσεις. Στην περίπτωση ερμηνείας της συμπεριφοράς του Geisterfahrer η αναρχική θεωρία της Κυριαρχίας πρέπει να εμπλουτιστεί με τη σημειολογία·  και με τη γλωσσολογία (ιστορική), την ψυχανάλυση –  και τη θεολογία του αυτοκινήτου. 

Continue reading

η παρενόχληση του θανάτου από τον οδηγό στη Φόρμουλα 1 Μίκαελ Σουμάχερ

το ματι

     φίλες και φίλοι, καλή σας μέρα    

    Ο γερμανός Μίκαελ Σουμἀχερ, απόγονος κάποιου παπουτσή του μεσαιωνικού παρελθόντος, είναι κλινικά νεκρός εδώ και πάνω από 70 μέρες. Και είναι και δεν είναι νεκρός·  και είναι και δεν είναι ζωντανός –  δεν είναι όμως νεκροζώντανος. Νεκροζώντανος είναι ο ζωντανός που θα πεθάνει – ο ετοιμοθάνατος γέρος, ο καταδικασμένος σε θάνατο, ο μελλοθάνατος (αυτός που οι γιατροί του δίνουν κάποιους μήνες ή κάνα δυο χρόνια ζωή), η ιστορική Αριστερά. Θα έλεγα ότι είναι περισσότερο νεκρός παρά ζωντανός. Όχι, θα έλεγα κάτι άλλο – ο Μίκαελ Σουμάχερ είναι νεκρός.  Η τεχνοεπιστήμη μπορεί και τον κρατάει τόσο ζωντανό ώστε να μην είναι απολύτως νεκρός. Η τεχνοεπιστήμη, οι γιατροί και οι συγγενείς παρεμβάλλονται μεταξύ της ζωής και του θανάτου, ο καθένας για τους δικούς του λόγους.     

     Νομίζω ότι μετά από 70 μέρες είναι πια ζήτημα χρόνου να σηκώσουν τα χέρια τους οι εμπλεκόμενοι της παρεμπόδισης του θανάτου του Μίκαελ Σουμάχερ και να παραδεχτούν ότι ηττήθηκαν, ότι  έχασαν τη μάχη με τον θάνατο – ο Σουμάχερ την έχει χάσει ήδη προ πολλού. Την έχασε όταν έκανε το μοιραίο λάθος να παραβεί τους κανόνες οριοθέτησης της χιονοδρομικού μονοπατιού, να παραβεί τους περιορισμούς που έθεσαν οι συντονιστές του χιονοδρομικού κέντρου για να προστατεύσουν τους επισκέπτες από τα αιχμηρά και αθέατα βράχια σε εκείνο το σημείο.   Αναρωτιέμαι και ερωτώ: γιατί παρέβη τους περιορισμούς και τους κανόνες ο Μίκαελ Σουμάχερ;  

     Το ερώτημα αυτό, απ΄ όσο γνωρίζω, δεν έχει διατυπωθεί και δεν έχει απαντηθεί. Θα το κάνουμε εμείς σήμερα.

  Continue reading

ερώτημα προς τους Ηλία Καφάογλου και Κώστα Δημητρίου: τι είναι το αυτοκίνητο; είναι αυτοκίνητο, είναι όχημα ή τετράτροχο μηχανοκίνητο βλήμα;

Ο Ηλίας Καφάογλου και ο Κώστας Δημητρίου είναι οι μόνοι έλληνες διανοούμενοι που έγραψαν για το αυτοκίνητο. Ο πρώτος έγραψε ένα δοκίμιο για μια κοινωνική ιστορία του αυτοκινήτου, που είναι ο υπότιτλος του βιβλίου αυτοκίνητος κόσμος, εκδόσεις Ύψιλον, 2009. Ο δεύτερος έγραψε το Ο ΙΧ άνθρωπος και οι υποθαλάσσιες αρτηρίες του. Σημειώσεις για την αυτοκίνηση,εκδόσεις των ξένων, 2012.

Τους ερωτώ: τι είναι το αυτοκίνητο;  Είναι αυτοκίνητο; Είναι όχημα; Μήπως είναι τετράτροχο μηχανοκίνητο βλήμα;

Εάν απαντήσουν, θα εγκαινιάσουμε μια πολύ γόνιμη συζήτηση.

Εάν δεν απαντήσουν, μετά από έναν μήνα θα σχολιάσω τη στάση τους.

 

το αυτοκίνητο στη δυτική λογοτεχνία: νεοελληνική διανόηση και αυτοκίνητο

φίλες και φίλοι, καλή σας μέρα

    Το αντικείμενο του σημερινού μας σημειώματος θα είναι η ενασχόληση της νεοελληνικής διανόησης με  το αυτοκίνητο, με αφορμή το βιβλίο του ΚΩΣΤΑ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ, Ο ΙΧ άνθρωπος και οι υποθαλάσσιες αρτηρίες του. Σημειώσεις για την αυτοκίνηση (εκδόσεις των ξένων, Θεσσαλονίκη, 2012). Ο όρος ‘ενασχόληση’, βέβαια, είναι καθαρός ευφημισμός, δεδομένου ότι δεν υπάρχουν διανοούμενοι που να ασχολούνται με το αυτοκίνητο, κι όσοι το κάνουν, δεν είναι περισσότεροι από τα πέντε δάχτυλα του ενός χεριού,  ανήκουν στο είδος εκείνο της μεταπρατικής σκέψης που τόσο ανθεί στο Ελλάντα, χωρίς βέβαια να αποδίδει καρπούς ελλείψει μελισσών. Η ενθουσιώδης λατρεία του αυτοκινήτου δεν αφήνει περιθώρια στον νεοελληνικό εγκέφαλο να στοχαστεί επί του αυτοκινήτου, μιας και δεν μπορεί να λατρεύουμε ενθουσιωδώς ένα τεράστιο και οξύ κοινωνικό πρόβλημα! Το λατρεύουμε, άρα δεν είναι κοινωνικό πρόβλημα. Έπρεπε να περάσει ένας αιώνας γενικευμένης χρήσης του αυτοκινήτου για να κατανοήσουμε και εμείς  το εξής:

το λατρεύουμε, άρα είναι κοινωνικό πρόβλημα!   

