φίλες και φίλοι, καλή σας μέρα
ΕΝΑ από τα πολλά πολλά κατάλοιπα του παρελθόντος του πολιτισμού μας είναι η αντίληψή μας για την ψυχή. Ο χαρακτηρισμός κατάλοιπα (λείψανα, απομεινάρια) καταγράφει μια αναντιστοιχία μεταξύ μιας παραδοσιακής αντίληψης και μιας νέας αντίληψης, η οποία δεν είναι διαδεδομένη, εξαπλώνεται όμως. Η εξάπλωση αυτή ενδέχεται να είναι η ορατή πλευρά μιας επαναστατικής μοριακής αλλαγής, εάν βέβαια η νέα αντίληψη, η νέα ιδέα, η νέα γνώση, η νέα πρακτική εγκαταλείπει το χώρο της μεταφυσικής και της επιθυμίας και διαυγάζει την πραγματικότητα ή θέτει ζήτημα νέων αξιών και πρακτικών, όπως συμβαίνει με την νέα αντίληψη περί ψυχής. Επειδή η αλλαγή είναι μοριακή, κινείται στο χώρο της καθημερινότητας, δεν φαίνεται να είναι επαναστατική – η αντίληψη όμως αυτή είναι ένα ακόμα από τα πολλά κατάλοιπα του παρελθόντος.
ΤΟ γιατί υπάρχουν κατάλοιπα, και μάλιστα πολλά, σε διαφορετικές αλλά διαδοχικές φάσεις ενός πολιτισμού, σε διαφορετικούς αλλά διαδοχικούς τρόπους παραγωγής, είναι ένα ζήτημα για το οποίο δεν έχουμε ασχοληθεί διεξοδικά – είναι μία από τις πολλές έρευνες που πρόκειται να γίνουν. Η επιβίωση αυτών των καταλοίπων δείχνει ότι υπάρχουν μόνιμα χαρακτηριστικά σε όλες τις φάσεις του πολιτισμού μας, τα οποία επιχειρούμε να εντοπίσουμε και να αναδείξουμε. Μία εξήγηση που δίνουμε είναι αυτή της κοινωνικής αδράνειας: ο τρόπος παραγωγής και ζωής αλλάζει πιο εύκολα και πιο γρήγορα από ό,τι οι ιδέες και οι αντιλήψεις.
ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΝ παρουσιάζει και το ζήτημα του τρόπου αναπαραγωγής και επιβίωσης ενός πολιτισμικού καταλοίπου. Εδώ η συμβολή της γλώσσας είναι σαφής. Όταν λέμε ότι κάποιος ξεψυχάει εννοούμε ότι πεθαίνει αλλά το ρήμα ξεψυχάω εμβολιάζει στον εγκέφαλό μας την αντίληψη ότι η ψυχή φεύγει από το σώμα. Και προφανώς δεν μπορεί παρά να φεύγει από μια οπή (το στόμα), εφόσον το σώμα είναι η κατοικία ή η φυλακή της ψυχής . Επειδή όταν πεθαίνουμε βογκάμε (επιθανάτιος ρόγχος), και βογκάμε για να νιώσουμε καλύτερα σωματικά, να εκτονώσουμε το άγχος μας, αυτό το βογκητό, αυτή η θορυβώδης και τρομακτική και βασανιστική εκπνοή εκλαμβάνεται ως ψυχή που προσπαθεί εναγωνίως να φύγει. Εάν θέλουμε να ζήσουμε, να κρατηθούμε στη ζωή λίγα ακόμα δευτερόλεπτα, και το κάνουμε όχι λόγω φόβου αλλά λόγω απληστίας, η ψυχή δεν φεύγει – εάν παραιτηθούμε και χαλαρώσουμε, φεύγει, ξεψυχάμε. Τι γίνεται όμως με αυτούς και αυτές που πεθαίνουν χωρίς βογκητά; Τότε η ψυχή δραπετεύει ως η τελευταία ανάσα, η έσχατη πνοή, η έσχατη εκπνοή. Λέμε: εξέπνευσε! Πού πάει όμως η ψυχή;

