φίλες και φίλοι, καλή σας μέρα
ΤΗΝ πρώτη μέρα της αφήγησης, ο Χρύσης έρχεται στο στρατόπεδο των εισβολέων Αχαιών και απαιτεί την απελευθέρωση της αιχμάλωτης κόρης του· ο Αγαμέμνων τον διώχνει με βρισιές και απειλές· εννιά μέρες ο Απόλλων πολιορκεί το στρατόπεδο και εξοντώνει μουλάρια, σκυλιά και πολεμιστές· τη δέκατη συγκαλείται συνέλευση κατά την οποία ο Αχιλλεύς θα σκότωνε τον Αγαμέμνονα, εάν δεν το σκεφτόταν καλύτερα: αντί να φονευθεί κατόπιν και ο ίδιος από τους σωματοφύλακες του αρχιστράτηγου, για να τον εκδικηθεί αποφασίζει να αποδυναμώσει τον αντίπαλο, να μειώσει την Ισχύ του, αποσύροντας από τις μάχες τον στρατό του : εάν για εννιά χρόνια δεν μπόρεσαν όλοι μαζί να αλώσουν την Τροία, χωρίς αυτόν όχι μόνο η άλωση είναι αδύνατη αλλά είναι βέβαιο ότι εκεί θα αφήσουν τα ηρωικά τους κοκαλάκια. Αυτό είναι το συνειδητό σχέδιο του Αχιλλέα, το οποίο και ομολογεί ανενδοίαστα δημόσια, στη συνέλευση. Ο Αχιλλεύς είναι βέβαιος ότι τα πράγματα θα εξελιχθούν όπως ακριβώς τα σκέφτεται και τα σχεδιάζει – όπως και εξελίχθηκαν εν μέρει και θα εξελίσσονταν πλήρως, εάν δεν επέστρεφε στο πεδίο της μάχης.
ΑΣ δούμε τώρα τη συνέχεια. Την εικοστή πρώτη μέρα, η μανούλα του Αχιλλέα, η θεά Θέτις, κατά παράκληση του μοναχογιού της, πάει στον Όλυμπο και ικετεύει τον Δία να πάρει το μέρος των Τρώων και ο Ζεύς συμφωνεί. Αντιλαμβάνεστε κάποια αντίφαση; Ασφαλώς και την αντιλαμβάνεστε! Αφού είναι κάτι παραπάνω από βέβαιος ότι οι Αχαιοί θα ηττηθούν, ότι τα καράβια τους θα καούν και οι ίδιοι θα φονευθούν, γιατί να ζητήσει από τη μάνα του να πάει στον Όλυμπο να εκλιπαρήσει τον Δία να πάρει το μέρος των Τρώων;