    Και να κατανοήσουμε επίσης ότι η λατρεία του αυτοκινήτου είναι ένας τόπος συνάντησης όλων σχεδών των λατρειών της Δύσης, δηλαδή, όλων των επιθυμιών του Κυρίου ημών, αμήν.

Continue reading

καραμπόλα: η επιστροφή του μπιλιάρδου στο δρόμο

φίλες και φίλοι, καλή σας μέρα, bonjour!

Το σημερινό σημείωμα το αφιερώνω στον Λεωνίδα (τον Αθηναίο) – τι λες για τέλη Φλεβάρη; 

Όταν ήμασταν πιτσιρικάδες παίζαμε βόλους (βώλους). Τα κορίτσια δεν έπαιζαν, τουλάχιστον στο χωριό μου. Φαίνεται πως οι βόλοι είναι αγορίστικο παιχνίδι – θα δούμε γιατί είναι αγορίστικο. Υπήρχαν δυο παραλλαγές του παιχνιδιού. Στη μία, κάθε παίχτης έρριχνε  ἐναν μικρό βόλο, μια γιάλινη ή σιδερένια (από ρουλεμάν) μπίλια [< γαλλικό bille (la)] από κάποια απόσταση (3-4 μέτρα, πάνω κάτω) σε μια μικρή λακουβίτσα. Άρχιζε να παίζει πρώτος όποιος  έβαζε τη  μπίλια μέσα στην οπή ή όποιος πλησίαζε πιο κοντά.  Αυτός που άρχιζε πρώτος ήταν ο κύριος της τρύπας, της περιοχής: προσπαθούσε να χτυπήσει τις άλλες μπίλιες με τη δική του· εάν χτυπούσε μια μπίλια, ο κάτοχός της έβγαινε από το παιχνίδι·  εάν αποτύγχανε, συνέχιζε αυτός που ήταν πιο κοντά στη τρύπα. Νικητής, χωροδεσπότης δηλαδή,  αναδεικνύονταν αυτός που είχε χτυπήσει όλες τις άλλες, τους είχε δηλαδή διώξει όλους. Στη δεύτερη παραλλαγή, εάν πετύχαινες τη μπίλια του αντιπάλου, δεν τον έδιωχνες απλά από το παιχνίδι, τού έπαιρνες και τη μπίλια του! Μπορούσες μάλιστα, εάν έπαιζες πρώτος,  με μια βολή να χτυπήσεις και να πάρεις δυο και τρεις και τέσσερις μπίλιες, λόγω συνωστισμού!

    Δεν δυσκολευόμαστε να αντιληφθούμε ότι οι βόλοι είναι ένα πολεμικό παιχνίδι, μια (από τις πολλές) αναπαράσταση του πολέμου: να γιατί δεν έπαιζαν τα κορίτσια, να γιατί δεν υπήρχε παιχνίδι που να μην καταλήξει σε τσακωμό και βρισίδια και μπουνίδια.  Βόλους όμως παίζουν και οι ενήλικες με πολύ μεγαλύτερες μπίλιες. Παιζόταν στη μεσαιωνική Γαλλία, παίζεται ακόμα και σήμερα σε χωριά της Γαλλίας, κάποτε όμως έγινε επιτραπέζιο και ονομάστηκε billard (< bille),  > billiards, αγγλιστί· μπιλιάρδο, ελληνιστί. Το γαλλικό μπιλιάρδο παίζεται με τρείς μπίλιες, εκ των οποίων η μία είναι κόκκινη (ή μαύρη;) και λέγεται carambole. Δεν είμαι βέβαιος για την προέλευση της λέξης· εάν η ερμηνεία μου δεν ανήκει στη σφαίρα της παρετυμολογίας, τότε αυτό το cara- μου θυμίζει το τουρκικό kara που σημαίνει μαύρο: carambole, μαύρη σφαίρα, μπίλια; (Παρετυμολογία είναι να ισχυρίζεσαι ότι η λέξη παπάρι προέρχεται από κάποιον παπά που τον λέγανε Άρη και ήταν μεγάλο αρχίδι).

    Καραμπόλα (γαλλιστί carambolage) είναι ένα πετυχημένο χτύπημα στο (γαλλικό) μπιλιάρδο: με τη μπίλια σου χτυπάς τις άλλες δύο, τη μία μετά την άλλη.  (Το σερί μου ως κοπανατζής  και μπορδελοτσαρκάκιας και βυζογλείφτης μαθητής της Ε’  Γυμνασίου (Β’ Λυκείου, 1974-5) ήταν 14, μα τη Παναγία, έπαιζα καλό μπιλιάρδο -με τον Τζό [ο καλύτερος στη μπάλα],  τον Σπύρο [ο καλύτερος στο μπιλιάρδο],  και τον Αντώνη [ο πρώτος που γάμησε από τη παρέα], στην υπόγα του Μπινιάρη, στα Βριλήσσια). Καραμπόλα όμως λέμε και τις αλλεπάλληλες, αλυσιδωτές συγκρούσεις αυτοκινήτων στο δρόμο. Γιατί αυτό το φαινόμενο το ονομάσαμε καραμπόλα; Ποιος την αποκάλεσε με αυτό το όνομα, πότε;

Continue reading